Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

ΠΙΣΤΕΥΩ. ΜΕΓΑΛΗ ΚΟΥΒΕΝΤΑ





Εδώ στην Ελλάδα «κληρονομούμε» την πίστη μας. Αυτό όμως είναι επικίνδυνο.
Επικίνδυνο, διότι όταν η πίστη δεν είναι εσωτερικός μας καρπός -καρπός πάλης με την αμφιβολία, με τον πόνο, με την λογική – τότε καταντά η πίστη καθήκον. Χάνεται η δυναμική της.
Βιώνεται στα όρια της παράδοσης, του εθίμου και όχι της σχέσης με τον Θεό. Γι’αυτό και η Εκκλησία σημαίνει για τους Έλληνες: παπάδες, σκάνδαλα, μιζέρια, «όχι και πρέπει».
Οι χριστιανοί καταντούν άνθρωποι με απωθημένα, φυλακισμένοι σε μια ζωή με καθήκοντα και υποχρεώσεις. Και η πίστη περνά στο περιθώριο. Πιο μεγάλη αξία έχει η διατήρησή της πίστης ως έννοια και χαρακτηριστικό του γένους μας και όχι ως Χάρη, ως Σχέση, ως Ελευθερία, ως Εμπιστοσύνης.
Πιστεύουμε στον Θεό επειδή είμαστε Έλληνες ή επειδή ματώσαμε μέσα στην γέννα της αναζήτησης; Είναι ένα ερώτημα. Γι’ αυτό και καταντούμε στο όνομα της δήθεν πίστης μας να αναθεματίζουμε άλλους ανθρώπους λόγο χρώματος, εθνικότητας.
Πιστεύουν λένε οι Έλληνες αλλά πολεμούν τον μοναχισμό, τους κληρικούς. Πιστεύουν λένε οι Έλληνες στην Ορθοδοξία αλλά συγχρόνως φλερτάρουν και με κάθε είδους ειδωλολατρία. Γιατί τελικά η καρδιά μας μένει αμέτοχη της Χάρης.
Δεν ζητούμε τον Θεό, αλλά μένουμε στα «πέριξ» του Θεού. Είναι επικίνδυνο να λες ότι πιστεύεις επειδή και μόνο έτσι σου μάθανε. Επικίνδυνο γιατί η πίστη δεν είναι ρούχο που το παίρνεις και το φοράς (και ανά πάσα ώρα και στιγμή το πετάς). Η Πίστη κατοικεί μέσα σε καρδιές, μέσα σε δάκρυα, μέσα στο αίμα που χύνεται στις σιωπηλές μας στιγμές.
Η Πίστη δεν «κληρονομείται», τελικά. Η Πίστη είναι ο πιο μεγάλος πόνος. Πόνος μιας γέννας που σε φέρνει στην Αλήθεια, στο Φως, στον Αιώνιο. Και αυτός ο πόνος είναι δώρο. Δώρο που σου δόθηκε όχι γιατί το άξιζες αλλά γιατί το ζήτησες, το θέλησες…
Πιστεύω. Μεγάλη κουβέντα…
π. Παύλος Παπαδόπουλος