Ἂς ἀναλογιστοῦμε ἕνα παιδὶ τὶς πρῶτες στιγμὲς ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο αὐτό.
Ἔχει ἀπόλυτη ἀνάγκη κάποια ἐνήλικα πρόσωπα(μία μάνα κι ἕναν πατέρα συνήθως)
τὰ ὁποῖα θὰ ἀναλάβουν τὴν εὐθύνη τῆς ἐπιβίωσής του.
Στὴ φάση αὐτὴ τῆς ζωῆς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἐπιλέγει ἐλεύθερα.
Ἂς ἐπικεντρωθοῦμε στὸ περπάτημα.
Ἕνα νήπιο δὲν περπατᾶ.Ἔχει ἐμπιστευτεῖ τὸν ἑαυτό του σὲ μιὰ ἀγκαλιὰ καὶ δὲν νοιάζεται γιὰ τὸ ποῦ θὰ τὸ ὁδηγήσουν.
Ὅταν ὅμως κατακτήσει τὴν ἱκανότητα νὰ βαδίζει, κι ἐγκαταλείψει, ἔστω πρόσκαιρα,
τὴν ἀσφάλεια τῆς ἀγκαλιᾶς, τότε εἶναι ἐλεύθερο νὰ κινηθεῖ πρὸς ὅποια κατεύθυνση θελήσει.Τὴ στιγμὴ δηλαδὴ ποὺ θὰ ἀναλάβουν τὰ πόδια τὴν εὐθύνη νὰ στηρίξουν τὸ βάρος τοῦ σώματος καὶ νὰ τὸ κινήσουν πρὸς τὴν ἐπιθυμητὴ πορεία τότε ὁ ἄνθρωπος καθίσταται ἐλεύθερος(σὲ κάποιο μικρὸ μὰ σπουδαῖο βαθμὸ).
Ἔχει ἀπόλυτη ἀνάγκη κάποια ἐνήλικα πρόσωπα(μία μάνα κι ἕναν πατέρα συνήθως)
τὰ ὁποῖα θὰ ἀναλάβουν τὴν εὐθύνη τῆς ἐπιβίωσής του.
Στὴ φάση αὐτὴ τῆς ζωῆς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἐπιλέγει ἐλεύθερα.
Ἂς ἐπικεντρωθοῦμε στὸ περπάτημα.
Ἕνα νήπιο δὲν περπατᾶ.Ἔχει ἐμπιστευτεῖ τὸν ἑαυτό του σὲ μιὰ ἀγκαλιὰ καὶ δὲν νοιάζεται γιὰ τὸ ποῦ θὰ τὸ ὁδηγήσουν.
Ὅταν ὅμως κατακτήσει τὴν ἱκανότητα νὰ βαδίζει, κι ἐγκαταλείψει, ἔστω πρόσκαιρα,
τὴν ἀσφάλεια τῆς ἀγκαλιᾶς, τότε εἶναι ἐλεύθερο νὰ κινηθεῖ πρὸς ὅποια κατεύθυνση θελήσει.Τὴ στιγμὴ δηλαδὴ ποὺ θὰ ἀναλάβουν τὰ πόδια τὴν εὐθύνη νὰ στηρίξουν τὸ βάρος τοῦ σώματος καὶ νὰ τὸ κινήσουν πρὸς τὴν ἐπιθυμητὴ πορεία τότε ὁ ἄνθρωπος καθίσταται ἐλεύθερος(σὲ κάποιο μικρὸ μὰ σπουδαῖο βαθμὸ).
Ἔτσι συμβαίνει καὶ στὸν ὅλο ἄνθρωπο.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναλαμβάνει τὴν εὐθύνη τοῦ ἑαυτοῦ του ἐλευθερώνεται.
Κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναλαμβάνει τὴν εὐθύνη ἄλλων προσώπων τότε κοινωνεῖ.
Καὶ ὑπάρχουν κι ἐκεῖνες οἱ ἐξαιρετικὲς συγκυρίες κατὰ τὶς ὁποῖες ὁ ἄνθρωπος ἀποδέχεται τὴ θυσία ὡς δική του εὐθύνη καὶ τότε ὁμοιάζει μὲ τὸν Θεό.
Τελικὰ σὲ κάθε περίπτωση ἡ ἐλευθερία προϋποθέτει τὴν εὐθύνη.
Καὶ τοῦτο μοιάζουμε νὰ τὸ ἔχουμε λησμονήσει.
π. Μιλτιάδης Ζέρβας