“᾿Επισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας, οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν” (Πράξ. 6, 4-5).
“Φροντίστε, λοιπόν, ἀδελφοί, νὰ ἐκλέξετε ἀπ’ ἀνάμεσά σας ἑφτὰ ἄνδρες μὲ καλὴ φήμη, γεμάτους ἀπὸ τὴ σοφία τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Θὰ ὁρίσουμε αὐτοὺς νὰ κάνουν αὐτὸ τὸ ἔργο, κι ἐμεῖς θὰ ἀφιερωθοῦμε ἀποκλειστικὰ στὴν προσευχὴ καὶ στὸ ἔργο τοῦ κηρύγματος”.
Από την πρώτη στιγμή στην Εκκλησία υπήρχε η έγνοια του ποιοι θα τίθενται επικεφαλής του λαού, επικεφαλής της κοινότητας. Το πολίτευμα της Εκκλησίας είναι συνοδικό και κοινοτικό. Συνοδικό σημαίνει ότι δεν αποφασίζει ένας μόνος του, όση αυθεντία και αυθεντικότητα κι αν έχει, όσο ψηλα κι αν βρίσκεται, για τα θέματα τόσο της πίστεως όσο και της καθημερινότητας της εκκλησιαστικής ζωής, αλλά υπάρχει η διάθεση της συνάντησης των πολλών, είτε όλων όσοι συναπαρατίζουν την κοινότητα των πιστών, είτε εκείνων οι οποίοι ξεχωρίζουν, καθότι έχουν την αποστολική συνέχεια και διαδοχή και έχουν εκλεγεί από το σώμα του Χριστού να είναι επικεφαλής κατά τόπους. Αυτοί, όταν ανακύπτουν ζητήματα, συγκεντρώνονται επί το αυτό και με την προσευχή, τον λόγο και διάλογο, κυρίως όμως με την αγάπη και την αλήθεια, ζητούν τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, ώστε να λάβουν τις δέουσες αποφάσεις. Αλλά και σε τοπικό επίπεδο, το πολίτευμα της Εκκλησίας είναι κοινοτικό, δηλαδή όλοι καλούνται να έχουν άποψη για τα κατά τόπους ζητήματα, να συμμετέχουν στην εκκλησιαστική ζωή, να μην αδιαφορούν, να εκλέγουν ή αν αυτό δεν προβλέπεται, να στηρίζουν ή να συζητούν με την ηγεσία της κοινότητας για ό,τι συμβαίνει. Έτσι, οι αποφάσεις είναι δεσμευτικές για όλους, παρεκτός εάν παραβιάζουν την αλήθεια της πίστης.
Στην πρώτη Εκκλησία έχουμε δύο περιπτώσεις άμεσης εκλογής από τους πιστούς: πρώτα είναι η εκλογή του αποστόλου Ματθία, στην θέση του Ιούδα, η οποία έγινε με διπλό τρόπο: οι απόστολοι και η μικρή κοινότητα εξέλεξαν δύο υποψηφίους, τον Ματθία και τον Ιούστο, έκαναν προσευχή και με κλήρο εξελέγη ο Ματθίας, για να συμπληρωθεί ο κύκλος των δώδεκα αποστόλων. Στην συνέχεια, έχουμε την εκλογή των επτά διακόνων, απ’ ευθείας από τον λαό, για να αντιμετωπιστούν οι κοινωνικές και φιλανθρωπικές ανάγκες της κοινότητας και να θεραπευτεί η πληγή που άνοιξε ο εθνικισμός, δηλαδή οι διακρίσεις εις βάρος των πιστών ειδωλολατρικής προέλευσης.
Ποιο ήταν το κριτήριο και των δύο εκλογών; Το να είναι οι προς εκλογήν “άνδρες πλήρεις Πνεύματος Αγίου και σοφίας”. Δεν ήταν η μόρφωση, ο πλούτος, η κοινωνική θέση, χωρίς να αποκλείεται κάποιοι από τους εκλεγέντας να είχαν και αυτά. Αυτό που είχε σημασία ήταν να είναι οι διάκονοι του λαού άνθρωποι γεμάτοι από το Άγιο Πνεύμα και την σοφία Του. Αυτό σήμαινε να έχουν επίγνωση ότι η εκκλησιαστική κοινότητα είναι αντίτυπο της Αγίας Τριάδος, δηλαδή οικογένεια πνευματική, στην οποία δεν υπάρχει “το δικό μου και το δικό σου, ψυχρός λόγος” (Κ.Π. Καβάφης), αλλά η προτεραιότητα του πλησίον. Σοφία ακόμη σήμαινε η πίστη στην Ανάσταση. Σήμαινε η διαχείριση των προβλημάτων των ανθρώπων με αγάπη και σκοπό την πορεία προς την βασιλεία του Θεού και όχι προς το πρόσκαιρο. Σήμαινε η προτροπή για ελεημοσύνη και όχι για κατοχή αγαθών. Σήμαινε υπακοή στον τρόπο του Χριστού και των Αποστόλων. Σήμαινε ενεργοποίηση της φωνής της συνείδησης εντός του ανθρώπου, της φωνής του Θεού, και υπέρβαση της αντίληψης ότι η ζωή έχει νόημα όταν την απολαμβάνεις με κέντρο τον εαυτό σου και το εδω και τώρα. Και όλα αυτά καθαγιασμένα με την εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού, με βίωση των καρπών του Αγίου Πνεύματος, την πίστη, την αγάπη, την χαρά, την καλοσύνη, την απλότητα, την ασκητικότητα και το μέτρο, την δικαιοσύνη και μία συνεχή μετοχή στην συνάντηση της Θείας Ευχαριστίας, ως βάση για να ικανοποιηθούν αιτήματα επιβίωσης, αιτήματα συνύπαρξης, φιλανθρωπίας και προσφοράς.
Η Εκκλησία σήμερα δυσκολεύεται να ακολουθήσει αυτόν τον παλαιό δρόμο, διότι υπάρχει ένας φόβος του κλήρου απέναντι στον λαό και μία αδιαφορία του λαού απέναντι στον κλήρο, σε ο,τι αφορά στην συνύπαρξη και βίωση του εκκλησιαστικού πολιτεύματος. Η συνοδικότητα έχει γίνει προνόμιο και η κοινότητα τυπικότητα. Αρκείται ο λαός στο να λειτουργείται κάποιες Κυριακές και γιορτές, κάποτε να συνεισφέρει φιλανθρωπικά και εθελοντικά σε κάποια έργα. Αρκείται ο κλήρος στην τήρηση των καθηκόντων του και δεν νιώθει την ανάγκη της συγκρότησης των πάντων στο σώμα του Χριστού, την συμπερίληψη όλων στην σχέση με τον Χριστό και τον πλησίον. Τα χαρίσματα τίθενται στο περιθώριο ή λειτουργούν εντελώς ατομοκεντρικά και όχι αγιοπνευματικά και εκκλησιοκεντρικά. Και πορευόμαστε όλοι μας ακολουθώντας τα προστάγματα ενός πολιτισμού που μας ρίχνει ολοένα και βαθύτερα στον λάκο του ατομοκεντρισμού, χωρίς να αφυπνιζόμαστε.
Αγάπη, τόλμη, αφύπνιση. Ας παλέψουμε για να ξαναβρούμε την αληθινή πνευματικότητα, που αλλάζει τον κόσμο! Ας μη φοβηθούμε μεταρρυθμίσεις, επαναφορά ουσιαστικά στο πολίτευμα της πρώτης Εκκλησίας, που θα δώσουν την ευκαιρία στον λαό του Θεού να συμμετάσχει ουσιαστικότερα σ’ αυτό που είναι η Εκκλησία: η ζωή μας!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός