Ομιλία του ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν παντοτινὴ ἐπίγνωση τῆς φιλανθρωπίας
τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτούς, θὰ εἶναι φιλάνθρωποι κι ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον. Δὲν
ὑπάρχει τίποτ’ ἄλλο ποὺ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους ἄσπλαχνους πρὸς τοὺς
ἄλλους, ὅσο ἡ πεποίθηση πὼς κανένας δὲν θέλει νὰ δώσει καὶ στοὺς ἴδιους.
Κανένας; Καὶ ποῦ εἶναι ὁ Θεὸς τότε; Δὲν
μᾶς ἀποζημιώνει κάθε μέρα καὶ κάθε νύχτα ὁ Θεὸς μὲ τὴν εὐσπλαχνία Του,
σὲ ἀντίθεση μ’ ἐμᾶς ποὺ εἴμαστε ἄσπλαχνοι; Δὲν εἶναι πιὸ σπουδαῖο γιὰ
μᾶς νὰ μᾶς εὐεργετήσει ὁ Βασιλιὰς στὴν αὐλή Του μὲ τὴν εὐσπλαχνία Του,
ἀντὶ νὰ μᾶς εὐεργετοῦν οἱ δοῦλοι Του; Τί μᾶς ὠφελεῖ ἂν μᾶς εὐεργετοῦν ὅλοι οἱ δοῦλοι Του, ἀλλὰ ὁ Βασιλιὰς εἶναι συγκρατημένος ἀπέναντί μας;[…]
Εἶπε ὁ Κύριος: «Καὶ καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»
(Λουκ. ϛ´ 31). Αὐτὰ εἶναι τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου ποὺ μᾶς
εἰσάγουν στὴν ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας. Ἂν δὲν θέλετε νὰ γίνουν ἐχθροί
σας οἱ ἄνθρωποι, πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα φροντίστε νὰ μὴ γίνετε ἐσεῖς ἐχθροί
τους.
Ἂν εἶναι ἀλήθεια πὼς κάθε ἄνθρωπος σ’
αὐτὸν τὸν κόσμο ἔχει ἐχθρούς, αὐτὸ σημαίνει πὼς εἶσαι ἐχθρὸς κάποιου.
Πῶς τότε ἀπαιτεῖς ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο νὰ γίνει φίλος σου, ἀφοῦ εἶσαι ἐχθρός
του; Πρῶτα λοιπὸν ξερίζωσε τὴν ἔχθρα ἀπὸ τὴν καρδιά σου κι ὕστερα νὰ
μετρήσεις τοὺς ἐχθρούς σου στὸν κόσμο. Στὸ μέτρο ποὺ θὰ ξεριζώσεις ἀπὸ
τὴν καρδιά σου τὴν πονηρὴ αὐτὴ ρίζα κι ἀποκόψεις ὅλα τὰ κλαδάκια ποὺ
πετοῦν ἀπ’ αὐτήν, θὰ βρεῖς καὶ λιγότερους ἐχθροὺς νὰ μετρήσεις.
Ἂν μετὰ θελήσεις νὰ γίνουν φίλοι σου
οἱ ἄνθρωποι, πρέπει ἐσὺ πρῶτα νὰ πάψεις νὰ εἶσαι ἐχθρός τους καὶ νὰ
γίνεις φίλος τους. Ὅσο γίνεσαι φίλος μὲ τοὺς ἄλλους, τόσο ὁ ἀριθμὸς τῶν
ἐχθρῶν σου θὰ μειώνεται καὶ στὸ τέλος θὰ μηδενιστεῖ. Αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι
τὸ κύριο θέμα. Τὸ κύριο θέμα εἶναι πὼς σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση θὰ ἔχεις
φίλο σου τὸν Θεό.
Εἶναι πολὺ πιὸ σπουδαῖο γιὰ τὴ
σωτηρία σου νὰ μὴν εἶσαι ἐχθρὸς κανενός, νὰ μὴν ἔχεις καθόλου ἐχθρούς.
Ἂν εἶσαι ἐχθρὸς ἄλλων, τόσο ἐσὺ ὅσο κι οἱ ἄλλοι εἶστε ἐμπόδια στὴ
σωτηρία σου. Ὅταν εἶσαι φίλος μὲ τοὺς ἄλλους, τότε οἱ ἐχθροί σου, ἔστω
καὶ ἀσυνείδητα, βοηθοῦν στὴ σωτηρία σου. Ἂς
σκεφτόταν ἀλήθεια κάθε ἄνθρωπος τὸν ἀριθμὸ τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους
ἐχθρεύεται ὁ ἴδιος, κι ὄχι ἐκείνους ποὺ εἶναι ἐχθροί του. Τότε τὸ
σκοτεινὸ πρόσωπο αὐτοῦ τοῦ κόσμου θὰ ἄστραφτε μέσα σὲ μία μέρα σὰν τὸν
ἥλιο.
. Ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ πὼς πρέπει νὰ κάνουμε στοὺς ἄλλους αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε κι ἐμεῖς ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι τόσο φυσικὴ καὶ τόσο σαφὴς καὶ καλή, ποὺ εἶναι νὰ θαυμάζει καὶ ν’ ἀπορεῖ κανεὶς πῶς δὲν ἔχει γίνει ἀπὸ παλιὰ μιὰ καθημερινὴ συνήθεια στοὺς ἀνθρώπους. Κανένας ἄνθρωπος δὲν θέλει νὰ τὸν βλάψουν οἱ ἄλλοι. Ἑπομένως ἂς μὴ βλάψει κι αὐτὸς τοὺς ἄλλους.
. Ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ πὼς πρέπει νὰ κάνουμε στοὺς ἄλλους αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε κι ἐμεῖς ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι τόσο φυσικὴ καὶ τόσο σαφὴς καὶ καλή, ποὺ εἶναι νὰ θαυμάζει καὶ ν’ ἀπορεῖ κανεὶς πῶς δὲν ἔχει γίνει ἀπὸ παλιὰ μιὰ καθημερινὴ συνήθεια στοὺς ἀνθρώπους. Κανένας ἄνθρωπος δὲν θέλει νὰ τὸν βλάψουν οἱ ἄλλοι. Ἑπομένως ἂς μὴ βλάψει κι αὐτὸς τοὺς ἄλλους.
Κάθε ἄνθρωπος θέλει νὰ τοῦ φέρονται καλά. Ἑπομένως ἂς φέρεται
κι αὐτὸς καλὰ στοὺς ἄλλους. Κάθε ἄνθρωπος θέλει νὰ τοῦ συχωροῦν τὶς
ἁμαρτίες του. Ἂς συγχωρεῖ κι αὐτὸς τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Κάθε ἄνθρωπος
θέλει νὰ συμπάσχουν οἱ ἄλλοι στὶς λύπες του καὶ νὰ χαίρονται στὴ χαρά
του. Ἂς συμπάσχει κι αὐτὸς μὲ τὶς λύπες τῶν ἄλλων κι ἂς χαίρεται μὲ τὶς
χαρές τους. Κάθε ἄνθρωπος θέλει ν’ ἀκούει καλὰ λόγια ἀπὸ τοὺς ἄλλους.
Θέλει νὰ τὸν τιμοῦν, νὰ τὸν ταΐζουν, ὅταν πεινάει, νὰ τὸν ἐπισκέπτονται,
ὅταν εἶναι ἄρρωστος καὶ νὰ τὸν προστατεύουν, ὅταν τὸν κυνηγοῦν. Ἂς
κάνει κι αὐτὸς τὰ ἴδια στοὺς ἄλλους. Αὐτὸ ἰσχύει τόσο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους
ἀτομικά, ὅσο καὶ γιὰ ὁμάδες ἀνθρώπων, γειτονικὲς φυλές, ἔθνη καὶ κράτη.
Ἂν τὴν ἐντολὴ αὐτὴ τὴν υἱοθετοῦσαν σὰν κανόνα ὅλες οἱ τάξεις, τὰ ἔθνη
καὶ τὰ κράτη, θὰ ἔπαυε ἀμέσως κάθε κακία καὶ σύγκρουση ἀνάμεσά τους, θὰ
ἐξαλειφόταν κάθε ἔχθρα καὶ πόλεμος. Αὐτὸ εἶναι τὸ φάρμακο γιὰ κάθε παρόμοια ἀρρώστια, δὲν ὑπάρχει κανένα ἄλλο.
. Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος: «Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστι; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστι; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. καὶ ἐὰν δανείζητε παρ’ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστι; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα» (Λουκ. ϛ´ 32-34). Αὐτὸ πάει νὰ πεῖ: Ἂν περιμένετε ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ σᾶς κάνουν καλὸ καὶ τὴν καλοσύνη αὐτὴ νὰ τὴν ἀνταμείψετε καὶ σεῖς μὲ καλό, δὲν κάνετε κάτι ἐπαινετό. Περιμένει ὁ Θεὸς ἀνταμοιβὴ γιὰ τὴ θερμότητα τοῦ ἡλίου, γιὰ νὰ δώσει ἐντολὴ στὸν ἥλιο νὰ λάμψει; Ἢ μήπως ἐνεργεῖ ἀπὸ εὐσπλαχνία κι ἀγάπη; Τὸ ξαναλέμε, πὼς ἡ εὐσπλαχνία εἶναι ἐνεργητικὴ ἀρετή, ὄχι παθητική. Αὐτὸ τὸ ἔκανε σαφὲς ὁ Θεὸς ἀπὸ τότε ποὺ δημιούργησε τὸν κόσμο. Μέρα μὲ τὴ μέρα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου ὁ Κύριος μοίραζε ἁπλόχερα τὰ πλούσια τὰ δῶρα Του σ’ ὅλα τὰ πλάσματά Του. Ἂν περίμενε πρῶτα ἀπὸ τὰ πλάσματά Του νὰ τοῦ ἀνταποδώσουν κάτι, οὔτε ὁ κόσμος οὔτε ἕνα μοναδικὸ πλάσμα δὲν θα ὑπῆρχε σ’αὐτόν.
. Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος: «Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστι; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστι; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. καὶ ἐὰν δανείζητε παρ’ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστι; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα» (Λουκ. ϛ´ 32-34). Αὐτὸ πάει νὰ πεῖ: Ἂν περιμένετε ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ σᾶς κάνουν καλὸ καὶ τὴν καλοσύνη αὐτὴ νὰ τὴν ἀνταμείψετε καὶ σεῖς μὲ καλό, δὲν κάνετε κάτι ἐπαινετό. Περιμένει ὁ Θεὸς ἀνταμοιβὴ γιὰ τὴ θερμότητα τοῦ ἡλίου, γιὰ νὰ δώσει ἐντολὴ στὸν ἥλιο νὰ λάμψει; Ἢ μήπως ἐνεργεῖ ἀπὸ εὐσπλαχνία κι ἀγάπη; Τὸ ξαναλέμε, πὼς ἡ εὐσπλαχνία εἶναι ἐνεργητικὴ ἀρετή, ὄχι παθητική. Αὐτὸ τὸ ἔκανε σαφὲς ὁ Θεὸς ἀπὸ τότε ποὺ δημιούργησε τὸν κόσμο. Μέρα μὲ τὴ μέρα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου ὁ Κύριος μοίραζε ἁπλόχερα τὰ πλούσια τὰ δῶρα Του σ’ ὅλα τὰ πλάσματά Του. Ἂν περίμενε πρῶτα ἀπὸ τὰ πλάσματά Του νὰ τοῦ ἀνταποδώσουν κάτι, οὔτε ὁ κόσμος οὔτε ἕνα μοναδικὸ πλάσμα δὲν θα ὑπῆρχε σ’αὐτόν.
Ἂν ἀγαπᾶμε μόνο αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαπᾶνε, εἴμαστε ἔμποροι καὶ κάνουμε ἀνταλλαγές. Ἂν
κάνουμε τὸ καλὸ μόνο στοὺς εὐεργέτες μας, εἴμαστε ὀφειλέτες καὶ
ἐπιστρέφουμε τὸ χρέος μας. Ἡ εὐσπλαχνία δὲν εἶναι κάποια ἀρετὴ ποὺ ἁπλὰ
ἀποπληρώνει τὶς ὀφειλές της, ἀλλὰ ποὺ πάντα δανείζει. Ἡ ἀγάπη εἶναι
ἀρετὴ ποὺ δανείζει συνέχεια, χωρὶς νὰ ἐλπίζει σὲ ἐπιστροφὴ τῆς ὀφειλῆς.
Ἂν δανείζουμε ἐκείνους ποὺ ἐλπίζουμε πὼς θὰ μᾶς τὰ ἐπιστρέψουν, ποία
ἡμῖν χάρις ἐστι; Τί καλὸ κάνουμε; Μεταφέρουμε τὰ χρήματά μας ἀπὸ μία
κάσα σὲ μίαν ἄλλη, ἀφοῦ αὐτὸ ποὺ δανείζουμε τὸ θεωροῦμε δικό μας, ὅπως
κι ὅταν ἦταν στὰ δικά μας χέρια.
. Θὰ ἦταν παραφροσύνη νὰ σκεφτοῦμε πὼς μὲ τὰ
παραπάνω λόγια ὁ Θεὸς μᾶς διδάσκει νὰ μὴν ἀγαπᾶμε ἐκείνους ποὺ μᾶς
ἀγαπᾶνε, νὰ μὴν κάνουμε τὸ καλὸ σ’ αὐτοὺς ποὺ μᾶς εὐεργετοῦν. Θεὸς
φυλάξοι! Αὐτὸ ποὺ θέλει νὰ πεῖ, εἶναι πὼς αὐτὴ εἶναι μία κατώτερη ἀρετή,
ποὺ μποροῦν νὰ τὴν ἀσκήσουν ἀκόμα κι οἱ ἁμαρτωλοί. Εἶναι τὸ ἐλάχιστο
μέτρο τοῦ καλοῦ, ποὺ φτωχαίνει τὸν κόσμο αὐτὸν καὶ περιορίζει τοὺς
ἀνθρώπους, τοὺς κάνει στενόμυαλους. Ὁ Θεὸς
θέλει ν’ ἀναβιβάσει τὸν ἄνθρωπο στὰ ἀνώτερα ὕψη τῶν ἀρετῶν, ἀπ’ ὅπου
θεωρεῖ κανεὶς ὅλα τ’ ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ, ὅλους τοὺς κόσμους Του, ἐκεῖ ποὺ ἡ
τρομοκρατημένη καὶ περιορισμένη καρδιὰ τοῦ δούλου γίνεται ἀπεριόριστη κι
ἐλεύθερη καρδιὰ τοῦ υἱοῦ καὶ κληρονόμου. Ἡ ἀγάπη πρὸς αὐτοὺς ποὺ
μᾶς ἀγαπᾶνε εἶναι μόνο τὸ πρῶτο μάθημα στὸ ἀπέραντο βασίλειο τῆς
ἀγάπης. Ἡ ἀνταπόδοση τοῦ καλοῦ σ’ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαπᾶνε, εἶναι μόνο τὸ
στοιχειῶδες σχολεῖο, μπροστὰ στὴ μακρὰ σειρὰ σπουδῶν στὰ καλὰ ἔργα. Ὁ
δανεισμὸς σ’ ἐκείνους ποὺ θὰ ξεπληρώσουν τὸ χρέος τους δὲν εἶναι οὔτε
καλὸ οὔτε κακό. Εἶναι μόνο τὸ πρῶτο δειλὸ βῆμα πρὸς τὸ μέγιστο καλό, ποὺ
δίνει χωρὶς νὰ περιμένει ἐπιστροφή.