Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ANTHONY BLOOM:ΚΑΘΕ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

Αυτή η μέρα είναι ευλογημένη από το Θεό, ανήκει στο Θεό, ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, να μπούμε μέσα σ΄αυτή.

Προχωρείς αυτή τη μέρα σαν αγγελιοφόρος του Θεού. Όποιον συναντάς, τον συναντάς με τον τρόπο του Θεού. Βρίσκεσαι εκεί για να είσαι η παρουσία του Κυρίου και Θεού, η παρουσία του Χριστού, η παρουσία του Αγίου Πνεύματος, η παρουσία του Ευαγγελίου. Αυτό είναι το καθήκον σου αυτή τη συγκεκριμένη μέρα.»

1. Το πρώτο που θα σκεφθείς, όταν ξυπνάς είναι η σκέψη του Χριστού. Να στρέψουμε τον νού μας στον Χριστό. Ο Γέρων Πορφύριος έλεγε: «Μην ασχολείσαι με το σκοτάδι, άνοιξε το παράθυρο στο φως».

2. Προσευχή. Μπορείς να προσεύχεσαι ακόμη κι όταν κάνεις απλά καθημερινά πράγματα. Για παράδειγμα, όπως έλεγε ένας μοναχός όταν κατέβαινε τα σκαλιά του μετρό, που του θύμιζαν κατάβαση στα έγκατα της γης, μπορείς να λες το «Κύριε Ελέησον» κατεβαίνοντας κάθε σκαλί. Τόσα πολλά σκαλιά που είναι, σκέψου πόσες φορές θα το έχεις πεί!

3. Κάθε μέρα να μην την βλέπουμε σαν ρουτίνα. Η κάθε μέρα έχει μία έκπληξη για τους Χριστιανούς. Ως το βράδυ κάτι θα γίνει και ο Θεός κάποιο μήνυμα θα σού στείλει. Η ζωή δεν κυλάει επίπεδα και μονότονα σαν καρδιογράφημα…

4. Να πλησιάσουμε λίγο περισσότερο την αγάπη των ανθρώπων. Όποιος αγαπάει , για να του πούν ευχαριστώ, θα έχει πάντα άγχος.

5. Κάθε μέρα να βρίσκεις λίγο χρόνο να ηρεμείς. Έστω και δέκα λεπτά. Να δείς λίγο τη ζωή χωρίς την βιασύνη της. Και τότε θα ακούσεις τη φωνή του εσωτερικού σου κόσμου. Γιατί «όταν υπάρχει τρικυμία, δεν μπορείς να δείς το βυθό της θάλασσας».

6. Το άγχος φεύγει με την μνήμη θανάτου. Άμα σκεφθείς το τέλος, αποφορτίζεις την ζωή σου από τα ασήμαντα. Αυτή η σκέψη μας προσγειώνει και μας απογειώνει ταυτόχρονα. Προσγειώνεσαι και ταπεινώνεσαι και το άγχος φεύγει.

7. Να σκεφτόμαστε ότι δεν είμαστε μόνοι. Έχουμε τους Αγίους. Μπορούμε να προσευχόμαστε και να τους επικαλούμαστε. «Άγιοι Πάντες, πρεσβεύσατε υπέρ ημών». Κάποιος προσευχόταν στους Αγίους Σαράντα Μάρτυρες. Και τότε ένα δαιμόνιο ακούστηκε να λέει, «α, όχι σ’ αυτούς, αυτοί μας μαστιγώνουν περισσότερο απ’ όλους».

8. Να σκεφτόμαστε πως κυλάει η ζωή μας κάθε μέρα, για να κάνουμε έναν απολογισμό της ημέρας. Όπως ο Άγιος Δωρόθεος, που κατέγραφε κάθε μέρα ποιόν πλήγωσε , και προσπαθούσε να επανορθώσει.

9. Κάθε μέρα βλέπε τα δώρα του Θεού και λέγε «Ευχαριστώ» στον Θεό.Έλεγε ο π. Παίσιος, «Ευχαριστείς τον Θεό που μπορείς να περπατάς;». Ακόμα και αυτό το απλό , υπάρχουν άλλοι που δεν το έχουν.

10. Κάθε μέρα να σκεφτόμαστε ότι Κάποιος πριν από 2000 χρόνια σταυρώθηκε για μας.Σού δίνει την αίσθηση ότι κάποιος σε αγαπά πάρα πολύ. Αν ηρεμήσει η ψυχή σου και ταπεινωθεί, έστω και στο παρά πέντε, θα φανερωθεί και θα σε βοηθήσει ο Χριστός.

» Όσο για τη μέρα που αρχίζει, αν αποδεχτείς ότι είναι ευλογημένη από το Θεό, διαλεγμένη από το ίδιο Του το χέρι, τότε κάθε πρόσωπο που συναντάς είναι δώρο του Θεού, κάθε περίσταση που θα συναντήσεις είναι δώρο του Θεού, έστω και αν είναι πικρή η γλυκιά, αν σου αρέσει η δεν σου αρέσει. Είναι δώρο του Θεού σε σένα και αν το πάρεις μ΄αυτό τον τρόπο, τότε μπορείς να αντιμετωπίσεις οποιαδήποτε κατάσταση. Να την δεχτείς με την ετοιμότητα ότι μπορεί να σου συμβεί οτιδήποτε ευχάριστο η δυσάρεστο.»

OΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ:Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΑΠΑΙΤΕΙ ΑΓΩΝΑ

 

Η υπόθεση της σωτηρίας, επειδή ακριβώς είναι η σπουδαιότερη της ζωής μας, είναι και η δυσκολότερη.

Γι’ αυτό απαιτεί αγώνα. Αγωνίσου για τον Κύριο, και πολύ σύντομα θα δείς τους καρπούς.

Η ΚΡΙΣΗ,ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ,ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ

 

Ο φιλάνθρωπος και πάνσοφος Ιησούς προσπαθεί να μας απαλλάξει από την αγωνία, τη μέριμνα και την ανασφάλεια. Χάνοντας ο άνθρωπος τον Θεό του τα έχασε όλα και έγινε μια πληγή. Γέμισε άγχος, ανασφάλεια και στενοχώρια για τη ζωή του και το μέλλον του.

Ο Κύριος όμως προσπαθεί να μας πείσει ότι η δική Του Πρόνοια και Αγάπη είναι εκείνες που μας φροντίζουν παντού. Και φέρνει παραδείγματα από τη ζωή, τη φύση και από τον ίδιο τον εαυτό μας, θέλοντας να μας πει πως ο νους και η καρδιά του ανθρώπου είναι φως. Φως που φωτίζει και οδηγεί τον άνθρωπο κοντά στον Θεό και μέσα στον Παράδεισο. Μας φέρνει παράδειγμα το μάτι το ανθρώπινο που, όταν είναι υγιές, λάμπει όλο το σώμα. Κι όταν χαλάσει το μάτι, τότε όλο το σώμα βυθίζεται στο σκοτάδι. Ετσι και η ψυχή και η συνείδηση και ο νους. Αν σκοτιστούν, τότε ο άνθρωπος βρίσκεται σε μεγάλο ηθικό και πνευματικό σκοτάδι, μέσα στην ίδια την κόλαση. Κι αν μερικοί φαντάζονται πως μπορούν να υπηρετούν και τον πλούτο και τον Θεό, ο Χριστός λέει πως κάνουμε λάθος. Η καρδιά του ανθρώπου είναι φτιαγμένη να αγαπά τον Θεό και να ζητά τον Παράδεισο. Ολα τα άλλα είναι μέσα.

Στη συνέχεια ο Κύριος μας φέρνει στη φύση και μας λέει να κοιτάζουμε τα πετεινά του ουρανού, τα θεοπούλια, που ούτε κοπιάζουν ούτε συγκεντρώνουν τρόφιμα στις αποθήκες, κι όμως ο Πατέρας ο ουράνιος τα τρέφει. Δεν τους το βάζει στο στόμα, αλλά υπάρχει τροφή, κι εκείνα τρέχουν και τη βρίσκουν και τη λαμβάνουν. Λέει ακόμη ο Χριστός: «Κι αν μεριμνήσετε πολύ, δεν πρόκειται τίποτα να κερδίσετε: ούτε έναν πήχη ούτε έναν πόντο στο μπόι σας να προσθέσετε». Και ακόμη «…η ψυχή είναι ανώτερη από την τροφή και το σώμα είναι ανώτερο από το ένδυμα». Φέρνει ωραία και πειστικά παραδείγματα ο Κύριος. Στη συνέχεια μας πηγαίνει στα κρίνα του αγρού, στα αγριολούλουδα, τα οποία ο Κύριος τόσο πολύ φροντίζει, ώστε ξεπερνούν στην ομορφιά και τον ένδοξο Σολομώντα, όταν φορούσε την καλύτερη στολή του και έλαμπε.

Στις ημέρες μας οι άνθρωποι, οι περισσότεροι, ξεφύγαμε από την αγάπη και τον πλούτο του Θεού, από την καλοσύνη, την ηρεμία και τον πνευματικό βίο, και μπήκαμε στον τροπικό του σκοταδιού, του πλούτου, της απάτης και της φθοράς. Τα αποτελέσματα δεν τα βλέπομε κάθε στιγμή και μέσα μας και γύρω μας. Και μας λέει ο Χριστός: «Μέριμνα έχουν οι εθνικοί, οι μη έχοντας Θεόν. Εσείς έχετε Θεό πατέρα, στοργικό, και ξέρει και τι θέλετε και τι χρειάζεστε». Μας συμφέρει να αφηνόμαστε στη Χάρη Του. Δεν λέει «μη εργάζεστε», λέει «μη μεριμνάτε», γιατί η μέριμνα είναι μεγάλο «αγκάθι».

Το άγχος δημιουργεί τόσα κακά. Κι ο Χριστός μας θέλει να μας απαλλάξει. Γι’ αυτό μας είπε τόσα παραδείγματα και μας προέτρεψε με τόσα υπέροχα λόγια να αφηνόμαστε στην Πρόνοια, την αγάπη και τη στοργή Του, αλλά και να έχουμε μία προτεραιότητα: αυτή με την οποία κλείνει το σημερινό κομμάτι του Ευαγγελίου: «Να ζητάτε πρώτα τη βασιλεία του Θεού…» -γι’ αυτήν είμαστε φτιαγμένοι- «…και την δικαιοσύνην αυτού και την αγιότητα». Αυτός είναι ο σκοπός μας: να γεμίσομε με τη Θεία Χάρη, να θεωθούμε, να αγιάσομε, να γίνουμε «τέκνα φωτόμορφα της Εκκλησίας» και «του Παραδείσου οικήτορες». Αυτό μας χρειάζεται, αυτό μας συμφέρει, κι αυτό με τη Χάρη του Χριστού μας ας προσπαθούμε να κάνουμε.

του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη

AΓΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΤΟΥ ΕΣΣΕΞ:ΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΣ ΕΧΟΥΝ ΜΕΓΑΛΗ ΔΥΝΑΜΗ

 

Ας πάρουμε την εξής περίπτωση των ημερών μας. Γνωρίζετε ότι έχουν βρεθεί πρόσφατα τα λείψανα του οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ.

Πριν από ενάμιση αιώνα ο Όσιος προσευχόταν στην έρημο επάνω σε μία πέτρα, και μέχρι σήμερα ενεργεί η προσευχή του. Έτσι γεννιέται με φυσικό τρόπο το ερώτημα: Πού πηγαίνει η κάθε σκέψη μας; Ποια όρια εγγίζει;

ο Κύριος λέει στο Ευαγγέλιο: «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» . Βλέπετε το παράδειγμα του οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ.

Έκραζε προς τον Θεό μόνο για τον εαυτό του: «ο Θεός, ίλεως γενού μοι τω αμαρτωλώ!», αλλά από τις συνέπειες βλέπουμε ότι η προσευχή του έχει κοσμικές επιδράσεις σε όλη την ιστορία του ανθρωπίνου είναι. Επί εκατόν πενήντα χρόνια και περισσότερο συνεχίζει να ενεργεί και να διεγείρει σε εκατομμύρια ψυχές τη χαρά της Αναστάσεως.

Πού πηγαίνουν όμως οι λογισμοί μας; Για παράδειγμα, στον Γκόγκολ υπάρχει η διήγηση για τους γαιοκτήμονες παλαιού τύπου, των οποίων η σκέψη δεν μπορούσε να προχωρήσει πέρα από τα όρια του κτήματός τους. Η δική μας άραγε σκέψη περνά τα όρια της Μονής μας; Ή μήπως προχωρεί πέρα από τα όρια αυτά και ακόμη ως το άπειρο; Αν συνειδητοποιήσουμε τη σπουδαιότητα που έχει η ενέργεια της σκέψεώς μας, θα περάσουμε τη μοναχική μας ζωή ασφαλώς με περισσότερη προσοχή.

Η προσευχή του οσίου Σεραφείμ: “Ο Θεός, ίλεως γενού μοι τω αμαρτωλώ!”, συγκλονίζει τον κόσμο ενάμιση αιώνα ήδη. Πόσοι άνθρωποι θέλουν να φέρουν το ονομά του!

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 


Γιορτάζουμε σήμερα 31 Αυγούστου, ημέρα της Καταθέσεως της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου. Η ανακομιδή της τίμιας Ζώνης της Θεοτόκου, άλλοι λένε ότι έγινε από το βασιλιά Αρκάδιο και άλλοι από το γιο του Θεοδόσιο τον Β’.
 Η μεταφορά έγινε από την Ιερουσαλήμ στην Κωνσταντινούπολη και την τοποθέτησαν σε μια χρυσή θήκη, που ονομάσθηκε αγία Σωρός. Όταν πέρασαν 410 χρόνια, ο βασιλιάς Λέων ο Σοφός άνοιξε την αγία αυτή Σωρό για τη βασίλισσα σύζυγο του Ζωή, που την διακατείχε πνεύμα ακάθαρτο.
Όταν λοιπόν άνοιξε την αγία Σωρό, βρήκε την τίμια Ζώνη της Θεοτόκου να ακτινοβολεί υπερφυσικά.Και είχε μια χρυσή βούλα, που φανέρωνε το χρόνο και την ήμερα που μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Αφού λοιπόν την προσκύνησαν, ο Πατριάρχης άπλωσε την τιμία Ζώνη επάνω στη βασίλισσα, και αμέσως αυτή ελευθερώθηκε από το δαιμόνιο.
Όποτε όλοι δόξασαν το Σωτήρα Χριστό και ευχαρίστησαν την πανάχραντη Μητέρα Του, η οποία είναι για τους πιστούς φρουρός, φύλαξ, προστάτις, καταφυγή, βοηθός, σκέπη, σε κάθε καιρό και τόπο, ήμερα και νύκτα.
Στη συνέχεια η Αγία Ζώνη τεμαχίστηκε και τεμάχιά της μεταφέρθηκαν σε διάφορους ναούς της Κωνσταντινούπολης. Μετά την άλωση της Πόλης από τούς Σταυροφόρους το 1204 μ.Χ., κάποια τεμάχια αρπάχτηκαν από τους βάρβαρους και απολίτιστους κατακτητές και μεταφέρθηκαν στη Δύση. Ένα μέρος όμως διασώθηκε και παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και μετά την απελευθέρωση της Πόλης από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο. Φυλασσόταν στον ιερό ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών. Η τελευταία αναφορά για το άγιο λείψανο είναι ενός ανώνυμου Ρώσου προσκυνητή στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του 1424 και 1453 μ.Χ.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τούς Τούρκους το 1453 μ.Χ., είναι άγνωστο τι απέγινε το υπόλοιπο μέρος της Αγίας Ζώνης στη συνέχεια. Έτσι το μοναδικό σωζόμενο τμήμα είναι αυτό που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου· με εξαιρετικά περιπετειώδη τρόπο έφτασε εκεί.
Ο Άγιος Κωνσταντίνος είχε κατασκευάσει έναν χρυσό σταυρό για να τον προστατεύει στις εκστρατείες. Στη μέση του σταυρού είχε τοποθετηθεί τεμάχιο Τιμίου Ξύλου· ο σταυρός έφερε επίσης θήκες με άγια λείψανα Μαρτύρων, και ένα τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης. Όλοι οι βυζαντινοί αυτοκράτορες έπαιρναν αυτόν τον σταυρό στις εκστρατείες. Το ίδιο έπραξε και ο αυτοκράτορας Ισαάκιος Β Άγγελος (1185-1195) σε μία εκστρατεία εναντίον του ηγεμόνα των Βουλγάρων Ασάν. Νικήθηκε όμως και μέσα στον πανικό ένας ιερέας τον πέταξε στο ποτάμι για να μην τον βεβηλώσουν οι εχθροί. Μετά από μερικές μέρες όμως οι Βούλγαροι τον βρήκαν· έτσι πέρασε στα χέρια του Ασάν.
Οι Βούλγαροι ηγεμόνες μιμούμενοι τούς Βυζαντινούς αυτοκράτορες έπαιρναν μαζί τους στις εκστρατείες το σταυρό. Σε μία μάχη όμως εναντίον των Σέρβων ο βουλγαρικός στρατός νικήθηκε από τον Σέρβο ηγεμόνα Λάζαρο (1371-1389). Ο Λάζαρος αργότερα δώρισε το σταυρό του Αγίου Κωνσταντίνου στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου μαζί με το τεμάχιο της Τιμίας Ζώνης.
Οι Άγιοι Πατέρες της Ιεράς Μονής διασώζουν και μία παράδοση σύμφωνα με την οποία η Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου αφιερώθηκε στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου από τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ Καντακουζηνό (1341-1354), ο οποίος στη συνέχεια παραιτήθηκε από το αξίωμα, εκάρη μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ και μόνασε στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου.
Τα θαύματα που πραγματοποίησε και πραγματοποιεί η Τιμία Ζώνη είναι πολλά. Βοηθά ειδικά τις στείρες γυναίκες να αποκτήσουν παιδί. Αν ζητήσουν με ευλάβεια τη βοήθειά της Παναγίας, τούς δίδεται τεμάχιο κορδέλας που έχει ευλογηθεί στην λειψανοθήκη της Αγίας Ζώνης· αν έχουν πίστη, καθίστανται έγκυες.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. δ’.
Θεοτόκε αειπάρθενε, των ανθρώπων η σκέπη, Εσθήτα και Zώνην του αχράντου σου σώματος, κραταιάν τη πόλει σου περιβολήν εδωρήσω, τω ασπόρω τόκω σου άφθαρτα διαμείναντα, επί σοι γαρ και φύσις καινοτομείται και χρόνος, διό δυσωπούμέν σε, ειρήνην τη πολιτεία σου δώρησαι, και ταίς ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.

Δευτέρα 30 Αυγούστου 2021

ΚΑΙ ΚΟΜΜΑΤΙΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΝΑ ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ

 


Κάποτε είχαμε τον ευλαβή ιερέα μας, στον οποίο πηγαίναμε, λέγαμε τις αμαρτίες μας.Παίρναμε τη συγχώρηση του Θεού, φεύγαμε με ειρήνη και νέες δυνάμεις για τον αγώνα της ζωής.
Σήμερα διώξαμε τον ιερέα του Θεού και φέραμε δέκα άλλους στη θέση του.
Φέραμε τον ψυχολόγο, τον ψυχίατρο, το νευρολόγο, τον κοινωνιολόγο, τον ειδικό μάγο και άλλους παρατρεχάμενους.
Και κομματιάσαμε την ψυχή μας πηγαίνοντας από τον ένα στον άλλο.

Γεμίζουμε έντυπα, κάνουμε “τεστ” και παίρνουμε με τις χούφτες τα φάρμακα και τελικά γινόμαστε χειρότερα από πριν.
Και χάνουμε τον καιρό μας, βασανιζόμενοι και βασανίζοντες…

Οι δοκιμασίες που περνούμε και όλες οι αρνητικές εκδηλώσεις στη ζωή μας σήμερα, έρχονται για να μας οδηγήσουν σε συναίσθηση των αμαρτιών μας και επομένως στη μετάνοια.
Υπάρχει, αδελφοί μου, δυνατότητα διαφυγής. Ας μη χάσουμε τη δυνατότητα αυτή που ο Κύριος μας δίνει.

Ιερομ. Ευσεβίου

ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ ΑΓΙΟΤΗΤΑ

 

Του Σεβ. Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννου

…Έτσι η Θ. Ευχαριστία είναι η κατ’ εξοχήν «κοινωνία αγίων», είναι το αποκορύφωμα του αγιασμού, όχι μόνο γιατί αυτή προσφέρει στον άνθρωπο την τελειότερη και πληρέστερη ένωση (σωματική και πνευματική) με τον μόνον άγιο, αλλά και διότι αποτελεί τον πιο τέλειο εικονισμό της Βασιλείας του Θεού…

Η λέξη «άγιος» ή «αγιότητα» παραπέμπει σε κάτι εντελώς άσχετο και ξένο προς την εποχή μας, προς τον πολιτισμό και τις αναζητήσεις του συγχρόνου ανθρώπου.

Ποιος από τους γονείς της εποχής μας φιλοδοξεί να κάνει τα παιδιά του «άγιους»; Ποιο από τα σχολεία μας και τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα καλλιεργούν την αγιότητα ή την προβάλουν ως όραμα και πρότυπο; Ο «επιτυχημένος» άνθρωπος της εποχής μας, το ιδανικό της σύγχρονης παιδείας και του πολιτισμού μας, δεν είναι καν ο «καλός κι αγαθός» των κλασσικών χρόνων. Είναι εκείνος που εξασφαλίζει χρήματα, ανέσεις και κοινωνική προβολή – αυτό θέλουν οι γονείς από τα παιδιά τους, σ’ αυτό κυρίως αποβλέπουν τα εκπαιδευτικά μας συστήματα, αυτό καλλιεργούν τα μέσα επικοινωνίας, αυτό ονειρεύεται η πλειονότητα των νέων μας.

Πράγματι, σε μια κοινωνία, η οποία βιώνει ως το σοβαρότερο πρόβλημα της την ανεργία, και κυριαρχείται από το άγχος πως να αυξήσει το κατά κεφαλήν εισόδημα, το να γίνεται λόγος για άγιους και αγιότητα αποτελεί πρόκληση, αν όχι πρόσκληση σε γέλωτα και χλευασμό. Ούτως, η αγιότητα αποτελεί ένα «λησμονημένο όραμα».

Λησμονημένο γιατί κάποτε υπήρχε, γιατί αυτό ενέπνεε τον πολιτισμό μας, διότι οι άνθρωποίμας άλλοτε ζούσαν με τους αγίους και αντλούσαν από αυτούς το μέτρο του πολιτισμού τους, αυτοί ήταν οι ήρωες, οι μεγάλοι πρωταθλητές, οι «διάσημοι ποδοσφαιριστές» και «σταρ» των χρόνων τους. Τώρα έχουν μείνει μόνο τα ονόματα των αγίων μας, και αυτά «κουτσουρεμένα» και αλλοιωμένα επί το ξενικώτερον, ενώ οι άνθρωποι προτιμούν πλέον να γιορτάζουν, όχι τις μνήμες των αγίων τους, μα τα δικά τους προσωπικά γενέθλια. Σε μια τέτοια εποχή τι να πει κανείς για την αγιότητα; Ο λόγος του θα πέσει στο κενό.

Μα, από το άλλο μέρος, πως να μη μιλήσει κανείς για κάτι τόσο κεντρικό και θεμελιώδες για τη ζωή του χριστιανού; Γιατί η πίστη μας χωρίς τους αγίους παύει να υφίσταται. Διότι, αν λησμονήσουμε την αγιότητα, δεν απομένει από την Εκκλησία παρά ο ταυτισμός της με τον κόσμο, η «εκκοσμίκευσή της» είναι πλέον αναπόφευκτη.

Αλλά η αγιότητα δεν είναι μόνο «λησμονημένη» στις μέρες μας, είναι όταν και όπως γίνεται λόγος γι’ αυτήν, και παρεξηγημένη. Τι σημαίνει αγιότητα, όταν τη δει κανείς ως εικονισμό της Βασιλείας τού Θεού, ως βίωμα και πρόγευση των εσχάτων;

Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ ΑΓΙΟΤΗΤΑ

Αν ρωτήσει κανείς τυχαία τους ανθρώπους στον δρόμο τι αποτελεί κατά τη γνώμη τους «αγιότητα», η απάντηση που θα λάβει κατά κανόνα είναι περίπου η εξής: άγιος είναι εκείνος που δεν κάνει αμαρτίες, που τηρεί τον νόμο του Θεού, είναι ηθικός από κάθε άποψη, με μια φράση: «δεν αμαρτάνει». Σε ορισμένες περιπτώσεις στην έννοια της αγιότητας προστίθεται ένα στοιχείο και με χροιά μυστικισμού, σύμφωνα με την όποια άγιος είναι εκείνος που έχει εσωτερικά βιώματα, επικοινωνεί με το «θείον», περιέρχεται σε έκσταση και βλέπει πράγματα που δεν τα βλέπουν οι άλλοι άνθρωποι, με λίγα λόγια ζει υπερφυσικές καταστάσεις και ενεργεί υπερφυσικές πράξεις.

Έτσι η έννοια της αγιότητας φαίνεται να συνδέεται στη σκέψη των ανθρώπων με κριτήρια ηθικολογικά και ψυχολογικά. Όσο πιο ενάρετος είναι κανείς, τόσο πιο άγιος είναι. Και όσο πιο χαρισματικός είναι κάποιος και επιδεικνύει ικανότητες που δεν τις έχουν συνήθως οι άνθρωποι (όπως να διαβάζει τη σκέψη μας, να προβλέπει το μέλλον μας κ.λπ.), τόσο περισσότερο μας κάνει να τον θεωρούμε «άγιο». Το ίδιο ισχύει και αντίστροφα: όταν διαπιστώσουμε κάποιο ελάττωμα στον χαρακτήρα ή τη συμπεριφορά κάποιου (ότι τρώει πολύ, θυμώνει κ.λπ.), τότε τον διαγράφουμε από τους «αγίους». Ή αν δεν εκδηλώσει υπερφυσικές ικανότητες με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μας ξενίζει και η σκέψη ακόμη ότι θα μπορούσε κάποιος να είναι άγιος.

Η κοινή και διαδεδομένη αυτή αντίληψη για την αγιότητα δημιουργεί ορισμένα βασικά ερωτηματικά, όταν τη θέσουμε στο φως του Ευαγγελίου, της πίστεως και της παραδόσεώς μας. Ας αναφέρουμε μερικά από αυτά:

1. Αν η αγιότητα συνίσταται κυρίως στην τήρηση των ηθικών άρχων, τότε γιατί ο Φαρισαίος κατακρίθηκε από τον
Κύριο, ενώ δικαιώθηκε ο Τελώνης στη γνωστή σε όλους μας παραβολή; Συνηθίζουμε να αποκαλούμε τον Φαρισαίο «υποκριτή», αλλά στην πραγματικότητα δεν έλεγε ψέματα, όταν ισχυριζόταν ότι τηρούσε πιστά τον Νόμο, ότι έδινε το 1/10 της περιουσίας του στους πτωχούς και ότι τίποτε από όσα του ζητούσε ο Θεός ως πιστός Ιουδαίος δεν παρέλειπε να εφαρμόσει. Όπως επίσης δεν έλεγε ψέματα όταν χαρακτήριζε τον τελώνη αμαρτωλό – ο τελώνης τον εαυτό του – γιατί πράγματι ο τελώνης ήταν άδικος και παραβάτης των ηθικών κανόνων.

2. Παρόμοιο ερώτημα προκύπτει και από τη χρήση του όρου «άγιος» από τον Απόστολο Παύλο στις επιστολές του. Απευθυνόμενος στους χριστιανούς της Κορίνθου, της Θεσσαλονίκης, της Γαλατίας κ.λπ., ο Παύλος τους καλεί «αγίους». Στη συνέχεια όμως των επιστολών αυτών κατονομάζει μύρια όσα ηθικά ελαττώματα των χριστιανών αυτών, τα οποία και επικρίνει δριμύτατα. Στην προς Γαλάτας μάλιστα επιστολή φαίνεται ότι η ηθική κατάσταση των εκεί «αγίων» ήταν τόσο απογοητευτική, ώστε να αναγκάζεται ο Παύλος να τους γράψει: «ει γαρ αλλήλους δάκνετε και κατεσθίετε, βλέπετε μη υπ’ αλλήλων αναλωθείτε»! Πως συμβαίνει να καλούνται οι πρώτοι χριστιανοί «άγιοι», όταν είναι βέβαιο ότι η καθημερινή τους ζωή δεν ήταν σύμφωνη με τις επιταγές της ίδιας της πίστεως τους; Θα διανοείτο άραγε κανείς στις μέρες μας να καλούσε «άγιον» έναν από τους χριστιανούς;

3. Αν η αγιότητα συνδέεται με υπερφυσικά χαρίσματα, τότε θα μπορούσε να την αναζητήσει και να τη βρει κανείς και έξω από την Εκκλησία. Είναι γνωστό ότι και τα πονηρά πνεύματα ενεργούν υπερφυσικές πράξεις. Οι άγιοι δεν είναι μάντεις και φακίρηδες, ούτε κρίνεται η αγιότητα τους από τέτοια «χαρίσματα». Υπάρχουν άγιοι της Εκκλησίας μας για τους οποίους δεν αναφέρονται θαύματα, ενώ υπήρξαν θαυματοποιοί, οι οποίοι ποτέ δεν αναγνωρίστηκαν ως άγιοι. Είναι, σχετικά, πολύ ενδιαφέροντα όσα γράφει ο Απόστολος Παύλος στην Α΄ επιστολή του προς τους Κορινθίους, οι οποίοι, όπως πολλοί σήμερα, εντυπωσιάζονταν από υπερφυσικές ενέργειες: «και εάν έχω πίστιν ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί». Το να διατάξεις ένα βουνό να μετακινηθεί, είχε πει ο Κύριος ότι είναι δυνατόν, αν έχεις πίστη «ως κόκκον σινάπεως». Δεν είναι όμως από μόνο του δείγμα αγιότητας, δεν είναι τίποτα «ουδέν», αν δεν υπάρχει η προϋπόθεση της αγάπης, κάτι δηλαδή που οποιοσδήποτε άνθρωπος χωρίς θαυματουργικές ικανότητες μπορεί να έχει. Θαυματουργία και αγιότητα δεν ταυτίζονται, ούτε συνυπάρχουν κατ’ ανάγκη.

4. Παρόμοια ερωτηματικά δημιουργούνται από τη σύνδεση της αγιότητας με ασυνήθεις και «μυστικές» ψυχολογικές εμπειρίες. Πολλοί ανατρέχουν σήμερα στις ανατολικές θρησκείες για να συναντήσουν εξαϋλωμένους «γκουρού», ανθρώπους εξαίρετης αυτοπειθαρχίας, ασκήσεως και προσευχής. Η Εκκλησία μας δεν τους θεωρεί αυτούς αγίους, όσο βαθιές και υπερφυσικές και αν είναι οι εμπειρίες τους, και όσο σπουδαία και αν είναι η αρετή τους.

Έτσι τελικά τίθεται το ερώτημα: υπάρχουν άγιοι εκτός της Εκκλησίας; Αν η λέξη «άγιος» σημαίνει αυτό που γενικά ο κόσμος νομίζει και που περιγράφουμε πιο πάνω (δηλαδή ηθικός βίος, υπερφυσικά χαρίσματα και υπερφυσικές εμπειρίες), τότε πρέπει να ομολογήσουμε ότι υπάρχουν άγιοι και εκτός της Εκκλησίας (Ίσως μάλιστα συχνότερα εκτός παρά εντός). Αν πάλι θελήσουμε να πούμε ότι η αγιότητα είναι δυνατή μόνο στην Εκκλησία, τότε πρέπει να αναζητήσουμε το νόημα της αγιότητας πέρα από τα κριτήρια που αναφέρουμε πιο πάνω, πέρα δηλαδή από την ηθική τελειότητα και τις υπερφυσικές δυνάμεις και εμπειρίες.

Ας δούμε, λοιπόν, πώς αντιλαμβάνεται ή Εκκλησία μας την αγιότητα.

Η ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΩΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

Ο όρος «άγιος» έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Η ρίζα της λέξεως στην ελληνική γλώσσα είναι το αγ-, από το οποίο παράγονται μια σειρά από όρους, όπως το αγνός, το άγος κ.λπ. Τη βαθύτερη σημασία της ρίζας αυτής την κρατάει το ρήμα άζεσθαι, που σημαίνει το δέος σε μια απόκρυφη και φοβερή δύναμη (Αισχύλου, Ευμ. 384 κ. έ.), το σέβας προς τον φορέα της Δύναμης (Ομήρου, Οδύσ. 9,200 κ. έ.) κ.λπ. Έτσι στον αρχαίο ελληνισμό η αγιότητα συνδέεται με τη δύναμη, με αυτό που ο Otto αποκαλεί mysterium fascinosum et tremendum – αυτό που προκαλεί ταυτόχρονα έλξη και φόβο.

Στην Παλαιά Διαθήκη η σημιτική λέξη, που μεταφράζεται από τους Εβδομήκοντα με το «άγιος» είναι το godes, που συγγενεύει με την ασσυριακή kuddushu, και που δηλώνει «κόβω, χωρίζω», διακρίνω ριζικά, καθαιρώ (εξ ου και η σύνδεση με την καθαρότητα και αγνότητα). Τα άγια πράγματα είναι αυτά που τα ξεχωρίζει κανείς από τα υπόλοιπα – κυρίως στη λατρεία – και τα αφιερώνει στον Θεό.

Έτσι η Αγία Γραφή
προχωρεί πέρα από την ψυχολογική σημασία που συναντούμε στους αρχαίους Έλληνες (το δέος, τον φόβο, τον σεβασμό προς μια ανώτερη δύναμη) και συνδέει την έννοια του «αγίου» με την απόλυτη ετερότητα, το απολύτως Άλλο, πράγμα που τελικά οδηγεί την Αγία Γραφή στην ταύτιση του «αγίου» με τον ίδιο τον Θεό, στην απόλυτη υπερβατικότητα σε σχέση με τον κόσμο. Άγιος είναι μόνο ό Θεός, και απ’ Αυτόν και μόνο και τη σχέση μαζί Του πηγάζει κάθε αγιότητα. Για να δηλωθεί μάλιστα με έμφαση η πίστη αυτή στην Παλαιά Διαθήκη (Ησαΐας, ο προφήτης της αγιότητας του Θεού) καλεί τον Θεό τρεις φορές άγιο: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, που σημαίνει στη μορφή του εβραϊσμού, της τριπλής επαναλήψεως, απείρως άγιος (πρβ. το 777 και το αντίθετο του 666, για το οποίο τόσος λόγος και τόσος τρόμος γίνεται σήμερα).

Συνεπώς για την Αγία Γραφή η αγιότητα ταυτίζεται με τον Θεό και όχι με τον άνθρωπο ή τα ιερά πράγματα, όπως στον αρχαίο Ελληνισμό, γίνεται πρόσωπο, και μάλιστα στους Πατέρες της Εκκλησίας ταυτίζεται με την Αγία Τριάδα, με την οποία οι Πατέρες ταυτίζονται και το τρεις φορές άγιος τού Προφήτη Ησαΐα. Η αγιότητα, συνεπώς, για τη χριστιανική πίστη δεν είναι ανθρωποκεντρική, αλλά θεοκεντρική, και δεν εξαρτάται από τα ηθικά επιτεύγματα του άνθρωπου, όσο σπουδαία και αν είναι αυτά, αλλά από τη δόξα και τη χάρη του Θεού, από τον βαθμό της προσωπικής σχέσεως μας με τον προσωπικό Θεό. (Για τον λόγο αυτό και η Θεοτόκος ονομάζεται «Παναγία» ή και «Υπεραγία» – όχι για τις αρετές Της, αλλά γιατί αυτή, περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο, ενώθηκε προσωπικά με τον άγιο Θεό δίνοντας σάρκα και αίμα στον Υιό του Θεού).

Η αγιότητα λοιπόν δεν είναι για την Εκκλησία ατομικό κτήμα κανενός, όσο «άγιος» κι αν είναι κανείς στη ζωή του, αλλά θέμα σχέσεως προσωπικής με τον Θεό. Ο Θεός κατά την ελεύθερη βούληση Του αγιάζει όποιον Εκείνος θέλει, χωρίς να εξαρτάται ο αγιασμός από κάτι άλλο, παρά μόνο από την ελεύθερη θέληση του αγιασμένου. Όπως τονίζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, οι άνθρωποι δεν συνεισφέρουμε τίποτε άλλο εκτός από την προαίρεσή μας, χωρίς την οποία ο Θεός δεν ενεργεί, ο δε κόπος και η άσκησή μας δεν παράγει ως αποτέλεσμα την αγιότητα μας, αφού μπορούν να αποδειχθούν σκύβαλο χωρίς καμιά αξία.

Αυτή η ταύτιση της αγιότητας με τον ίδιο τον Θεό, στη χριστιανική πίστη οδηγεί στη σύνδεσή της με την ίδια τη δόξα του Θεού. Αγιότητα σημαίνει πλέον το να δοξασθεί ο Θεός από όλο τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι ως πρώτο αίτημα της Κυριακάτικης προσευχής δεν είναι άλλο από το «αγιασθήτω το όνομά Σου». Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η προσευχή αυτή είναι εσχατολογική, δηλαδή αναφέρεται στην τελική κατάσταση του κόσμου, είναι σαφές ότι αυτό που ζητούμε στο «Πάτερ ημών» είναι να δοξασθεί ο Θεός από όλο τον κόσμο, να έλθει η στιγμή που όλος ο κόσμος θα πει μαζί με τα Χερουβείμ αυτό που είδε και άκουσε ο Ησαΐας στο όραμά του: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης σου1 ωσαννά εν τοις υψίστοις».

Οι άγιοι δεν επιζητούν τη δική τους δόξα, αλλά τη δόξα του Θεού. Ο Θεός δοξάζει τους αγίους, όχι με τη δική τους δόξα, αλλά με την ίδια Του τη δόξα. Οι άγιοι αγιάζονται και δοξάζονται όχι με μια αγιότητα και μια δόξα που πηγάζει από μέσα τους, αλλά με την αγιότητα και τη δόξα του ίδιου του Θεού (πρβ. βυζαντινή αγιογραφία – χρήση φωτός απ’ έξω προς τα έσω κ.λπ.). Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τη θέωση των αγίων.

Όπως αποσαφηνίστηκε κατά τις ησυχαστικές έριδες του 14ου αιώνα, σε αντίθεση προς τη δυτική θεολογία, η οποία έκανε λόγο για «κτιστή» χάρη, δηλαδή χάρη και δόξα που ανήκει στην ίδια τη φύση των ανθρώπων δοσμένη από τον Θεό κατά τη δημιουργία, η Ορθόδοξη θεολογία, όπως την ανέπτυξε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και οι άλλοι ησυχαστές των χρόνων εκείνων, αντιλαμβάνεται το φως που βλέπουν οι άγιοι και τη δόξα που τους περιβάλλει ως «άκτιστες» ενέργειες του Θεού, δηλαδή ως το φως και τη δόξα αυτού του ίδιου τού Θεού. Ο πραγματικός άγιος, είναι εκείνος που δεν επιζητεί με κανένα τρόπο τη δική του δόξα, αλλά μόνο τη δόξα του Θεού. Όταν επιζητεί κανείς τη δική του δόξα, χάνει την αγιότητά του, γιατί σε τελική ανάλυση δεν υπάρχει άλλος άγιος εκτός από τον Θεό. Αγιότητα σημαίνει μετοχή και κοινωνία στην αγιότητα του Θεού – αυτό σημαίνει άλλωστε θέωση. Κάθε αγιότητα που στηρίζεται στις αρετές μας, στην ηθική μας, στα προσόντα μας, στην άσκησή μας κ.λπ. είναι δαιμονική, και δεν έχει καμιά σχέση με την αγιότητα της Εκκλησίας μας. Από τις παρατηρήσεις αυτές γίνεται φανερό γιατί η κατ’ εξοχήν πηγή της αγιότητας βρίσκεται στη Θεία Ευχαριστία. Ας αναλύσουμε κάπως τη θέση αυτή.

Είπ
αμε ότι δεν υπάρχει άλλη αγιότητα από εκείνη του Θεού, και ότι οι άγιοι δεν διαθέτουν δική τους αγιότητα, αλλά μετέχουν στην αγιότητα του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι στην Εκκλησία δεν έχουμε άγιους, παρά μόνον με την έννοια των ηγιασμένων.

Όταν τον 4ο αιώνα μ.Χ. γίνονταν συζητήσεις σχετικά με τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, το κύριο επιχείρημα του αγίου Αθανασίου, για να αποδείξει ότι το Άγιο Πνεύμα είναι Θεός και όχι κτίσμα, ήταν ότι το Άγιο Πνεύμα δεν αγιάζεται, αλλά μόνον αγιάζει. Αν αγιαζόταν, θα ήταν κτίσμα, διότι τα κτίσματα, και συνεπώς και οι άνθρωποι, δεν αγιάζουν, αλλά αγιάζονται. Ο Χριστός στην αρχιερατική προσευχή Του, που διασώζεται στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο και την ακούμε στο πρώτο από τα «δώδεκα Ευαγγέλια» της Μ. Πέμπτης, λέγει τη βαρυσήμαντη φράση προς τον Πατέρα: «υπέρ αυτών (των μαθητών και των ανθρώπων, κατ’ επέκταση) εγώ αγιάζω εμαυτόν, ίνα και αυτοί ώσιν ηγιασμένοι εν αληθεία». Τα λόγια αυτά λέγονται λίγο πριν από το Πάθος και σε σχέση με τον Μυστικό Δείπνο, έχουν δε ευχαριστιακό νόημα: ο Χριστός με τη θυσία Του αγιάζει ο ίδιος (ως Θεός) τον εαυτό Του (ως άνθρωπος) για ν’ αγιασθούμε εμείς κοινωνώντας το σώμα και το αίμα Του. Με τη συμμετοχή μας στη Θεία Ευχαριστία αγιαζόμεθα, δηλαδή γινόμαστε άγιοι κοινωνώντας με τον έναν και μόνον άγιο, τον Χριστό.

Ίσως δεν υπάρχει πιο αποκαλυπτικό σημείο της ζωής του χριστιανού του τι είναι αγιότητα, από την εκφώνηση του ιερέως, όταν υψώνει το Τίμιο Σώμα λίγο πριν από τη Θ. Κοινωνία: «τα άγια τοις αγίοις», δηλαδή το Σώμα του Χριστού και το Αίμα Του είναι άγια και προσφέρονται στους «άγιους», τα μέλη της Εκκλησίας προς κοινωνίαν. Η απάντηση του λαού στην εκφώνηση αυτή είναι συγκλονιστική, και συνοψίζει όσα είπαμε πιο πάνω: «εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός». Ένας είναι μόνον άγιος, ο Χριστός – εμείς είμαστε αμαρτωλοί – και η αγιότητά Του, στην οποία καλούμεθα να συμμετάσχουμε και εμείς οι αμαρτωλοί, δεν αποβλέπει σε τίποτε άλλο από τη δόξα τού Θεού (εις δόξαν Θεού Πατρός). Την ώρα εκείνη η Εκκλησία βιώνει την αγιότητα στο αποκορύφωμά της. Με την ομολογία «εις άγιος», κάθε αρετή μας και κάθε αξία μας εκμηδενίζονται μπροστά στην αγιότητα του μόνου άγιου. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να προσερχώμεθα στη Θ. Κοινωνία χωρίς προπαρασκευή και αγώνα για την άξια προσέλευσή μας. Σημαίνει όμως ότι όσο και αν προετοιμαστούμε, δεν γινόμαστε άγιοι προτού κοινωνήσουμε. Η αγιότητα δεν προηγείται της ευχαριστιακής κοινωνίας, αλλ’ έπεται. Αν είμαστε άγιοι πριν κοινωνήσουμε, τότε προς τι η Θ. Κοινωνία; Μόνον η μετοχή στην αγιότητα του Θεού μας αγιάζει, και αυτό είναι που μας προσφέρει η Θ. Κοινωνία. Από την παρατήρηση αυτή πηγάζει μια σειρά από αλήθειες που έχουν σχέση με το θέμα μας.

Η πρώτη είναι ότι κατανοούμε με τον τρόπο αυτό γιατί, όπως αναφέραμε στην αρχή της ομιλίας μας, στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου όλα τα μέλη της Εκκλησίας καλούνται «άγιοι», παρά το ότι δεν χαρακτηρίζονται από ηθική τελειότητα. Εφ’ όσον αγιότητα για τους ανθρώπους σημαίνει μετοχή στην αγιότητα του Θεού, όπως αυτή προσφέρεται από τον Χριστό, ο Οποίος υπέρ ημών αγιάζει εαυτόν με τη θυσία Του, όλα τα μέλη της Εκκλησίας, που μετέχουν στον αγιασμό αυτό μπορούν να καλούνται «άγιοι».

Με την ίδια «λογική», στη γλώσσα της Εκκλησίας ήδη από τους πρώτους αιώνες και τα στοιχεία της Ευχαριστίας έλαβαν το όνομα «τα άγια» (πρβ. τα άγια τοις αγίοις»), παρά το ότι από τη φύση τους δεν είναι άγια. Και με την ίδια αιτιολογία η Εκκλησία πολύ νωρίς επίσης απένειμε τον τίτλο «άγιος» στους επισκόπους. Πολλοί σκανδαλίζονται σήμερα όταν λέμε «ο άγιος δείνα» (ένας δημοσιογράφος που είχε ως κύριο έργο του να προβάλλει σκάνδαλα επισκόπων, είχε καθιερώσει τη γραφή ο άγιος – εντός εισαγωγικών – δείνα. Πλήρης άγνοια της σημασίας του όρου άγιος). Ο επίσκοπος καλείται κατ’ αυτόν τον τρόπο όχι για τις αρετές του, αλλά γιατί εικονίζει στη Θ. Ευχαριστία τον μόνον άγιο, ως εικών του Χριστού και ως καθήμενος εις τόπον και τύπον Θεού, κατά τον άγιο Ιγνάτιο. Η θέση του επισκόπου στη Θ. Ευχαριστία είναι εκείνη που δικαιολογεί τον τίτλο «άγιος». Ο Ορθόδοξος λαός, πριν υποστεί τη διάβρωση του ευσεβισμού, δεν είχε καμία δυσκολία να χρησιμοποιεί τη γλώσσα του εικονισμού, και βλέπει τον ίδιο τον Χριστό στο πρόσωπο εκείνου, που τον εικονίζει μέσα στη Θ. Λειτουργία, δηλαδή στον επίσκοπο.

AΓΙΟΣ ΤΥΧΩΝ ΤΟΥ ΖΑΝΤΟΝΣΚ:Ο ΘΕΟΣ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΕΜΑΣ

Προνοεί και φροντίζει για μας. Μας δίνει την τροφή, τα ρούχα και το σπίτι που μένουμε. Δικά Του είναι ο ήλιος, το φεγγάρι και τ’ άστρα που μας φωτίζουν.

Με τη δική Του φωτιά ζεσταινόμαστε και ετοιμάζουμε το φαγητό μας. Με το δικό του νερό πλενόμαστε και δροσιζόμαστε. Τα ζώα Του μας υπηρετούν.

Ο αέρας Του μας ζωογονεί. Το οξυγόνο Του μας κρατεί στη ζωή. Με λίγα λόγια από την αγάπη και τα αγαθά Του εξαρτόμαστε. Χωρίς αυτά ούτε στιγμή δεν μπορούμε να ζήσουμε.

Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να μην αγαπήσουμε κι εμείς τέτοιον ευεργέτη; Κάθε άνθρωπο ευεργέτη μας τον αγαπάμε.

Πόσο περισσότερο πρέπει ν’ αγαπάμε τον ευεργέτη Θεό, στον οποίο ανήκουν όλα, και ο εαυτός μας και ό,τι έχουμε! Όλη η δημιουργία και ο ίδιος ο άνθρωπος είναι κτήμα του Θεού.

ΟΙ ΤΑΠΕΙΝΕΣ ΨΥΧΕΣ

 

Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

Όταν αγαπάς κάποιον, τον νοιώθεις ζωντανό μπροστά σου. Μοναξιά νοιώθει αυτός που δεν αγαπά, και η μοναξιά γίνεται μεγαλύτερη, όταν θέλω να με αγαπούν.

Οιοσδήποτε άνθρωπος, είτε βασιλιάς, είτε ζητιάνος είναι, μόλις θελήσει να τον αγαπούν, θα δείτε ότι αμέσως θα νοιώσει μοναξιά.

Μόλις αρχίσει να αγαπά, όχι με αγάπη ανθρώπινη αλλά εν τη Εκκλησία, αρχίζει να φεύγει η μοναξιά και ανακαλύπτει πως όλη η Εκκλησία, οι πάντες, είναι μαζί του.

Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Ο Κύριος αποκαλύπτεται στις ταπεινές ψυχές. Σ’ αυτές δείχνει τα έργα Του, που είναι ακατάληπτα για το νου μας.

Με τον φυσικό μας νου μπορούμε να γνωρίσουμε μόνο τα γήινα πράγματα, κι αυτά μερικώς, ενώ ο Θεός και όλα τα ουράνια γνωρίζονται με το Άγιο Πνεύμα.

Μερικοί μοχθούν σ΄ όλη τους τη ζωή για να μάθουν τι υπάρχει στον ήλιο ή στη σελήνη ή κάτι παρόμοιο, αλλ’ αυτά δεν ωφελούν την ψυχή.

Αν όμως προσπαθούσαμε να γνωρίσουμε τι υπάρχει μέσα στον άνθρωπο, τότε θα βλέπαμε στην ψυχή του αγίου τη βασιλεία των ουρανών, ενώ στην ψυχή του αμαρτωλού σκοτάδι και κόλαση.

Και είναι ωφέλιμο να το ξέρουμε, γιατί θα είμαστε αιώνια είτε στη βασιλεία είτε στην κόλαση.

OI AΓΙΟΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ,ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ



Τη μνήμη των Αγίων Αλεξάνδρου, Ιωάννου και Παύλου, των Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως, τιμά σήμερα, 30 Αυγούστου, η Εκκλησία μας.
 Άγιος Αλέξανδρος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης: Ήταν, όπως λέγουν, «ἀποστολικοῖς χαρίσμασι λαμπρυνόμενος». Σαν πρεσβύτερος ακόμα, διακρινόταν για τη μεγάλη του ευσέβεια, την αρετή και την αγαθότητα του. Στην Α’ Οικουμενική σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, ο τότε Πατριάρχης τον εξέλεξε αντιπρόσωπο του.
Και όταν στη Σύνοδο αυτή καταδικάστηκε ο Άρειος, ο Αλέξανδρος, αν και γέροντας 70 χρονών, δέχθηκε να περιοδεύσει στη Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα, για να διδάξει και να γνωστοποιήσει τα ορθά δόγματα των αποφάσεων της Συνόδου της Νικαίας. Αλλά ενώ βρισκόταν στην περιοδεία αυτή, ο πατριάρχης Μητροφάνης απεβίωσε.
Όρισε όμως διάδοχο του τον Αλέξανδρο, διότι, παρά το γήρας του, είχε τα κατάλληλα εφόδια για τη διακυβέρνηση της αρχιεπισκοπής της πρωτεύουσας. Πράγματι, σαν Πατριάρχης ο Αλέξανδρος ανταποκρίθηκε σωστά στις δύσκολες περιστάσεις των καιρών. Τότε ο Άρειος είχε εξαπατήσει το βασιλιά Κωνσταντίνο ότι δήθεν πιστεύει ορθά. Και ο βασιλιάς διέταξε τον Αλέξανδρο να αφήσει τον Άρειο να μετέχει της Θείας Κοινωνίας. Ο Αλέξανδρος, λυπημένος, προσευχήθηκε στο Θεό και ζήτησε τη βοήθεια Του. Η δέηση του Ιεράρχη εισακούσθηκε. Και το πρωί που ο Άρειος με πομπή θα πήγαινε στην εκκλησία, βρέθηκε το σώμα του σχισμένο και σκωληκόβρωτο! Ο Άγιος Αλέξανδρος απεβίωσε ειρηνικά το 337 μ.Χ.
Άγιος Ιωάννης Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Πρόκειται μάλλον για τον Ιωάννη τον ονομαζόμενο Ξιφιλίνο, που διαδέχτηκε τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο τον Γ’. Γεννήθηκε το 1006 μ.Χ. στην Τραπεζούντα και διακρίθηκε για τη μεγάλη του παιδεία και τα μεγάλα πολιτικά αξιώματα που είχε καταλάβει. Κατόπιν όμως αποσύρθηκε σε κάποια μονή της Βιθυνίας, όπου μόνασε 10 χρόνια. Από κει προσκλήθηκε για να καταλάβει τον πατριαρχικό θρόνο. Χειροτονήθηκε ιερέας, και μετά μια εβδομάδα – την 1η Ιανουαρίου 1064 μ.Χ. – επίσκοπος.
Ο Ιωάννης λειτουργούσε και κήρυττε κάθε μέρα στους ναούς της πρωτεύουσας, επισκεύασε τις εικόνες της Αγίας Σοφίας, και μοίραζε δωρεάν ψωμί και σιτάρι στους φτωχούς. Πέθανε το 1075 μ.Χ., και να πως τον περιγράφει ένας από τους συγχρόνους του: «ανεφάνη ανήρ πρώτον μεν καθαρώτατος και αγνότατος και προ παντός ρύπου σωματικού καθάπαξ απεχόμενος. Έπειτα δε τα εις καταφρόνησιν χρημάτων και ακτημοσύνην τελείαν και την προς τους πένητας φιλανθρωπίαν και μετάδοσιν κατ᾿ ουδέν ελάττων του περιβόητου εκείνου Ελεήμονος, και ταίς άλλοις δε αρεταίς πάσαις συλλήβδην ειπείν αφθόνως κοσμούμενος, αλλά και τω λόγω πολύς, και παιδεύσεως πάσης μετειληχώς και νομομαθείς εξαίρετος».
Άγιος Παύλος ο νέος, Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Για τον Πατριάρχη Παύλο δεν έχουμε σαφείς και συγκεκριμένες πληροφορίες. Μερικοί νομίζουν ότι πρόκειται για τον Παύλο τον Γ’. Αυτός πατριάρχευσε το 687 – 693 μ.Χ. Προήδρευσε της Πανθέκτης λεγομένης Συνόδου. Άλλοι νομίζουν, ότι πρόκειται για τον Πατριάρχη Παύλο τον Δ’. Αυτός καταγόταν από την Κύπρο και έλαμψε, κατά τον Θεοφάνη, στα λόγια και στα έργα.
Ανέβηκε στον θρόνο το 780 μ.Χ. παραιτήθηκε δε στα τέλη Αυγούστου του 784 μ.Χ. και αποσύρθηκε στη Μονή Φλώρου, όπου έζησε σαν απλός μοναχός μόνο δύο ή τρεις μήνες από την παραίτηση του. Ανήκε στους ζηλωτές της Ορθοδοξίας και διακρίθηκε για της ελεημοσύνες του. (Προ του 12ου αιώνα μ.Χ., η μνήμη του εορταζόταν στις 2 Σεπτεμβρίου).
Απολυτίκιο:
Ήχος γ´. Την ωραιότητα.
Μύσται ουράνιοι αποδεικνύμενοι, θείοι εκφάντορες τω κόσμω ώφθητε, την Εκκλησίαν του Χριστού, ποιμάναντες θεαρέστως, ιερέ Αλέξανδρε, της Τριάδος ο πρόμαχος, Ιωάννη ένδοξε, ο της χάριτος τρόφιμος, και Παύλε Ιερέων ακρότης, όθεν υμάς ανευφημούμεν.

Κυριακή 29 Αυγούστου 2021

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ:ΣΗΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ,ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

 

Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος – Βυζαντινό Μουσείο Βέροιας

«Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών» και «ποιήσατε καρπούς αξίους της μετανοίας»

Σήμερα είναι μια μικρή Μεγάλη Παρασκευή, μια δεύτερη Μεγάλη Παρασκευή. Γιατί σήμερα ο μεγαλύτερος άνδρας μεταξύ εκείνων που γεννήθηκε από γυναίκα, Ιωάννης, ο Πρόδρομος και Βαπτιστής του Κυρίου, θανατώνεται.

Την Μεγάλη Παρασκευή, οι άνθρωποι θανατώνουν τον Θεό, σταυρώνουν τον Θεό. Στη σημερινή αγία μεγάλη γιορτή, οι άνθρωποι θανατώνουν τον μέγιστο όλων των ανθρώπων. Δεν είμαι εγώ που επέλεξε να χρησιμοποιήσει την έκφραση «τον μείζονα.» Τι είναι ο επαίνος μου για τον μεγάλο και ένδοξο Πρόδρομο του Κυρίου, τον οποίο ο Κύριος επαίνεσε περισσότερο από οποιονδήποτε μεταξύ των ανθρώπων, περισσότερο από όλους, από τους Αποστόλους, τους Αγγέλους, τους Προφήτες, τους δικαίους, τους Σοφούς; Από τον Κύριο ειπώθηκε γι ‘αυτόν: ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού … (Ματθ. 11,11). Σε όλη τη Δημιουργία, δεν υπάρχει κανένας μεγαλύτερος επαίνος.

Αυτός είναι ο λόγος που σήμερα είναι μια μικρή Μεγάλη Παρασκευή. Σκεφτείτε: οι παράλογοι άνθρωποι σκοτώνουν τον μεγαλύτερο των δικαίων…. Σκεφτείτε: τι κάνουν οι αντίπαλοι του Χριστού, ακόμη και σήμερα εξακολουθούν να φωνάζουν. “Σταυρώστε Τον, σταυρώσον Αυτόν; !” 

Τι είναι αυτό; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτός ο κόσμος έχει γίνει ένα τρελοκομείο! Οι άνθρωποι δεν θέλουν το Θεό, δεν θέλουν τον μεγαλύτερο Δίκαιο όλου του κόσμου. Ποιόν θέλουν; Ποιόν προτιμούν; Ποιόν ορίζουν στη θέση του Χριστού; Με ποιόν θα αντικαταστήσετε τον Αγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή; Με τον εαυτό σας ;! Ω σκώροι! Ω, μικροσκοπικά έντομα θνητά! Ναι, όταν οι άνθρωποι τρελαθούν από την υπερηφάνεια, όταν από την εγωιστική υπερηφάνεια χάνουν την λογική τους, δεν έχουν ανάγκη από τον Θεό, δεν έχουν ανάγκη από την αλήθεια του Θεού. Οι ίδιοι δηλώνουν ότι είναι θεοί. Παρουσιάζουν το μικροπρεπή, ρηχό, ψευδή ομοίωμα της αλήθειας ως τη μεγάλη και σωτήρια αλήθεια. Ανακηρύσσουν ακόμα, την ελάχιστη γήινη, δική τους ανάπηρη δικαιοσύνη ως την μέγιστη δικαιοσύνη: δεν μας χρειάζεται η Δικαιοσύνη του Χριστού, δεν θέλουμε την Δικαιοσύνη του Θεού.... Ναι, οι άνθρωποι τυφλοί στην διάνοια και το πνεύμα δεν βλέπουν και δεν θέλουν να δουν, ότι ο άνθρωπος, ο αληθινός άνθρωπος, δεν μπορεί να τα καταφέρει χωρίς τον Θεό. Γιατί; Επειδή αυτός ο κόσμος είναι γεμάτος από Ηρώδεις, γεμάτος Φαρισαίους. Ο Ηρώδης απαίτησε την κεφαλή του Ιωάννη του Βαπτιστή, οι Ηρώδεις απαιτούν τα κεφάλια όλων των δικαίων του κόσμου….

Ο Τίμιος Πρόδρομος έλαβε επίσης τη μαρτυρία του Κυρίου στο γεγονός ότι ήταν ο μεγαλύτερος από όλους που γεννήθηκαν από γυναίκα, επειδή έγινε ο πρώτος από όλους τους Αγίους Μάρτυρες της Καινής Διαθήκης. Δείτε πώς έκανε για την αλήθεια του Θεού σε αυτό τον κόσμο! Υπέφερε χαρούμενα! Κατ ‘αρχήν οι ύμνοι και οι προσευχές της ημέρας λένε ότι πήγε με πανηγυρισμούς στον θάνατό του, και ότι υπέστη πανηγυριζωντας. Έτσι, έγινε το πρώτο παράδειγμα και πηγή έμπνευσης για όλους τους Αγίους Μάρτυρες της Καινής Διαθήκης..

Πώς αλλιώς, αδελφοί και αδελφές, μπορούμε να εξηγήσουμε τη παν-χαρά του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, ενώ έχοντας το σώμα του τσακισμένο: τα οστά του να έχουν σπάσει στο τροχό, αυτός φώναζε με χαρά εν Κυρίω, ότι μπορούσε να Τον δη, μπορούσε να δη τους Αγγέλους του Θεού, να κάθονται γύρω του, και οι άγγελοι να σταματούν τον τροχό. Δείτε τι χαρά [βίωσε] κατά τη διάρκεια αυτών των φοβερών βασανιστηρίων! Ο πρώτος που αποκαλύπτει την αγία χαρά του μαρτυρίου ήταν ο Άγιος Ιωάννης, ο  Πρόδρομος και Βαπτιστής του Κυρίου…..

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΒΑΖΕΙ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ

 

Γλυκύτατε Χριστέ, κατέβηκες από τους ουρανούς για να μας βρης και να μας σώσης. Δεν κήρυξες μόνο στον Ναό το Ευαγγέλιό σου, αλλά και σε πόλεις και σε χωριά. Δεν περιφρόνησες κανένα σου πλάσμα. Επισκέφτηκες τα σπίτια όλων όσοι σε πόθησαν.

Δεν έμεινες μέσα στο σπίτι σου, αλλά κυκλοφορούσες ανάμεσα στον λαό σου, αναζητώντας με αγάπη κάθε ψυχή. Αξίωνε και μας τους ιερείς σου να κυκλοφορούμε έτσι ανάμεσα στον λαό σου. Να μη μένουμε κλεισμένοι στο σπίτι μας, μακριά από το ποίμνιό σου. Να είμαστε κοντά του, ανάμεσα του. Να ανοίγουμε το στόμα μας και να μιλάμε με τους ενορίτες μας μέσα στο πνεύμα της πίστεως και της αγάπης. Να τους ανοίγουμε την πατρική μας καρδιά. Να τους εποικοδομούμε και με τα έργα μας, υλικά και πνευματικά έργα. «Τῆς δὲ εὐποιΐας καὶ κοινωνίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε» (Εβρ. ιγ’ 16).

 Όταν ο Αρχέκακος σε πειράζη με λογισμούς απιστίας γύρω από τη Θεία Ευχαριστία, ψιθυρίζοντάς σου ότι είναι αδύνατο να μεταβληθή ο άρτος και ο οίνος σε Σώμα και Αίμα Χριστού, απάντησέ του: «Ναι, είναι αδύνατο για σένα και για μένα –δίκιο έχεις,– αλλά όχι και για τον Θεό». Γιατί «πάντα δυνατὰ ἐστι παρὰ τῷ Θεῷ» (Μαρκ. ι’ 27). Ό,τι ο Θεός θέλει, γίνεται. «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός … καὶ ἐγένετο οὕτως» (Γεν. α’ 9). Ο λόγος του είναι και γεγονός. «Φέρει τὰ πάντα τῷ ρήματι τῆς δυνάμεως αυτού» (Εβρ. α’ 3). Όλοι οι κόσμοι στηρίζονται στον Λόγο του Θεού. Είναι δυνατόν να αμφιβάλλουμε για μία αλήθεια που μας τη μαρτυρούν η πείρα μας και ολόκληρος η ορατή και αόρατος δημιουργία; Ο ιερεύς μόνο λέγει τις ευχές, μόνο κινεί τα χέρια του και ο Κύριος κάνει τη θαυμαστή μεταβολή των Τιμίων Δώρων. «Αὐτός ἐστιν ο προσφέρων και ο προσφερόμενος» (από την ευχή κατά τον χερουβικό ύμνο).

Αγ. Ιωάννου της Κρονστάνδης

Η ΠΩΡΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΚΑΙ Η ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ

 




“Ὢ τῆς Ἡρῴδου πωρώσεως! ὁ ἀτιμάσας Θεόν, ταῖς τοῦ νόμου ἐκλύσεσι, τὴν τῶν ὅρκων τήρησιν, δολερῶς ὑποκρίνεται, καὶ τῇ μοιχείᾳ φόνον προστίθησιν, ὁ σκυθρωπάζειν σχηματιζόμενος, Ὢ τῆς ἀφάτου σου, συμπαθείας Δέσποτα! δι’ ἧς Χριστέ, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν, ὡς μόνος εὔσπλαγχνος” (Στιχηρό των Αίνων του Όρθρου της εορτής της αποτομής της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου σε ήχο πλάγιο του τετάρτου, 29 Αυγούστου)

“Πόση πώρωση στην καρδιά είχε ο Ηρώδης! Αυτός που προσέβαλε βαθιά τον Θεό με τις παραβιάσεις του θεϊκού νόμου, υποκρίνεται με δόλο ότι πρέπει να τηρήσει τους όρκους που έδωσε και προσέθεσε στην μοιχεία φόνο αυτός που σκυθρώπιασε στην όψη του για αυτά που δεν χρειαζόταν. Πόσο δύσκολα εκφράζεται με τα λόγια μας η συμπάθειά σου Δέσποτα Κύριε! Χάρις σ’ αυτήν σώσε τις ψυχές μας, Χριστέ, που είσαι ο μόνος εύσπλαχνος”


“‘Οὐκ ἔξεστὶ σοι ἔχειν, τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου’. Δεν σου επιτρέπεται από το νόμο του Θεού να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου, ο όποιος ζει ακόμα. Λόγια του Τιμίου Προδρόμου, που αποτελούσαν μαχαιριές στις διεφθαρμένες συνειδήσεις του βασιλιά Ηρώδη Αντίπα και της παράνομης συζύγου του Ηρωδιάδος, που ήταν γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου. Ο Ηρώδης, μη ανεχόμενος τους ελέγχους του Προδρόμου, τον φυλάκισε. Σε κάποια γιορτή όμως των γενεθλίων του, ο Ηρώδης υποσχέθηκε με όρκο να δώσει στην κόρη της Ηρωδιάδος ό,τι ζητήσει, διότι του άρεσε πολύ ο χορός της. Τότε η αιμοβόρος Ηρωδιάς είπε στην κόρη της να ζητήσει στο πιάτο το κεφάλι του Ιωάννη. Πράγμα που τελικά έγινε. Έτσι, ο ένδοξος Πρόδρομος του Σωτήρα θα παραμένει στους αιώνες υπόδειγμα σε όλους όσους θέλουν να υπηρετούν την αλήθεια και να αγωνίζονται κατά της διαφθοράς, ανεξάρτητα από κινδύνους και θυσίες. Η Εκκλησία μας θυμάται αυτό το γεγονός την 29η Αυγούστου κάθε χρόνο, στο κλείσιμο του εκκλησιαστικού έτους, και ορίζει νηστεία” (από το Διαδίκτυο)

Οι άνθρωποι επαναστατούμε εναντίον του κακού και της αδικίας στην ζωή μας. Αναρωτιόμαστε πώς μπορεί να υπάρχει κόσμος ο οποίος να ευχαριστιέται με τον θάνατο, με το να υποφέρουν οι άλλοι, πώς μπορεί να υπάρχει τόση ανομία και διαφθορά και να κοιμούνται με ήσυχη συνείδηση οι παρανομούντες, αδιάφορο αν είναι ισχυροί ή καθημερινοί άνθρωποι; Κι όμως, βλέπουμε ότι δεν αλλάζει η οδός του κόσμου. Αναγκαζόμαστε να συμβιβαστούμε κυνικά, χωρίς να αισθανόμαστε ότι μπορούμε να αλλάξουμε την πορεία των πραγμάτων. Φιλοσοφούμε την ζωή μας, σχολιάζουμε, αλλά παραμένουμε θεατές. Αφήνουμε στον Θεό την τιμωρία των παρανομούντων, αλλά βλέπουμε ότι η αλλαγή δεν έρχεται.

Ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ιστορία της ανθρωπότητας διέπραξε ο βασιλιάς των Ιουδαίων Ηρώδης Αντίπας, η “αλώπηξ”, όπως τον χαρακτήρισε ο Χριστός. Άνθρωπος διεφθαρμένος, παρότι είχε την δυνατότητα να απολαμβάνει κάθε ηδονή, προτίμησε να αρπάξει την γυναίκα του αδερφού του, με την σύμφωνη γνώμη της, διότι αυτή είχε την φιλοδοξία να γίνει βασίλισσα, και να παραβιάσει την εντολή “ου μοιχεύσεις”, που ίσχυε από τον μωσαϊκό νόμο. Στην πολιτική διαφθορά, καθώς ο Ηρώδης διοικούσε υπό την ανοχή των Ρωμαίων, με κριτήριο τον δικό του πλουτισμό και του επιτελείου του, στην θρησκευτική διαφθορά καθώς στα χρόνια του το αξίωμα του αρχιερέα, που έπρεπε να αναλαμβάνει άλλος κάθε χρόνο, εξαγοραζόταν από τον Άννα και τον Καϊάφα, τους μετέπειτα σταυρωτές του Κυρίου, υπό τον όρο της ανοχής στην διαφθορά της πολιτική εξουσίας, προστέθηκε και η ηθική διαφθορά. Η μέθη της εξουσίας έφερε την περιφρόνηση του Θεού και ο πολιτικός ηγέτης, από παιδαγωγός του λαού και τηρητής των παραδόσεων, κατεστάθη καθοδηγητής στο κακό.

Γιατί αυτή η πώρωση της καρδιάς, που συνοδεύτηκε από την υποκρισία της ανάγκης τήρησης ενός όρκου που δόθηκε πάνω στην μέθη και ήταν αποτέλεσμα ασελγούς χορού στα γενέθλια του βασιλιά; Είναι ένα μάθημα για όλους μας. Η καρδιά που μεθά από εξουσία γίνεται επηρμένη. Ο άνθρωπος έχει λάβει από τον Θεό το δώρο της ελευθερίας. Η ελευθερία μπορεί να γίνει παράδεισος, εάν δένεται με την αγάπη, εάν μας κάνει να βγαίνουμε από την προτεραιότητα του εαυτού μας, εάν μας οδηγεί στην τήρηση των εντολών του Θεού, οι οποίες μας δείχνουν τα όρια και την αποστολή μας. Μπορεί να γίνει όμως και κόλαση, όταν λειτουργούμε στην οδό του “όλα επιτρέπονται”, όταν “ο νόμος είμαι εγώ”, όταν “η επιθυμία μου είναι νόμος”. Ο άνθρωπος τότε επιβάλλει το θέλημά του στους πάντες ή γκρινιάζει όταν δεν μπορεί να το πράξει, θεοποιεί τον εαυτό του για να αισθάνεται καλά και δεν σταματά, καθώς δεν υπάρχει γι’ αυτόν “πρέπει”, “όριο”, “ήθος”. 

Το πρόβλημα όμως είναι όταν και η κοινωνία στην οποία αυτή η γραμμή ακολουθείται, δεν αντιδρά. Το βλέπουμε στις ημέρες μας, με την κακοποίηση των γυναικών, με τις παρενοχλήσεις, με την διαφθορά κάθε μορφής. Μία λεκτική αποδοκιμασία, η μετά κόπων και βασάνων τιμωρία από τους ανθρώπινους νόμους, καμία όμως αίσθηση ότι η κοινωνία χρειάζεται μετάνοια γενικότερα και σπουδή πάνω στην πώρωση της καρδιάς. Οι διεφθαρμένοι θεωρούνται εξαίρεση ή οι πολλοί νομίζουν πως επειδή η διαφθορά δεν τους αγγίζει, δεν χρειάζεται και να εξεγερθούν. Πώς, θα αναρωτηθούμε; Έχοντας επίγνωση ότι “έστι Θεός”. Έχοντας επίγνωση ότι ο θάνατος περιμένει τους πάντες και ότι δεν μπορεί ο καθένας να αμαρτάνει για πάντα. Έχοντας επίγνωση ότι η πώρωση της καρδιάς συνεπάγεται την άρνηση της αμαρτίας. Καλλιεργώντας το αίσθημα της “αιδούς”, της ντροπής από φιλοτιμία και ψυχικό πόνο και ζητώντας την ανάληψη της ευθύνης για ό,τι διαλύει την τάξη στην κοινωνία. Είναι άλλο η μετάνοια, η συγχώρηση και η αγάπη που γίνεται δεύτερη ευκαιρία, και άλλο το αίσθημα της διαγραφής, σαν να μην έγινε, της αμαρτίας ή της αδιαφορίας γι’ αυτήν.

Υπάρχει ένα αίσθημα ουδετερότητας στους καιρούς μας. Δεν με αφορά το κοινωνικό κακό. Δεν με αφορά η διαφθορά. Επομένως γιατί να αντιδράσω; Αν μάλιστα, ο διεφθαρμένος έχει δύναμη ή ικανότητα να περνά τα πάθη του ως φυσικές καταστάσεις ή ως δικαιώματα, τότε η ουδετερότητα θεωρείται δικαιολογημένη. Απέναντι σ’ αυτήν την ουδετερότητα ο Τίμιος Πρόδρομος κράτησε δύο στάσεις: η πρώτη ήταν η στηλίτευση, αυτό το δυνατά ακουσμένο “ουκ έξεστί σοι”. Η δεύτερη ήταν η σιωπή στην φυλακή και η προσευχή. Γνώριζε ότι η δική του αποστολή στο κοινωνικό επίπεδο είχε ολοκληρωθεί και παρέδιδε πλέον την σκυτάλη στον Χριστό. Μίλησε πρώτα, σιώπησε προσευχόμενος στην συνέχεια και υπέστη με την προσμονή της αιωνιότητας το μαρτύριο, για να βρίσκεται για πάντα δίπλα στον Χριστό. Η αλήθεια φέρνει θάνατο, φέρνει κι ανάσταση. Καθαρίζει όμως την συνείδησή μας και μας αφήνει να κοιμόμαστε ήσυχοι.

Αυτός είναι και ο δρόμος μας. Όχι μιας φοβικής ή αδιάφορης ουδετερότητας, αλλά η ανάδειξη της πώρωσης στον εαυτό μας πρώτα, γιατί ίχνη διαφθοράς γεννιούνται από την αμαρτία και μέσα μας, όπως και στον κόσμο, και στην συνέχεια, η σιωπή του ταπεινού που γνωρίζει να περιμένει. Όχι την εκδίκηση του Θεού, αλλά την μετάνοια του κόσμου, καθώς τα λάθη και τα εγκλήματα γυρίζουν στον πωρωμένο. Αν υπακούμε στον Θεό δεν ζηλεύουμε την εξουσία του ισχυρού, δεν θεωρούμε επιλογή μας να εκμεταλλευόμαστε την διαφθορά προς όφελός μας ή για να δικαιολογήσουμε τα δικά μας. Ας κρατούμε το ήθος, τα όρια, την αιδώ, την πίστη. Και η μετάνοια που κηρύττει ο Πρόδρομος ας είναι ο δικός μας δρόμος. Και έχει ο Θεός.


π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ

          ντως λαμπρ κα θεϊκς χαρμοσύνης πλήρης σημεριν σύναξη, πο μς συγκέντρωσε λους μς, γαπητο Χριστιανοί, γι ν γιορτάσουμε σήμερα τ πνευματικ πανηγύρι. Κα δίκαια χαρακτηρίζεται λαμπρά, π ατ τ διο τ πώνυμο το γίου, το ποίου τελομε τν μνήμη, μι κα εναι κα θεωρεται «λύχνος φωτός». Χωρς μφιβολία δν πρόκειται γι λύχνο, πο περιαυγάζει τος σωματικούς μας φθαλμος μ γήϊνη κτινοβολία. Γιατ ατο το εδους λάμψη θ ταν παροδική, μ συνεχες διακοπς π κάθε μπόδιο, πο θ παρεμβαλλόταν σν σκιά. ντίθετα, πρόκειται γι φς, πο καταυγάζει μ τν κτινοβολία τς θείας Χάριτος τς καρδις λων κείνων, πο νέκαθεν χουν συναχθε στν ορτή, γι φς, πο νυψώνει τν νο στ θεωρία τς θλήσεως το δικαίου. Κι τσι, καθς μ τ μάτια τς ψυχς μας θ τενίζουμε τ μακάριο τοτο πάθος, θ δημιουργομε παράλληλα κα τν προϋπόθεση τς προσωπικς μας εφροσύνης. Γιατ τ αμα ποιουδήποτε λλου, πο π ξίφος ρρευσε κάτω στ γ, οτε θ μποροσε ν τέρψει τν νθρώπινη ραση οτε διήγηση το γεγονότος ν καλύψει μ σεβασμ τν μνήμη το νεκρο. Γιατί, πς θ μποροσε ν λκύσει τν νθρωπο, πο π τν φύση του γαπ τ ζωή, μι αματοχυσία πο δηγε στ θάνατο; Μλλον τ ντίθετο θ τν δηγοσε μ τν πέχθεια ζωγραφισμένη στ πρόσωπό του σ συναισθήματα συμπαθείας κα λέους γι τ πάθημα, κτς βέβαια ἐὰν κανες βρίσκεται σ κατάσταση λλοφροσύνης ποκτηνώσεως, μ μπορώντας ν ντιδράσει λογικ σ ατ πο βλέπει, πως κάνουν τ γρια θηρία. πως κριβς συμβαίνει κα μ τος πετεινούς, πο ν λλοι σφάζονται, ατο χαίρονται, λαλον, πηδον δεξι - ριστερά, μένοντας μόνο σ ατ πο βλέπουν κα χωρς ν συλλογίζονται, τι θ λθει κα δική τους σειρ ν πάθουν τ διο. Τ αμα, μως, το δικαίου τ βλέπει κανες κα τέρπεται, κούει γι᾿ ατ κα το μεταφέρονται χαροποι γγέλματα, ξίζει ν τ ψαύει μ τ χείλη προσκυνηματικά. Γιατ προσφορ ατο το αματος χαρίζει τν μετοχ στν θάνατη κα ληθιν ζωή. Κα πιστεύω, τι χι μόνο σταγόνα το αματος, λλ κα ,τιδήποτε δικό του, ετε λείψανο ετε μία τρίχα ετε κάτι π᾿ σα φοροσε γγιζε, εναι περιζήτητο κα πολύτιμο σ᾿ ατν πο χει βάλει σκοπό του ν ζε μ εσέβεια. Γι᾿ ατ τ λόγο κενος, πο χει κάτι τέτοιο στ σπίτι του στν κκλησία, δηλαδ λόκληρο λείψανο να μέρος κάτι πειροελάχιστο, τ θεωρε καύχημά του, σν ν κατέχει κάποιο θησαυρό, πο το χαρίζει γιασμ κα το ξασφαλίζει τν σωτηρία. Κα προσέρχεται μ ελάβεια στ λειψανοθήκη μ τν ερ σκόνη κα σπάζεται μ γιο φόβο τ ψαυστα για λείψανα.



Τίμιο τ αμα τν προφητν

Τέτοιο, κατ τ γνώμη μου, ταν κα τ αμα το δικαίου βελ, ν κα γι τος γονες στάθηκε τότε ατία συνήθιστου κα γοερο θρήνου. Κα πς θ μποροσαν, ν μέχρι τότε δν εχαν μπειρία το νεκρο, ν μν χάσουν τ λογικ τος γι τ σφαγ το υο τους, ν μν θρηνήσουν κα ν μν ξεσπάσουν σ γοερς κραυγές, καθς ξαφνικ τν βλέπουν ν κείτεται κατ γς αμόφυρτος κα πεσμένος νεκρς π τ φονικ χέρι το δελφο; Τέτοιο στάθηκε γι μς κα τ γιο αμα το προφήτου μώς, πο θανάτωσε μ ξίφος βασιλις μασίας, φο συνέχεια τν βασάνιζε νελέητα. Παραδίδει σ θάνατο τν δίκαιο, καθς τν πλήγωσε μ ρόπαλο στν κρόταφο, μι κι διος πληγωνόταν μ τ προφητικ βέλη. Τ διο κα τ γιο αμα το προφήτου Μιχαίου, πο τν σκότωσε γκρεμίζοντας τν ωράμ, γυις το χαάβ, πειδ δίδασκε μ ελικρίνεια κα θάρρος τ θέλημα το Θεο. Γιατ τν λεγχε, καθς μαρτυρε γία Γραφή, γι τν σεβ συμπεριφορ τν προγόνων του. Τέτοιο ταν κα τ γιο αμα το προφήτου σαΐου. Τν χώρισε σ δυ μέρη μ πριόνι Μανασσς, πο εχε παρασύρει στν εδωλολατρεία τν μανιώδη στ πάθη κα πιπόλαιο στν πίστη σραηλιτικ λαό, πειδ δν ντεχε ν κούει τς προφητικς ποκαλύψεις. Τ διο γιο στάθηκε κα τ αμα το γενναίου λεάζαρ, πο μαρτύρησε μ τ πτ παιδι κα τν θεοσεβ μητέρα τους· αμα, πο σκόρπισε σύστολα ντίοχος μέσα π πολλ βασανιστήρια, μ ποφέροντας τν σθεναρ ντίσταση τν καταμάχητων γι τν φαρμογ το θελήματος το Θεο. Κα τος σφράγισε θάνατος μέσα στν τέλεια πίστη τους. Τέτοιο στάθηκε γι μς κα τ γιο αμα το προφήτου Ζαχαρίου. Χύθηκε μπροστ στ θυσιαστήριο π τ φηνιασμένο κα μότατο μαχαίρι τν ουδαίων, πο δν μποροσαν ν κονε τ προφητικ λόγια. Κα τί χρειάζεται ν ναφέρω περισσότερα παραδείγματα π τ ν μιλήσω συνοπτικ γι τ γιο αμα τν ποστόλων, τν προφητν κα τν μαρτύρων, αμα πο πολλο λιτήριοι καναν ν ξεχυθε ποικιλοτρόπως, σν νερ φθονο πο περικυκλώνει τ γ κα σβήνει τν σέβεια;


Τ αμα πο βο

Τέτοιο, λοιπόν, ταν κα τ γιο αμα το Βαπτιστο κα Προδρόμου το Χριστο, γι τ ποο πρόκειται ν μιλήσουμε. Ατ χύθηκε σν πολυτελς μύρο π τν ερ τράχηλο κα εωδιάζει τν οκουμένη. Αμα, πο σύναξε χι γαστριμαργία οτε ονοποσία οτε τροφ κρεάτων κάποιου λλου δέσματος, π σα συνηθίζουν ν λιπαίνουν κα ν κανοποιον τς ρέξεις, λλ αμα, πο σιγ - σιγά, π ατ τ δια τ σπάργανα μέχρι τ τέλος, αξησε χάρη τς γκρατείας. Γιατί, πως λέει Κύριος, «λθε ωάννης, πο οτε τρωγε, οτε πινε». Αμα, πο κενώθηκε, πρν π τ πανάγιο Αμα το Δεσποτικο κα θανάτου ποτηρίου. Γιατ πρεπε πρόδρομός του φωτός, πως νέτειλε μ τ γέννησή του π στερα μητέρα καταυγάζοντας ατος πο ζοσαν πάνω στ γ, τσι ν λάμψει κα στος νεκρος περνώντας μέσα π τ θάνατο ς φωτόμορφος κήρυκας. Αμα, πο μ πολ περισσότερη παρρησία βο πρς τν Κύριο π᾿ ,τι τ αμα τς σφαγς το βελ. Κα γίνεται το φόνου κτέλεση ναβόηση μυστικς φωνς, πο δν προέρχεται π φωνητικ ργανα, λλ πο γίνεται ντιληπτ μ τ δύναμη τς διας της πράξεως. Αμα σεβασμιώτερο π ατ τν πατριαρχν, πολυτιμότερο τν προφητν κα σιώτερο τν δικαίων. κόμη κα τν ποστόλων διαπρεπέστερο κα τν μαρτύρων νδοξότερο, καθς μαρτυρε λόγος το Θεο Λόγου. Αμα χαριέστατο, πο καλλωπίζει τν κκλησία το Χριστο, πι μορφο π κάθε ποικολόχρωμο κα σπάνιο νθοστολισμό, αμα, πο κενώθηκε κατ τ τέλος το παλαιο νόμου πρ τς δικαιοσύνης κα νθος, πο ποτελε τ προοίμιο τς παρουσίας το Χριστο.


Δίκαιος λεγχος

λλ ς συνθέσουμε τν λόγο π τ ερ Εαγγέλια γι τ πς κενώθηκε ατ τ αμα, π ποιν κα γι ποι ατία. « ρδης, λοιπόν, λέει τ γιο Εαγγέλιο, φο συνέλαβε τν ωάννη, τν δεσε κα τν ρριξε στ φυλακή, ξ ατίας τς ρδιάδας, τς γυναίκας το δελφο του Φιλίππου. Γιατ το λεγε ωάννης: Δν σο πιτρέπεται ν συζες μ ατήν. Κα ν θελε ν τν θανατώσει, φοβήθηκε τν λαό, γιατ λοι τν θεωροσαν προφήτη». Κατ᾿ ρχς ς προσπαθήσουμε ν ξακριβώσουμε, ποις ταν ατς ρδης, πειδ συνωνυμία προξενε σάφεια γι τ συγκεκριμένο πρόσωπο. Φανερ εναι, πς πρόκειται γι τν τετράρχη. Γιατ πατέρας του ρδης, φονέας τν νηπίων, εχε πεθάνει δ κα πολλ χρόνια. Κα γι ποιν λόγο τν λεγχε ωάννης; Γιατ χοντας πομακρύνει τ νόμιμη γυνακα του ρδης, δηλαδ τν κόρη το βασιλι ρέτα, συνψε παράνομο δεσμ μ τν ρδιάδα, τ γυνακα το δελφο του Φιλίππου. Γιατ εχε τ δυνατότητα, σύμφωνα μ τν μωσαϊκ νόμο, ν κείνη ταν τεκνη, ν τν νυμφευθε, γι ν ναστηθε πόγονος στν δελφό του. Παντελς, μως, παγορευόταν, φ᾿ σον εχε μία κόρη, τν συνωνόματη ρδιάδα (τν Σαλώμη), τ γέννημα τς χις, τ διαβολικ ργανο το δικο της φανισμο. Ελογος, λοιπόν, λεγχος το ωάννου. Κα λεγχος χι βριστικός, λλ συμβουλευτικός, χωρς ν δημιουργε τραύματα, λλ πεναντίας, ν θεραπεύει πληγές. Γιατί, τί λέει; «Δν σο πιτρέπεται ν τν χεις». Τν παναφέρει στν τάξη τς θείας νομοθεσίας, μιλώντας κάπως τσι: «Δς κα πληροφορήσου μ κρίβεια, γι τ τί σου παραγγέλλει μωσαϊκς νόμος. « Ἐὰν μένουν μαζ δυ δελφο κα πεθάνει νας π ατος χωρς ν χει φήσει πογόνους, δν πιτρέπεται χήρα του ν παντρευθε ξένον νδρα. Θ τν νυμφευθε δελφς το νδρα της κα θ τν λάβει ς νόμιμη σύζυγο κα τ παιδ πο θ γεννηθε θ λάβει τ νομα το νεκρο κα τσι δν θ σβήσει τ νομά του π τ σραήλ». Ατ σο παραγγέλλει νόμος. σύ, ντίθετα, συζες μ τν γυνακα, πο χει δη παιδ π τν δελφό σου. Μή, λοιπόν, παραβες τν κανόνα το νομοθέτου. Κι οτε μ νόσιο αμα ν μολύνεις τν βασιλικ πορφύρα. Κι οτε σύ, πο φείλεις ν ποτελες γι τος λλους τ πόδειγμα τς ποταγς στος νόμους, μφανισθες ς ατιος παρανομίας στος πηκόους σου. Κι ν πέσεις σ ατ τ παράπτωμα, δίκαια θ κριθες, «γιατ τιμωρία, γι σους βρίσκονται στν ξουσία, εναι μεση».


αχμάλωτος τν παθν φυλακίζει τν λεύθερο

Ατός, μως, κατέχοντας τν ξουσία κα λησμονώντας τι πάρχει Θεός, ξεμάνη, ναψε π θυμ κα πέσεισε π πάνω του τν λεγχο. Δν μιμήθηκε τν Δαυΐδ, πο ταν τν λεγξε προφήτης Νάθαν π μοιχείη, βόησε: «μάρτησα στν Κύριο». Κα Κύριος γι τν ταπείνωσή του ατή, το συγχώρησε τ μάρτημα. ντίθετα, πως λέει γία Γραφή, φο συνέλαβε τν ωάννη, τν δεσε κα τν φυλάκισε. Ατν πο μ τν σκητικό του βίο ζοσε τν ψιστη λευθερία, τν δέσμευσε αχμάλωτος στ πάθος τς σελγείας. δεσε τν πελευθερωμένο π κάθε μπαθ σχέση δη δεσμευμένος στ γοητεία τς κολασίας. βαλε στ φυλακ τν φύλακα κα κήρυκα τς κκλησίας κατάδικος γι τν πράξη τς καθαρσίας. «ξ ατίας τς ρδιάδας, τς γυναίκας το δελφο του Φιλίππου». Γι τν ρδιάδα, τν μοια στος τρόπους μ τν Δαλιδ κα συνεργ το διαβόλου. Γιατί ατή, τν συγκοιταζόμενο μαζί της, μλλον δ παράνομο ραστή της, τν ξώθησε σ μανία κατ το ωάννου. Δν νέχομαι λέει, ν εμαι βασίλισσα κα ν χλευάζομαι π τ παιδ το Ζαχαρίου. Καθήλωσε στ φυλακ τ γλσσα, πο μ στηλιτεύει. Σκότωσε σο πι γρήγορα γίνεται μ ξίφος ατόν, πο μ λόγια σν βέλη μου πληγώνει τν ψυχή. «Κα θέλοντας ν τν σκοτώσει φοβήθηκε τν χλο, γιατ θεωροσε τν ωάννη ς προφήτη». Κα συμβαίνει, ταν θέλουν ο ρχοντες ν πράξουν κάτι παράνομο, ν μν κάνουν εθς μέσως τν ρμητική τους διάθεση πράξη, λλ ναβάλλουν π ντροπ κα φόβο στν λα κα καραδοκον, πότε θ βρεθε κατάλληλη εκαιρία ν ξεχύσουν τ μοχθηρία τους.


Ο ρίζες τς νομίας καρποφορον

«Στ γιορτ τν γενεθλίων του ρδη, νάμεσα στος καλεσμένους, χόρεψε κόρη τς ρδιάδας κα ρεσε στν ρδη, γι᾿ ατ κα τς ποσχέθηκε μ ρκο, πς θ τς χαρίσει, ,τι κι ν το ζητήσει». Κι κείνη τν μέρα, πο φειλε ν ναπέμπει δοξολογία στ Θεό, πο τν δήγησε στ φς ατς τς ζως, κενος προτίμησε τ ργο το σκότους. Γιατ περίσταση κείνη ταν εκαιρία γι χαρ πνευματικ κα χι γι χορ κα μάλιστα γυναικώδη νώπιον νδρν. Κα ποι τ ποτέλεσμα; ρκος. Κα π τν ρκο; φόνος. Ξερρίζωσε τς ρίζες τς κακίας κα δν θ βλαστήσει καρπς νομίας. ν, μως, φυτρώσουν ο πρτες, σφαλς κα θ ποδώσουν τος καρπούς τους. «Χόρεψε κόρη τς ρδιάδας ν μέσ τν καλεσμένων κα ρεσε στν ρδη». Κα σ τί λλο μποροσε ν χει κπαιδευθε π τν μητέρα της πρόξενος τς πορνείας κόρη π τ ν χορεύει διάντροπα κα μάλιστα μ τέτοια τέχνη κα πιτήδευση στ χορό, στε ν ρέσει στν ρδη; Γι᾿ ατ κα κενος μ ρκο δέθηκε ν τς χαρίσει, ,τι το ζητήσει. Σ τέτοιο βαθμ φθάνει προπέτεια ατν, πο βακχικ ργιάζουν στ πάθη τς τιμίας, στε ν ποφαίνονται περίσκεπτα γι ποιοδήποτε πργμα ρχεται στ νο τους. Κα ατ δασκαλεμένη ριστα π τν μητέρα της δραξε τν εκαιρία γι τν ποτροπιαστικ θάνατο, πο π καιρ πάσχιζε ν πραγματοποιήσει ρδιάδα, μάννα τς χις. Κα ... ράσει τ ξίφος τν ερ τράχηλο το Προδρόμου, λλ διαπραγματεύθηκες ν σο δοθε γία κεφαλ κα π πίνακι. κόλαστη κα θηριωδέστερη κα π τν εζάβελ!


Συμπόσιο νόσιο

«Κα λυπήθηκε, λέει τ Εαγγέλιο, βασιλιάς. πειδή, μως, εχε ρκισθε κα γι ν μν κτεθε στος καλεσμένους, δωσε ντολ ν τς δοθε κεφαλή. Κα στειλε κα ποκεφάλισε τν ωάννη στ φυλακή. Κα μεταφέρθηκε π πίνακι κεφαλ το Προδρόμου κα δόθηκε στν κόρη, κι ατ μ τ σειρά της τν δωσε στν μητέρα της». Φοβερς καρπς διαβολικς προμελέτης. Ποις τόλμησε ν καταφέρει κατ τς θείας κεφαλς θανατηφόρο ξίφος; δεύτερος Δωήκ, νομος πηρέτης, πο δν μιμήθηκε κείνους, πο μ φρόνηση ντιτάχθηκαν στν βασιλέα Σαούλ, ταν ατς δωσε διαταγ ν φονεύσουν τος προφτες το Θεο. «Κα προσφέρθηκε, λέει Γραφή, κεφαλ π πίνακι». Πς ν χαρακτηρίσουμε ατ τ γεμα; Συμπόσιο φονευτήριο; Κα πς ν νομάσουμε ατος τος καλεσμένους; Συνδαιτυμόνες κδοτους στ μέθη; φοβερ θέαμα! Πονηρ ραμα! κε παρετίθετο ρνιθα ς γεμα, δ προσφερόταν προφητικ κεφαλή. κε κερνοσαν καθαρ ονο, δ κρουνηδν ρρεε τ αμα το δικαίου. Φοβερ γγελία κα φρικτ φήγηση: «Κα δόθηκε στν κόρη, κι ατ μ τ σειρά της τν δωσε στν μητέρα της». λλοίμονο, τί τόπημα! τίμητη κάρα, γν κα ψαυστος κα στος γγέλους σεβάσμια, γι μία τιμη πράξη προσφέρθηκε στ μιαρ κα βέβηλο κόρη. Κα τν δωσε στν μητέρα της σν ν παρέθετε γεμα σ᾿ ατήν, πο ργίαζε π τν μανιώδη πιθυμία το θανάτου το προφήτου. Σν ν τς λεγε: Φγε, μητέρα, τς σάρκες ατο πο ζησε ς σαρκος. Πις τ αμα ατο πο θυσίασε τ αμα του στν σκηση. Τώρα πι σφαλίσαμε μία γι πάντα τ στόμα κείνου, πο μς στηλίτευε.


εκόνα τς ταφς

«Κα λθαν, συνεχίζει τ Εαγγέλιο, ο μαθητές του κα πραν τ σμα κα τ νταφίασαν». Πρόσεξε, σ παρακαλ, σ φιλομαθής, γιογραφημένη τν εκόνα το νταφιασμο το δικαίου, κα τος μν εκονομάχους μ σταματήσεις ν πιπλήττεις ς χθρούς της ληθείας, σ δ μελετώντας τν στορία μ καθαρότητα ποκόμισε τν φέλεια. Δές, πς σύρεται γιος π τν φυλακ σιδηροδέσμιος. Πς ποτρόπαιος δήμιος προτείνει πάνθρωπα τ ξίφος κατ τς ερς κεφαλς. Πς μετ τν ποτομ μυρόβλυτη κάρα προσφέρεται στν μανιασμένη π ργια ρδιάδα. Κα δές, πς θάπτεται τ ερ σμα π τ χέρια τν μαθητν του, πο τν παραστέκουν λογυρς μ θερμ δάκρυα κα βαθ πόνο ψυχς. Κα λλος μν ναγκαλίζεται τ πόδια το γίου, λλος πασχίζει ν συναρμόσει τν κεφαλ μ τ πόλοιπο σκήνωμα, ν κάποιος τρίτος θυμιάζει κα ψάλλει τν νεκρώσιμη κολουθία. κε βρίσκομαι κι γώ, κροατές, μ τ μάτια τς ψυχς μου κα βλέπω τν ταφ το δικαίου ν γίνεται μ ερήνη, πως ναφέρεται στν Γραφή. Θεωρ τ γγελικ κενο πρόσωπο, πο ο φθαλμοί του σν δυ φωστρες βασίλεψαν κα πο ψη του ντιφέγγιζε τν κτινοβολία τς Χάριτος. Δν ναπνέει τς πρόσκαιρης ζως τν ζωτικ νέργεια, λλ κατ᾿ ξοχν ναπνέει τς Θείας Χάριτος τν εωδία. σπάζομαι κενες τς ερς χερες, πο φή τους στάθηκε νέπαφη π τν μαρτία κα πο δάκτυλός τους καθυπέδειξε στος νθρώπους Ατόν, πο πρε πάνω Του τν μαρτία το κόσμου. Προσκυν τος ραίους κείνους πόδας το εαγγελιζομένου τ γαθ στος νθρώπους, το Προδρόμου, πο προευτρέπισε τν δ τς παρουσίας το Κυρίου. ς μο παραχωρηθε γι προσκύνηση κα τιμία λυσις, πο μ᾿ ατν κρατήθηκε δέσμιος πολυτίμητος νάμεσα στος νθρώπους γγελος. ς μο δοθε κα τ ερ κενο πινάκιο, πο πάνω του κατατέθηκε πανσεβάσμια κάρα, πολυτιμότερη κα π τν χρυσό. Κα οτε τν μάχαιρα το στυγνο φονι, πο διαπέρασε τν ερ τράχηλο, ν ερισκα, θ φηνα προσκύνητη κα οτε τ χμα, ν τύχαινε ν βρ, που φυλακίσθηκε θησαυρός, θ δίσταζα ν καταφιλήσω, μ τν βεβαιότητα τι θ μο μεταγγίσει Χάρη. Μακαριστ τάφε κα πικρη πέτρα, πο κρατς μέσα σου κλεισμένο τ τρισευλογημένο κενο σκήνωμα, πολυτιμότερο π πολλ σμαράγδια κα μαργαριτάρια. κε, λοιπόν, παρευρισκόταν ρατς λη μήγυρις τν μαθητν κα οράτως πλθος γγελικν δυνάμεων, πο γκωμίαζαν, τιμοσαν, νύψωναν στν οραν κα μετέφεραν στν αώνια χαρ ατόν, τν νσαρκο γγελο, τν γνήσιο φίλο το Κυρίου, τν νυμφαγωγ το νυμφίου, τν σβεστο λύχνο το ρρήτου φωτός, τν ζωνταν φων το Θεο Λόγου, τν περάνω τν προφητν κα μεγαλύτερο λων τν νθρώπων. Τέτοια, λοιπόν, πως επώθηκε, ερηνική, πρξε ταφ το δικαίου, πρόξενος γαλλιάσεως κα σωτηρίας στν κόσμο.


Πρόδρομος π τος ορανος μς νταμείβει

ραγε παράφρων ρδης διέφυγε πειτα π λα ατ τν δίκαιη κρίση το Θεο; (τν δικαιοκρισία). χι βέβαια. ντίθετα, πως ναφέρεται, ξ ατίας ατο το γκλήματος κατασφάττεται στερα π νταρσία λων τν πηκόων του. Κι ατ συνέβη, πειδ Θες συνετίζει παιδευτικ ατούς, πο πρόκειται ν βασιλεύσουν στ μέλλον, στε ν μν περιπέσουν στ δια γκλήματα. λλά, φο πανέλθω στ προκείμενο, ς ναβοήσω μ φωνή, πο ρμόζει στ σημεριν μέρα. μέρα ωάννης Πρόδρομος π τ στόματα λων τν νθρώπων τιμται γι τ λεγκτικό του κήρυγμα κα παράφρων ρδης π λους σους χουν φόβο Θεο στηλιτευόμενος π μοιχείη περιφρονεται. Σήμερα κεφαλ ωάννου το Προδρόμου προσφέρεται ς ερ σφάγιο π πίνακι κα μοιχαλίδα ρδιάδα παρ τν θέλησή της καταδικάζεται αώνια. Σήμερα τ αμα ωάννου το Προδρόμου γι τν φύλαξη το θείου νόμου χύνεται κα χθρός του Προδρόμου δι τς παρανομίας (μ τν κάκιστη διαγωγή του) δίκαια διαπομπεύεται. Σήμερα ωάννης Πρόδρομος γι τν παρρησία του πρς τν ρδη χάριν τς δικαιοσύνης φονεύεται κα ο βασιλες τς γς διδασκόμενοι ν μν χωρίζονται π τς νόμιμες γυνακες τος τν δη διαζευχθέντα βασιλέα πεχθάνονται. Σήμερα ωάννης Πρόδρομος στήνει ρόσημο πάνω στ γ κα παραγγέλλει ν᾿ ρκεται κάθε νθρωπος στ νόμιμη γυνακα του κα ν μν προχωρε πάρα πέρα. Σήμερα ωάννης Πρόδρομος κατέρχεται στν δη κα ο νεκρο φουγκράζονται (εαγγελίζονται) τν νείπωτη χαρ τς παρουσίας το Χριστο. Σήμερα ο ορανο μ πανευφρόσυνη γαλλίαση ποδέχονται τν ποκεφαλισθέντα γι τν δικαιοσύνη το Θεο ωάννη τν Πρόδρομο κα ο νθρωποι πάνω στ γ ναπέμπουν όρτιους μνους. Κα μο φαίνεται, πς μς παρακολουθε π τος ορανος μέγας το Κυρίου Πρόδρομος κα πς θ μς νταμείψει σν μνδούς του μ θεία χαρίσματα. Μεταξ τν προφητν σν πρωϊνς διάττοντας στέρας πο καταγαύζει νάμεσα στος ποστόλους, σν λιος μεταξ λίων πο προλάμπει κα περλάμπει, ν μέσ τν μαρτύρων σν ορανς κατάκοσμος μ τ στρα τν θαυμάτων, μεταξ τν δικαίων πέρτερος, περέχων γι τος πολλος γνες του πρ τς δικαιοσύνης φαίνεται ψηλότερος κα π τος ψηλόκορμους κέδρους το Λιβάνου ατς πο χαροποίησε σήμερα τν οκουμένη. Γιατί, ν πολλο θ χαρον, κατ τ εαγγελικ λόγια, μ τν γέννησή του, νάλογη θ πρέπει ν εναι κα πνευματικ εφροσύνη, γι τ μαρτύριό του, τ ποον ξιωθήκαμε ν πανηγυρίσουμε λοι μες, ερες κα ρημτες, μοναχο κα λαϊκοί, γιατί λοι μετέχουμε στν γαλλίαση, πο μς χαρίζει μνήμη του. διαίτερα, μως, μς, πο γκαταβιώνουμε στν ερ τοτο οκο. Εθε ν τύχουμε κτενέστερα κόμη τν θείων πρεσβειν Του πρς τν Κύριό μας ησο Χριστό, στν ποον νήκει δόξα κα τ κράτος, καθς κα στν Πατέρα κα τ πανάγιο κα ζωοποι Πνεμα, γι σήμερα κα γι πάντα κα αώνια. μήν.
 Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος β’.
Μνήμη δικαίου μετ᾽ ἐγκωμίων· σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον· ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐηγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ᾅδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.