Σάββατο 29 Μαρτίου 2025

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ:Δ' ΝΗΣΤΕΙΩΝ

 

duccio

Μάξιμος Παφίλης, Επίσκοπος Μελιτηνής


Στέκομαι στο κατώφλι της σιωπής, εκεί που οι λέξεις δεν έχουν σχήμα και η καρδιά πάλλεται σαν φυλακισμένο πουλί. Είναι μια σιωπή βαριά, γεμάτη από την υπόγεια βοή των αβύσσων, μια σιωπή που κυοφορεί την κραυγή ή την εξομολόγηση. Εδώ, μέσα σε βαριές σκέψεις, η θεολογία δεν είναι σύστημα, αλλά ανάσα, πηγή κρυμμένη κάτω από τους βράχους της καθημερινότητας, νερό που κυλά αθόρυβα διαβρώνοντας την πέτρα της λογικής. Η πίστη δεν είναι βεβαιότητα, αλλά τραύμα ανοιχτό, η αμφιβολία όχι άρνηση, μα η σκιά που ορίζει το φως. Η γλώσσα ψάχνει τον δρόμο της ανάμεσα στην αυστηρή γεωμετρία της πέτρας και την ακαθόριστη ρευστότητα του ονείρου, προσπαθώντας να ψιθυρίσει το άρρητο, να αγγίξει το μυστήριο που μας περιβάλλει σαν αόρατος μανδύας, υφασμένος από νήματα γνώσης και άγνοιας. Η πραγματικότητα σπάει σαν παλιό αγγείο, αποκαλύπτοντας τις χρυσές ραφές όπου η θεία παρουσία συγκρατεί τα θραύσματα.

Στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής Δ΄ Νηστειών, στην κοιλάδα που σφύζει από τον πυρετό της ανθρώπινης οδύνης, ένας πατέρας σέρνει τον γιο του. Όχι απλώς έναν γιο, αλλά ένα σώμα σπαρασσόμενο, έναν καθρέφτη της πτώσης μας, όπου «πνεῦμα ἄλαλον» (Μαρκ. 9,17) έχει στήσει τον θρόνο του. Η περιγραφή είναι γυμνή, σχεδόν κλινική στη φρίκη της: «καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ῥήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται» (Μαρκ. 9,18). Είναι η εικόνα της ανθρωπότητας δέσμιας δυνάμεων που δεν κατανοεί, ριγμένη «καὶ εἰς πῦρ... καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν» (Μαρκ. 9,22). Ο πόνος εδώ δεν είναι μεταφορά, είναι σάρκα που αφρίζει, δόντια που τρίζουν, ζωή που στερεύει. Και οι μαθητές; Αυτοί που κλήθηκαν, που είδαν, που άκουσαν; Στέκονται αμήχανοι, ανίκανοι. «Καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν» (Μαρκ. 9,18). Η δύναμή τους, η εξουσία που τους δόθηκε, παραμένει ανενεργή. Η πίστη τους, ίσως, μια σημαία τυλιγμένη στον ιστό της, άχρηστη μέσα στην καταιγίδα. Πόσο μακριά φαντάζει τώρα το όρος της Μεταμόρφωσης, εκεί όπου το φως ήταν εκτυφλωτικό και η θεία δόξα απτή. Η αντίθεση είναι σπαρακτική: η λάμψη του Θαβώρ και η σκοτεινή κοιλάδα του δαίμονα. Δύο κόσμοι ταυτόχρονοι, αλληλοδιεισδυόμενοι, μα φαινομενικά ασύμβατοι. Η ανθρώπινη αδυναμία γίνεται κραυγαλέα μπροστά στο δαιμονικό κράτος, σαν ένα πλοίο ακυβέρνητο που συντρίβεται στα βράχια μιας άγνωστης ακτής.

Και τότε, κατεβαίνει Εκείνος. Η παρουσία Του δεν αναγγέλλεται με σάλπιγγες, αλλά η ατμόσφαιρα πυκνώνει, ο χρόνος μοιάζει να διαστέλλεται. Η κραυγή Του δεν απευθύνεται στο δαιμόνιο, αλλά στην ίδια την ανθρώπινη κατάσταση, στην έλλειψη βαθιάς εμπιστοσύνης: «ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;» (Μαρκ. 9,19). Δεν είναι οργή, αλλά θλίψη θεϊκή, ο στεναγμός του Δημιουργού για την πλάση που λησμονεί την πηγή της. Και μέσα σ' αυτή την πυκνή πραγματικότητα, η απάντηση του πατέρα έρχεται σαν ρωγμή στο αδιαπέραστο τείχος της απελπισίας: «πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (Μαρκ. 9,24). Τι συγκλονιστική ομολογία! Η πίστη και η απιστία αγκαλιασμένες, όχι ως αντίθετα, αλλά ως οι δύο όψεις της τραυματισμένης ανθρώπινης καρδιάς που ποθεί τον Θεό, αλλά σκοντάφτει διαρκώς στην ίδια της την αδυναμία. Είναι η προσευχή του καθενός μας στα βάθη της νύχτας, ο ψίθυρος που παλεύει με τη βουή του κόσμου. Η θεραπεία που ακολουθεί είναι αναπάντεχα απλή. Μια προσταγή: «τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν» (Μαρκ. 9,25). Και το κακό φεύγει, «κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν» (Μαρκ. 9,26), αφήνοντας πίσω του ένα σώμα «ὡσεὶ νεκρός» (Μαρκ. 9,26). Ο θάνατος προηγείται της ανάστασης, η σιγή της νέας ζωής. Ο Άγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας επισημαίνει την ευσέβεια αλλά και τον φόβο των μαθητών, που δεν τολμούν να ρωτήσουν δημοσίως, φοβούμενοι μήπως έχασαν τη χάρη και κριθούν από τον κόσμο, αλλά πλησιάζουν τον Διδάσκαλο «κατ᾿ ἰδίαν» (Ὅρα δὲ καὶ τὴν εὐλάβειαν αὐτῶν, πῶς κατ᾿ ἰδίαν αὐτῷ προσέρχονται ).

Στην ιδιωτικότητα του οίκου, μακριά από τον όχλο, έρχεται η ερώτηση των μαθητών, φορτισμένη με την απορία και ίσως την ταπείνωση της αποτυχίας τους: «ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;» (Μαρκ. 9,28). Η απάντηση του Ιησού αποκαλύπτει έναν άλλο νόμο, μια άλλη πραγματικότητα, κρυμμένη κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων: «τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Μαρκ. 9,29). Εδώ δεν πρόκειται για μαγικές φόρμουλες ή τελετουργικές πράξεις. Η προσευχή δεν είναι απλή επίκληση, αλλά η διαρκής, καρδιακή στροφή της ύπαρξης προς τον Θεό, η νοερά εγρήγορση που φυλάττει τις πύλες της καρδιάς. Είναι η αναπνοή της ψυχής που συντονίζεται με τον παλμό του Πνεύματος, μια συνεχής άσκηση παρουσίας μέσα στην απουσία. Η νηστεία, από την άλλη, δεν μπορεί είναι απλή αποχή από τροφές, αλλά η συνειδητή άσκηση της εγκράτειας, η τιθάσευση όχι μόνο του σώματος, αλλά και του λογισμού, των παθών, της ίδιας της επιθυμίας για κυριαρχία και αυτονομία. Είναι η εκούσια στέρηση που δημιουργεί χώρο για τον Άλλον, για τον Θεό και τον πλησίον.

Σε αυτό το σημείο, η ανάλυση του θεολόγου Charles Lambert Coghlan ρίχνει φως στην βαθύτερη αιτία της αδυναμίας των μαθητών. Στον σχολιασμό του, συγκεντρώνει επιμελώς διάφορες στιγμές όπου ο Χριστός απευθύνεται στην πνευματική κατάσταση των μαθητών Του, επισημαίνοντας την επαναλαμβανόμενη μομφή για την ανεπαρκή τους πίστη. Παρατηρεί πώς ο Ιησούς τους αποκαλεί «ολιγόπιστους» (Αγγλ. O ye of little faith) κατά τη διάρκεια της τρικυμίας, πώς ελέγχει τον Πέτρο για την αμφιβολία του πάνω στα νερά, και πώς, στην προκειμένη περίπτωση της θεραπείας του δαιμονισμένου νέου, χρησιμοποιεί την ακόμα πιο έντονη φράση: «Ω, γενεά άπιστε...» (Αγγλ. O faithless generation...). Ο Coghlan τονίζει ότι αυτή η έλλειψη πίστης δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό, αλλά ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο, όπου ο Χριστός διαρκώς προσπαθεί να θεραπεύσει, προειδοποιώντας τους μάλιστα, όπως αναφέρει η προς Εβραίους επιστολή που παραθέτει, να προσέχουν μήπως υπάρξει μέσα τους «μία κακή καρδιά απιστίας, ώστε να απομακρυνθούν από τον ζώντα Θεό» (Αγγλ. an evil heart of unbelief, in departing from the living God).  Αυτή η "απιστία" ή "ολιγοπιστία" δεν είναι απλώς διανοητική αμφιβολία, αλλά μια βαθύτερη κατάσταση της καρδιάς, ένας ύφαλος αόρατος κάτω από την ήρεμη επιφάνεια της θάλασσας, πάνω στον οποίο συντρίβεται το πλοίο της θείας ενέργειας που ζητά να περάσει. Είναι ένας φόβος που παραλύει την ψυχή και εμποδίζει τη Θεία Χάρη να ενεργήσει πλήρως μέσω αυτών. Είναι ακριβώς αυτό το εσωτερικό εμπόδιο, αυτή η πνευματική ανωριμότητα, που καθιστά τους μαθητές ανίκανους να αντιμετωπίσουν "τοῦτο τὸ γένος". Θα λέγαμε ότι η προσευχή και η νηστεία δεν είναι απλώς εργαλεία, αλλά η ίδια η οδός για την καλλιέργεια αυτής της απούσας, βαθιάς πίστης, η επίμονη αξίνα που σκάβει το σκληρό χώμα της ψυχής, ανοίγοντας αυλάκια για να δεχτούν τη βροχή της Χάριτος. Είναι η άσκηση που δυναμώνει την καρδιά, την καθαρίζει από τον φόβο και την απιστία, και την καθιστά δεκτική στην πληρότητα της θείας δύναμης. Και τότε, ίσως η ψυχή να θυμίζει σκαμμένο χωράφι μετά τη βροχή. Σκοτεινή και υγρή, αλλά έτοιμη, ενδεχομένως, να δεχτεί τον σπόρο της ανανέωσης, πρόσφορη για καρποφορία...

Αμέσως μετά την αποκάλυψη αυτής της πνευματικής αρχής, ο Χριστός οδηγεί τους μαθητές Του σε μια άλλη, ακόμη πιο σκοτεινή αποκάλυψη. Φεύγοντας από εκεί, «παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ» (Μαρκ. 9,30). Η σιωπή και η απόκρυψη συνοδεύουν τώρα τη διδασκαλία για το Πάθος, «ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται» (Μαρκ. 9,31). Η θεραπεία του δαιμονισμένου νέου, μια πράξη θεϊκής εξουσίας και ελέους, πλαισιώνεται τώρα από την προαναγγελία της υπέρτατης αδυναμίας, της παράδοσης, του θανάτου. Η δύναμη που εκβάλλει δαιμόνια είναι η ίδια που θα παραδοθεί αμαχητί. Είναι η σοφία του Θεού που κρύβεται στην «μωρία» του Σταυρού. Οι μαθητές, όμως, «ἠγνόουν τὸ ῥῆμα, καὶ ἐφοβοῦντο αὐτὸν ἐπερωτῆσαι» (Μαρκ. 9,32). Η λογική τους, γαλουχημένη με προσδοκίες επίγειας δόξας, αδυνατεί να συλλάβει το μυστήριο του πάσχοντος Μεσσία. Ο φόβος τους εμποδίζει να ρωτήσουν, να πλησιάσουν το άκρον άωτον της θείας συγκατάβασης. Εδώ διαφαίνεται το βάρος της κοινότητας, του Εκκλησιαστικού σώματος που καλείται να ακολουθήσει τον Χριστό σε αυτή την οδό του Πάθους, κουβαλώντας ο καθένας τον δικό του σταυρό, μα όλοι μαζί κοινωνοί του ίδιου Μυστηρίου. Η Εκκλησία ως το ζωντανό, πάσχον σώμα, όπου η Λειτουργική εμπειρία γίνεται βίωση του Πάθους και της Ανάστασης, σκηνή ιερής ανταλλαγής μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Ο δρόμος προς τη Θέωση περνά αναπόφευκτα μέσα από τη νέκρωση, όπως ο σπόρος πρέπει να θαφτεί στη γη για να φέρει καρπό, μια αργή ανάδυση από το σκοτεινό χώμα προς έναν ήλιο που ακόμη δεν φαίνεται.

Και μένουμε πάλι με την ηχώ της κραυγής του πατέρα: «πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Η αγωνία αυτή δεν τελειώνει με το θαύμα. Συνεχίζεται μέσα μας, στην καθημερινή άσκηση της προσευχής και της νηστείας, στην προσπάθεια να κρατήσουμε την καρδιά ανοιχτή προς τον Ερχόμενο. Η αμφιβολία δεν εξαλείφεται, αλλά μεταμορφώνεται σε δέος μπροστά στο Μυστήριο. Η πίστη δεν γίνεται ακλόνητη βεβαιότητα, αλλά διαρκής κίνηση εμπιστοσύνης προς Εκείνον που κατέβηκε στην κοιλάδα μας, που άγγιξε τη νέκρωσή μας και μας σήκωσε. Το πρόσωπο του Χριστού, η γέφυρα μεταξύ άκτιστου και κτιστού, παραμένει το κέντρο όπου συγκλίνουν οι αντιθέσεις, όπου η δύναμη εκφράζεται στην αδυναμία και η ζωή πηγάζει από τον θάνατο. Η πνοή του Πνεύματος ζωογονεί τα πάντα, ακόμα και τις πιο σκοτεινές γωνιές της ψυχής, καλώντας μας σε μια μεταμόρφωση που ξεκινά εδώ και τώρα, αλλά ολοκληρώνεται πέρα από τα τείχη του χρόνου. Στον μακρινό εσχατολογικό ορίζοντα, αχνοφέγγει η θέωση, όχι ως κατάκτηση, αλλά ως η καυτή έλξη προς την ένωση, η πληγή της θείας αγάπης στην καρδιά της κτίσης, σαν ένα μακρινό αστέρι που καθοδηγεί τον ταξιδιώτη μέσα στην απέραντη νύχτα. Η σιωπή επιστρέφει, όχι πια βαριά και απειλητική, αλλά γόνιμη, γεμάτη από την υπόσχεση της παρουσίας Του, μια σιωπή όπου ο λόγος γίνεται καρδιακός παλμός.

Νέος Άγιος της Εκκλησίας μας ο π.Δημήτριος Γκαγκαστάθης

 


Μετά βαθυτάτης συγκινήσεως, η Ιερά Μητρόπολις Τρίκκης, Γαρδικίου και Πύλης ανακοινώνει ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, κατά τη συνεδρίαση αυτής τη 11ην Μαρτίου 2025, απεδέχθη ομοφώνως την εισήγηση για την κατάταξη του μακαριστού πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Γκαγκαστάθη εις τας Αγιολογικάς Δέλτους της Εκκλησίας, και υπέβαλε σχετικό αίτημα προς την Α.Θ. Παναγιότητα, τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο.

Στο ἐπίσημο συνοδικὸ ἔγγραφο ἀναφέρεται:

«Ὑποβληθέντος αἰτήματος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Τρίκκης, Γαρδικίου καὶ Πύλης κ. Χρυσοστόμου… ἀπεφασίσθη ἡ ἀναγραφή εἰς τὰς Ἀγιολογικὰς Δέλτους τῆς Ἐκκλησίας τοῦ ἱερέως Δημητρίου Γκαγκαστάθη, ἄνθρωπος πανθομολογουμένως τῆς ἁγιότητος καὶ τοῦ ὀρθοδόξου βίου, ὑπὸ τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος…»

Καθωρίσθη δὲ ὡς ἡμέρα μνήμης του ἡ 29η Ἰανουαρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του.

Ὁ παπα-Δημήτρης, ὡς ἠγάπα καὶ ἀπεκάλει αὐτὸν ὁ λαὸς, ὑπῆρξε ἱερεὺς τῆς προσευχῆς, τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ἀδιάλειπτου διακονίας.

Ἡ φήμη τῆς ἀγιότητός του παραμένει ζωντανή, καὶ πλήθος πιστῶν συνεχίζει νὰ καταφεύγει στὶς προσευχὲς του.

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Τρίκκης, Γαρδικίου καὶ Πύλης, μετὰ προσευχῆς καὶ εὐλαβείας, ἀναμένει τὴν ἀπόφασιν τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, διὰ τῆς Α.Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, διὰ τὴν ἐπίσημον καταγραφὴν τοῦ μακαριστοῦ ἱερέως μεταξὺ τῶν Ἁγίων.

Μετὰ βαθυτάτης συγκινήσεως
+ Ὁ Τρίκκης, Γαρδικίου καὶ Πύλης Χρυσόστομος

Ποιός ήταν ο Γέροντας Δημήτριος Γκαγκαστάθης

Γεννήθηκε στις αρχές του αιώνος μας, και συγκεκριμένα γεννήθηκε το 1902 στο χωριό Πλάτανος, όπου αργότερα, επί 42 συναπτά έτη, εχρημάτισε ο καλός ποιμήν των λογικών προβάτων. Εκοιμήθη το 1975, στις 29 Ιανουαρίου εν ειρήνη. Πρόκειται για μια οσιακή μορφή, καίτοι έζησε ως έγγαμος στον κόσμο. Υπήρξε προικισμένος με πολλά χαρίσματα, με πολλή επιμέλεια, καθαρότητα συνειδήσεως, άλαλο πίστη, βαθειά ταπείνωση και με πληρότητα αγάπης στο Θεό και τον πλησίον.

O Πλάτανος είναι μια μικρή κωμόπολη, ένα μεγάλο χωριό, 15 χιλιόμετρα δεξιά από την πόλη των Τρικάλων, στη Θεσσαλία. Ο πατήρ Δημήτριος είχε σημεία θαυμαστά από τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Κι αυτά που παρέλαβε από το Θεό τα καλλιέργησε με φιλότιμο, τα αύξησε και πάντοτε ταπεινά και για τη δόξα του Θεού και μόνον.

Όταν ο Θεός βρει τέτοια σκεύη τα αξιοποιεί, τα πλουτίζει και χαριτώνεται η ζωή τους και κοντά σ’ αυτούς και όσοι πλησιάζουν σ’ αυτές τις πνευματικές θερμάστρες, σ’ αυτά τα λιμάνια.

Ο παπα-Δημήτρης δεν έτυχε σπουδών. Με δυσκολίες τελείωσε το δημοτικό στο χωριό του. Ήταν βοσκός προβάτων. Όπου κι αν βρισκόταν είχε μνήμη Θεού, μνήμη θανάτου και έκλεινε τα πρόβατα στη στάνη και πήγαινε με δάκρυα και εκκλησιαζόταν. Όταν αυτό δεν μπορούσε να το κάνει, γονάτιζε εκεί που ήταν στα βουνά και έκλαιγε, ζητώντας το έλεος του Θεού, διότι βρισκόταν μακράν του οίκου του Θεού. Διάβαζε με πολλή κατάνυξη βίους αγίων και τους αισθανόταν φύλακες, ευεργέτες και προστάτες. Είχε αίσθηση ζώσα της παρουσίας των. Τους κρατούσε κοντά του η καθαρότης του βίου του. Και όπως ετόνιζε η εργασία φέρνει την αξία.

Αισθανόταν πώς θα πρέπει να τον προστατεύουν οι άγιοι και δεν έκανε τίποτε εάν δεν ξεκινούσε από το Θεό κι εάν δεν κατέληγε στο Θεό. Δηλαδή, αν έφευγε το πρωί για να φυλάξει τα πρόβατα, θα περνούσε πρώτα από τους Ταξιάρχες, ένα ναό του 1600, κατανυκτικό, με τοιχογραφίες, που βρισκόταν κοντά στο σπίτι του. Εκεί, έμαθε για το Θεό και από την ευλαβέστατη γιαγιά του και τους ευσεβείς γονείς του τα ιερά γράμματα και του Θεού τα πράγματα. Έλεγε: «να με προστατεύετε, να με φυλάξετε, να γυρίσω και πάλιν στον οίκο σας, να σας πω το ευχαριστώ». Πρώτα στον οίκο του Θεού και μετά στις δουλειές και πάλιν στον οίκο του Θεού και μετά στο σπίτι. Αυτό ήταν το πρόγραμμα της ζωής του.

Η ζωή του ήταν Ευχαριστιακή. Όπου κι αν ήταν είχε αναφορά στο Θεό. Στο χωράφι και παντού, στο βουνό, έψαλλε και ευχαριστούσε αδιαλείπτως. Εύρισκε το απερίγραπτο, τη χαρά του Θεού, την ευλογία Κυρίου. Ερχόταν, δηλαδή, στην μακαριά κατάνυξη, στο χαροποιό πένθος, για το οποίο ομιλούν οι Πατέρες. Φυσικά, ο Γέροντας είχε δικό του τρόπο με τον οποίο βίωνε τα του Θεού. Εμείς είμαστε αμέτοχοι αυτών των καταστάσεων και πολλές φορές ούτε καν τα πιάνουμε, σαν να ’ναι μια ξένη γλώσσα. Θ’ αναφέρω ένα περιστατικό που δείχνει ότι τον είχε κατά κάποιο τρόπο εκλέξει ο Θεός για την ιερή του πορεία και την ευλογημένη αποστολή του. Με συνέπεια ευαρέστησε το Θεό. Και τούτο με την άμεμπτο και καθαρή κατά Χριστό πολιτεία του.

Ένα βράδυ ενώ αναπαυόταν στο φτωχό σπίτι του ήρθε ένας γέροντας και τον ξύπνησε, λέγοντας του: «σήκω παιδί μου γρήγορα, το σπίτι θα πέσει». Ξανά, δεύτερη φορά, τον ξύπνησε. Και στο τέλος, τον ξύπνησε κανονικά. Βγαίνουν από το σπίτι και αμέσως το σπίτι έπεσε! Ο γέροντας ήταν ο άγιος Νικόλαος. Είχαν στο χωριό ναό αφιερωμένο στον άγιο Νικόλαο. Αυτός ήρθε και τον προστάτευσε. Μόλις βγήκε ο παπα-Δημήτρης, αμέσως το σπίτι κατέρρευσε.

Ούτε τρίχα δεν πέφτει από τον άνθρωπο που τον προστατεύει ο Θεός. Κι’ όταν επιτρέψει κάτι για να φανεί η πίστη του, η υπομονή του, το μεγαλείο της αρετής του, θα του δώσει και τα μέσα να το ξεπεράσει: την υπομονή, την μακροθυμία, την αγάπη, τα πνευματικά όπλα, που οι Γέροντες έχουν σε πλεονασμό και έτσι ξεπερνούν και την μεγαλύτερα δοκιμασία και θλίψη. Παρέλειψα να πω ότι ο παπα-Δημήτρης νυμφεύθηκε την Ελισάβετ και απέκτησε εννέα θυγατέρες.

Κι όταν ήρθε η ώρα να πάει στο στρατό επήγε στους Ταξιάρχες, προσκύνησε και έκανε συμφωνητικό λέγοντας: «σας ζητώ μια χάρη. Εγώ σας υπηρετώ από μικρό παιδί. Καθαρίζω καντήλια, κάνω ό,τι μπορώ. Θέλω να με φέρετε πίσω χωρίς να με αγγίξει κανένα κακό. Είστε υποχρεωμένοι. Ζητώ κι’ εγώ ένα ρουσφέτι».

Επήγε στη Μικρά Ασία. Σε όλους τους κινδύνους που αντιμετώπιζε, τον έσωζαν. Έλεγε: «στη Σμύρνη σφάζουν, κάνουν, εμένα έρχονται, μου δίνουν ένα άλογο και μου λένε: φύγε στον Τζεσμέ. Βρίσκομαι στο τάδε μέρος με τρεις άλλους” σκοτώνονται δύο από 150 ιππείς. Εμένα μου λένε, μη φοβάσαι, εμείς είμαστε μαζί σου. Θα πας εννιά παρά τέταρτο στο τάδε μέρος να προλάβεις το τελευταίο πλοίο για να πας για τη Χίο. Κι όπως είπαν, ούτε ένα μπάτσο από πουθενά».

Αργότερα πέρασε ισχυρές δοκιμασίες, στην εποχή του εμφυλίου πολέμου, επειδή αυτός μιλούσε για Χριστό, πατρίδα, οικογένεια, τον έβαλαν στο στόχαστρο, τον απείλησαν, τον αποκήρυξαν και πολλές φορές αποπειράθηκαν να τον σκοτώσουν και όλο σωζόταν.

Αναφέρω, μια από τις πολλές θαυμαστές περιπτώσεις. Είναι όλα καταγραμμένα στο ημερολόγιο που κρατούσε από μικρό παιδί, το οποίο μας έδωσε σε χειρόγραφα χαριτωμένα, απέριττα, αλλά με μεγαλείο ψυχής και ηρωικό φρόνημα: «Ήρθα, λέει, Κυριακή πρωί. Μόλις πρόλαβα και βγήκα από την εκκλησία. Ήταν 10 ιππείς και μαζί με τον αρχηγό τους 11 και με κυνηγούσαν στον κάμπο. Οι χωρικοί από την μια πλευρά έβλεπαν το θέαμα και οι απέναντι, από το άλλο χωριό, βγήκαν από την εκκλησία, κι’ έβλεπαν επίσης το θέαμα. Με έβριζαν ελεεινά και τρισάθλια. Δεν μπορώ να πω. Τραγόπαπα και άλλα ελεεινά κλπ., και πυροβολούσαν με τα στην συνέχεια. Οι σφαίρες με τρυπάνε τα ράσα, δεν με τσίμπαγε καμιά. Σαν με φτάσαν στα 50 μέτρα και με περικύκλωσαν, τότε γονάτισα. Σήκωσα τα χέρια στον ουρανό και φώναξα από το βάθος της ψυχής μου. Μιχαήλ αρχιστράτηγε, κινδυνεύω, βοηθήσατε με. Αυτοστιγμεί και οι 11 έγιναν κόκκαλο και άγαλμα. Ο αρχηγός πέφτει από το ζώο κάτω, σπάζει η σπονδυλική του στήλη και αφού είδα εγώ ότι είναι ακίνητοι, ευχαρίστησα το Θεό, τους Ταξιάρχας και τους είπα: να μετανοήσετε, να γίνετε καλοί άνθρωποι, να λέγετε την αλήθεια, να ’χετε το Θεό βοήθεια και αφού τους ευλόγησα -χωρίς να με πειράξουν- πήγα απέναντι, όπου περίμενε το χωριό και μπήκα με όλο το λαό μέσα στην εκκλησία και δώσαμε δόξα στο Θεό που έκανε σήμερα θαύμα».

Όλη η ζωή του ήταν μέσα σε τέτοια γεγονότα χωρίς να έχει καθόλου ιδέα για τον εαυτό του. Υπέγραφε ο τελευταίος, ο μικρός παπαδάκος, το σκύβαλο της γης. Το πίστευε, το αισθανόταν. Σε κάθε δυσκολία δεν τάχανε. Όταν του έλεγε η πρεσβυτέρα: «Δεν νοιάζεσαι; τι θα γίνουν αυτά τα κορίτσια; οι άλλοι κάνουν αυτό».

«Θα πεθάνω παπάς, όχι μασκαράς. Για το Χριστό θυσιάζομαι, υπέρ των προβάτων. Τί σήμερα, τί αύριο. Μια ψυχή έχουμε. Θα την παραδώσω στα χέρια του Δημιουργού μου».

Είχε συνέπεια. Τον καλούσαν να τον πάνε στη Μέση Ανατολή. «Εσείς δεν με σώσατε. Οι Ταξιάρχες με σώσαν και θα αφήσω τους προστάτες μου και το λαό μου για να πάω στη Μέση Ανατολή και στην Αθήνα; Όχι εκεί».

Και πράγματι τον σκέπαζε ο Θεός και τον φύλαγε: «Εγώ έχω τον Χριστό κυβερνήτη στη ζωή μου. Δεν τον βαλαν οι άνθρωποι καλά στην καρδιά τους για να νιώσουν το μεγαλείο του. Είναι γλυκύς. Δεν τον αλλάζω με τίποτα. Μια ζωή τον παρακαλώ να με αξιώσει κι’ εγώ να χύσω το αίμα μου γι’ Αυτόν. Κοιμάμαι τόσο αμέριμνα, όπως το πουλί στο αγκάθι και τα ρυθμίζει όλα Αυτός’ καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο».

Είχε εξ’ ολοκλήρου εμπιστοσύνη στο Θεό, όπως ένα μικρό παιδί. Εξομολογείτο δε με τέτοια καθαρότητα και ειλικρίνεια, που δεν την συναντάμε ούτε και στα μικρά παιδάκια. Όταν επήγαμε μια φορά να συναντήσουμε τον πατέρα Φιλόθεο Ζερβάκο (με τον πατέρα Δημήτριο) (πήγαμε 2 φορές και ήρθε ο πατήρ Φιλόθεος 2 φορές στο χωριό και συλλειτούργησαν), του λέει ο πατήρ Φιλόθεος.

«Είσαι ασθενής. Γιατί έκανες τόσο κόπο και ήρθες μέχρις εδώ; (στην Πάρο)»

«Εγώ είμαι ο τελευταίος και ο αμαρτωλός» είπε ο πατήρ Φιλόθεος.

«Τα Τρίκαλα έχουν καλούς πατέρες και άξιους».

«Ήρθα όχι μόνος μου. Με έφερε ο Θεός. Ήρθα να ξεπλύνω και να ξεκαθαρίσω την ψυχή μου».

Όταν δε εξομολογείτο ήταν σαν άγγελος. Η χαρά ήταν ζωγραφισμένη και έκδηλος στο πρόσωπο του.

«Τέτοια καθαρή και τελεία εξομολόγηση δεν συνήντησα στα 70 χρόνια που εξομολογώ», είπε ο π. Ζερβάκος. Υπήρξε ένας ζων άγιος.

Εις δε το βιβλίο του πατρός Δημητρίου Γκαγκαστάθη, το οποίον προλογίζει ο πατήρ Φιλόθεος (στο τέλος γράφει και ο καθηγούμενος της Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας, πατήρ Αιμιλιανός), ο οποίος τον έζησε από κοντά και ξέρει πολλές εμπειρίες θαυμαστές τον αποκαλεί «ο άγιος παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης».


Όταν τον ρωτήσαμε, «γιατί Γέροντα αρχίζετε έτσι τον πρόλογο;» απάντησε.

«Διότι, παιδί μου, είναι άγιος. Όταν μου είπαν για την κοίμηση του, άρχισα να προσεύχομαι και να νηστεύω και να ζητώ απ’ τον Θεό να με πληροφορήσει εις ποίαν κατάσταση βρίσκεται. Και κατόπιν από ημέρες μου έδειξε τη δόξα στην οποία ευρίσκεται. Πρόκειται περί αγίου».

Και κάτι για τον π. Φιλόθεο, μια και μιλάμε γι’ αυτόν. Στην κοίμηση του πατρός Φιλόθεου μια οικογένεια δικαστικών, είπε στον πατέρα Πορφύριο: «εκοιμήθη ο πατήρ Φιλόθεος». Εκείνος τους είπε: «να πάτε, κι’ εγώ απ’ εδώ θα παρακολουθήσω τη νεκρώσιμο ακολουθία. Η Εκκλησία μας απέκτησε ακόμα ένα άγιο λείψανο».

Γυρίζοντας εμείς από την κηδεία, μεσάνυκτα, πήγαμε στον πατέρα Πορφύριο. Ήταν η ώρα 2 μετά τα μεσάνυκτα. Μόλις πήγαμε είπε: «ο παπα-Δημήτρης είναι άγιος άνθρωπος κι’ ας μην πέρασαν πολλά χρόνια. Δεν έχει σχέση. Η αγιότης δεν γίνεται από τα πολλά χρόνια. Για μας τους αδυνάτους αργεί η Εκκλησία. Να φροντίσετε να γίνει επίσημα πλέον, για όλη την Ορθοδοξία η ανακομιδή των λειψάνων του».

Οι άνθρωποι του Θεού που γνώρισαν τον π. Δημήτριο τον θεωρούσαν ως σύγχρονο ζώντα άγιο. Μεταξύ αυτών των προσωπικοτήτων που σήμερα λάμπουν στο χώρο της Ορθοδοξίας με την ακτινοβόλο κατά Θεόν πολιτεία τους υπήρξε και ο π. Αμφιλόχιος της Πάτμου, που είχε και αλληλογραφία με τον παπα-Δημήτρη.

Θεωρούσαν άγιο τον π. Γκαγκαστάθη οι: πατήρ Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ο πατήρ Γεώργιος Καψάνης της Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου ο ηγούμενος, ο ηγούμενος επίσης Αιμιλιανός και άλλοι σεβαστοί της Ορθοδοξίας σύγχρονοι πατέρες.

…Ο παπα-Δημήτρης είχε το χάρισμα της ζώσης πίστεως, το χάρισμα της υπομονής, της ταπεινώσεως, της αγάπης και έφερνε αποτελέσματα. Όταν πάρεις την αγάπη του Χριστού μέσα σου είναι σαν να παίρνεις την μητέρα όλων των αρετών, γεγονός που δεν το είχαν οι μεγαλύτεροι όλου του κόσμου σοφοί.

Να σας πω ένα περιστατικό, απ’ τα πολλά. Δεν θα αναφέρω δικά μου περιστατικά, γιατί θα πρέπει να αναφέρω κάποιων άλλων προσώπων, σεβαστών και γνωστών, που έχω σύνδεσμο μαζί τους. Ο ένας εκοιμήθη, ήτο διευθυντής τελωνείου, ευλαβέστατος, σοφότατος, πνευματικοπαίδι του παπα-Δημήτρη και του πατρός Φιλόθεου, ονόματι Αθανάσιος Μουρμούρης. Περνούσε μια σκληρή δοκιμασία, δηλαδή μια συκοφαντία, που αν μπορούσε να βγει θα βρισκόταν στις φυλακές. Έπεσε στο Θεό και τους δύο αυτούς ανθρώπους.

«Μη στενοχωριέσαι, του είπε ο π. Δημήτριος. Ησύχασε, έχει ο Θεός τρόπους. Εμείς το καθήκον μας. Διά της προσευχής, θα δοθεί απάντηση». Η απάντηση θα διδόταν μετά από ένα μήνα στο δικαστήριο. Ο παπα-Δημήτρης έπεσε σε προσευχή. Ήξερε το αποτέλεσμα εκ των προτέρων. Κι’ έγινε, όπως το είπε ο παπα-Δημήτρης.

Ένα άλλο πρόσωπο που ζει ακόμη, ήταν έπαρχος στο Σιδηρόκαστρο, ονόματι Γεώργιος Σαϊδίνης. Εχρημάτισε διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών. Επέρασε μια μεγάλη δοκιμασία επί στρατιωτικής κυβερνήσεως. Πήρε δυσμενή μετάθεση στα Χανιά και στη Σπάρτη. Πήγε δεξιά-αριστερά και δεν πήρε τις προαγωγές του. Έκανε προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας. Ο παπα-Δημήτρης βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο της ζωής του. Δοκιμάσθηκε με τον καρκίνο. Στέλνει γράμμα στο Γέροντα και του λέει: «αυτό το πρόβλημα έχω, τί να κάνω». Πέφτει στην προσευχή ο Γέροντας. Είχε δικό του τρόπο. Μόλις είχε κατάνυξη, έπαιρνε την απάντηση. Ήταν αυτό σίγουρο. Δεν άλλαζε με τίποτα. Ήταν σαν να το προϋπέγραφε ο Θεός και του το φανέρωνε. Του λέει: «θα τα πάρεις όλα μαζεμένα. Θα πέσουν στο κενό οι μέχρι τώρα διαβολές και θα σου πει ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου αυτά και αυτά τα πράγματα».

Ο παπα-Δημήτρης ήταν με πυρετό και βαριά άρρωστος. Έγινε η προσφυγή και είδε ο κύριος Σαϊδίνης τον π. Δημήτριο πίσω από τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου να του λέει τα λόγια αυτά που είχε γράψει στο γράμμα. Και κατόπιν τον προήγαγαν και τον έκαναν Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών.

…Η γνωριμία μας υπήρξε όντως δάκτυλος Θεού. Βγάζαμε ένα περιοδικό τότε, τον Άγιο Νεκτάριο, και ο παπα-Δημήτρης είχε πάει στη Μητρόπολη. Εκεί στη Μητρόπολη του λέει ένας κληρικός: «Εσύ αγαπάς τον άγιο Νεκτάριο, δεν το παίρνεις; Έχει καλά πράγματα».

«Μόλις το πήρα», λέει, «κατάλαβα ότι έχετε αγώνα και έχετε δυσκολίες και είπα: παπα-Δημήτρη, να κηρύξεις δεν ξέρεις, να γράψεις δεν ξέρεις, γιατί είσαι αγράμματος και πέφτεις όξω. Να προσευχηθείς δεν ξέρεις». Και μας γράφει ένα γράμμα και μας λέει: «παιδιά μου να με συγχωράτε. Θέλω κι’ εγώ μια χάρη. Να μου δώκετε τα ονόματα σας, γιατί εγώ θα τα μνημονεύω, και αισθάνομαι χαρά Θεού, ευλογία Κυρίου, κάτι που δεν περιγράφεται. Μεγάλη υπόθεση».

…Κάποτε πήγαμε με ένα πούλμαν από τη Θεσσαλονίκη σε διάφορα προσκυνήματα αλλά και στον Άγιο Νεκτάριο. Έκανε την ακολουθία του με πολλή κατάνυξη. Τότε του είπαμε: δεν φεύγουμε εάν δεν μας πεις λόγο Θεού. Αντέδρασε ως εξής: «Είμαι αγράμματος, δυσκολεύομαι, δεν ξέρω». Εκοκκίνησε. «Άμα θέλεις διώξε μας». Ανοιξε το στόμα του και πέρασαν ώρες και μιλούσε. Κανείς δεν είπε, φτάνει. Μία ώρα; δύο ώρες; τρεις ώρες; κουραστήκαμε; Όλοι ήμασταν αποσβολωμένοι. Κι’ αυτός μέσα στην κατάνυξη, μέσα στο δάκρυ. «Ζωντανή η θρησκεία μας παιδιά μου. Την βλέπετε αυτή την άγια Τράπεζα; Όταν λειτουργώ γεμίζει άρωμα. Ούτε το εκκλησίασμα το αισθάνεται. Έφερα εδώ τον πατέρα Φιλόθεο, έφερα τον τάδε και μου είπαν: «τούτο είναι ειδικό χάρισμα για τους διωγμούς που πέρασες για το όνομα του Χριστού, για να σε παρηγορεί. Και όντας έρχομαι εδώ, μεθάω παιδιά μου. Δεν ξέρω τί γίνεται. Ούτε ξέρω εάν έκανα τη λειτουργία. Γι’ αυτό με συγχωρνάτε. Δεν περιγράφεται. Ό,τι αντικείμενο βάζω στην Αγία Τράπεζα, όχι αλλού, γεμίζει άρωμα. Ξέρετε, παιδιά μου, το αισθάνομαι στο «τά Σά εκ των Σών» ή «στό “Αξιον εστί». Τότε κατέρχεται η χάρις. Ούλλο τον κόσμο να σου δώσουν δεν τον θεωρείς τίποτας».

«Μια άλλη φορά ήμουν μέσα στα βουνά διωγμένος; ταλαιπωρημένος. Με κυνηγούσανε για να με σκοτώσουν. Με πήρε ο Ζέρβας. Με εγκατέλειψαν. Παπά άνθρωπο, δεν τον θέλανε. Αλλά ο Θεός δεν με εγκατέλειψε και βρέθηκα σε ένα μέρος, γεμάτο ομίχλη, κι’ ο ποταμός πλημμυρισμένος. Δεν μπορούσα να περάσω απέναντι, έκλαιγα σαν μικρό παιδί και έλεγα: «Θεέ μου ή βγάλε με ή πάρε με. Κινδυνεύω, πείνα, ψείρα…» «Εκεί που προσευχόμουν έρχεται ένας νεαρός μ’ ένα άλογο και σαν συνήλθα είδα ότι ήμουν στην απέναντι πλευρά του ποταμού. Λέω, τί συνέβηκε σε μένα τον αμαρτωλό; Δοξολόγησα τον Κύριο, κι’ έψαχνα τον ευεργέτη. Ένα βράδυ παρουσιάζεται ένας νέος και μου λέει: «παπα-Δημήτρη, με ξέχασες». «Όχι παιδί μου, εγώ ψάχνω τον ευεργέτη μου». «Είμαι ο Γεώργιος. Θυμάσαι το 19… τάδε, στο τάδε μέρος που έκλαιγες κλπ. Ποιος σε έσωσε; Δεν ξέρω. Ψάχνω. Εγώ σε έσωσα και δεν ήρθες ούτε μια φορά να λειτουργήσεις το εξωκκλήσι. Ξυπνάω, κτυπώ την καμπάνα του χωριού, μαζεύω το χωριό, νηστεύουμε και πάμε στο μέρος αυτό. Αυτό το μέρος είχε θαύμα. Ένα δέντρο είχε, ένα κλωνάρι ξερό και στη γιορτή του έτρεχε νερό. Μόνο στη γιορτή του. Και το παίρναμε για αγιασμό. Μετά, επειδή ο κόσμος ήταν αμαρτωλός σταμάτησε το θαύμα. Διότι το θαύμα θέλει πίστη.

Όντας επήγα εγώ κι’ έκαμα την Ακολουθία, δηλαδή, το πρωί στη Λειτουργία, είπα στους χωρικούς: «τί λέτε, είναι ο άγιος Γεώργιος εδώ ή δεν είναι; Ζει ο Θεός και βασιλεύει και τον κόσμο προστατεύει; Ελάτε όλοι εδώ. Μαζεύτηκαν. Άη Γιώργη, δεν το κάνω από απιστία, ούτε από περιέργεια, το κάνω για να δυναμώσω την πίστη. Θέλω να ’ρθείς να παρουσιαστείς, δηλαδή, να κινήσεις το ξερό ξύλο για να ρίξεις τον αγιασμό όπως παλιά. Εκεί, λοιπόν, που προσευχόμουν, άρχισε να τρέχει λίγο λίγο το νερό. Δεν ευχαριστιόμουν, ήθελα περισσότερο, κι’ έγινα ενοχλητικός. Θέλω πιο πολύ’ και έπεσε, όπως γέμιζαν τα μπουκάλια, βραχήκαν. Αυτή είναι η πίστη μας. Ζωντανή».

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30/03/25-ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Θ' 17-31

 Mark 10:17-31 — The Invitation to Learn to Trust God – Parsippany United  Methodist Church


Πρωτ. Τρύφωνα Παπαγιάννη

Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ιησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων· διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. Καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. Καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. Καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. Καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. Καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. Καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. Καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. Ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς, τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ένας άνθρωπος πλησίασε τον Ιησού, γονάτισε μπροστά του και είπε: «Διδάσκαλε, έφερα σ’ εσένα το γιό μου, γιατί έχει μέσα του δαιμονικό πνεύμα που τον κάνει άλαλο. Κάθε φορά που τον πιάνει, τον ρίχνει κάτω και τότε βγάζει αφρούς, τρίζει τα δόντια και μένει ξερός. Είπα στους μαθητές σου να διώξουν αυτό το πνεύμα, αλλά δεν μπόρεσαν». «Άπιστη γενιά!» αποκρίθηκε ο Ιησούς. «Ως πότε θα είμαι μαζί σας; Πόσον καιρό ακόμη θα σας ανέχομαι; Φέρτε μου εδώ το παιδί». Εκείνοι του το έφεραν. Μόλις το πνεύμα είδε τον Ιησού, αμέσως τάραξε το παιδί, κι εκείνο έπεσε καταγής και κυλιόταν βγάζοντας αφρούς. «Πόσο καιρός είναι που του συμβαίνει αυτό;» ρώτησε ο Ιησούς τον πατέρα του παιδιού. Εκείνος απάντησε: «Από μικρό παιδί. Πολλές φορές μάλιστα και στη φωτιά τον έριξε και στα νερά για να τον εξολοθρέυσει. Αλλά αν μπορείς να κάνεις κάτι, σπλαχνίσου μας και βοήθησέ μας». Ο Ιησούς του είπε τούτο: «Εάν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά γι’ αυτόν που πιστεύει». Αμέσως τότε φώναξε δυνατά ο πατέρας του παιδιού και είπε με δάκρυα: «Πιστεύω Κύριε! Αλλά βοήθησέ με, γιατί η πίστη μου δεν είναι δυνατή». Βλέποντας ο Ιησούς ότι συγκεντρώνεται κόσμος, πρόσταξε το δαιμονικό πνεύμα μ’ αυτά τα λόγια: «Άλαλο και κουφό πνεύμα, εγώ σε διατάζω: βγες απ’ αυτόν και μην ξαναμπείς πια μέσα του». Βγήκε τότε το πνεύμα, αφού κραύγασε δυνατά και συντάραξε το παιδί. Εκείνο έμεινε αναίσθητο, έτσι που πολλοί έλεγαν ότι πέθανε. Ο Ιησούς όμως το έπιασε από το χέρι του, το σήκωσε, κι αυτό στάθηκε όρθιο. Όταν μπήκε ο Ιησούς στο σπίτι, τον ρώτησαν οι μαθητές του ιδιαιτέρως: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε αυτό το δαιμονικό πνεύμα;» Κι εκείνος τους απάντησε: «Αυτό το δαιμονικό γένος δεν μπορεί κανείς να το βγάλει με τίποτε άλλο παρά μόνο με προσευχή και νηστεία». Έφυγαν από κει και προχωρούσαν διασχίζοντας τη Γαλιλαία. Δεν ήθελε ο Ιησούς να μάθει κανείς ότι περνούσε από κει, γιατί δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε: «Ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων, που θα τον θανατώσουν· την τρίτη όμως ημέρα μετά το θάνατό του θ’ αναστηθεί».

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30/03/25-ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΣΤ' 13-20

 Ο Απόστολος Παύλος: Ο αληθινά Μεγάλος

+Ιερομ. Χαρίτωνος Θεοδώρου

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, τῷ Ἀβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ’ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ’ ἑαυτοῦ, λέγων· ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε· καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. Ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος, ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Ἰησοῦς, κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἀρχιερεὺς γενόμενος εἰς τὸν αἰῶνα.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, όταν ο Θεός έδωσε την υπόσχεσή του στον Αβραάμ, επειδή δεν υπήρχε ανώτερος για να ορκιστεί, ορκίστηκε στον εαυτό του, λέγοντας: «Σου υπόσχομαι ότι θα σ’ ευλογήσω και θα σου δώσω πολλούς απογόνους». Έτσι πήρε ο Αβραάμ την υπόσχεση, και με την υπομονή του πέτυχε την εκπλήρωσή της. Οι άνθρωποι ορκίζονται σε κάποιον ανώτερό τους, κι ο όρκος δίνει γι’ αυτούς τέλος σε κάθε αμφισβήτηση και υποδηλώνει επιβεβαίωση. Ο Θεός, λοιπόν, επειδή ήθελε να δείξει πιο καθαρά σ’ αυτούς που θα κληρονομούσαν τα όσα υποσχέθηκε, ότι η απόφασή του ήταν αμετάκλητη, την εγγυήθηκε με όρκο. Για δύο λοιπόν αμετακίνητα πράγματα, για τα οποία είναι αδύνατο να διαψευστεί ο Θεός, εμείς που καταφύγαμε σ’ αυτόν οφείλουμε να μείνουμε σταθεροί σ’ αυτά που ελπίζουμε. Αυτή μας η ελπίδα, μας ασφαλίζει και μας βεβαιώνει σαν άγκυρα, και μας οδηγεί στα ενδότερα του καταπετάσματος, όπου μπήκε πριν από μας και για χάρη μας ο Ιησούς, αρχιερέας για πάντα όπως ο Μελχισεδέκ.

Μη χάσουμε το «τζιβαερικό» μας!

 

Ὁ στρατηγὸς Μακρυγιάννης, καλοί μου φίλοι, στὰ ἀπομνημονεύματά του μιλάει γιὰ τὸ «τζιβαερικό». Ἆραγε τί εἶναι αὐτὸ τὸ «τζιβαερικὸ» ἀκριβῶς;

Εἶναι τὸ πολύτιμο, τὸ ἀγαπημένο, τὸ πιὸ ἀκριβὸ καὶ ἱερὸ καὶ τὸ πιὸ σημαντικὸ πρᾶγμα τοῦ βίου μας. Προέρχεται ἀπ’ τὴ λέξη «τζιβαέρι», ποὺ ἔλεγαν τὸν καιρὸ τῆς Τουρκοκρατίας καὶ χαρακτήριζαν τὰ χρυσαφικὰ καὶ τὰ πολύτιμα κοσμήματα καὶ γενικὰ κάθε πολύτιμο στὴ ζωή. Στὴν ἀνώτατη ἔννοιά του, εἶναι τὸ ἀντίστοιχο τῆς φράσης «τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια».

Μὲ ἄλλα λόγια εἶναι αὐτὸ ποὺ ἁπλὰ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται. Αὐτὰ τὰ δυὸ ὁ κόσμος ὅλος νὰ πέσει πάνω σας δὲν μπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρει, ἐκτὸς κι ἂν τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δυὸ νὰ τὰ φυλάγετε, νὰ μὴ τὰ χάσετε».

Ἡ «διεθνὴς τῶν πονηρῶν», χρόνια τώρα, αὐτὸ ἀκριβῶς ἐπιχειρεῖ. Νὰ μᾶς ἀφαιρέσει μὲ κάθε τρόπο τὸ «τζιβαερικό» μας, αὐτὸ τοῦτο τὸν θησαυρό μας, τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει μόνο τὴν ὄντως μοναδικὴ ἀξία τοῦ κειμηλίου, ἀλλ’ εἶναι τελικὰ ἡ ἴδια μας ἡ ζωή.

Αὐτὸ τὸ «τζιβαερικὸ» ἦταν τὸ μυστικὸ τῆς νίκης τοῦ γένους μας στοὺς αἰῶνες, αὐτὸ κατατρόπωσε ὅλους μας τοὺς ἐχθρούς, αὐτὸ μᾶς διαφύλαξε ἄτρωτους στὴν πορεία τοῦ χρόνου, αὐτὸ μᾶς ἐνέπνευσε, αὐτὸ καὶ μᾶς δίνει ζωή. Αὐτὸ εἶναι ἡ ψυχὴ τῆς ψυχῆς μας. Ναί, αὐτὸ τὸ ἅγιο  «τζιβαερικό»!

Λοιπόν, αὐτὸ τὸ «ἅγιο τζιβαερικό», ποὺ μεταδίδεται ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιά, κάνουν κάθε προσπάθεια νὰ μᾶς τὸ ἀφαιρέσουν. Νὰ μᾶς τὸ κλέψουν, νὰ μᾶς τὸ συλήσουν, νὰ μᾶς τὸ ἁρπάξουν, νὰ μᾶς τὸ καταπατήσουν. Κι ἐπειδὴ δὲν τὸ κατορθώνουν, ἔχουν βρεῖ ἄλλη μέθοδο. Νὰ μᾶς κάνουν νὰ τὸ ἐγκαταλείψουμε ἀπὸ μόνοι μας! Καὶ τὸ χειρότερο; Νὰ τὸ πετάξουμε ἐμεῖς στὰ σκουπίδια ὡς ἄχρηστο τάχα, παλαιὸ καὶ ξεπερασμένο!

Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ὑποτιμοῦν, τὸ περιφρονοῦν, τὸ εἰρωνεύονται, τὸ περιγελοῦν. Τί λάθος μας θὰ εἶναι, ἂν τοὺς ἀκούσουμε! Τί ἀφέλεια θὰ εἶναι, ἂν τοὺς πάρουμε στὰ σοβαρά! Τί τραγωδία ἂν ὑποκύψουμε!

Προσέξτε…

Ὅσο καιρὸ διακατεχόμαστε ἀπ’ τὸ ἰδανικὰ τῆς Πίστης μας…

 Ὅσο καιρὸ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς Ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις μας…

 Ὅσο καιρὸ βλέπουμε τὴν Ἑλληνικὴ σημαία μας καὶ καμαρώνουμε γιὰ τὸν Σταυρὸ ποὺ τὴν στολίζει …

 Ὅσο καιρὸ καμαρώνουμε νὰ τὴν βλέπουμε νὰ κυματίζει …

 Ὅσο καιρὸ μᾶς διακατέχει ρίγος, ὅταν ἀκοῦμε τὸν ἐθνικό μας ὕμνο …

 Ὅσο καιρὸ διαβάζοντας τὴν ἱστορία μας νοιώθουμε ὑπερηφάνεια γι’ αὐτήν…

Τότε, ἔ ναὶ τότε, τὸ κρατᾶμε καλὰ τὸ «ἅγιο τζιβαερικό μας». Κι εἴμαστε εὐλογημένοι γι’ αὐτό…

Ἀντίθετα ὅταν θέλουμε νὰ βλέπουμε τὸ μέλλον μέσα ἀπ’ τὰ γυαλιὰ ποὺ μᾶς δίνουν κάποιοι ἄλλοι…

Ὅταν θέλουμε νὰ ἐκσυγχρονιστοῦμε τάχα, ἐγκαταλείποντας ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὴν Πίστη καὶ τὴν Πατρίδα μας…

Ὅταν δὲν ἔχουμε κανένα πρόβλημα νὰ υἱοθετοῦμε κοσμοπολίτικες  ἀπόψεις καὶ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ (παγκοσμιοποιούμενου) κόσμου μας…

Ὅταν ἀφηνόμαστε στὶς ἀπόψεις τῶν κατευθυνόμενων ΜΜΕ καὶ τῶν κοινωνικῶν δικτύων …

Ὅταν μᾶς ἐνοχλοῦν οἱ Ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις μας…

Ὅταν τὰ σύμβολα κι ὅλα τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια τῆς φυλῆς μας δὲν μᾶς ἐκφράζουν πιὰ …

Τότε ἔχουμε ἐγκαταλείψει τὸ «τζιβαερικό» μας, ἔχουμε υἱοθετήσει γιὰ τὰ καλὰ τὶς ἀπόψεις τῶν ἐχθρῶν μας, εἴμαστε ἤδη τὰ ἀφελῆ θύματά τους!!

Ἔλεγε ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος: «…Σήμερα, ποὺ συντελοῦνται σὲ ὅλο τὸν κόσμο κοσμογονικὲς ἀλλαγές, οἱ λαοὶ στηρίζονται στὴν παράδοσή τους καὶ στὶς ρίζες τους. Τὸ ἴδιο ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ πράξουμε, καὶ τὸ πράττουμε, ἐὰν δὲν θέλουμε νὰ ἀφομοιωθοῦμε, νὰ ξεριζωθοῦμε καὶ νὰ χαθοῦμε στὸ παρασκήνιο τῆς ἱστορίας».

Πόσο ἄφρονες εἴμαστε, λοιπόν, ὅταν στὸ χείμαρρο τῶν ὄντως κοσμογονικῶν αὐτῶν ἀλλαγῶν ποὺ διενεργοῦνται στὶς ἡμέρες μας, ἐμεῖς ἀφηνόμαστε σ’ αὐτὸν χωρὶς κανένα ἐφόδιο, οὔτε κἄν μία βάρκα, οὔτε καὶ μ’ ἕνα σωσίβιο, γιὰ νὰ εἴμαστε τάχα «μοντέρνοι» καὶ «προοδευτικοί»!

Τί παγίδα πράγματι εἶναι κι αὐτή! Τοῦ «μοντέρνου» δηλαδὴ καὶ τοῦ «προοδευτικοῦ»! Δὲν τὴν ἀκολουθοῦν μόνο κάποιοι μεμονωμένοι, ἀλλὰ καὶ κόμματα καὶ ὀργανωμένες κινήσεις ποὺ αὐτοαποκαλοῦνται «προοδευτικές», ἐργαζόμενοι τελικὰ ἀφελῶς (ἢ σκόπιμα;) γιὰ τὰ ὑποχθόνια συμφέροντα τῆς «διεθνοῦς τῶν πονηρῶν».  Εἶναι αὐτοὶ ἀκριβῶς ποὺ ρίχνουν γιὰ τὰ καλὰ πολὺ νερὸ στὸν μύλο τῶν σχεδίων τους!

Δὲν τοὺς προβληματίζει ἆραγε αὐτὴ ἡ πολεμικὴ κατὰ τῶν παραδόσεων τῶν λαῶν, τῶν ἠθῶν καὶ τῶν ἐθίμων κάθε τόπου, καὶ μάλιστα αὐτῶν ποὺ εἶναι Χριστιανικές;

Δὲν τοὺς προβληματίζει ἆραγε αὐτὴ ἡ παραγκώνιση καὶ ἡ τόση ἐχθρότητα κυρίως κατὰ τῆς Ἑλληνορθόδοξης Πίστης μας καὶ τῶν τόσο πολύτιμων Ἑλληνορθόδοξων παραδόσεών μας;

Δὲν τοὺς προβληματίζει ἆραγε οὔτε αὐτὴ ἡ ἀναβίωση ὄντως ξεπερασμένων ἀρχέγονων μουχλιασμένων παγανιστικῶν καὶ εἰδωλολατρικῶν ἀντιλήψεων, τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ υἱοθετήσουμε τώρα ὅλοι ὑποκαθιστώντας μὲ αὐτὰ ὅ,τι ἱερὸ σήμερα ἔχουμε;

Δὲν τοὺς κάνει νὰ ἐπαναστατήσουν τὸ πλασάρισμα ὅλων τῶν σημερινῶν παραδόσεων, πρακτικῶν καὶ ἀντιλήψεων εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν (π.χ. βουδισμοῦ, ἰνδουισμοῦ κ.λπ.), ποὺ γίνεται μάλιστα μὲ «ἔξυπνο» τρόπο καὶ σὲ «ὡραία» συσκευασία, μὲ τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ἀντικαταστήσουμε τὶς δικές μας;

Γιατί τελικὰ δὲν θέλουν νὰ ἐγκαταλείψουμε μόνο τὸ ἅγιο «τζιβαερικό» μας, δημιουργώντας ἔτσι ἕνα κενό, ἀλλὰ στὴ θέση του νὰ βάλουμε ἐκεῖνο ἀκριβῶς ποὺ θὰ μᾶς δώσουν. Ἕνα διαβολικὸ ἀντὶ – τζιβαερικό, γεμᾶτο παγανισμό, εἰδωλολατρία, ἀποκρυφισμὸ καὶ κάθε δαιμονικὴ θολούρα. Αὐτὸ εἶναι ὅλο. Καὶ τοῦτο νὰ γίνει σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο, αὐτὸ καὶ μόνο νὰ ἔχει στὴν ψυχὴ καὶ τὴ ζωή του κάθε «κοσμοπολίτης», ὅλος ὁ πλανήτης! Κι αὐτὸ γιατί θέλουν ὁ «κοσμοπολίτης» αὐτὸς νὰ εἶναι ἕνας τύπος δαιμονικοῦ ἀνθρώπου, σὲ ἀντιστάθμισμα τοῦ ἁγίου ἀνθρώπου, ὅσο κι ἂν αὐτὸ ἀκούγεται παράξενο ἢ ὑπερβολικό!

Στὸ παρελθὸν μὲ πολλοὺς τρόπους, ἄλλοτε βίαιους κι ἄλλοτε «πολιτισμένους» ἐπιχειρήθηκε νὰ δημιουργηθεῖ ρῆγμα μὲ τὴν Παράδοσή μας καὶ τὸ ξέκομα τοῦ λαοῦ μας ἀπ’ αὐτήν. Ὡστόσο ποτὲ ὁ ἀληθινὸς Ἕλληνας δὲν λύγισε μπροστὰ στοὺς ἰσχυρούς, ὅλους καὶ ὅλα τὰ ἀντιπαρῆλθε γι’ αὐτὸ καὶ ὑπάρχει. Ἀποδείχθηκε μάλιστα πὼς ὅσο κι ἂν πολέμησαν οἱ τόσοι ἐχθροί του ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αὐτὰ τὰ «ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια» τῆς φυλῆς του, τελικὰ μὲ τοῦ Χριστοῦ τὴ χάρη, ὅλα μεταβλήθηκαν σὰν τὸ καρφί. Ἐκεῖνο ποὺ ὅσο τὸ κτυπᾶς, τόσο μπαίνει βαθύτερα. Πραγματικά, ὅσο μεθοδικὰ κι ἂν πολεμήθηκαν οἱ Ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις μας, τόσο αὐτὲς μπῆκαν βαθύτερα στὴ ζωή μας.

Γιὰ παράδειγμα, οἱ Τοῦρκοι ἤθελαν τὸν ἐξισλαμισμό μας, οἱ δὲ Φράγκοι τὸν ἐκλατινισμό μας. Καὶ πόσα δὲν ἔκαναν ἐπ’ αὐτοῦ!

Ἀμέσως μὲ τὴ σύσταση τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους, ἐκεῖνος ὁ ἡρωικὸς λαός μας ποὺ πολέμησε «γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς Πατρίδος τὴν ἐλευθερία» καὶ νίκησε, ἦταν ἔμπλεος μὲ τὶς Ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις του, ποὺ ἦταν καὶ τὸ μέγα μυστικὸ τῆς νίκης του.

Ὅμως τί παρατηρήθηκε; Πὼς ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ κατέλαβαν θέσεις καὶ ἀξιώματα στὸ νέο Ἑλληνικὸ Κράτος ἦταν ποτισμένοι μὲ τὸ πνεῦμα τῆς γαλλικῆς διαφώτισης. Διακατέχονταν ἀπ’ τὴν ἀθεΐα καὶ τὴν περιφρόνηση πρὸς τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὶς εὐλογημένες Ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις τοῦ γένους μας. Ἐξαίρεση βέβαια ἀποτελοῦσε ὁ γνησιότατος μέγας Ἕλληνας καὶ Ὀρθόδοξος Ἰωάννης Καποδίστριας, ποὺ δολοφονήθηκε στὸ τέλος.

Ἔκτοτε οἱ κυβερνῶντες τὴν Ἑλλάδα,  ἡ πλειοψηφία τους τουλάχιστον, ἐνῶ ἔλεγαν τὰ καλύτερα λόγια γι’ αὐτὲς τὶς Ἑλληνορθόδοξες παραδόσεις μας, πάντοτε τὶς πολεμοῦσαν, πάντοτε τὶς ὑποτιμοῦσαν στὴν πράξη, πάντοτε μὲ τὰ ὅσα ἔκαναν ἀπέβλεπαν στὴν ἀποκοπὴ τοῦ λαοῦ μας ἀπὸ τὶς ρίζες του, πότε μὲ τὸ ἕνα πρόσχημα καὶ πότε μὲ τὸ ἄλλο.

Μᾶς ἔκαναν νὰ βλέπουμε μ’ ἕνα σύμπλεγμα κατωτερότητας τὴ Δύση, ἐκείνη τὴ Δύση ποὺ ἦταν γιὰ τὰ καλὰ ποτισμένη μὲ τὰ ἐκκοσμικευμένα στοιχεῖα τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ διαφωτισμοῦ, αὐτοῦ ποὺ βρίσκεται ἀκριβῶς στὴν ἀντίπερα ὄχθη τῶν δικῶν μας Ἑλληνορθόδοξων παραδόσεων.

Προσοχή! Πολὺ μεγάλη προσοχή, ἰδιαίτερα δὲ σήμερα, στὸ τζιβαερικό μας. Ἂν τὸ χάσουμε, χαθήκαμε!

Αγνόηση και Προσευχή τα καλύτερα φάρμακα.

 

π.Σπυρίδων Σκουτής

Έχεις το δικαίωμα να εκφράζεσαι ελεύθερα, αλλά έχω κι εγώ το δικαίωμα να μη μου αρέσει η έκφρασή σου ή να με ενοχλεί.

Η βία όμως, δεν είναι ποτέ λύση και ομολογία, η βία θα είναι πάντα σκοτάδι, αιμορραγία και «δώρο» στα χέρια του διαβόλου ακόμα και αν γίνεται στο όνομα του Χριστού.

Η βία θα ανοίγει πάντα το δρόμο στον διάβολο και θα τον κλείνει στον Χριστό. Πολλές φορές μπορεί μια αδιάκριτη αντίδραση να μετατραπεί σε διαφήμιση αντί για θεραπεία και πνευματική ωφέλεια.

Όσο ουρλιάζεις στα σκοτάδια χωρίς να ανάβεις Φως, το σκοτάδι πάντα θα επικρατεί. Αγνόηση, Προσευχή και λόγος πνευματικός τα καλύτερα φάρμακα.

Η Αγιότητα και τα τελευταία λόγια του Χριστού επάνω στον Σταυρό θα είναι πάντα η απάντηση.

«Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. κγ’ 31)

«λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλει, παρεδίδου δὲ τῷ κρίνοντι δικαίως» (Α΄ Πέτρ. 2, 23)

«μὴ ἀποδιδόντες κακὸν ἀντὶ κακοῦ ἢ λοιδορίαν ἀντὶ λοιδορίας, τοὐναντίον δὲ εὐλογοῦντες, εἰδότες ὅτι εἰς τοῦτο ἐκλήθητε, ἵνα εὐλογίαν κληρονομήσητε.» (Ά Πέτρου 3.9)

«λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι.» (Α’ Κορινθ. δ 9-16)

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΡΕΘΟΥΣΙΩΝ

 


 Ο Άγιος Μάρκος ήταν επίσκοπος Αρεθουσίων (Η Αρέθουσα είναι οικισμός στα ανατολικά του Νομού Θεσσαλονίκης) και ήκμασε στα χρόνια του Μέγα Κωνσταντίνου, του βασιλέως Κωνσταντίου (337-361 μ.Χ.) και του Ιουλιανού του Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.).
Το 341 μ.Χ. συμμετείχε στην Σύνοδο της Αντιόχειας. Στα Πρακτικά μάλιστα αυτής, διασώζεται «Έκθεσις Πίστεως Μάρκου Αρεθουσίων». Το επόμενο έτος συμμετείχε στην αντιπροσωπεία Επισκόπων, η οποία μετέβη στα Τρέβηρα για να συναντήσει τον αυτοκράτορα Κώνσταντα.
Το 343 μ.Χ. έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Φιλιππουπόλεως και το 351 μ.Χ. στην Σύνοδο του Σιρμίου, η οποία καταδίκασε τον Φωτεινό, Επίσκοπο Σιρμίου, ως οπαδό του αιρετικού Επισκόπου Αγκύρας, Μαρκέλλου. Τον συναντάμε, επίσης, στην Σύνοδο της Σελευκείας της Ισαυρίας, το 358 μ.Χ.
Μια μέρα, κινούμενος από θείο ζήλο, γκρέμισε ένα ναό των ειδώλων και τον έκανε εκκλησία. Όταν όμως ανέλαβε αυτοκράτωρ ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, συνέλαβε το Μάρκο (363 μ.Χ.), διότι γκρέμισε τον ειδωλολατρικό ναό.
Τότε οι στρατιώτες, αφού τον γύμνωσαν και τον μαστίγωσαν αλύπητα, τον έριξαν μέσα σε χαντάκια με βρώμικο νερό. Μετά τον έβγαλαν από ‘κει, και τον παρέδωσαν σε μικρά παιδιά, να τον τρυπούν με βελόνες. Έπειτα, έβρεξαν το σώμα του με άλμη. Κατόπιν τον άλειψαν με μέλι και τον κρέμασαν ανάποδα στον ήλιο, για να είναι τροφή στις μέλισσες και στις σφήκες.
Όλα αυτά τα βάσανα ο Μάρκος τα υπέστη με ανδρεία και πολλή υπομονή. Οπότε, βλέποντας οι ειδωλολάτρες αυτή την ανδρεία και μεγαλοψυχία του γέροντα Μάρκου, έγινε στις ψυχές τους μέγα θαύμα. Αφού τον κατέβασαν από ‘κει που τον είχαν κρεμασμένον, μετενόησαν, έγινε διδάσκαλος τους και έμαθαν απ’ αυτόν την αληθινή πίστη.
Ο Άγιος Μάρκος κοιμήθηκε με ειρήνη.
Επί Ιουλιανού του Παραβάτη (363 μ.Χ.) έλαμψε και ο Διάκονος Κύριλλος, καύχημα της Εκκλησίας της Φοινίκης. Επειδή στάθηκε αμετακίνητος στη χριστιανική ομολογία και κήρυττε κατά των ειδώλων, κίνησε τη μανία των ειδωλολατρών, οι όποιοι με ξίφη άνοιξαν την κοιλιά του και χύθηκαν τα σπλάχνα του.
Με τον ίδιο θάνατο τελείωσαν τη ζωή τους και αρκετές παρθένες γυναίκες στην Ασκάλωνα και τη Γάζα, καθώς και μερικοί ιερωμένοι, των οποίων η μνήμη συνεορτάζεται την ήμερα αυτή.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Αρεθουσίων ο σοφός Ποιμενάρχης, υπέρ Χριστού Μάρκε στερρώς ηνωνίσω, εν τη Φοινίκη δε ω Κύριλλε Διάκονε, Μάρτυς ώφθης ένθεος, και εν Γάζη τη πόλει, άμα και Ασκάλωνι, Ιερείς θεοφόροι, μετά Γυναίων ήθλησον σεμνών, ούς ως οπλίτας, Χριστού μακαρίσωμεν.

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2025

ΟΜΙΛΙΑ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΙΕΡΙΣΟΥ ΑΡΔΑΜΕΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ ΣΤΗ Δ' ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ


 

ΧΑΙΡΕ Ο ΠΟΚΟΣ Ο ΕΝΔΡΟΣΟΣ, ΟΝ ΓΕΔΕΩΝ ΠΑΡΘΕΝΕ ΠΡΟΕΘΕΑΣΑΤΟ

                

 Θαύματα αναζητούμε οι άνθρωποι στη ζωή μας. Μάλιστα, όσοι πιστεύουμε στον Θεό συχνά έρχεται η στιγμή που θέλουμε την απόδειξη ότι Αυτός και υπάρχει και μας αγαπά. Κυρίως σε δυσκολίες, σε θέματα υγείας, σε κρίσιμα σταυροδρόμια, στις σχέσεις μας με τους άλλους, μοιάζουν τα θαύματα οι μοναδικές λύσεις τις οποίες περιμένουμε. Όταν μάλιστα αυτά δεν έρχονται, θυμώνουμε με τον Θεό, σαν τα παιδιά που μας χάλασαν το χατίρι, και ριχνόμαστε στην απιστία, στην άρνηση, στην απογοήτευση. Βεβαίως, όταν τα θαύματα πρόκειται να μας ωφελήσουν στην πνευματική μας κατάσταση, όταν είναι προς το αληθινό μας συμφέρον που έχει να κάνει με την αιωνιότητα, αλλά και έχουν να κάνουν και με τη βοήθεια προς τους άλλους την οποία τα θαύματα μπορεί να προσφέρουν, ο Θεός διά της Παναγίας και των Αγίων Του τα δίνει. Αρκεί η πίστη μας να μην στηρίζεται στα θαύματα, διότι τότε όσα και να δούμε, πάλι δεν θα ικανοποιηθούμε.

                Στην Παλαιά Διαθήκη, στα χρόνια της ιστορίας του Εβραϊκού λαού που ονομάστηκαν «χρόνια των Κριτών», ο κριτής Γεδεών κλήθηκε από τον Θεό να συγκεντρώσει κάποιον στρατό για να πολεμήσει εναντίον των Μαδιανιτών, εχθρών του ισραηλιτικού λαού. Ο Γεδεών ένιωθε ότι το έργο αυτό θα ήταν δύσκολο και έτσι ζήτησε από τον Θεό ένα θαύμα, ένα σημείο: ήταν καλοκαίρι και είχε κουρέψει τα πρόβατά του. Ενώ παντού υπήρχε ξηρασία, σε ένα ποκάρι μαλλιών από τα πρόβατα θα υπήρχε δροσιά, η οποία θα το νότιζε τόσο πολύ το ποκάρι, που θα ήταν αδύνατον άνθρωπος να το είχε ποτίσει, ενώ το έδαφος γύρω του θα παρέμεινε ξερό. Ο Θεός επιτέλεσε το θαύμα και ο πόκος είχε τόση δροσιά, ώστε ο Γεδεών να τον πιέσει και να γεμίσει μία λεκάνη με νερό. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Γεδεών ζήτησε από τον Θεό ο πόκος να στεγνώσει το επόμενο πρωί και όλο το έδαφος γύρω του να είναι γεμάτο δροσιά. Έτσι κι έγινε και ο Γεδεών ανέλαβε τον αγώνα εναντίον των Μαδιανιτών, τους οποίους και κατενίκησε, ελευθερώνοντας τον λαό του Ισραήλ από την τυραννία.

                Η Εκκλησία βλέπει στον «ένδροσο πόκο» του Γεδεών τον τύπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γι’ αυτό και ο ιερός υμνογράφος του Κανόνος του ακαθίστου Ύμνου, ο άγιος Ιωσήφ, χαιρετίζει την Παναγία ως «πόκον τον ένδροσον, όν Γεδεών, Παρθένε, προεθεάσατο». Η Θεοτόκος έδωσε, εκ Πνεύματος Αγίου, σάρκα στον Θεό που γίνεται άνθρωπος, και Εκείνος ως ένδροσος πόκος κατέρχεται σ’ αυτήν αθόρυβα και ήσυχα, χωρίς να προξενήσει φθορά στην παρθενία της. Γίνεται μάνα η Παναγία και αυτό αποτυπώνεται στον ένδροσο πόκο, αλλά παραμένει παρθένος, και αυτό αποτυπώνεται στο ότι το ποκάρι ξαναγίνεται στεγνό, όπως στο θαύμα του Γεδεών.

                Με αυτή την εικόνα η πνευματική μας παράδοση μάς υπενθυμίζει τρία σημεία. Το πρώτο, ότι στο πρόσωπο της Παναγίας συντελείται το μεγαλύτερο θαύμα στην ιστορία του κόσμου, ότι ο Θεός γίνεται άνθρωπος δι’ ημάς, για να μας λυτρώσει από τον θάνατο και να μας καταστήσει θεούς κατά χάριν, τουτέστιν να ζήσουμε αιωνίως κοντά Του, στο φως και στην αγάπη Του. Το δεύτερο, ότι ο Θεός προσθέτει, δεν αφαιρεί από τον άνθρωπο. Προσθέτει ευλογίες, χαρίσματα, ενισχύει τον αγώνα του ανθρώπου για αλήθεια και χάρη, χωρίς να του αφαιρεί ό,τι είναι η προσωπικότητά του, η ομορφιά του, η ταυτότητά του. Μάλιστα, στην περίπτωση της Παναγίας, η παρθενία ως σημείο νεανικότητας, καθαρότητας, αγνότητας, ομορφιάς παραμένει αδιαλώβητη και την ίδια στιγμή η Παναγία δεν ανήκει σε άνθρωπο, μόνο στον Θεό, ενώ έτσι γίνεται μάνα όλων των ανθρώπων καθώς ο Κύριός μας προσέλαβε την ανθρώπινη φύση για να σώσει τους πάντας. Γι’ αυτό και την επικαλούμαστε. Το τρίτο, ότι όταν ο Θεός βλέπει πως ένας άνθρωπος θα προσφέρει στο σύνολο, στην κοινότητα, όπως ο Γεδεών στους συμπατριώτες του, δείχνει την παρουσία Του, καθότι το μεγαλύτερο θαύμα είναι η αγάπη, το »εμείς», η έγνοια για τους πολλούς, η πίστη ως εμπιστοσύνη όχι μόνο για τον εαυτό μας, αλλά και για όλους τους συνανθρώπους μας, τουλάχιστον αυτούς με τους οποίους ανήκουμε στην ίδια κοινότητα και παλεύουμε για τον Θεό.

                Αυτά τα σημεία ας μας βοηθήσουν να βρούμε περισσότερο ουρανό στη ζωή μας και ας επικαλούμαστε τις πρεσβείες της Παναγίας μας, για να αντέξουμε στις δυσκολίες της ζωής! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δ' ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 Χαιρετισμών

Οι Χαιρετισμοί στην Παναγία ψάλλονται κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή κάθε Παρασκευή και για πέντε συναπτές εβδομάδες. Τα νοήματα των χαιρετισμών είναι υψηλά και βαθιά, γι’ αυτό ας δούμε μια ερμηνεία της Δ΄Στάσης των χαιρετισμών στην Παναγία.
Τείχος ει των παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, και πάντων των εις σε προστρεχόντων. Ο γαρ του ουρανού και της γης, κατεσκεύασέ σε ποιητής Άχραντε, οικήσας εν τη μήτρα σου, και πάντας σοι προσφωνείν διδάξας.
Είσαι το τείχος των παρθένων,Παρθένε Θεοτόκε καθώς και όλων εκείνων που προστρέχουν σε σένα.Είσαι το τείχος που το κατεσκεύασε ο κτίστης του ουρανού και της γης, ο Kύριος, που κατοίκησε στη μήτρα σου κι όλους μας δίδαξε να σου απευθύνουμε αυτά τα λόγια.
Χαίρε, η στήλη της παρθενίας. Χαίρε, η πύλη της σωτηρίας.
Χαίρε Μαρία που είσαι η φωτεινή και ακλόνητη στήλη της παρθενίας και συγχρόνως η θύρα, από την οποία πέρασε σε εμάς ο Σωτήρας κι εμείς περνούμε στη σωτηρία.
Χαίρε, αρχηγέ νοητής αναπλάσεως. Χαίρε, χορηγέ θεϊκής αγαθότητος.
Χαίρε Παναγία που είσαι το πρώτο πλάσμα του αναδημιουργημένου από τον Χριστό πλάσμα .Χαίρε επίσης που μας χορηγείς τους θησαυρούς της θείας αγαθότητος.
Χαίρε, συ γαρ ανεγέννησας τους συλληφθέντας αισχρώς. Χαίρε, συ γαρ ενουθέτησας τους συληθέντας τον νουν.
Χαίρε Συ που αναγεννησες τους βαρυμένους από το προπατορικό αμάρτημα και καθάρισες εκείνους που είχαν μολυσμένο το νου από τις εμπνεύσεις του διαβόλου.
Χαίρε, η τον φθορέα των φρενών καταργούσα. Χαίρε, η τον σπορέα της αγνοίας τεκούσα.
Χαίρε γιατί έβαλες τέλος στη δύναμη του διαβόλου, που φθείρει τη σκέψη μας.Χαίρε που γέννησες Eκείνον που μας χάρισε την αγνότητα.
Χαίρε, παστάς ασπόρου νυμφεύσεως. Χαίρε, πιστούς Κυρίω αρμόζουσα.
Χαίρε που είσαι ο τόπος όπου αγνά ο Kύριος νυμφεύθηκε την ανθρωπότητα και με σένα στεκόμαστε στο πλευρό Tου ως νύμφη Tου.
Χαίρε, καλή κουροτρόφε παρθένων. Χαίρε ψυχών νυμφοστόλε αγίων.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Χαίρε Κόρη που είσαι το παράδειγμά που στηρίζει και παιδαγωγεί τις παρθένους. Χαίρε που είσαι η νυμφική στολή των αγίων ψυχών, που σε μιμούνται.
Ύμνος άπας ηττάται, συνεκτείνεσθαι σπεύδων, τω πλήθει των πολλών οικτοιρμών σου, ισαρίθμους γαρ τη ψάμμω ωδάς, αν προσφέρωμέν σοι Βασιλεύ άγιε, ουδέν τελούμεν άξιον, ων δέδωκας ημίν, τοις σοι βοώσιν.
Αλληλούια.
Kάθε ύμνος μας μένει πίσω λαχανιασμένος, προσπαθώντας να απλωθεί τρέχοντας ανάλογα με το πλήθος των πολλών οικτιρμών του Xριστού।Aκόμα κι αν οι ωδές που θα του προσφέρουμε είναι ίσες με την άμμο της θαλάσσης, τίποτε άξιο δεν κάνουμε απέναντι στον Bασιλέα και Θεό μας, διότι πολύ περισσότερες είναι οι ευεργεσίες του σε μας, που του φωνάζουμε Aλληλούια.
Φωτοδόχον λαμπάδα, τοις εν σκότει φανείσαν, ορώμεν την αγίαν Παρθένον. Το γαρ άϋλον άπτουσα φώς, οδηγεί προς γνώσιν θεϊκήν άπαντας, αυγή τον νουν φωτίζουσα, κραυγή δε τιμωμένη ταύτα.
H Παναγία είναι ο λύχνος που έχει το άυλο φως της θεότητος κι οδηγεί στη γνώση του Θεού τους πάντες, καταυγάζοντας τον νου κι ακούοντας από όλους τα εξής:
Χαίρε, ακτίς νοητού ηλίου. Χαίρε, βολίς του αδύτου φέγγους.
Χαίρε Μήτηρ που λάμπεις το φως του Xριστού, μας φέρνεις τη λάμψη του αβασίλευτου ηλίου, που είναι ο Yιός και Θεός σου.
Χαίρε, αστραπή τας ψυχάς καταλάμπουσα. Χαίρε, ως βροντή τους εχθρούς καταπλήττουσα.
Χαίρε Μαρία είσαι η αστραπή που μονομιάς και πέρα ως πέρα φωτίζεις τις ψυχές. Είσαι ακόμη η βροντή που καταπλήσσεις τους εχθρούς της πίστεώς μας.
Χαίρε, ότι τον πολύφωτον αναβλύζεις φωτισμόν. Χαίρε, ότι τον πολύρρυτον αναβλύζεις ποταμόν.
Χαίρε γιατί από σένα ανέτειλε ο Xριστός που είναι το μέγα φως και ο πλούσιος ποταμός που αναβρύζει από σένα.
Χαίρε, της κολυμβήθρας ζωγραφούσα τον τύπον. Χαίρε, της αμαρτίας αναιρούσα τον ρύπον.
Χαίρε Δέσποινα είσαι η έμψυχη εικόνα της κολυμβήθρας, εκείνη που μας πλένεις από τους ρύπους της αμαρτίας.
Χαίρε, λουτήρ εκπλύνων συνείδησιν. Χαίρε, κρατήρ κιρνών αγαλλίασιν.
Χαίρε που είσαι τό λουτρό, πού ξεπλένει τη συνείδηση. Eίσαι ο κρουνός που που κερνάς την ευφροσύνη και την αγαλλίαση.
Χαίρε, οσμή της Χριστού ευωδίας. Χαίρε, ζωή μυστικής ευωχίας.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Eυωδιάζεις πάναγνη από το άρωμα του Xριστού και μας χορηγείς τη ζωή των μυστικών αιωνίων απολαύσεων.
Χάριν δούναι θελήσας, οφλημάτων αρχαίων, ο πάντων, χρεωλύτης ανθρώπων, επεδήμησε δι’ εαυτού, προς τους αποδήμους της αυτού χάριτος. Και σχίσας το χειρόγραφον, ακούει παρά πάντων ούτως.
Αλληλούια.
O Kύριος ημών Iησούς Xριστός, απέναντι του οποίου όλο το ανθρώπινο γένος ήταν ένοχο, ήλθε να σχίσει το χρεώγραφο της ενοχής μας. Eίχαμε απομακρυνθεί από την χάρη Tου και ήλθε να μας βρει. Kαι τώρα ακούει από όλους Aλληλούια.
Ψάλλοντες σου τον τόκον, ανυμνούμεν σε πάντες, ως έμψυχον ναόν Θεοτόκε. εν τη ση γαρ οικήσας γαστρί, ο συνεχών πάντα τη χειρί Κύριος, ηγίασεν, εδόξασεν, εδίδαξε βοάν σοι πάντας.
Ψάλλοντας τη θεική γέννηση σε ανυμνούμε Θεοτόκε ως έμψυχο ναό του Θεού. Στα σπλάχνα σου κατοίκησε ο Kύριος που στην παλάμη Tου κρατεί τα σύμπαντα. Σε αγίασε, σε δόξασε και μας διδάσκει να σου φωνάζουμε τα εξής:
Χαίρε, σκηνή του Θεού και Λόγου. Χαίρε, αγία αγίων μείζων.
Χαίρε Μαρία είσαι η σκηνή που κατοίκησε ο Yιός και Λόγος του Θεού. Eίσαι ανώτερη από τα άγια των αγίων.
Χαίρε, κιβωτέ χρυσωθείσα τω Πνεύματι. Χαίρε, θησαυρέ της ζωής αδαπάνητε.
Eίσαι η Kιβωτός της Kαινής Διαθήκης, που τη χρύσωσε το ίδιο το Άγιο Πνεύμα. Eίσαι ο θησαυρός ο ανεξάντλητος της ζωής.
Χαίρε, τίμιον διάδημα βασιλέων ευσεβών. Χαίρε, καύχημε σεβάσμιον ιερέων ευλαβών.
Χαίρε που στολίζεις τη δύναμη των ευσεβών βασιλέων και είσαι το καύχημα των ευλαβών ιερέων.
Χαίρε, της Εκκλησίας ο ασάλευτος πύργος. Χαίρε, της βασιλείας το απόρθητον τείχος.
Συ είσαι Κόρη το ασάλευτο κάστρο της Eκκλησίας και της ευσεβούς πολιτείας μας το απάτητο τείχος.
Χαίρε, δι’ ής εγείρονται τρόπαια. Χαίρε, δι’ ής εχθροί καταπίπτουσι.
Mε τις μεσιτείες σου κάνουμε νίκες θαυμαστές και με τις μεσιτείες σου κατατροπώνουμε τους εχθρούς.
Χαίρε, χρωτός του εμού θεραπεία. Χαίρε, ψυχής της εμής σωτηρία.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Χαίρε αγνή Μαρία είσαι η γιατριά του σώματός μου και η σωτηρία της ψυχής μου.
Ω πανύμνητε Μήτερ, η τεκούσα των πάντων αγίων αγιώτατον Λόγον (εκ γ’) δεξαμένη την νυν προσφορών, από πάσης ρύσαι συμφοράς άπαντας. Και της μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως, τους συμβοώντας.
Αλληλούια.
Ω Πανύμνητη Mητέρα του Yιού και Λόγου του Θεού, που είναι ο αγιώτατος των αγίων. Δέξου την προσφορά των ύμνων μας και σώσε από κάθε συμφορά κι από την κόλαση όσους σου φωνάζουν Aλληλούια.

Ποια είναι η καλύτερη προσευχή; (Μοναχός Συμεών του Άθω)

 

Ποια είναι η μεγαλύτερη ατυχία; – Μια ακάθαρτη καρδιά γεμάτη κακές σκέψεις.

Ποια είναι η μεγαλύτερη ευτυχία; – Μια καθαρή καρδιά, χωρίς κακές σκέψεις.

Ποιο είναι το μεγαλύτερο θαύμα; – Όταν ένας αμαρτωλός γίνεται άγιος.

Ποιο είναι το καλύτερο εύρημα; – Όταν κάποιος βρίσκει έναν τρόπο σωτηρίας στις εντολές του Ευαγγελίου.

Ποια είναι η καλύτερη προσευχή; – Προσευχή χωρίς εγωισμό.

Ποια πράξη είναι η πιο ηρωική; – Παραίτηση της λαγνείας.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόθεση; – Γίνετε μάρτυρας, για χάρη των εντολών του Ευαγγελίου.

Ποια είναι η πιο σημαντική δράση; – Να απαλλαγούμε από την άγνοια.

Ποια είναι η καλύτερη ανακάλυψη; – Εύρεση πραγματικής αθανασίας.

Τι είναι πιο δύσκολο να νικήσουμε; – Την υπερηφάνεια που κλείνει το δρόμο προς τη Σωτηρία.

Ποιο είναι το πιο τρομερό δηλητήριο; – Φιλοδοξία που σκοτώνει την ψυχή.

Ποιο είναι το καλύτερο όραμα; – Όραμα , χωρίς κακές σκέψεις.

Ποιο είναι το σκοτεινότερο σκοτάδι; – Το σκοτάδι της αμαρτίας και της βίας.

Ποιο είναι το καλύτερο φάρμακο; – Παραίτηση από τη θέλησή μας.

Τι είδους φωτιά είναι η ισχυρότερη; – Ο θυμός, που σε μια στιγμή καίει την ψυχή.

Ποιο είναι το πιο σκληρό συναίσθημα; – Μίσος των άλλων.

Τι αίσθημα είναι το υψηλότερο; – Αγάπη των εχθρών.

Ποιο λάθος είναι το πιο παραπλανητικό; – Να σκεφτόμαστε ότι η γήινη ζωή είναι καλύτερη από τη Σωτηρία.

Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος; – Ο δρόμος της μετάνοιας.

O AΓΙΟΣ ΗΡΩΔΙΩΝΟΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

 

 


Τη μνήμη του τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Ηρωδίων, ανήκε στο κύκλο των εβδομήκοντα Αποστόλων του Κυρίου. Μετά την ανάληψη του Χριστού, ο Άγιος αφοσιώθηκε στη διάδοση του Ευαγγελίου και υπήρξε συνεργάτης των 12 Αποστόλων και ιδιαίτερα του Απόστολου Πέτρου.
Μετά το μαρτυρικό θάνατο του απόστολου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, στην εκκλησία της Πάτρας επίσκοπος έγινε ο Ηρωδίων. Από τη νέα του θέση έδειξε όλες τις αρετές πού τον κοσμούσαν.
Για τη χριστιανική του όμως δράση, συνελήφθη από τούς Ιουδαίους και τούς ειδωλολάτρες. Αφού τον έδειραν άγρια και τον λιθοβόλησαν, στο τέλος τον έσφαξαν με τον πιο ωμό τρόπο.
Έτσι με μαρτυρικό τρόπο επισφράγισε την πίστη του στο Σωτήρα και Λυτρωτή του Κύριο.
Η μνήμη του Αγίου Ηρωδίωνα επαναλαμβάνεται στις 10 Nοεμβρίου.
Απολυτίκιο:
Της Υπάτης φωστήρα και ποιμένα θεόληπτον, του Παρακλήτου σε χάρις, Ηρωδίων ανέδειξεν εν ταύτη γαρ Απόστολε το φως εκήρυξας το θείον του Χριστού, και ωδήγησας προς πίστιν την αληθήν τους ευσεβώς βοώντάς σοι δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω στεφανώσαντι, δόξα τω χορηγούντι διά σού, ημίν τα κρείττονα.

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025

Το δώρο και ο πόνος της μυστικής πίστης

 

Όσοι είχαν σε κάποια περίοδο της ζωής του ένα πρόγραμμα προσευχής, πνευματικής μελέτης και συμμετοχή στις ακολουθίες της Εκκλησίας και κάπου, ένεκα «μεριμνών του βίου», το έχασαν, αισθάνονται ένα κενό.

Γι’ αυτό στο ερώτημα «τί γίνεσαι; πώς πας;» απαντούν θλιμμένα πως «δεν κάνουν τίποτε».

Φαίνεται πως ο «πνευματικός άνθρωπος» έχει άλλα αισθητήρια από τον «σαρκικό άνθρωπο» που κινείται στο «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Σ’ αυτή την περίπτωση η αντίληψη περί του «κόσμου του ουρανού» είναι μικρή ή ανύπαρκτη, πράγμα που τον καθιστά ανίκανο να κατανοήσει την κατάσταση που βρίσκεται ο άνθρωπος που δεν είναι σαν αυτόν. Χρειάζεται ευρύτητα πνεύματος και ρωμαλεότητα  για να αντιληφθούμε ό,τι μας υπερβαίνει βιωματικά.

Ο πόνος που προέρχεται από την απουσία της χάριτος του Θεού είναι ανάλογος με τη χαρά και την πληρότητα που ζούσε το είναι μας όταν αυτή ήταν αισθητή. Βέβαια, δεν καθορίζει τη χάρη η όποια δική μας προσπάθεια, όπως το πρόγραμμα προσευχής και μελέτης ή η συμμετοχή μας σε ακολουθίες ή ο αγώνας για εφαρμογή των εντολών του Χριστού  (εφόσον είναι χάρη = δωρεά) αλλά με αυτά δείχνουμε τη θέλησή μας να έλθει σε μας.

Αν ο άνθρωπος έχει την ελευθερία του ως δώρο Θεού – σύμφωνα με το «κατ’ εικόνα» – ελεύθερος είναι κι ο Θεός ως πρόσωπο. Όπως εμείς δεν εξαναγκαζόμαστε από το Θεό ούτε κι ο Θεός εξαναγκάζεται από τον άνθρωπο. Άλλο, βέβαια, αν η αγάπη Του υποχωρεί εκεί που ο ίδιος κρίνει «προς το δικό μας συμφέρον». Οι δύο ελευθερίες συνεργαζόμενες φτιάχνουν τη σχέση που δίνει χαρά.

Με τα πιο πάνω κατανοείται ότι η πίστη στο Θεό, κατά την Ορθόδοξη Παράδοση, είναι η ζωντανή σχέση ανθρώπου – Θεού που φτιάχνεται, χαλά, μειώνεται και αυξάνεται, όπως όλες οι σχέσεις. Το κρύψιμο της χάριτος μπορεί να είναι η πρόσκληση του Θεού προς τον συγκεκριμένο άνθρωπο για να Τον ψάξει και να εκφράσει, έτσι, την επιθυμία του ότι Τον θέλει στη ζωή του.

Το κενό που η ψυχή αισθάνεται στην απουσία της χάριτος, δείχνει ότι γνώρισε, έζησε τη χάρη, γι’ αυτό και της λείπει. Ο πόνος από τη απουσία Της είναι η κινητήριος δύναμη που θα ενεργοποιήσει τις κρυμμένες δυνάμεις για ν’ απευθυνθεί προς τον «αγαπημένο της καρδιάς» που «έστηκεν επί την θύραν και κρούει». (Αποκ. 3,20)

Όπως οι ανθρώπινες σχέσεις δεν είναι πάντα αυτές που φαίνονται, αλλά κρύβουν και μυστικά μεταξύ των αγαπημένων, άγνωστα και απρόσιτα στους εκτός, έτσι και η κάθε σχέση με το Χριστό, ως σχέση προσωπική και μοναδική (Αποκ.2,17) κρύβει τα δικά της μυστικά.

Η ιδιαιτερότητα, όμως, της σχέσης αυτής δεν απομονώνει, αν είναι Εκκλησιαστική κι άρα αληθινή, αλλά ενώνει με τους άλλους ανθρώπους ως μέλη του ίδιου σώματος. Γι’ αυτό και αναπτύσσεται φυσιολογικά και ωριμάζει χωρίς πνευματικές παρενέργειες.

Να γιατί η προσωπική πίστη, μέσα στην Εκκλησία ως Σώμα Χριστού, είναι το δώρο που μας χαρίστηκε, που θα πρέπει να διαφυλαχθεί μέχρι την ώρα που πλέον δεν θα χρειάζεται, αφού «πρόσωπο με πρόσωπο» θα συναντήσουμε το Χριστό και θα χαιρόμαστε στους αιώνες με όλους τους «όπου γης» αγίους.

Η Μητρική αγκαλιά

 

Δεν υπάρχει κανένα άλλο ον, που να διαθέτει περισσότερη αγάπη από την μητέρα. Αυτό το λέω, για να σας παραγγείλω να αγαπάτε τις μητέρες. Η μητρική αγκαλιά, ακόμη και όταν δεν έχει Θεό, έχει γάλα.

Δώστε μου καλές μητέρες, για να σας αλλάξω την όψη του κόσμου! (Ιερός Αυγουστίνος)


Χάρη στην μητέρα μου, στις προσευχές της και την αρετή σας, τελικά έγινα αυτός που είμαι. Είναι αδύνατον ο Θεός να περιφρονήσει τα δάκρυα μιας μητέρας, που ικετεύει όχι για χρήματα, αλλά για τη σωτηρία της ψυχής του παιδιού της. (Ιερός Αυγουστίνος)

Η μητέρα μου έχυνε για εμένα περισσότερα δάκρυα (προκειμένου να μετανοήσω), από όσα χύνουν οι μητέρες πάνω στα νεκρά τέκνα τους. Με την θέρμη της πίστης, με έβλεπε ηθικώς νεκρό. Και Συ Κύριε, εισάκουσες την δέησή της και δεν περιφρόνησες τα δάκρυά της, με τα οποία πότισε το έδαφος, παντού όπου προσευχόταν. Οι πόνοι της να με αναγεννήσει διά του Πνεύματος, ήταν σκληρότεροι από αυτούς τους οποίου υπέφερε, για να με γεννήσει διά της σαρκός! (Ιερός Αυγουστίνος)

Δεν υπάρχει κανένα άλλο ον, που να διαθέτει περισσότερη αγάπη από την μητέρα. Αυτό το λέω, για να σας παραγγείλω να αγαπάτε τις μητέρες. (Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος)

Η πατρική αγκαλιά, όταν δεν έχει Χάρη Θεού, είναι ξερή. Ενώ η μητρική αγκαλιά, ακόμη και όταν δεν έχει Θεό, έχει γάλα. Η μητέρα έχει περισσότερη ευθύνη από τον πατέρα για την ανατροφή των παιδιών. (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης)

Η προσευχή των γονέων, ιδίως της μάνας, επειδή είναι καρδιακή και έχει πόνο, πολύ εισακούεται. Λέω στις μητέρες, να ζοριστούν στην προσευχή και όχι να ζορίζουν τα παιδιά. Αν συνέχεια λένε «μη, μη» στο παιδί, ακόμη και για μικροπράγματα, ή καμιά φορά και άδικα, τότε, όταν πρόκειται για κάτι σοβαρό, όταν πάει λ.χ. το παιδάκι να ρίξει βενζίνη στην φωτιά, δεν ακούει και το κάνει, οπότε μπορεί να πάθει μεγάλη ζημιά. Το παιδί δεν καταλαβαίνει, ότι μέσα στο «μη» κρύβεται η αγάπη. (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης)

Το να θέλει το παιδί να κρατάει την μάνα του συνέχεια από το φουστάνι, αυτό είναι κάτι αρρωστημένο. (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης)

Αν η μητέρα που κυοφορεί συγχύζεται και στενοχωριέται, το έμβρυο μέσα στην κοιλιά της ταράζεται. Ενώ, όταν η μάνα προσεύχεται και ζει πνευματικά, το παιδάκι στην κοιλιά της μάνας αγιάζεται. Γι’ αυτό η γυναίκα, όταν είναι έγκυος, πρέπει να λέει την Ευχή, να μελετάει λίγο από το Ευαγγέλιο, να ψάλλει, να μην έχει άγχος, αλλά και οι άλλοι να προσέχουν να μην την στενοχωρούν. Τότε το παιδί που θα γεννηθεί θα είναι αγιασμένο και οι γονείς δεν θα έχουν πρόβλημα μαζί του, ούτε όταν είναι μικρό, αλλά και ούτε όταν μεγαλώσει. Ο θηλασμός και η αγκαλιά της μάνας, αποτελούν προϋποθέσεις φυσιολογικής ανάπτυξης των παιδιών. (Άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης)

Η μητέρα στην προσευχή της για το παιδί πρέπει να λιώνει σαν τη λαμπάδα. Να προσεύχεται σιωπηλά και με τα χέρια ψηλά προς το Χριστό, ν’ αγκαλιάζει μυστικά το παιδί της. (Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης)

Οι μητέρες ξέρουν να αγχώνονται, να συμβουλεύουν, να λένε πολλά, αλλά δεν έμαθαν να προσεύχονται. Οι πολλές συμβουλές και υποδείξεις κάνουν πολύ κακό. Όχι πολλά λόγια στα παιδιά. Τα λόγια χτυπάνε στ’ αυτιά, ενώ η προσευχή πηγαίνει στην καρδιά… (Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης)

Αυτή είναι στοργική μητέρα: Εκείνη που είναι έτοιμη, να υποστεί τα πάντα για το παιδί της. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Όταν η μητέρα είναι στολισμένη με κάθε αρετή, οπωσδήποτε και τον άντρα της θα μπορέσει να κερδίσει. Αν κερδίσει τον άντρα της, θα τον έχει σπουδαίο βοηθό στην επιμέλεια των παιδιών τους. Και όταν ο Θεός συναφθεί με τα παιδιά και ασκεί τις ψυχές τους, τότε τίποτε το σιχαμερό. Και τότε όλα μέσα στο σπίτι θα είναι όμορφα, αφού οι υπεύθυνοι του σπιτιού θα συμπεριφέρονται έτσι. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Εκείνες οι μητέρες, που δεν ανατρέφουν τα παιδιά τους με την ευσεβή ανατροφή κατά τον Απόστολο Παύλο είναι περισσότερο παιδοκτόνοι, παρά μητέρες. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Η ΑΓΙΑ ΜΑΤΡΩΝΑ ΕΚ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 


Τη μνήμη της τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας.
 Η Οσία Ματρώνα έζησε στη Θεσσαλονίκη και συγκαταλέγεται μεταξύ των Μαρτύρων των πρώτων αιώνων της μας, κατά την περίοδο των διωγμών. Υπήρξε ακόλουθος μιας πλούσιας και ευγενούς Ιουδαίας, με το όνομα Παντίλλα ή Παυτίλλα, η οποία ήταν σύζυγος του στρατοπεδάρχη της Θεσσαλονίκης.
Καθημερινά συνόδευε την κυρία της στη συναγωγή της πόλεως, όπου ωστόσο δεν πήγαινε η ίδια, διότι κρυφά κατέφευγε σε χριστιανικό ναό, για να προσευχηθεί.
Μοιραία, όμως, επειδή για πολύ καιρό η Ματρώνα ξεγελούσε την κυρία της, μια λάθος κίνηση στάθηκε αφορμή για να αποκαλυφθεί η ταυτότητά της. σε μία εορτή των Ιουδαίων, κατά την οποία συνήθιζαν να τρώνε πικρά χόρτα και άζυμα, η Ματρώνα άργησε να επιστρέψει από το ναό και όταν έφθασε στην συναγωγή γινόταν η τελετή των Επιτιμίων.
Ένας από τους δούλους της Παντίλλας κατήγγειλε ότι η Ματρώνα ήταν Χριστιανή και ότι εξαπατά την κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορά που αυτή προσερχόταν στην συναγωγή, εκείνη να πηγαίνει στην Εκκλησία. Αυτό προκάλεσε την οργή της Παντίλλας, που δεν δίστασε, ξεσπώντας σε κραυγές, να την κατηγορήσει ότι είναι εχθρική προς αυτήν. Διέταξε αμέσως την σύλληψή της και, αφού την συνέλαβαν και την έδεσαν, άρχισαν να την μαστιγώνουν.
Η Ματρώνα, όμως, με παρρησία δήλωσε ότι είναι Χριστιανή και ότι, αν και η κυρία της εξουσίαζε το σώμα της και την ίδια της την ζωή, ωστόσο δεν μπορούσε να την μεταπείσει σε όσα πίστευε.
Η Παντίλλα, αφού την αλυσόδεσε, διέταξε να την φυλακίσουν και να σφραγίσουν την πόρτα του κελιού της. Έπειτα από τρεις ημέρες, νωρίς το πρωί, πήγε η ίδια να δει αν η Ματρώνα ζει. Έκπληκτη διαπίστωσε ότι είχε ελευθερωθεί από τα δεσμά της και στεκόταν φωτεινή ψάλλοντας, χωρίς να έχει το παραμικρό ίχνος τραύματος και βασανισμού.
Εξοργισμένη η Παντίλλα διέταξε να δέσουν πάλι την Ματρώνα και να την μαστιγώσουν ανηλεώς. Εκείνη, έκπληκτη για την ιδιαίτερη σκληρότητα της κυρίας της, την ρώτησε γιατί την βασάνιζε, ομολογώντας ωστόσο την πίστη της στον Χριστό. Καταπονημένη από τα βασανιστήρια και μην μπορώντας να σταθεί στα πόδια της, η Ματρώνα κλείσθηκε και πάλι στην φυλακή.
Έπειτα από τρεις ημέρες, όταν η Παντίλλα επισκέφθηκε το κελί της φυλακής της Αγίας, αντίκρισε το ίδιο θέαμα. Την Μάρτυρα απελευθερωμένη από τα δεσμά της, με το ίδιο φωτεινό πρόσωπο, παρά τα βασανιστήρια και την πείνα που υπέστη επί δεκατέσσερις ημέρες. Τότε η κυρία της, γεμάτη οργή, διέταξε να δέσουν την Ματρώνα σε δρύινα ξύλα και να την βασανίσουν.
Εξαντλημένη η Αγία από τις μαστιγώσει και με το σώμα της γεμάτο σημάδια, ψέλλισε με αδύναμη φωνή λίγες λέξεις προσευχής και παρέδωσε το πνεύμα της.
Η Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον με το όνομα Στρατόνικος, να τυλίξει το λείψανο της Αγίας σε δέρμα και στην συνέχεια να το ρίξει έξω από τα τείχη της πόλεως. Το ιερό λείψανό της το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν με ευλάβεια κοντά στην Λεωφόρο, δηλαδή την Εγνατία οδό.
Μετά το τέλος των διωγμών, ο Επίσκοπος Θεσσαλονίκης Αλέξανδρος πήρε το σκήνωμα της Μάρτυρος και το μετέφερε μέσα στην πόλη και, αφού έκτισε ναό, το απέθεσε εντός αυτού.
Την εποχή της Φραγκοκρατίας, όμως, το σκήνωμα της Αγίας μεταφέρθηκε στην Βαρκελώνη και εναποτέθηκε σε ναό, που καταστράφηκε κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Εκτός των τειχών της Θεσσαλονίκης υπήρχε και μονή αφιερωμένη στην Αγία Ματρώνα.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Γνώμην αήττητον, Ματρώνα φέρουσα, πίστιν την ένθεον, άσυλον έσωσας, μη δουλωθείσα την ψυχήν, Εβραίων τη απηνεία όθεν αριστεύσασα, και τον δόλιον κτείνασα, μυστικώς νενύμφευσαι, τω Δεσπότη της κτίσεως. Αυτόν ούν εκτενώς εκδυσώπει, πάσης ημάς ρυσθήναι βλάβης.