Μέσα
στη σεπτή χορεία των μαρτυρικών ιεραρχών της ιστορικής και αγιοτόκου
μικρασιατικής γης εξέχουσα θέση κατέχει ο τιμώμενος στις 23 Φεβρουαρίου
ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού Άγιος Πολύκαρπος Επίσκοπος Σμύρνης, ο
οποίος κατέστη Αποστολικός Πατήρ της Εκκλησίας, αφού σύμφωνα και με τον
ιερό υμνογράφο υπήρξε «και τρόπων μέτοχος και θρόνων διάδοχος των
Αποστόλων».
Ο
Άγιος Πολύκαρπος γεννήθηκε στην Έφεσο περί το 70μ.Χ. από ευσεβείς και
φιλόχριστους γονείς. Ο πατέρας του ονομαζόταν Παγκράτιος και η μητέρα
του Θεοδώρα. Μάλιστα οι γονείς του φυλακίστηκαν με διαταγή του Ρωμαίου
διοικητού της Εφέσου Μαρκίωνος λόγω του ότι αρνήθηκαν να ασπασθούν τα
είδωλα και να εγκαταλείψουν τη χριστιανική τους πίστη. Μόλις μία ημέρα
προτού μαρτυρήσουν οι δύο γονείς για την αγάπη του Χριστού, γεννήθηκε
μέσα στη φυλακή ο Άγιος Πολύκαρπος, τον οποίο η Πρόνοια του Θεού θέλησε
να προστατεύσει. Έτσι την ανατροφή του ανέλαβε μία πλούσια και ευσεβής
γυναίκα, που δεν είχε δικά της παιδιά. Του έδωσε μάλιστα το όνομα
Παγκράτιος για να τιμήσει τον δι’ αποκεφαλισμού τελειωθέντα πατέρα του.
Βλέποντας η θετή μητέρα του ότι ο Παγκράτιος διαθέτει πολλά πνευματικά
χαρίσματα, του ανέθεσε και τη διαχείριση των οικονομικών. Ο Παγκράτιος
όμως ήταν φιλάνθρωπος και άρχισε να πηγαίνει στις γεμάτες από τρόφιμα
αποθήκες και να διανέμει κρυφά τα αγαθά στους φτωχούς. Όταν όμως μία
ημέρα πήγε η μητέρα του στις αποθήκες και τις βρἠκε άδειες, εξοργίστηκε
για την ευσπλαχνία και την αγαθή προαίρεση του Παγκρατίου και τότε
εκείνος της είπε να πάνε μαζί να ξαναδούν τις αποθήκες. Η γυναίκα
αρνήθηκε να πάει και τότε ο Παγκράτιος πήγε μόνος του και αφού
προσευχήθηκε στον πολυεύσπλαχνο Θεό, οι αποθήκες γέμισαν και πάλι με
καρπούς. Μετά από το θαύμα κάλεσε και πάλι την ευσεβή γυναίκα, η οποία
έκπληκτη αντίκρισε τις αποθήκες γεμάτες από τρόφιμα. Το θαυμαστό αυτό
γεγονός έκανε τη θετή μητέρα του να μετονομάσει τον Παγκράτιο σε
Πολύκαρπο, αφού είναι πηγή τόσο των υλικών όσο και των πνευματικών
αγαθών. Μάλιστα ο ελεήμων Πολύκαρπος συνέχισε να μοιράζει τρόφιμα όχι
μόνο στους φτωχούς, αλλά ακόμη και στους πλούσιους.
Σε
ηλικία είκοσι ετών γνώρισε τον Ευαγγελιστή Ιωάννη τον Θεολόγο, ο οποίος
την εποχή αυτή κήρυττε το Ευαγγέλιο του Χριστού στη Μ. Ασία.
Σαγηνευμένος από το πύρινο κήρυγμα και την ιεραποστολική δράση του Αγίου
Ιωάννου του Θεολόγου έγινε μαθητής και συνοδοιπόρος του μαζί και με δύο
άλλους πνευματικούς άνδρες, τον Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, ο οποίος έγινε
αργότερα Επίσκοπος Αντιοχείας, και τον Επίσκοπο Σμύρνης Βουκόλο. Όταν
όμως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης εξορίστηκε στο νησί της Πάτμου από τον
Ρωμαίο αυτοκράτορα Δομετιανό, ο Πολύκαρπος έμεινε κοντά στον Επίσκοπο
Βουκόλο, ο οποίος εκτιμώντας τις σπάνιες αρετές του τον χειροτόνησε
ιερέα και του ανέθεσε το έργο του ορφανοτρόφου. Μετά τον θάνατο του
Βουκόλου και σύμφωνα με την επιθυμία του πριν την κοίμησή του, τη θέση
στο αξίωμα του Επισκόπου Σμύρνης κατέλαβε ο Πολύκαρπος, ο οποίος
αναδείχθηκε στοργικός και φιλάνθρωπος ποιμενάρχης, αλλά και ακούραστος
εργάτης του Ευαγγελίου του Χριστού. Είναι ενδεικτικό ότι ο Άγιος
Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, ο οποίος το 113 μ.Χ. συνελήφθηκε από τους
ειδωλολάτρες με σκοπό να θανατωθεί στη Ρώμη, έστειλε επιστολή στον Άγιο
Πολύκαρπο, στην οποία τον επαινεί και τον αναγνωρίζει ως ένα φλογερό
αγωνιστή της πίστεως. Μάλιστα κατά τη σύλληψη του Αγίου Ιγνατίου ο Άγιος
Πολύκαρπος έτρεξε για να τον συναντήσει και να τον εμψυχώσει. Στο
σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι μέχρι σήμερα σώζεται επιστολή του
Αγίου Πολυκάρπου προς τους χριστιανούς των Φιλίππων της Μακεδονίας, στην
οποία τους συγχαίρει και τους ευχαριστεί για τη φιλοξενία, που
επεφύλαξαν στον Ιγνάτιο κατά τη διέλευσή του από εκεί, καθώς τον
οδηγούσαν στη Ρώμη, όπου και μαρτύρησε.
Ο
Άγιος Πολύκαρπος, ο οποίος αναδείχθηκε φλογερός και ακαταπόνητος
διδάσκαλος της χριστιανικής αλήθειας, ανέλαβε να υπερασπισθεί σθεναρά τη
χριστιανική πίστη απέναντι στις πλάνες και τις αιρέσεις της εποχής του.
Γι’ αυτό και αποφάσισε και πήγε στη Ρώμη, για να διευθετήσει το θέμα
που είχε ανακύψει από τη διαφορετική ημέρα εορτασμού του Πάσχα. Την
εποχή αυτή στη Ρώμη δρούσε ο αιρεσιάρχης Μαρκίωνας. Όταν μία ημέρα τον
συνάντησε στον δρόμο και ο Πολύκαρπος δεν τον χαιρέτησε, ο Μαρκίωνας τον
ρώτησε τον λόγο που δεν τον χαιρετά σαν να μην τον γνωρίζει. Τότε ο
Πολύκαρπος του απάντησε ότι τον γνωρίζει ως τον πρωτότοκο γιο του
Σατανά.
Με
τη χάρη του Παντοδύναμου Θεού ο Άγιος Πολύκαρπος τέλεσε πολλά θαύματα.
Ένα από αυτά ήταν και η κατάσβεση της μεγάλης καταστροφικής πυρκαγιάς, η
οποία για επτά ολόκληρες ημέρες κατέκαιγε μέσα και έξω από τη Σμύρνη
σπίτια, ζώα και χωράφια. Οι ειδωλολάτρες παρακάλεσαν τους ψεύτικους
θεούς τους για να σταματήσει η καταστροφή, αλλά η φωτιά δυνάμωσε ακόμη
περισσότερο. Οι χριστιανοί ζήτησαν τότε τη βοήθεια του Αγίου Πολυκάρπου,
ο οποίος αφού προσευχήθηκε στον Πανοικτίρμονα Θεό ασκώντας παράλληλα
και κριτική στους ειδωλολάτρες για την εμμονή τους στη θρησκεία των
ψεύτικων ειδώλων, σταμάτησε τη φωτιά και τη φοβερή καταστροφή. Το θαύμα
αυτό παρακίνησε πολλούς ειδωλολάτρες στο να πιστέψουν στον ένα και
αληθινό Θεό και στη συνέχεια να βαπτισθούν χριστιανοί. Ένας όμως
ειδωλολάτρης, ονόματι Πετρόνιος, άρχισε να μιλά με βλασφημία εναντίον
του αγίου και της χριστιανικής πίστεως. Κατά τη διάρκεια όμως που
βλασφημούσε, δαιμονίσθηκε, έπεσε κάτω και άρχισε να βγάζει αφρούς και
κραυγές από το στόμα. Βλέποντας οι χριστιανοί αυτό το θέαμα, τον
λυπήθηκαν και ζήτησαν από τον άγιο να τον θεραπεύσει. Ο εύσπλαχνος Άγιος
Πολύκαρπος προσευχήθηκε και αμέσως ο Πετρόνιος θεραπεύτηκε ψυχικά και
σωματικά και απαλλάχθηκε από το πονηρό και ακάθαρτο πνεύμα. Μετά το
θαύμα ο Πετρόνιος ασπάσθηκε τον χριστιανισμό και βαπτίσθηκε χριστιανός
τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του. Είχαν περάσει τέσσερα χρόνια από
τότε που η φοβερή πυρκαγιά είχε ξεσπάσει στην περιοχή της Σμύρνης και η
περιοχή αντιμετώπιζε το σοβαρό πρόβλημα της ανομβρίας και μάλιστα σε
τέτοιο βαθμό, ώστε κινδύνευαν να καταστραφούν όλοι οι καρποί στα
χωράφια. Οι χριστιανοί ζήτησαν τότε τη βοήθεια του αγίου, ο οποίος με
την προσευχητική του δύναμη έκανε το θαύμα και έτσι άρχισε να βρέχει
ασταμάτητα. Όμως οι βροχές είχαν τέτοια διάρκεια, ώστε και πάλι με την
προσευχή του αγίου σταμάτησαν.
Την εποχή αυτή στη Ρώμη αυτοκράτορας ήταν ο Αντωνίνος Πίος, ο οποίος είχε εξαπολύσει έναν αδυσώπητο διωγμό εναντίον των χριστιανών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της σκληρότητας και της λυσσαλέας οργής του εναντίον των χριστιανών ήταν ότι στο στάδιο της Σμύρνης είχαν οδηγηθεί χριστιανοί για να κατασπαραχθούν από τα θηρία. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και ένας γενναίος χριστιανός σε γεροντική ηλικία, που ονομαζόταν Γερμανικός. Αυτός ο γέροντας ήταν τόσο σταθερός στη χριστιανική του πίστη, ώστε παρά τις απειλές είχε φτάσει στο σημείο να προκαλεί τα θηρία για να ενθαρρύνει τους χριστιανούς. Η θαρραλέα αυτή στάση του γέροντα προκάλεσε τόσο πολύ την οργή των ειδωλολατρών, ώστε όλοι μαζί άρχισαν να φωνάζουν «θάνατος στους άθεους», ενώ άρχισαν να αναζητούν τον Πολύκαρπο για να τον συλλάβουν.
Μόλις πληροφορήθηκαν οι χριστιανοί ότι οι ειδωλολάτρες επιδιώκουν να συλλάβουν τον Επίσκοπο Σμύρνης Πολύκαρπο, τον έπεισαν να φύγει από την πόλη και να εγκατασταθεί σ’ ένα αγρόκτημα μαζί με μερικούς χριστιανούς. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί, προσευχόταν αδιάλειπτα για όλους τους χριστιανούς. Τρεις ημέρες πριν τη σύλληψή του και αφού έκανε την προσευχή του, αποκοιμήθηκε. Στον ύπνο του είδε σε όραμα ότι το προσκέφαλό του είχε πιάσει φωτιά και καιγόταν. Μόλις ξύπνησε, είπε στους χριστιανούς που ήταν μαζί του, ότι θα πρέπει να καεί ζωντανός για την αγάπη του Χριστού. Όμως οι χριστιανοί πληροφορούμενοι ότι οι ειδωλολάτρες αναζητούν τον Πολύκαρπο, τον έπεισαν να φύγει από το κτήμα, όπου βρισκόταν. Μόλις έφυγε, κατέφθασαν εκεί οι ειδωλολάτρες και επειδή δεν τον βρήκαν, συνέλαβαν δύο μικρά παιδιά και άρχισαν να τα βασανίζουν. Το ένα παιδί αναγκάστηκε να φανερώσει τον τόπο, όπου βρισκόταν ο άγιος και έτσι έχοντας μαζί τους και το παιδί, έφτασαν στο σπίτι, όπου ο γέροντας Επίσκοπος της Σμύρνης ετοιμαζόταν να κοιμηθεί. Παρόλο που είχε τη δυνατότητα να διαφύγει, προτίμησε να μείνει, αφού αυτό ήταν και το θέλημα του Θεού. Ο άγιος εμφανίστηκε ήρεμος και χαρούμενος μπροστά τους και άρχισε να συνομιλεί μαζί τους. Μάλιστα έδωσε την εντολή στους χριστιανούς να ετοιμάσουν τραπέζι για να φάνε οι ειδωλολάτρες, ενώ ζήτησε να τον αφήσουν να προσευχηθεί. Στη συνέχεια τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στην πόλη. Στο δρόμο τον συνάντησε ο Ειρήναρχος της Σμύρνης, που ονομαζόταν Ηρώδης, μαζί με τον πατέρα του και τον κάλεσε να καθίσει στο κάρο του. Ο Ηρώδης τον ρώτησε γιατί δεν θυσιάζει στους προγονικούς θεούς, αλλά ακούγοντας από τον Πολύκαρπο την αρνητική απάντηση, θύμωσε τόσο πολύ, ώστε μαζί με τον πατέρα του τον έριξαν από το κάρο με αποτέλεσμα ο άγιος να σπάσει το πόδι του. Παρόλα αυτά ο γέροντας Επίσκοπος βάδιζε με προθυμία προς το στάδιο και τη στιγμή που μπήκε, ακούσθηκε από τον ουρανό μία φωνή, η οποία έλεγε: «ίσχυε Πολύκαρπε και ανδρίζου». Αυτή τη φράση την άκουσαν πολλοί χριστιανοί, αλλά κανείς δεν γνωρίζει ποιος την είπε.
Μόλις πληροφορήθηκε ο όχλος ότι συνελήφθη ο Πολύκαρπος, άρχισαν όλοι μαζί να φωνάζουν. Ο Ρωμαίος ανθύπατος της Μ. Ασίας Στάτιος Κοδράτος τον ρώτησε, εάν είναι πράγματι ο Πολύκαρπος. Αφού ο άγιος απάντησε θετικά, ο ειδωλολάτρης ανθύπατος τον παρακάλεσε να σεβαστεί την ηλικία του και να ασπασθεί την ειδωλολατρική θρησκεία βλασφημώντας το όνομα του Ιησού Χριστού. Ο άγιος τότε του απάντησε με παρρησία «έχω ογδοήκοντα έξ χρόνους όπου Τον δουλεύω, και κανένα κακόν δεν μου έκαμε, πως ημπορώ να βλασφημήσω τον Βασιλέα μου, τον Σωτήρα και Λυτρωτήν μου;». Ο ανθύπατος προσπάθησε και πάλι να τον πείσει να αρνηθεί τον Χριστό, αλλά ο ένδοξος ιερομάρτυς Πολύκαρπος ομολόγησε θαρραλέα τη χριστιανική του πίστη. Ο ανθύπατος τον απείλησε ότι θα τον ρίξει στα θηρία, αλλά ο γενναίος αθλητής του Χριστού έμεινε ατάραχος. Τότε τον απείλησε και πάλι λέγοντάς του ότι θα τον κάψει ζωντανό. Ο άγιος όμως του απάντησε ότι δεν τον φοβίζει η φωτιά, η οποία ανάβει και σβήνει, αλλά το άσβεστο πυρ της αιωνίου κολάσεως που κατακαίει τους ασεβείς. Η θαρραλέα αυτή στάση του αγίου προκάλεσε την οργή του ανθυπάτου, ο οποίος έστειλε τον κήρυκα στη μέση του σταδίου και ανακοίνωσε ότι ο Πολύκαρπος ομολόγησε τη χριστιανική του ιδιότητα. Η ανακοίνωση αυτή προκάλεσε τη λυσσαλέα οργή του όχλου, ο οποίος φώναξε ότι ο Πολύκαρπος είναι ο διδάσκαλος και πατέρας των χριστιανών και αυτός, που διδάσκει τους ανθρώπους να μην προσκυνούν τους ειδωλολατρικούς θεούς. Στη συνέχεια παρακάλεσαν τον φύλακα των αγρίων ζώων να αφήσει ένα λιοντάρι για να κατασπαράξει τον άγιο. Ο φύλακας δήλωσε ότι τα άγρια ζώα είναι ήδη χορτάτα και τότε αποφασίστηκε να καεί ο άγιος ζωντανός, ώστε να εκπληρωθεί και το όραμα που είχε δει. Αμέσως άρχισαν να συγκεντρώνουν ξύλα, ενώ στην πρόθεση των ειδωλολατρών να τον καρφώσουν για να μην δραπετεύσει, ο άγιος τους απάντησε ότι ο Κύριος του έχει δώσει τη δύναμη να υπομείνει τη φωτιά. Του έδεσαν μόνο τα χέρια και ο άγιος προσευχόμενος ευχαρίστησε τον Θεό, που τον αξίωσε να συναριθμηθεί στους μάρτυρες του Ιησού Χριστού και να απολαύσει την αιώνια ζωή, αλλά και για το ότι προεφανέρωσε το ένδοξο μαρτύριό του. Μόλις τελείωσε την προσευχή του ο άγιος, δυνάμωσαν τη φωτιά και τότε συνέβη ένα θαύμα. Οι φλόγες σχημάτισαν ένα είδος καμάρας πάνω από το σώμα του αγίου και μία άρρητη ευωδία πλημμύρισε το στάδιο. Βλέποντας με έκπληξη οι ασεβείς ειδωλολάτρες ότι το σώμα του αγίου δεν καιγόταν, έδωσαν εντολή σ’ έναν δήμιο να τον θανατώσει μ’ ένα ξίφος. Όμως από το σώμα του αγίου έτρεξε τόσο πολύ αίμα, ώστε έσβησε τελείως η φωτιά. Ο άγιος παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο στις 23 Φεβρουαρίου του 156 μ.Χ. επί των ημερών του αυτοκράτορος Αντωνίνου Πίου και έτσι έλαβε τον στέφανο της αιωνίου ζωής και δόξας. Το μαρτυρικό τέλος του Αγίου Πολυκάρπου σώζεται σε εγκύκλιο επιστολή της Εκκλησίας Σμύρνης προς την Εκκλησία Φιλομηλίου της Φρυγίας, θεωρείται δε το κείμενο αυτό του μαρτυρίου, που διασώθηκε σε πέντε χειρόγραφα, ως το αρχαιότερο από τα διασωθέντα μέχρι σήμερα μαρτύρια.
Μετά τη μαρτυρική τελείωση του αγίου οι χριστιανοί προσπάθησαν να πάρουν το ιερό λείψανο, αλλά με προτροπή του ειδωλολάτρη πατέρα του Ειρηνάρχου Σμύρνης δόθηκε η εντολή να κάψουν το σώμα του αγίου για να μην αποτελέσει πηγή ευλογίας και προσκυνήματος. Μετά την καύση οι χριστιανοί περισυνέλαξαν τα ιερά λείψανα και τα διαφύλαξαν ως πολύτιμη πνευματική παρακαταθήκη. Ένα από τα ιερά αυτά λείψανα είναι και το φυλασσόμενο από το έτος 1475 στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Αμπελακιωτίσσης (Κοζίτσης) Ναυπακτίας δεξιό χέρι του Αγίου, το οποίο επαργυρώθηκε το 1792 και αποτελεί μέχρι σήμερα αστείρευτη πηγή ευλογίας και θαυματουργικών ιάσεων. Χάρη στο ιερό αυτό λείψανο η επίσημη ονομασία της μονής από το 1945 είναι «Ιερά Μονή Παναγίας Αμπελακιωτίσσης - ο Άγιος Πολύκαρπος», η δε τιμή του Αγίου διαδόθηκε στην ευρύτερη περιοχή, αφού οι ενοριακοί ναοί των χωριών Μαμουλάδα Ναυπακτίας και Μαλάματα Φωκίδος τιμούνται επ’ ονόματι του Αγίου Πολυκάρπου. Επίσης στον ιερό μητροπολιτικό ναό του Αγίου Δημητρίου Ναυπάκτου τελείται κατ’ έτος την Κυριακή των Μυροφόρων πανήγυρη προς τιμήν του μαρτυρικού και θαυματουργού ιεράρχου της Σμύρνης Αγίου Πολυκάρπου. Αξιομνημόνευτοι είναι και οι ενοριακοί ναοί του Αγίου στη συνοικία Βοτανικός των Αθηνών που αναστηλώθηκε το 1940, στην εύφορη και πλούσια από περιβόλια εσπεριδοειδών περιοχή Κάμπος της μυροβόλου νήσου Χίου που ανεγέρθηκε το 1880 και στο ομώνυμο ορεινό χωριό της Ικαρίας που ανεγέρθηκε το 1889 πάνω στα θεμέλια του πρώτου παλαιού ναού. Η μνήμη του τιμάται επίσης στον ιερό καθεδρικό ναό της Αγίας Φωτεινής Ν. Σμύρνης Αττικής, αλλά και στον ιερό μητροπολιτικό ναό του Αγίου Μηνά Ηρακλείου Κρήτης από τον σύλλογο των Μικρασιατών Ηρακλείου, ο οποίος τον έχει προστάτη και φέρει το όνομά του. Πλούσια είναι και η υμνογραφία του Αγίου Πολυκάρπου, ο οποίος θεωρείται ο προστάτης άγιος της ευφορίας και της γονιμότητος, αλλά και θαυματουργός άγιος, αφού το 1878 ο εκ Μεσολογγίου διαπρεπής μουσικοδιδάσκαλος Ανδρέας Παλαμάς συνέταξε ακολουθία προς τιμήν του από βαθιά ευγνωμοσύνη για το θαύμα, το οποίο επιτέλεσε σ’ αυτόν. Ακολουθίες προς τιμήν του Αγίου Πολυκάρπου έχουν συντάξει μεταξύ άλλων ο Μοναχός Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης και ο αοίδιμος Μητροπολίτης Ξάνθης Πολύκαρπος.
Την εποχή αυτή στη Ρώμη αυτοκράτορας ήταν ο Αντωνίνος Πίος, ο οποίος είχε εξαπολύσει έναν αδυσώπητο διωγμό εναντίον των χριστιανών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της σκληρότητας και της λυσσαλέας οργής του εναντίον των χριστιανών ήταν ότι στο στάδιο της Σμύρνης είχαν οδηγηθεί χριστιανοί για να κατασπαραχθούν από τα θηρία. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και ένας γενναίος χριστιανός σε γεροντική ηλικία, που ονομαζόταν Γερμανικός. Αυτός ο γέροντας ήταν τόσο σταθερός στη χριστιανική του πίστη, ώστε παρά τις απειλές είχε φτάσει στο σημείο να προκαλεί τα θηρία για να ενθαρρύνει τους χριστιανούς. Η θαρραλέα αυτή στάση του γέροντα προκάλεσε τόσο πολύ την οργή των ειδωλολατρών, ώστε όλοι μαζί άρχισαν να φωνάζουν «θάνατος στους άθεους», ενώ άρχισαν να αναζητούν τον Πολύκαρπο για να τον συλλάβουν.
Μόλις πληροφορήθηκαν οι χριστιανοί ότι οι ειδωλολάτρες επιδιώκουν να συλλάβουν τον Επίσκοπο Σμύρνης Πολύκαρπο, τον έπεισαν να φύγει από την πόλη και να εγκατασταθεί σ’ ένα αγρόκτημα μαζί με μερικούς χριστιανούς. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί, προσευχόταν αδιάλειπτα για όλους τους χριστιανούς. Τρεις ημέρες πριν τη σύλληψή του και αφού έκανε την προσευχή του, αποκοιμήθηκε. Στον ύπνο του είδε σε όραμα ότι το προσκέφαλό του είχε πιάσει φωτιά και καιγόταν. Μόλις ξύπνησε, είπε στους χριστιανούς που ήταν μαζί του, ότι θα πρέπει να καεί ζωντανός για την αγάπη του Χριστού. Όμως οι χριστιανοί πληροφορούμενοι ότι οι ειδωλολάτρες αναζητούν τον Πολύκαρπο, τον έπεισαν να φύγει από το κτήμα, όπου βρισκόταν. Μόλις έφυγε, κατέφθασαν εκεί οι ειδωλολάτρες και επειδή δεν τον βρήκαν, συνέλαβαν δύο μικρά παιδιά και άρχισαν να τα βασανίζουν. Το ένα παιδί αναγκάστηκε να φανερώσει τον τόπο, όπου βρισκόταν ο άγιος και έτσι έχοντας μαζί τους και το παιδί, έφτασαν στο σπίτι, όπου ο γέροντας Επίσκοπος της Σμύρνης ετοιμαζόταν να κοιμηθεί. Παρόλο που είχε τη δυνατότητα να διαφύγει, προτίμησε να μείνει, αφού αυτό ήταν και το θέλημα του Θεού. Ο άγιος εμφανίστηκε ήρεμος και χαρούμενος μπροστά τους και άρχισε να συνομιλεί μαζί τους. Μάλιστα έδωσε την εντολή στους χριστιανούς να ετοιμάσουν τραπέζι για να φάνε οι ειδωλολάτρες, ενώ ζήτησε να τον αφήσουν να προσευχηθεί. Στη συνέχεια τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στην πόλη. Στο δρόμο τον συνάντησε ο Ειρήναρχος της Σμύρνης, που ονομαζόταν Ηρώδης, μαζί με τον πατέρα του και τον κάλεσε να καθίσει στο κάρο του. Ο Ηρώδης τον ρώτησε γιατί δεν θυσιάζει στους προγονικούς θεούς, αλλά ακούγοντας από τον Πολύκαρπο την αρνητική απάντηση, θύμωσε τόσο πολύ, ώστε μαζί με τον πατέρα του τον έριξαν από το κάρο με αποτέλεσμα ο άγιος να σπάσει το πόδι του. Παρόλα αυτά ο γέροντας Επίσκοπος βάδιζε με προθυμία προς το στάδιο και τη στιγμή που μπήκε, ακούσθηκε από τον ουρανό μία φωνή, η οποία έλεγε: «ίσχυε Πολύκαρπε και ανδρίζου». Αυτή τη φράση την άκουσαν πολλοί χριστιανοί, αλλά κανείς δεν γνωρίζει ποιος την είπε.
Μόλις πληροφορήθηκε ο όχλος ότι συνελήφθη ο Πολύκαρπος, άρχισαν όλοι μαζί να φωνάζουν. Ο Ρωμαίος ανθύπατος της Μ. Ασίας Στάτιος Κοδράτος τον ρώτησε, εάν είναι πράγματι ο Πολύκαρπος. Αφού ο άγιος απάντησε θετικά, ο ειδωλολάτρης ανθύπατος τον παρακάλεσε να σεβαστεί την ηλικία του και να ασπασθεί την ειδωλολατρική θρησκεία βλασφημώντας το όνομα του Ιησού Χριστού. Ο άγιος τότε του απάντησε με παρρησία «έχω ογδοήκοντα έξ χρόνους όπου Τον δουλεύω, και κανένα κακόν δεν μου έκαμε, πως ημπορώ να βλασφημήσω τον Βασιλέα μου, τον Σωτήρα και Λυτρωτήν μου;». Ο ανθύπατος προσπάθησε και πάλι να τον πείσει να αρνηθεί τον Χριστό, αλλά ο ένδοξος ιερομάρτυς Πολύκαρπος ομολόγησε θαρραλέα τη χριστιανική του πίστη. Ο ανθύπατος τον απείλησε ότι θα τον ρίξει στα θηρία, αλλά ο γενναίος αθλητής του Χριστού έμεινε ατάραχος. Τότε τον απείλησε και πάλι λέγοντάς του ότι θα τον κάψει ζωντανό. Ο άγιος όμως του απάντησε ότι δεν τον φοβίζει η φωτιά, η οποία ανάβει και σβήνει, αλλά το άσβεστο πυρ της αιωνίου κολάσεως που κατακαίει τους ασεβείς. Η θαρραλέα αυτή στάση του αγίου προκάλεσε την οργή του ανθυπάτου, ο οποίος έστειλε τον κήρυκα στη μέση του σταδίου και ανακοίνωσε ότι ο Πολύκαρπος ομολόγησε τη χριστιανική του ιδιότητα. Η ανακοίνωση αυτή προκάλεσε τη λυσσαλέα οργή του όχλου, ο οποίος φώναξε ότι ο Πολύκαρπος είναι ο διδάσκαλος και πατέρας των χριστιανών και αυτός, που διδάσκει τους ανθρώπους να μην προσκυνούν τους ειδωλολατρικούς θεούς. Στη συνέχεια παρακάλεσαν τον φύλακα των αγρίων ζώων να αφήσει ένα λιοντάρι για να κατασπαράξει τον άγιο. Ο φύλακας δήλωσε ότι τα άγρια ζώα είναι ήδη χορτάτα και τότε αποφασίστηκε να καεί ο άγιος ζωντανός, ώστε να εκπληρωθεί και το όραμα που είχε δει. Αμέσως άρχισαν να συγκεντρώνουν ξύλα, ενώ στην πρόθεση των ειδωλολατρών να τον καρφώσουν για να μην δραπετεύσει, ο άγιος τους απάντησε ότι ο Κύριος του έχει δώσει τη δύναμη να υπομείνει τη φωτιά. Του έδεσαν μόνο τα χέρια και ο άγιος προσευχόμενος ευχαρίστησε τον Θεό, που τον αξίωσε να συναριθμηθεί στους μάρτυρες του Ιησού Χριστού και να απολαύσει την αιώνια ζωή, αλλά και για το ότι προεφανέρωσε το ένδοξο μαρτύριό του. Μόλις τελείωσε την προσευχή του ο άγιος, δυνάμωσαν τη φωτιά και τότε συνέβη ένα θαύμα. Οι φλόγες σχημάτισαν ένα είδος καμάρας πάνω από το σώμα του αγίου και μία άρρητη ευωδία πλημμύρισε το στάδιο. Βλέποντας με έκπληξη οι ασεβείς ειδωλολάτρες ότι το σώμα του αγίου δεν καιγόταν, έδωσαν εντολή σ’ έναν δήμιο να τον θανατώσει μ’ ένα ξίφος. Όμως από το σώμα του αγίου έτρεξε τόσο πολύ αίμα, ώστε έσβησε τελείως η φωτιά. Ο άγιος παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο στις 23 Φεβρουαρίου του 156 μ.Χ. επί των ημερών του αυτοκράτορος Αντωνίνου Πίου και έτσι έλαβε τον στέφανο της αιωνίου ζωής και δόξας. Το μαρτυρικό τέλος του Αγίου Πολυκάρπου σώζεται σε εγκύκλιο επιστολή της Εκκλησίας Σμύρνης προς την Εκκλησία Φιλομηλίου της Φρυγίας, θεωρείται δε το κείμενο αυτό του μαρτυρίου, που διασώθηκε σε πέντε χειρόγραφα, ως το αρχαιότερο από τα διασωθέντα μέχρι σήμερα μαρτύρια.
Μετά τη μαρτυρική τελείωση του αγίου οι χριστιανοί προσπάθησαν να πάρουν το ιερό λείψανο, αλλά με προτροπή του ειδωλολάτρη πατέρα του Ειρηνάρχου Σμύρνης δόθηκε η εντολή να κάψουν το σώμα του αγίου για να μην αποτελέσει πηγή ευλογίας και προσκυνήματος. Μετά την καύση οι χριστιανοί περισυνέλαξαν τα ιερά λείψανα και τα διαφύλαξαν ως πολύτιμη πνευματική παρακαταθήκη. Ένα από τα ιερά αυτά λείψανα είναι και το φυλασσόμενο από το έτος 1475 στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Αμπελακιωτίσσης (Κοζίτσης) Ναυπακτίας δεξιό χέρι του Αγίου, το οποίο επαργυρώθηκε το 1792 και αποτελεί μέχρι σήμερα αστείρευτη πηγή ευλογίας και θαυματουργικών ιάσεων. Χάρη στο ιερό αυτό λείψανο η επίσημη ονομασία της μονής από το 1945 είναι «Ιερά Μονή Παναγίας Αμπελακιωτίσσης - ο Άγιος Πολύκαρπος», η δε τιμή του Αγίου διαδόθηκε στην ευρύτερη περιοχή, αφού οι ενοριακοί ναοί των χωριών Μαμουλάδα Ναυπακτίας και Μαλάματα Φωκίδος τιμούνται επ’ ονόματι του Αγίου Πολυκάρπου. Επίσης στον ιερό μητροπολιτικό ναό του Αγίου Δημητρίου Ναυπάκτου τελείται κατ’ έτος την Κυριακή των Μυροφόρων πανήγυρη προς τιμήν του μαρτυρικού και θαυματουργού ιεράρχου της Σμύρνης Αγίου Πολυκάρπου. Αξιομνημόνευτοι είναι και οι ενοριακοί ναοί του Αγίου στη συνοικία Βοτανικός των Αθηνών που αναστηλώθηκε το 1940, στην εύφορη και πλούσια από περιβόλια εσπεριδοειδών περιοχή Κάμπος της μυροβόλου νήσου Χίου που ανεγέρθηκε το 1880 και στο ομώνυμο ορεινό χωριό της Ικαρίας που ανεγέρθηκε το 1889 πάνω στα θεμέλια του πρώτου παλαιού ναού. Η μνήμη του τιμάται επίσης στον ιερό καθεδρικό ναό της Αγίας Φωτεινής Ν. Σμύρνης Αττικής, αλλά και στον ιερό μητροπολιτικό ναό του Αγίου Μηνά Ηρακλείου Κρήτης από τον σύλλογο των Μικρασιατών Ηρακλείου, ο οποίος τον έχει προστάτη και φέρει το όνομά του. Πλούσια είναι και η υμνογραφία του Αγίου Πολυκάρπου, ο οποίος θεωρείται ο προστάτης άγιος της ευφορίας και της γονιμότητος, αλλά και θαυματουργός άγιος, αφού το 1878 ο εκ Μεσολογγίου διαπρεπής μουσικοδιδάσκαλος Ανδρέας Παλαμάς συνέταξε ακολουθία προς τιμήν του από βαθιά ευγνωμοσύνη για το θαύμα, το οποίο επιτέλεσε σ’ αυτόν. Ακολουθίες προς τιμήν του Αγίου Πολυκάρπου έχουν συντάξει μεταξύ άλλων ο Μοναχός Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης και ο αοίδιμος Μητροπολίτης Ξάνθης Πολύκαρπος.
Ο
ένδοξος ιερομάρτυς του Χριστού Άγιος Πολύκαρπος, ο οποίος κατέστη
«τρόπων μέτοχος και θρόνων διάδοχος» και «της Ασίας διδάσκαλος και πατήρ
των χριστιανών» προβάλλει στη σημερινή πνευματικά άστατη και κοινωνικά
διαταραγμένη εποχή μας ως ο πολύφωτος αστέρας, που θα μας διδάσκει, θα
μας εμπνέει, θα μας ενισχύει και θα μας καθοδηγεί στον δρόμο της εν
Χριστώ ζωής και σωτηρίας.