Σάββατο 3 Αυγούστου 2024

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΣΤ':ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

 

ΤΟ ΑΥΤΟΕΙΔΩΛΟ
Ἐνῶ ὁ Χριστὸς βρισκόταν στὴν Καπερναούμ, τοῦ ἔφεραν γιὰ θεραπεία ἕναν παραλυτικό. Πρὶν θεραπεύσει τὸ σῶμα του ὁ Χριστός, θεράπευσε τὴν ψυχή του λέγοντας «ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι». Τὰ λόγια αὐτὰ ξένισαν τοὺς Φαρισαίους, ποὺ ἄρχισαν νὰ σκέφτονται, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ συγχωρεῖ κάποιος ἁμαρτίες; Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸ κάνει μόνο ὁ Θεός. Κατ’ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς διέπραττε ὕψιστη βλασφημία, σφετεριζόμενος δικαίωμα τοῦ Θεοῦ (Κυριακὴ ΣΤ΄ Ματθαίου).

 Παλιότερα οἱ ἄνθρωποι διατηροῦσαν ἀκόμα τὴν εὐαισθησία τους στὸ θέμα τῆς ἁμαρτίας. Εἶχαν ἐνεργὸ μέσα τους τὸ κριτήριο τῆς ὀρθότητας τοῦ βίου. Καὶ τὸ κριτήριο αὐτὸ ἦταν ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἦταν γι’ αὐτοὺς ὁ ἀσφαλὴς ὁδηγός, τὸ συμβουλευτικὸ ἐγχειρίδιο τῆς ζωῆς, ὄχι κάποιος ἐπαχθὴς καὶ αὐθαίρετος καταναγκασμὸς τῆς ἐλευθερίας τους. Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ δὲν ἦταν ἀκριβῶς ἐντολές, ἀλλὰ περισσότερο συμβουλές, ὑποδείξεις, ὁδοδεῖκτες γιὰ τὴν ἀσφαλῆ διέλευση μέσα ἀπὸ τὸ πολυποίκιλο κακὸ καὶ γιὰ τὴν ἐγγυημένη ἀνέλιξη στὴν ἀνέκφραστη ποιότητα ζωῆς ποὺ ὑποσχόταν ὁ Θεός. Οἱ ἄνθρωποι καταλάβαιναν σχετικὰ εὔκολα κατὰ πόσο βάδιζαν μὲ τοὺς κανόνες τοῦ Θεοῦ καὶ κατὰ πόσο λοξοδρομοῦσαν ἀπὸ αὐτούς. Τὸ αἴσθημα τῆς μετάνοιας καὶ τὸ αἴτημα τῆς συγχώρησης ἦταν συνήθως ζωντανὰ καὶ ἔντονα μέσα τους.

 Σήμερα φτάσαμε σὲ μιὰ διαμετρικὰ ἀντίθετη κατάσταση. Ὁ ἄνθρωπος ἀπεμπόλησε κάθε ἔννοια ἁμαρτίας ἀπὸ μέσα του. Ὁ θεῖος νόμος δὲν ἔχει καμμιὰ ἐνεργὸ ἀπήχηση στὴ ζωή του, ὁ Θεὸς ἔπαψε νὰ ἀποτελεῖ τὸ κέντρο ἀναφορᾶς του. Τὸ κέντρο αὐτὸ μετακινήθηκε τώρα ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος ἀναφέρεται στὸν ἑαυτό του. Τὸν ἀναγόρευσε θεό. Ὁδηγός του εἶναι τὸ θέλημά του καὶ μόνο. Ὅ,τι μπορεῖ νὰ ἐπιθυμήσει ὁ ἄνθρωπος, ὅσο κακό, ἀνήθικο καὶ σάπιο κι ἂν εἶναι αὐτό, γίνεται κανόνας στὴ ζωή του. Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε αὐτοείδωλο. Λατρεύει φανατικὰ τὸν ἑαυτό του. Προσκυνάει τὶς ὀρέξεις του, τὶς ἀναγορεύει σὲ ψευδοθεούς. Εἶναι τὰ ψευδοείδωλα τῆς ἐποχῆς μας. Ὁ ἄνθρωπος λατρεύει τὴν ἀσυδοσία του, ἔχει μεθύσει μέσα στὴν ψευδαίσθηση τῆς ψευδοθέωσής του, αὐτῆς ποὺ τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ διάβολος. Ἡ ἁμαρτία στὴν ἀποθέωσή της! Ὁ ἄνθρωπος-αὐτοείδωλο εἶναι ἡ πλήρης ὑποδούλωση στὴν ἁμαρτία, στὰ πάθη.

 Ποιὰ μετάνοια, ποιὰ ἐπίγνωση ἁμαρτίας, ποιὰ ἀνάγκη γιὰ συγχώρηση νὰ αἰσθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος σήμερα, ὄντας βορὰ καὶ «κτῆμα τοῦ ἀλλοτρίου»; (ἅγ. Ἀνδρέας Κρήτης). Ὄχι μόνο λατρεύει τὰ πάθη του, ὄχι μόνο θεωρεῖ καλὸ τὴν ἁμαρτία του, ἀλλὰ καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴν ἐπιβάλει παντοῦ μὲ κάθε τρόπο, μὲ πρωτοφανῆ μανία, μὲ καταναγκασμοὺς καὶ ἄκρως μεροληπτικὴ χρήση τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας. Ψηφίζει νόμους γιὰ νὰ νομιμοποιεῖ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας (Ρωμ. 1, 24-27).
 Καὶ μόλις πρόσφατα, στὴν ἔναρξη τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων στὴ Γαλλία, ὁ αὐτοθεωμένος ἄνθρωπος ἔδειξε πόσο ἀποξενωμένος εἶναι ἀπὸ κάθε σχέση μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ πόσο ὑποδουλωμένος στὴν ἀντίθεη δύναμη, ποὺ τοῦ ὑπαγορεύει νὰ διακωμωδεῖ καὶ νὰ εὐτελίζει τὸ ἱερότερο μυστήριο, τὴν οὐσία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, τὸ κορυφαῖο γεγονὸς μὲ τὸ ὁποῖο φανερώνεται, «σημαίνεται ἡ Ἐκκλησία» (ἅγ. Νικ. Καβάσιλας): Τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο.
 «Τεκνία, φυλάξωμεν ἑαυτοὺς» ἀπὸ τὸ σύγχρονο αὐτοείδωλο τοῦ ἀνθρώπου.

π. Δημητρίου Μπόκου