Κυριακή 6 Απριλίου 2025

Η Μετάνοια της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και η Αμετανοησία της Εποχής μας

 

Αγαπητοί Αναγνώστες την Κυριακή Ε΄ Εβδομάδος των Νηστειών και λίγο πριν την είσοδο της Μεγάλη Εβδομάδος, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η θεοπνευστία των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων, προβάλλει την ιερή μορφή της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, ως υπόδειγμα ειλικρινούς και βαθιάς μετάνοιας.

Αυτό είναι άλλωστε και το ζητούμενο όλης της περιόδου της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όχι μόνο η νηστεία αλλά και η απαλλαγή και ουσιαστική  αλλαγή του ευατού μας από πάθη και αμαρτίες και ότι μας κρατάει δεμένους με τον «παλαιό» άνθρωπο.

   Ας θυμηθούμε συνοπτικά ποια ήταν Αγία για να καταλάβουμε το μεγαλείο της Οσιακής της Μορφής, Η Οσία Μαρία έζησε στα χρόνια του 5ου αιώνα μ.Χ. στην Αίγυπτο. Σε νεαρή ηλικία εγκατέλειψε την οικογένειά της και ακολούθησε έναν έκλυτο βίο στην Αλεξάνδρεια, παραδίδοντας τον εαυτό της στην ηδονή και στην αμαρτία. Είχε ξεπέσει και ξεφύγει τόσο πολύ που ασκούσε την πορνεία όχι για τα χρήματα αλλά καθαρά από την υποδούλωση στην ηδονή των σαρκικών της επιθυμιών. Ωστόσο, η θεία πρόνοια του Φιλάνθρωπου Θεού είχε διαφορετικά σχέδια για εκείνη. Όταν αποφάσισε να ταξιδέψει στα Ιεροσόλυμα, με σκοπό να συνεχίσει τον αμαρτωλό βίο της, εμποδίστηκε θαυματουργικά από μια αόρατη δύναμη να εισέλθει στον Ναό της Αναστάσεως. Συνειδητοποιώντας την αμαρτωλότητά της, ζήτησε την πρεσβεία της Παναγίας και υποσχέθηκε να αλλάξει ζωή.

   Πράγματι η μεταστροφή της ήταν ριζική και αμετάκλητη. Αποσύρθηκε στην έρημο του Ιορδάνη και έζησε επί σαράντα επτά έτη με νηστεία, προσευχή και μετάνοια, αποκομμένη από τον κόσμο αλλά ενωμένη με τον Θεό. Η πορεία της δεν ήταν εύκολη· η πάλη με τα πάθη και τους πειρασμούς υπήρξε διαρκής, όμως με τη χάρη του Θεού κατόρθωσε να φτάσει στην τελειότητα της αγιότητας. Η συνάντησή της με τον αββά Ζωσιμά και το θαυμαστό τέλος της, κοινωνώντας των Αχράντων Μυστηρίων, αποκαλύπτουν την αποδοχή της από τον Θεό και την ουσιαστική αλλαγή που επιφέρει η γνήσια μετάνοια.

   Σε αντίθεση με την Οσία Μαρία και τόσο άλλων Αγίων, η εποχή μας δυστυχώς χαρακτηρίζεται από μια γενικευμένη εκκοσμίκευση και κυρίως αμετανοησία. Να θυμίσουμε ότι η αμετανοησία είναι το κύριο χαρακτηριστικό του Διαβόλου, σε όλα τα άλλα υπερέχει από εμάς (Στην νηστεία δεν τρώει ποτέ, στην αγρυπνία δεν κοιμάται ποτέ, στην Θεολογία γνωρίζει τα πάντα, στην προσευχή μιλάει με τον Θεό κτλ) Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αναγνωρίζει την ανάγκη της μετάνοιας, γιατί δεν αποδέχεται καν την ύπαρξη της αμαρτίας και τον χριστιανικό τρόπο ζωής. Σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί η σχετικοποίηση των διαχρονικών ηθικών αξιών, η αμαρτία έχει μετατραπεί σε δικαίωμα, η ακολασία σε τρόπο ζωής και η αυτοδικαίωση σε ύψιστο αγαθό, με ότι αυτό συνεπάγεται! .

   Τα χαρακτηριστικά της Δυτικής κοινωνίας όπως η τεχνολογική εξέλιξη, η υπερκατανάλωση και η λατρεία του ατομικισμού έχουν δημιουργήσει έναν κόσμο που αποστρέφεται τον Θεό και την έννοια της πνευματικής ένωσης. Ο άνθρωπος σήμερα προσπαθεί να αυτονομηθεί από τον Δημιουργό του, ακολουθώντας μια ζωή κενή από πνευματικότητα και γεμάτη από προσωρινές και εφήμερες απολαύσεις. Το αποτέλεσμα αυτής της στάσης είναι η υπαρξιακή κενότητα, η έλλειψη νοήματος και η βαθιά δυστυχία που πλήττει τον σύγχρονο κόσμο, αφού δεν ενώνεται με την πηγή όλων αυτών που είναι ο Θεός.

   Η απομάκρυνση από την αληθινή μετάνοια έχει σοβαρές συνέπειες τόσο σε προσωπικό όσο και σε μαζικό κοινωνικό επίπεδο. Η αμετανοησία οδηγεί στην πνευματική νέκρωση, στην αδιαφορία για την ψυχοσωματική σωτηρία και στην ψυχική δυσφορία και αλλοίωση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος που δεν μετανοεί χάνει την αίσθηση της πραγματικής χαράς, καθώς μόνο η συμφιλίωση με τον Θεό μπορεί να γεμίσει την καρδιά του με εσωτερική ειρήνη.

Σε κοινωνικό επίπεδο, η αμετανοησία γεννά φαινόμενα όπως η διαφθορά, η εγκληματικότητα, η διάλυση της οικογένειας και η αποξένωση μεταξύ των ανθρώπων. Χωρίς τη μετάνοια, ο κόσμος βυθίζεται σε μια συνεχή κρίση, όχι μόνο οικονομική ή πολιτική, αλλά κυρίως ηθική και πνευματική. Γι’ αυτό ενώ ευημερούν οι αριθμοί οι άνθρωποι και οι κοινωνίες αδειάζουν και καταρρακώνονται  ως υπάρξεις!

Γι’ αυτό η ζωή της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας αποτελεί ένα αιώνιο παράδειγμα για όσους αναζητούν την οδό της σωτηρίας. Μας διδάσκει και εμπνέει ότι η μετάνοια δεν είναι μια απλή μεταμέλεια, αλλά μια ολοκληρωτική αλλαγή ζωής. Δεν υπάρχει αμαρτία που να μην μπορεί να συγχωρηθεί, αν ο άνθρωπος προστρέξει στον Θεό με συντριβή καρδίας και ειλικρινή διάθεση μεταστροφής και διόρθωσης.

Το μήνυμα της Οσίας Μαρίας είναι εξαιρετικά επίκαιρο σήμερα, καθώς η ανθρωπότητα έχει περισσότερο από ποτέ ανάγκη να επιστρέψει στην αγκαλιά του Θεού. Η Εκκλησία συνεχίζει να καλεί κάθε άνθρωπο, μέσω της Ιεραποστολής, στην οδό της μετάνοιας, δείχνοντας ότι η πραγματική ελευθερία και η ευτυχία δεν βρίσκονται στη συνεχή ικανοποίηση των υλικών επιθυμιών, έστω και των αναγκαίων, αλλά στην αποδέσμευση από την αμαρτία και την ένωση με τον Θεό.

   Συμπερασματικά κλείνοντας το άρθρο μας, η αντίθεση μεταξύ της μετάνοιας της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και της αμετανοησίας της εποχής μας είναι καταφανής. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ο άνθρωπος χρειάζεται να ξαναβρεί το θάρρος να αντικρίσει τον εαυτό του, να αναγνωρίσει τις πτώσεις του και να στραφεί προς τον Θεό. Η Εκκλησία προσφέρει τα μέσα για τη σωτηρία – τη μετάνοια, την εξομολόγηση και τη Θεία Κοινωνία – καλώντας μας να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και να βρούμε την αληθινή ευτυχία στην αγιότητα.

Η Οσία Μαρία της Αιγυπτίας μας δείχνει τον δρόμο· το ερώτημα είναι αν είμαστε διατεθειμένοι να τον ακολουθήσουμε. Η ζωή της, από την αμαρτωλή πτώση έως τη θεία ανύψωση, αποδεικνύει ότι κανένα ανθρώπινο ολίσθημα δεν είναι αθεράπευτο όταν υπάρχει ειλικρινής επιστροφή στον Θεό. Αντιπαραβάλλοντας τον βίο της με την αμετανοησία της σύγχρονης εποχής, γίνεται σαφές πόσο μακριά έχουμε απομακρυνθεί από την αυθεντική χριστιανική στάση απέναντι στην αμαρτία και τη σωτηρία. Υπάρχει όμως ελπίδα αρκεί να την μιμηθούμε έστω στο ελάχιστο! Αμήν!

π. Αντώνιος Χρήστου

Κανένα νά μήν κατηγορεῖς, νά μήν περιγελᾶς, νά μήν πικραίνεις


 Κανένα νά μήν κατηγορεῖς, νά μήν περιγελᾶς, νά μήν πικραίνεις. Να μήν ὀργίζεσαι. Μή σκεφτείς ποτέ πώς ἔχεις κάποια ἀρετή. Φυλάξου νά μή λές, “ὁ τάδε ζεῖ καλά, ὁ δεῖνα ζεῖ ἄσωτα”, γιατί αὐτό ἀκριβῶς σημαίνει τό «μή κρίνετε» (Ματθ. 7:1. Λουκ. 6:37). 
 Ὅλους νά τούς βλέπεις μέ τό ἴδιο μάτι, μέ τήν ἴδια διάθεση, μέ τήν ἴδια σκέψη, μέ ἁπλή καρδιά. Ολους να τούς δέχεσαι σάν τό Χριστό. 
 Μήν ἀνοίξεις τ' αυτιά σου σέ ἄνθρωπο πού κατακρίνει, οὔτε, πολύ περισσότερο, νά εὐχαριστιέσαι μ' αυτά που λέει. Εσύ νά κρατᾶς τό στόμα σου κλειστό. Λίγο να μιλᾶς καί πολύ νά προσεύχεσαι. 
 Μά οὔτε κι αὐτόν πού κατακρίνει ἤ κάνει ὁποιαδήποτε ἄλλη ἁμαρτία να καταδικάσεις μέ τό λογισμό σου.
 Τά δικά σου σφάλματα να βλέπεις πάντα καί τόν ἑαυτό σου μόνο να καταδικάζεις καί νά ἐξουθενώνεις. Νά, ἔτσι θα κερδίσεις τη βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ἁγίου Νήφωνος Κωνσταντιανῆς

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ & ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ 2025

 Μεγάλη Εβδομάδα ως ένας άλλος καθρέφτης του βαθύτερου εαυτού μας" -  Ορθοδοξία News Agency

«Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, ο Σωτήρ του Κόσμου,
και επλήρωσε τα σύμπαντα ευωδίας.
Χαίρετε λαοί και αγαλλιάσθε»

 

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ (12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ, ΑΝΘΟΥΣΗΣ ΟΣΙΑΣ

07:00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία
18:00 μ.μ. Εσπερινός Βαΐων

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (13 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

Η ΕΙΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΜΑΡΤΙΝΟΥ ΡΩΜΗΣ

07:00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Νυμφίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ (14 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΙΩΣΗΦ ΠΑΓΚΑΛΟΥ, ΘΩΜΑΪΔΟΣ ΜΑΡΤΥΡΟΣ

07:00 π.μ. Θεία Λειτουργία Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Νυμφίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ (15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ, ΛΕΩΝΙΔΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

07:00 π.μ. Θεία Λειτουργία Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Νυμφίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ (16 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΤΗΣ ΑΛΕΙΨΑΣΗΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΥΡΑ, ΑΓΑΠΗΣ, ΕΙΡΗΝΗΣ ΧΙΟΝΙΑΣ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

07:00 π.μ. Θεία Λειτουργία Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων
16:00 μ.μ. Ακολουθία Ιερού Ευχελαίου
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Ιερού Νιπτήρος

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ (17 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ, ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

08:00 π.μ. Εσπερινός και Θ. Λειτουργία Μεγ. Βασιλείου
19:00 μ.μ. Ακολουθία Αγίων Παθών του Κυρίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ (18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΑΓΙΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΩΝ/ΠΟΛΕΩΣ

08:00 π.μ. Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών
10:00 π.μ. Ακολουθία Αποκαθηλώσεως
19:00 μ.μ. Ακολουθία Ιερού Επιταφίου
20:45 μ.μ. Έξοδος και Λιτάνευσις Επιταφίου

 

ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟ (19 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

Η ΘΕΟΣΩΜΟΣ ΤΑΦΗ & Η ΕΙΣ ΑΔΟΥ ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΠΑΦΝΟΥΤΙΟΥ ΙΕΡΟΜ.

07:30 π.μ. Εσπερινός και Θ. Λειτουργία Μεγ. Βασιλείου
23:00 νυκτ. Τελετή Αναστάσεως, Όρθρος Αναστάσεως και Θεία Λειτουργία Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ (20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΖΩΗΦΟΡΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΟΣΙΟΥ ΤΡΙΧΙΝΑ

18:00 μ.μ. Εσπερινός της Αγάπης, Ανάγνωσις του Ευαγγελίου εις ξένες γλώσσες Διανομή των Πασχαλινών Αυγών

 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΡΑΓΕΝΟΜΕΝΟΣ ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ ΤΩΝ ΜΕΛΛΟΝΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

 


«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ᾿ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, οὐδὲ δι᾿ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ ῞Αγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος» (Ἑβρ. 9. 11-13) 

«Ὁ Χριστὸς ἦρθε ὡς ἀρχιερέας τῶν ἀγαθῶν πραγμάτων ποὺ προσμένουμε. ῾Η σκηνὴ στὴν ὁποία μπῆκε εἶναι ἀνώτερη καὶ τελειότερη. Δὲν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, μέρος δηλαδὴ αὐτῆς τῆς δημιουργίας. ῾Ο Χριστὸς μπῆκε μιὰ γιὰ πάντα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, γιὰ νὰ προσφέρει αἷμα ὄχι ταύρων καὶ μοσχαριῶν, ἀλλὰ τὸ δικό του αἷμα· κι ἔτσι μᾶς ἐξασφάλισε τὴν αἰώνια σωτηρία».  

            Όλη η ζωή της Εκκλησίας είναι μία συνεχής υπενθύμιση των μελλόντων αγαθών. Δεν είναι μόνο η σωτηρία, η νίκη δηλαδή κατά του θανάτου. Είναι και η υπέρβαση της  μοναξιάς, η δυνατότητα δηλαδή ο άνθρωπος να πορεύεται πάντοτε εν σχέσει τόσο με τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού, όσο και με τους συνανθρώπους του, στα πρόσωπα των αγίων και όσων βιώνουν τη ζωή και τον τρόπο της βασιλείας του Θεού. Και αυτό ξεκινά από την παρούσα ζωή, εάν γνωρίζουμε και βιώνουμε τι αληθινά είναι η Εκκλησία.

 Όχι ένας χώρος ή ένας θεσμός ικανοποίησης των θρησκευτικών μας αναγκών, δηλαδή μιας αναζήτησης του υπερβατικού, της διατήρησης εθίμων και παραδόσεων, της αίσθησης ότι πρέπει με κάποιον τρόπο να συνεχίσουμε να υπάρχουμε μετά τον θάνατο και αυτό μπορεί να γίνει με την ανταμοιβή για τις καλές μας πράξεις, για την τήρηση των εντολών της ανώτερης δύναμης που ονομάζεται Θεός, με μία φιλοσοφική ενατένιση, ώστε η ζωή μας να εμπνέεται από θετική ενέργεια.  

Η Εκκλησία είναι σχέση με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Αυτή η σχέση ξεκινά από το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο οποίο συνεχώς η πίστη μάς υπενθυμίζει τη θυσία του Χριστού επάνω στον Σταυρό, όχι για να ικανοποιήσει τη δικαιοσύνη του Θεού, όπως άλλα δόγματα υποστηρίζουν, αλλά για να ζήσει τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, τον θάνατο, να συναντήσει τις ψυχές των ανθρώπων που Τον περίμεναν στην κατάσταση του Άδη και να κηρύξει την ανάσταση, την έξοδο δηλαδή από το σκοτάδι του θανάτου και την καινούργια ζωή, μέσα στην κατάσταση της κοινωνίας με τον Θεό, που τώρα είναι ένας από εμάς. Διά του Χριστού γινώσκουμε τον Πατέρα. Διά της Εκκλησίας ζούμε την καινή κτίση που μας προσφέρει το Άγιο Πνεύμα με τους καρπούς Του. Και νιώθουμε αυτόν τον συγκλονιστικό λόγο που ο απόστολος Παύλος μοιράζεται με τους Εβραίους αδελφούς του και ως δικό μας βίωμα: «ο Χριστός ήρθε στον κόσμο αυτό ως Αρχιερέας των μελλόντων αγαθών». Ήρθε για μας, για να μας προσφέρει τα μελλοντικά αγαθά στο παρόν. Να μας προσφέρει την αγάπη και την αλήθεια. Τη συγχώρεση διά της μετανοίας. Τη συνάντηση μαζί Του και τη συνάντηση με τον συνάνθρωπο όχι με κριτήρια υστεροβουλίας και συμφέροντος ή εκμετάλλευσης ή χρήσης του άλλου, αλλά με κριτήριο αυτοπροσφοράς, υπέρβασης του εαυτού και του ιδίου θελήματος.

Αυτός είναι ο δρόμος και ο τρόπος της Εκκλησίας, που καθιστά τα μέλλοντα παρόντα. Μόνο που αυτός ο δρόμος και αυτός ο τρόπος προϋποθέτει την πίστη και την απόφασή μας να δούμε την Εκκλησία όπως πραγματικά είναι και να τη ζήσουμε στην πράξη. Να τηρούμε τις εντολές ναι. Όχι όμως προς δόξα μας, αλλά για να ετοιμάζουμε την ύπαρξή μας να βρει τον Θεό. Και να είναι η έκβαση του πνευματικού μας αγώνα έκβαση εμπειρίας του Χριστού στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο μυστήριο της αγάπης, στο μυστήριο της ελπίδας ότι ο θάνατος κάθε μορφής, σωματικός, ψυχικός, του νου, της καρδιάς, της μοναξιάς, της απόρριψης, της συντριβής από τους άλλους δεν είναι αυτός που κυβερνά, αλλά η ανάσταση και η ζωή διά του Χριστού.

Πορευόμενοι προς το Πάσχα, ας κάνουμε το μέλλον παρόν. Στο πρόσωπο του Χριστού, στην εκζήτηση της παρουσίας Του, στη ζωή της Εκκλησίας.  

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

 


Τη μνήμη του  τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Ευτύχιος γεννήθηκε το έτος 512 μ.Χ. και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’ του Μεγάλου. Καταγόταν από την πόλη Θεία Κώμη της Φρυγίας και ήταν υιός του Αλεξάνδρου, σχολαρίου υπό τον στρατηγό Βελισσάριο και της Συνεσίας. Διδάχθηκε το ιερό Ευαγγέλιο και βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον ιερέα Ησύχιο, ο οποίος ήταν παππούς του και λειτουργούσε στην Εκκλησία της Αυγουστοπόλεως.
Σύμφωνα με το Συναξάρι ο Ησύχιος είχε το οφφίκιο του σκευοφύλακος και λόγω της αγιότητας του βίου του είχε λάβει από τον Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας.
Ο Άγιος χειροτονήθηκε αναγνώστης από τον τότε Επίσκοπο Αμασείας στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου Ουρβικίου. Στην συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και εισήλθε σε μονή της Αμασείας, που είχε ιδρυθεί από τους Αρχιερείς Μελέτιο και Σέλευκο, της οποία αργότερα ανεδείχθη και ηγούμενος.
Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ήταν ειρηνικά για την Εκκλησία, λόγω των αιρετικών δοξασιών που δίδασκαν νέοι Ωριγενιστές και κρυπτομονοφυσίτες. Οι έριδες των μοναχών της Παλαιστίνης περί του Ωριγένους αποτελούν την Τρίτη και τελευταία φάση των ωριγενιστικών ερίδων.
Προοίμιο αυτών υπήρξε η κατά το έτος 507 μ.Χ. διάσταση λογίων μοναχών της Μεγάλης Λαύρας προς τον ηγούμενο αυτής, τον Όσιο Σάββα τον Ηγιασμένο, που έφυγαν από την Λαύρα και ίδρυσαν περί το 514 μ.Χ. τη Νέα Λαύρα, η οποία κατέστη κέντρο του ωριγενισμού. Οι αντιωριγενιστές μοναχοί έκαναν έκκληση προς τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό να καταδικάσει τον Ωριγένη. Την αίτηση αυτή υποστήριξε ο Πατριάρχης Μηνάς.
Έτσι, το έτος 543 μ.Χ., συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη Ενδημούσα Σύνοδος, ύστερα από πρόσκληση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, με σκοπό την ειρήνευση της Εκκλησίας και την καταδίκη των αιρετικών. Διά διατάγματος που εκδόθηκε το έτος 543 μ.Χ. ο Ιουστινιανός εστράφη κατά των αιρετικών.
Καταδίκασε τις κακοδοξίες του Ωριγένους, θεώρησε τα συγγράμματα αυτού κακόδοξα και καταδίκασε αυτό το πρόσωπο του Ωριγένους. Διά τρίτου διατάγματος ο Ιουστινιανός, το έτος 544 μ.Χ., καταδίκασε τα «Τρία Κεφάλαια», δηλαδή α) τον Θεόδωρο Μοψουεστίας και τα αιρετικά του συγγράμματα, β) τα κατά του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου και υπέρ του Νεστορίου συγγράμματα του Θεοδωρήτου Κύρου και γ) την επιστολή του Ίβα Εδέσσης προς τον Πέρση Μάρη.
Όταν το έτος 552 μ.Χ. κοιμήθηκε ο Πατριάρχης Μηνάς, ο Άγιος Ευτύχιος ήλθε από την Αμάσεια στη Βασιλεύουσα και εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
Οι ταραχές όμως των αιρετικών συνεχίζονταν και ταλάνιζαν την Εκκλησία. Η Ε’ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 553 μ.Χ. υπό την προεδρία του Αγίου Ευτυχίου, επικύρωσε την απόφαση της Ενδημούσης Συνόδου και προέβη στην καταδίκαση των «Τριών Κεφαλάιων».
Ο σκοπός όμως της καταδίκης των «Τριών Κεφαλαίων» δεν επετεύχθη, διότι οι μονοφυσίτες ενέμεναν στην απόσχιση και στις αιρετικές δοξασίες τους. Ένεκα τούτου ο Ιουστινιανός το έτος 564 μ.Χ. εξέδωσε διάταγμα, διά του οποίου επέβαλε τον αφθαρτοδοκητισμό.
Η διδασκαλία αυτή είχε διατυπωθεί από τον καταφυγόντα στην Αίγυπτο μονοφυσίτη Επίσκοπο Αλικαρνασσού Ιουλιανό. Συγκεκριμένα ο Ιουλιανός δίδασκε ότι το Σώμα του Χριστού, ήδη από της συλλήψεως και γεννήσεως Αυτού, απηλλάγη της φθοράς και επομένως των φυσικών αναγκών (πείνας, δίψας, καμάτου, ιδρώτος, δακρύων κ.τ.λ) των λεγομένων «αδιαβλήτων παθών» – και μόνο «κατ’ οικονομίαν» και «κατά χάριν» φαινόταν υποκείμενο σε αυτά.
Ο Άγιος Ευτύχιος και οι λοιποί Πατριάρχες της Ανατολής, προς τους οποίου απευθύνθηκε, δεν δέχθηκαν το δυσσεβές διάταγμα. Γι’ αυτό τον λόγο ο Άγιος, το έτος 565 μ.Χ., καθαιρέθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο υπό Συνόδου ερήμην, αφού αρνήθηκε να παρουσιασθεί και εξορίσθηκε αρχικά στην Πρίγκηπο. Στο Συναξάρι του αναφέρεται ότι μετά κατέφυγε σε μοναστήρι της Αμασείας στο οποίο ζούσε ασκητικά και αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα.
Μετά από δώδεκα χρόνια εξορίας, ο αυτοκράτορας Ιουστίνος ο Β’, το έτος 577 μ.Χ., αποθανόντος του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου του Γ’, επανέφερε με τιμή και δόξα τον Άγιο στον πατριαρχικό θρόνο. Κατά την δεύτερη πατριαρχία του ο Άγιος με την προσευχή του έσωσε τον λαό που μαστιζόταν από θανατηφόρα επιδημία. Το ορθόδοξο φρόνημά του και ο αγώνας του για την ακεραιότητα της πίστεως τον οδήγησαν σε αντίθεση με τον αποκρισάριο της Ρώμης Γρηγόριο, τον μετέπειτα Πάπα, λόγω των δοξασιών του περί αναστάσεως σαρκός.
Ο Άγιος Ευτύχιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 582 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του εναποτέθηκε στο θυσιαστήριο των Αγίων Αποστόλων, μετά την κρηπίδα της Αγίας Τραπέζης, όπου κατέκειντο και τα ιερά λείψανα Ανδρέου, Τιμοθέου και Λουκά των Αποστόλων.
Σώζονται αποσπάσματα του έργου αυτού «Περί Ευχαριστίας», «Επιστολή προς Πάπαν Βιγίλιον περί των Τριών Κεφαλαίων» και «Συνοδική Επιστολή». Τρία άλλα έργα του χάθηκαν, ήτοι το «Περί αναστάσεως σαρκός», το «Κατά Αφθαρτοδοκητών» και το «Κατά της μονοφυσιτικής διασκευής του Τρισαγίου». Τον Βίο του Αγίου συνέταξε ο μαθητής του Ευστράτιος.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Βίον ουράνιον, Πάτερ κτησάμενος, σκεύος επάξιον, ώφθης της χάριτος, λόγω και πράξει βέβαιων, την θείαν σοι χορηγίαν όθεν ιεράτευσας, ισαγγέλως τω Κτίσαντι, ένδοξε Ευτύχιε, Εκκλησίας ωράισμα, ην φύλαττε ταίς σαίς προστασίαις, πάσης ανάγκης ανωτέραν.

Σάββατο 5 Απριλίου 2025

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ:Ε' ΝΗΣΤΕΙΩΝ

 

apocaly1

Μάξιμος Παφίλης, Επίσκοπος Μελιτηνής


Η ζωή συχνά μοιάζει με λασπωμένο μονοπάτι, διαρκώς ανηφορικό, κάτω από έναν ουρανό αδιάφορο, ίσως και εχθρικό. Πορευόμαστε σκιάχτρα τυλιγμένα σε κουρέλια φιλοδοξίας, ψυχές διχασμένες ανάμεσα στον ψίθυρο μιας αιώνιας υπόσχεσης και τη βουή της πρόσκαιρης ματαιοδοξίας.

Η καρδιά, αυτό το εύθραυστο όργανο, παγιδευμένο στα πλευρά σαν φυλακισμένο πουλί, χτυπά στο ρυθμό μιας ακατανόητης νοσταλγίας, μιας δίψας που κανένα επίγειο νερό δεν σβήνει. Φαντάσματα επιθυμιών χορεύουν στα μάτια μας, οράματα εξουσίας και δόξας σαν αντικατοπτρισμοί στην έρημο της ψυχής, εικόνες ματαιότητας που αντηχούν στους ευαγγελικούς στίχους της Κυριακής Ε΄ Νηστειών.

Μας αρέσει να ξεχνούμε. Η λήθη είναι το πιο παχύ σκοτάδι, η γλυκιά αυταπάτη που μας νανουρίζει, ψιθυρίζοντάς μας πως ο χρόνος είναι άπειρος, πως οι θρόνοι αυτής της γης έχουν αιώνια θεμέλια. Και καυχόμαστε για τις αρετές μας, υψώνοντας τείχη αυτοδικαίωσης γύρω από την εσωτερική μας σήψη, ενώ το δηλητήριο συσσωρεύεται, αθόρυβα, κάτω από τη γλώσσα, έτοιμο να χυθεί στην πρώτη σκιά που θα θεωρήσουμε εχθρική.

Ανηφορίζαμε προς την Ιερουσαλήμ, όχι ως θριαμβευτές, αλλά ως συνοδοιπόροι μιας επερχόμενης θυσίας που ακόμα δεν συλλαμβάναμε πλήρως. Ο αέρας ήταν πυκνός από προαισθήματα, ο ίδιος ο δρόμος έμοιαζε να στενάζει κάτω από τα βήματά μας.

Τότε ο Κύριος, παραλαβών τούς δώδεκα, άρχισε να ξεδιπλώνει το μέλλον, όχι με αινίγματα, αλλά με μια ωμή, κοφτερή σαφήνεια που πάγωνε το αίμα: «Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται» (Μαρκ. 10:33-34).

Τα λόγια Του έπεφταν βαριά, πέτρες σε στάσιμα νερά, διαταράσσοντας την επιφανειακή γαλήνη των προσδοκιών μας. Μιλούσε για παράδοση, χλευασμό, μαστίγωμα, θάνατο. Για έναν Μεσσία σφαγμένο, όχι ένθρονο. Μια μεσσιανολογία της σάρκας που πονά, όχι της εξουσίας που επιβάλλεται. Το πρόσωπό Του, σκληρό και τρυφερό ταυτόχρονα, μια τοπιογραφία όπου η θεϊκή αγάπη συναντούσε την ανθρώπινη οδύνη, σαν γκρεμός που ατενίζει την άβυσσο.

Και μέσα σ' αυτή την ατμόσφαιρα της επικείμενης συντριβής, πρόβαλαν δύο ψυχές, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι υιοί της βροντής, τώρα όμως φωνές λεπτές, σχεδόν παιδικές στην άγνοιά τους, σαν αρνιά που βελάζουν ανέμελα στη σκιά του σφαγείου. Η επιθυμία τους, γυμνή, ακατέργαστη, ένας πυρετός που δεν είχε αγγίξει ακόμη το κρύο του μαρτυρίου: «δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου» (Μαρκ. 10,37).

Ζητούσαν θέσεις εξουσίας δίπλα σε Εκείνον που μόλις είχε περιγράψει την πορεία Του προς την απόλυτη ταπείνωση. Μια κραυγαλέα αντίφαση, το ανθρώπινο όνειρο της κυριαρχίας να συγκρούεται με την ουράνια λογική της θυσίας. Το αίτημά τους κρέμεται στον αέρα, μια εύθραυστη πεταλούδα με φτερά από φιλοδοξία, έτοιμη να καεί στο φως της αλήθειας που αποκαλυπτόταν. Η απάντηση του Ιησού, όχι οργισμένη, αλλά διαπεραστική, σαν νυστέρι που αποκαλύπτει την πληγή: «οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε» (Μαρκ. 10,38).

Η άγνοιά τους δεν ήταν πνευματική νωθρότητα, αλλά η ίδια η ανθρώπινη κατάσταση, η ανικανότητα να δούμε πέρα από τα στενά όρια της εγωκεντρικής επιβίωσης, η τάση να μεταφράζουμε τα πάντα στη γλώσσα της δύναμης και της τιμής. Η ερώτησή Του που ακολούθησε, βαριά σαν καμπάνα που σημαίνει κίνδυνο: «δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;» (Μαρκ. 10,38). Δεν ρωτούσε για την ικανότητα της θέλησης, αλλά για την αντοχή της σάρκας και του πνεύματος απέναντι στον πόνο που συντρίβει, την ταπείνωση που απογυμνώνει, τον θάνατο που διαλύει κάθε ψευδαίσθηση ελέγχου. Μια ερώτηση που αντηχούσε στα βάθη της ύπαρξης, προκαλώντας κάθε ψευδο-ηρωισμό.

Η απάντησή τους, βιαστική, σχεδόν αυτόματη, ένας αντίλαλος της τυφλής τους ορμής: «οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δυνάμεθα» (Μαρκ. 10,39). Πίστευαν πως η αγάπη τους για τον Διδάσκαλο ήταν αρκετή, πως η αφοσίωσή τους μπορούσε να μετατρέψει το πικρό ποτήρι σε γλυκό νέκταρ.

Δεν είχαν νιώσει ακόμα το βάρος του σταυρού, τη μοναξιά της εγκατάλειψης, το κρύο του τάφου. Ο Ιησούς, με μια θλίψη που μόνο η θεϊκή παντογνωσία μπορεί να χωρέσει, επικύρωσε την προφητεία, όχι την ικανότητά τους: «ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε» (Μαρκ. 10,39). Θα περνούσαν κι αυτοί μέσα από τη φωτιά, θα βυθίζονταν στα σκοτεινά νερά του πάθους, αλλά η θέση δίπλα Του δεν ήταν ανταμοιβή για την αντοχή, αλλά δώρο που δίνεται σύμφωνα με μια άλλη, θεϊκή οικονομία: «τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται» (Μαρκ. 10,40).

Το ποτήριον, όχι χρυσός και κρασί γιορτής, αλλά πικρή χολή και όξος, η γεύση της προδοσίας, της άρνησης, του απόλυτου πόνου. Το βάπτισμα, όχι στα καθαρά νερά μιας τελετής, αλλά στο αίμα και τον ιδρώτα της αγωνίας, στη σιωπή του Θεού, στη βύθιση μέχρι τον Άδη. Ένα βάπτισμα μαρτυρίου, όπως το είδε ο Ωριγένης, μια κάθαρση που ξεπλένει όχι μόνο τον βαπτιζόμενο, αλλά προσφέρεται για τη θεραπεία πολλών: «καὶ ὅτι βάπτισμα ἡμῖν δίδοται τὸ τοῦ μαρτυρίου [...] καὶ αὐτὸ ἐπὶ πολλῶν θεραπείᾳ καθαιρόμενον γίνεται».

Είναι η κάθοδος στην κόλαση της ψυχής μας, η συνάντηση με τα τέρατα που φωλιάζουν μέσα μας, η πάλη σώμα με σώμα με την αμφιβολία, την απόγνωση, την αίσθηση της ορφάνιας. Μια εμπειρία που αφήνει πληγές, όχι μετάλλια ανδρείας. Σαν τοπία εσωτερικά σημαδεμένα από παγετό και φωτιά, όπου η ψυχή μαθαίνει να περπατά ξανά, σημαδεμένη, αλλά ζωντανή.

Η αντίδραση των υπολοίπων δέκα μαθητών ήταν άμεση, ανθρώπινη, αποκαλυπτική της ίδιας υπόγειας φλέβας φθόνου και φιλοδοξίας που διέτρεχε και τους δύο αδελφούς: «Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου» (Μαρκ. 10,41).

Η αγανάκτησή τους δεν πήγαζε από ενδιαφέρον για την ορθή τάξη ή την ταπείνωση, αλλά από τον φόβο μήπως χάσουν τη δική τους θέση στην επερχόμενη, όπως νόμιζαν, βασιλεία. Ήταν ο ίδιος ιός, μια πνευματική γάγγραινα που απειλούσε να σαπίσει την ψυχή εκ των έσω, η ίδια παρανόηση της φύσης της εξουσίας που ο Χριστός ήρθε να ανατρέψει.

Βλέποντας αυτή τη μικροπρέπεια, αυτή την εμμονή με τις ιεραρχίες του κόσμου τούτου, που υψώνονται σαν σαθρά οικοδομήματα πάνω σε θεμέλια φόβου, ο Ιησούς τους κάλεσε κοντά Του, όχι για να τους επιπλήξει, αλλά για να τους αποκαλύψει την καρδιά της δικής Του βασιλείας, μια βασιλεία αντεστραμμένη, παράδοξη, σκανδαλώδη για τη λογική της ισχύος: «οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος» (Μαρκ. 10,42-44). Μια απόλυτη ανατροπή.

Οι άρχοντες του κόσμου, μορφές λαξευμένες στην ομίχλη της αυταπάτης, καταδυναστεύουν, φουσκωμένοι από κενότητα, εξουσιάζουν, με την εξουσία τους να γίνεται βαρίδι στην ψυχή. Στον δικό Του κόσμο, το μεγαλείο μετριέται με το μέτρο της υπηρεσίας, η πρωτιά με την προθυμία να γίνεις ο τελευταίος, ο δούλος όλων.

Η πυραμίδα της ισχύος γκρεμίζεται, και στη θέση της υψώνεται ο σταυρός, το αγκάθινο στέμμα που γίνεται αληθινό διάδημα. Η ίδια η δύναμη αυτού του παραδείγματος, όπως εύστοχα επισημαίνει ο θεολόγος του 19ου αιώνα Νικόλαος Δαμαλάς, έγκειται στο αδιανόητο γεγονός ότι ο ίδιος ο Μεσσίας, ο προαιώνιος Θεός, επέλεξε αυτόν τον δρόμο, αρνούμενος την υπηρεσία που δικαιωματικά Του ανήκε από τα δημιουργήματά Του, για να υπηρετήσει Εκείνος τη σωτηρία τους: «Ἡ δύναμις δὲ τοῦ παραδείγματος ἔγκειται ἐν τούτῳ, ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας αὐτός, οὐκ ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ( Θεὸς ὢν προαιώνιος), ἵνα ὑπηρετηθῇ (κατὰ τὸ χρέος αὐτῶν), ὑπὸ τῶν δημιουργημάτων αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἵνα αὐτὸς ὑπηρετήσῃ εἰς τὴν σωτηρίαν αὐτῶν». Η αυτοταπείνωση του Θεού Λόγου δεν είναι απλή ηθική προτροπή, αλλά οντολογική θεμελίωση μιας νέας πραγματικότητας, όπου η δύναμη που δεν υπηρετεί είναι αδυναμία και η πρωτιά που δεν σκύβει να πλύνει τα πόδια του άλλου, είναι αιχμαλωσία.

Και για να μην μείνει καμία αμφιβολία για την πηγή και το πρότυπο αυτής της νέας λογικής, ο Χριστός αποκαλύπτει την ίδια την ουσία της αποστολής Του, τον λόγο της ενανθρώπησής Του, το κλειδί για την κατανόηση ολόκληρης της ζωής και του θανάτου Του: «καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν» (Μαρκ. 10,45).

Ο Υιός του Ανθρώπου, ο αναμενόμενος Μεσσίας, ο Κύριος της δόξης, δεν ήρθε για να δεχτεί υπηρεσίες, τιμές και δόξα από τα δημιουργήματά Του, αλλά για να γίνει Εκείνος ο υπηρέτης, ο διάκονος της σωτηρίας τους.

Η κορύφωση αυτής της διακονίας: η προσφορά της ίδιας Του της ζωής, της ψυχής Του, ως λύτρο. Όχι μια εμπορική συναλλαγή, αλλά μια πράξη απελευθέρωσης, ένα σπάσιμο των δεσμών της αμαρτίας και του θανάτου που κόστισε το παν. Το αίμα Του, το τίμημα που πληρώθηκε για να ανοίξει ο δρόμος της επιστροφής, για να ξαναβρεί η πληγωμένη κτίση τον δρόμο προς την ένωση με τον Δημιουργό της. Αυτή η θυσία είναι η καρδιά του μυστηρίου, το σημείο όπου η θεία αγάπη συναντά την ανθρώπινη τραγωδία και την μεταμορφώνει.

Η άσκηση, η δια βίου πάλη που καλούμαστε να διεξάγουμε, δεν είναι μια προσπάθεια να κερδίσουμε την εύνοια του Θεού με τα έργα μας, αλλά η συμμετοχή μας σ' αυτή τη λυτρωτική κένωση, η σταδιακή μας απελευθέρωση από τα δεσμά του εγώ, σαν να ξεριζώνουμε με γυμνά χέρια αγκάθια βαθιά ριζωμένα στη σάρκα μας, η εκούσια είσοδός μας στη λογική του δούλου, του διακόνου. Μια πορεία σκληρή, ανηφορική, γεμάτη πτώσεις και σηκώματα, όπου η μόνη πυξίδα είναι το πρόσωπο του Εσταυρωμένου και Αναστημένου Κυρίου.

Μέσα σ' αυτή την κιβωτό της Εκκλησίας, που πλέει αιώνες τώρα στα ταραγμένα νερά της ιστορίας, ηχεί διαρκώς αυτή η κλήση προς τη διακονία, προς την ανατροπή των κοσμικών αξιών. Είμαστε όλοι προσκεκλημένοι στο ίδιο δείπνο, καλεσμένοι να πιούμε από το ίδιο ποτήριο, να βαπτιστούμε στο ίδιο βάπτισμα.

Η κοινότητα των πιστών, το ζωντανό σώμα του Χριστού, δεν είναι λέσχη «καθαρών», «πνευματικών» ή φρούριο αυτάρκειας, αλλά ένα εργαστήρι αγιότητας, ένας τόπος όπου η αδυναμία συναντά τη χάρη, όπου οι πληγές γίνονται πηγές φωτός, όπου η ατομική πάλη του καθενός βρίσκει νόημα και στήριξη στην κοινή πορεία.

Η λειτουργική εμπειρία, η μετοχή στα Μυστήρια, δεν είναι μαγικές τελετές, αλλά η συνεχής υπενθύμιση και βίωση αυτής της αλήθειας: ότι γινόμαστε μέλη του Σώματος του Χριστού, όχι για να εξουσιάσουμε, αλλά για να υπηρετήσουμε, για να προσφέρουμε τους εαυτούς μας ως «θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ» (Ρωμ. 12,1).

Κάθε κερί που ανάβει, κάθε προσευχή που ψιθυρίζεται, κάθε γονυκλισία, είναι μια μικρή πράξη αντίστασης στην τυραννία του εγώ, μια μικρή νίκη της λογικής της διακονίας έναντι της λογικής της εξουσίας. Είναι σαν ένας ψίθυρος που καταφέρνει να ακουστεί πάνω από τη βοή της αγοράς του κόσμου, μια σιωπηλή επανάσταση της καρδιάς. Η ζεστασιά της κοινότητας δεν αναιρεί τη μοναχικότητα της προσωπικής σχέσης με τον Θεό, αντίθετα, την τρέφει και την προστατεύει, όπως η γη τρέφει τη ρίζα που παλεύει να βρει νερό στα βάθη.

Έτσι, η πορεία προς τα Ιεροσόλυμα συνεχίζεται, όχι μόνο στον ιστορικό χρόνο, αλλά στην καρδιά κάθε πιστού, σε κάθε γενιά. Η ανάβαση είναι πάντα παρούσα, η πρόσκληση για το ποτήριο και το βάπτισμα πάντα ανοιχτή. Ο πειρασμός της εξουσίας, η γοητεία των θρόνων δεξιά και αριστερά, παραμένει ισχυρός, ένας σκοτεινός μαγνήτης που έλκει την ανθρώπινη αδυναμία. Η αμφιβολία, κρύα ομίχλη, μπορεί να τυλίξει την ψυχή, και η κραυγή της εγκατάλειψης να αντηχήσει στις ερημιές της καρδιάς.

Όμως, μέσα απ' όλα αυτά, αχνοφέγγει η υπόσχεση της Ανάστασης, η βεβαιότητα ότι η τελευταία λέξη δεν ανήκει στον θάνατο, αλλά στη ζωή, ότι η υπέρτατη δύναμη δεν είναι αυτή που συντρίβει, αλλά αυτή που αγαπά μέχρι τέλους, που υπηρετεί μέχρι θυσίας. Η πληγή της θείας αγάπης στην καρδιά της κτίσης παραμένει ανοιχτή, μια διαρκής πρόσκληση για μετάνοια και επιστροφή, μια υπόσχεση ένωσης που καίει σαν φωτιά μέσα μας. Η καρδιά παραμένει ένας τόπος συνάντησης του απείρου με το πεπερασμένο, της χάριτος με την ελευθερία, μια σκηνή όπου παίζεται αδιάκοπα το δράμα της πίστης και της αμφιβολίας, μέχρι την ημέρα που ο Υιός του Ανθρώπου θα έρθει ξανά, όχι πλέον ως δούλος, αλλά ως Κριτής και Βασιλιάς, για να παραλάβει όσους έμαθαν να υπηρετούν στην ταπείνωση.

Εκοιμήθη ο Μητροπολίτης Κονίτσης Ανδρέας

konitsis andreas


Εκοιμήθη σήμερα, Σάββατο 5 Απριλίου 2025 ο Σεβ. Μητροπολίτης Κονίτσης κ. Ανδρέας σε ηλικία 86 ετών.

Να αναφερθεί ότι ο Σεβασμιώτατος νοσηλευόταν στο Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων Γ. Χατζηκώστα από την παραμονή των Χριστουγέννων του 2024 μετά από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο και εσωτερική αιμορραγία που υπέστη λόγω πτώσης.

Λίγια λόγια για τον Μητροπολίτη Κονίτσης Ανδρέα

Ο κατά κόσμον Ανδρέας Τρεμπέλας γεννήθηκε στην Πάτρα το 1939. Αποφοίτησε από την Θεολογική Σχολή Αθηνών το 1963. Διάκονος χειροτονήθηκε το 1968 και πρεσβύτερος το 1969.

Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας στην Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως από το 1967 (αρχικά ως λαϊκός, κατόπιν ως διάκονος και έπειτα ως πρεσβύτερος-αρχιμανδρίτης) μέχρι το 1995.

Ενάμιση μήνα μετά τον θάνατο του Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανού, στις 25 Ιανουαρίου 1995 εξελέγη Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως με 32 ψήφους, έχοντας συνυποψηφίους τους αρχιμανδρίτες Χρυσόστομο Κουτουλάκη (31 ψήφοι) και Ιερόθεο Πετρίδη (4 ψήφοι).

Στις 28 Ιανουαρίου 1995 χειροτονήθηκε επίσκοπος στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Αμπελοκήπων Αθηνών και ενθρονίστηκε στο Δελβινάκι και στην Κόνιτσα την 1η Απριλίου του ίδιου έτους.

Από το 1995 έως το 2025 διαποίμανε την Μητρόπολη Κονίτσης, έχοντας να επιδείξει πλούσιο ποιμαντικό και πνευματικό έργο.

Στο θέμα της υπεράσπισης της Πατρίδας και των ηθών και αξιών, συνέχισε στη γραμμή του προκατόχου του, Σεβαστιανού, και δεν σταμάτησε να μιλά για την Βόρειο Ήπειρο και την Μακεδονία.

Την παραμονή Χριστουγέννων του 2024, ο Μητροπολίτης Ανδρέας εισήχθη στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων μετά από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο και εσωτερική αιμορραγία που υπέστη λόγω πτώσης.

Εξαιτίας του εγκεφαλικού επεισοδίου και της κατάστασης της υγείας του, παύθηκε από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 10 Μαρτίου 2025.

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 06/04/25-ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ι' 32-45

 

10 Απριλίου , Κυριακή Ε΄ Νηστειών , μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας |  naosagiasbarbaras.gr
Πρωτ. Φιλίππου Φιλίππου

Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τοὺς δώδεκα μαθητάς αὐτοῦ καὶ ἤρξατο αὐτοῖς λέγειν τὰ μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν, ὅτι ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται. Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν; Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. Δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δυνάμεθα. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ᾿ οἷς ἡτοίμασται. Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου. Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει αὐτοῖς· οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς πήρε τους δώδεκα μαθητές του χωριστά κι άρχισε να τους λέει τα όσα ήταν να του συμβούν. «Ακούστε», τους έλεγε· «τώρα που ανεβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα, ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στους αρχιερείς και στους γραμματείς, που θα τον καταδικάσουν σε θάνατο και θα τον παραδώσουν στους εθνικούς. Θα τον περιγελάσουν, θα τον μαστιγώσουν, θα τον φτύσουν και θα τον θανατώσουν· και την τρίτη ημέρα θ’ αναστηθεί». Πλησιάζουν τότε τον Ιησού ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, και του λένε: «Διδάσκαλε, θέλουμε να μας κάνεις τη χάρη που θα σου ζητήσουμε». «Τι θέλετε να κάνω για σας;» τους ρώτησε εκείνος. «Όταν θα εγκαταστήσεις την ένδοξη βασιλεία σου», του αποκρίθηκαν, «βάλε μας να καθίσουμε ο ένας στα δεξιά σου κι ο άλλος στα αριστερά σου». Ο Ιησούς τότε τους είπε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι του πάθους που θα πιω εγώ ή να βαφτιστείτε με το βάπτισμα με το οποίο θα βαφτιστώ εγώ;» «Μπορούμε», του λένε. Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Το ποτήρι που θα πιω εγώ θα το πιείτε, και με το βάπτισμα των παθημάτων μου θα βαφτιστείτε· το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στα αριστερά μου δεν μπορώ να σας το δώσω εγώ, αλλά θα δοθεί σ’ αυτούς για τους οποίους έχει ετοιμαστεί». Όταν τ’ άκουσαν αυτά οι υπόλοιποι δέκα μαθητές, άρχισαν ν’ αγανακτούν με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Τους κάλεσε τότε ο Ιησούς και τους λέει: «Ξέρετε ότι αυτοί που θεωρούνται ηγέτες των εθνών ασκούν απόλυτη εξουσία πάνω τους, και οι άρχοντές τους τα καταδυναστεύουν. Σ’ εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας πρέπει να γίνει υπηρέτης σας· και όποιος από σας θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων. Γιατί και ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρο για όλους».

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 06/04/25-ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Θ΄11-14

 Ο Απόστολος Παύλος: Ο αληθινά Μεγάλος


Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, οὐδὲ δι’ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος. Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ραντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, ο Χριστός ήρθε ως αρχιερέας των αγαθών πραγμάτων που προσμένουμε. Η σκηνή στην οποία μπήκε είναι ανώτερη και τελειότερη. Δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, μέρος δηλαδή αυτής της δημιουργίας. Ο Χριστός μπήκε μια για πάντα στα άγια των αγίων, για να προσφέρει αίμα όχι ταύρων και μοσχαριών, αλλά το δικό του αίμα· κι έτσι μας εξασφάλισε την αιώνια σωτηρία. Το αίμα των ταύρων και των τράγων, και το ράντισμα με τη στάχτη του δαμαλιού εξαγνίζουν τους θρησκευτικά ακάθαρτους καθαρίζοντάς τους εξωτερικά. Πόσο μάλλον το αίμα του Χριστού! Αυτός, έχοντας το Πνεύμα του Θεού, πρόσφερε τον εαυτό του άψογη θυσία στο Θεό, κι έτσι θα καθαρίσει τη συνείδησή σας από τα έργα που οδηγούν στο θάνατο, για να μπορείτε να λατρεύετε τον αληθινό Θεό.

Γέροντας Εφραίμ: «Ας ακουμπάμε πάντοτε στους ώμους της Παναγίας μας το φορτίο μας!»

 

Πατρικές Νουθεσίες του γέροντος Εφραίμ του Φιλοθεΐτου

Ο Θεός παιδεύει σαν πατέρας, για να μας απαλλάξη από υπερβολές και ελλείψεις. Μας παιδεύει όχι για να έλθουμε σε απόγνωσι, αλλά για να μετανοήσουμε και διορθωθούμε.

Όταν υγιώς κρατήσουμε την έννοια της παιδείας των θλίψεων, ακολουθεί πολλή θεϊκή παρηγοριά.

Με την υπομονή στα παθήματα κάμνουμε το θέλημα του Θεού. Όποιος υπομένει πειρασμό, σε οποιαδήποτε μορφή, επιθέτει φάρμακο στην ψυχή του.

Ας ακουμπάμε πάντοτε στους ώμους της Παναγίας μας το φορτίον μας και χωρίς άλλο θα βρίσκουμε παρηγοριά στον πόνο και την θλίψι μας.

Οι άνθρωποι, παιδί μου, χωρίζονται εις αυτό τον κόσμο εις καλούς και κακούς, εις πλουσίους και πτωχούς, εις μορφωμένους και αμορφώτους, εις ευγενείς και αγενείς, εις εξύπνους και ανοήτους. Ενώνονται όμως όλοι εις ένα σημείο. Εις τον πόνο!

Διότι όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως εις την ζωή τους θα πονέσουν. Καθώς λέγει και ο Ιώβ· «Τέρας, ει τις ευτύχησεν διά βίου»*. Άρα λοιπόν όλοι οι άνθρωποι ζούμε εις το βασίλειο του πόνου!

Γνωρίζομε ότι ο πόνος είναι κάτι το προσωπικό, που θα χρειασθή κανείς να τον αντιμετωπίση μόνος του. Είναι ο σταυρός του, που οφείλει να τον σηκώση, όπως και ο Σωτήρ του κόσμου, ο Ιησούς, εσήκωσε τον Σταυρό Του, χάριν ημών.

*Ερμηνεύεται ως εξής: «Άνθρωπος που περπάτησε πάνω στη γή χωρίς κόπο, είναι τέρας». Τέρας σημαίνει εξωφυσικός άνθρωπος. Άρα φυσιολογικός άνθρωπος είναι φύσει αδύνατον, να διέλθει την ζωήν αυτού χωρίς πόνο και θλίψη.

Εσύ φρόντισε να σταθείς δίπλα, σε όλους εκείνους που θέλεις να λες ‘’δικούς σου’’

 

Κάποιοι άνθρωποι, δικοί σου και καλά, θα είναι αυτοί που δε θα βρίσκουν καλό λόγο για τίποτα να πούνε.

Κάποιοι άνθρωποι, δικοί σου και καλά, θα είναι αυτοί που δε θα απλώσουνε ποτέ το χέρι τους στην όποια σου ανάγκη.

Κάποιοι άνθρωποι, δικοί σου και καλά, θα είναι εκείνοι που θα έχουν γνώμη για τα πάντα στη ζωή σου. Θα μιλούν, θα κρίνουνε και μετά θα τραβούν το δρόμο τους κοιτώντας τη ζωούλα τους.

Κάποιοι άνθρωποι, δικοί σου και καλά, θα θέλουν να μαθαίνουνε τα πάντα για τη δική σου τη ζωή, αλλά οι ίδιοι θα είναι ‘’στρείδια’’.

Κάποιοι άνθρωποι, δικοί σου και καλά, δε θα αγαπήσουνε ποτέ αυτά που εσύ αγαπάς. Αυτούς για τους οποίους εσύ παλεύεις.

Κάποιοι άνθρωποι δικοί σου και καλά, θα κλαίνε με τη λύπη σου -για λίγο, μη φαντάζεσαι- αλλά δε θα μπορούνε να χαρούν μαζί με τη χαρά σου.

Κάποιοι άνθρωποι, δικοί σου και καλά, θα αφήνουν μια ζωή τον εγωισμό τους να πνίγει την αγάπη…

Δεν πειράζει. Ας είναι.

Μην τους κρατάς κακία.

Αυτοί χάνουνε.

Εσύ φρόντισε να μην γίνεις σαν και αυτούς.

Εσύ φρόντισε να σταθείς δίπλα, σε όλους εκείνους που θέλεις να λες ‘’δικούς σου’’.

Ψυχολόγος Ελευθεριάδης Ελευθέριος

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΕΣΟ

 

Τη μνήμη του τιμά σήμερα, 5 Απριλίου, η μας.
Ο Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος εγεννήθηκε από Σάμιο πατέρα στη Νέα Έφεσο το 1756 μ.Χ. Ακολούθησε τον έγγαμο βίο και απέκτησε τέκνα. Όμως, κατά τον Ιούλιο του 1798 μ.Χ., ευρισκόμενος σε κατάσταση μέθης, παρασύρθηκε στον Ισλαμισμό και αρνήθηκε τον Χριστό. Επειδή για την πράξη του αυτή ένιωσε ντροπή, αφού απεκήρυξε τον Ισλαμισμό, έφυγε από την Έφεσο και ήλθε στη Σάμο.
Κατά το διάστημα της απουσίας του οι Χριστιανοί άρχισαν να χτίζουν ναό στην Έφεσο, αφού πρώτα έλαβαν την σχετική άδεια από την Κωνσταντινούπολη. Οι Τούρκοι, φέροντες βαρέως ότι ανεγειρόταν ναός των Ορθοδόξων και μάλιστα με βασιλική άδεια, διέβαλαν τους Χριστιανούς ότι εφόνευσαν τον Γεώργιο ως αποστάτη της πίστεώς τους και έκρυψαν το λείψανό του στα θεμέλια του ανεγειρόμενου ναού.
Όμως ο Γεώργιος ευρέθηκε αργότερα και οδηγήθηκε με τη βία στην Έφεσο, όπου οι Τούρκοι τον επίεζαν να επανέλθει στην μωαμεθανική θρησκεία. Κατόρθωσε όμως να φυγαδευτεί και πάλι στη Σάμο, όπου συνελήφθη εκ νέου και οδηγήθηκε στην φυλακή. Με τη διαμεσολάβηση όμως των Δημογερόντων της Σάμου τον άφησαν πάλι ελεύθερο. Εν τω μεταξύ οι ταραχές και οι ανωμαλίες στην Έφεσο συνεχίζονταν.
Τότε ο Γεώργιος, αφού μετανόησε και ήλθε στον εαυτό του, έλαβε την απόφαση του μαρτυρίου. Απεμάκρυνε την οικογένειά του, για την προφυλάξει από τον φανατισμό των Τούρκων, και παρουσιάσθηκε ενώπιον του Τούρκου ιεροδικαστού, στον οποίο ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Οι Τούρκοι τότε άρχισαν τις κολακείες και τις απειλές. Και όταν είδαν την σταθερότητα του Αγίου στην πατρώα ευσέβεια, τον αποκεφάλισαν. Ήταν το έτος 1801 μ.Χ., ημέρα Παρασκευή. Οι Χριστιανοί παρέλαβαν το ιερό του λείψανο και το ενταφίασαν με ευλάβεια στον τάφο του Αγίου Νεομάρτυρος Πολυδώρου.
Απολυτίκιον
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.

Προκαθάρας τοις ρείθροις των δακρύων Γεώργιε, την ψυχήν και το σώμα, εγκρατεύθης πανεύφημε· και πόθω Χριστού πυρποληθείς, εχώρησας γενναίε πεποιθώς, προς αγώνάς τε και άθλους μαρτυρικούς, και νομίμως ενήθλησας. Δόξα τω παράσχοντί σοι ισχύν, δόξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα τω αφθαρσία εις αιώνας σε δοξάσαντι.

Παρασκευή 4 Απριλίου 2025

Ομιλία Πατήρ Ματθαίου Μπαρούση στον Ακάθιστο Ύμνο


 

ΧΑΙΡΕ, Η ΓΕΦΥΡΑ ΟΝΤΩΣ Η ΜΕΤΑΓΟΥΣΑ ΕΚ ΘΑΝΑΤΟΥ ΠΑΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΖΩΗΝ ΤΟΥΣ ΥΜΝΟΥΝΤΑΣ ΣΕ

 

               


 Η Παναγία χαρακτηρίζεται από τον Άγιο Ιωσήφ τον Υμνογράφο, τον ποιητή του κανόνα του Ακαθίστου Ύμνου, ως «η  γέφυρα όντως η μετάγουσα εκ θανάτου πάντας προς ζωήν τους υμνούντας σε». Μία γέφυρα αποτελεί ένα πέρασμα πάνω από ένα ποτάμι ή και μία θάλασσα, από ένα τμήμα ενός βουνού προς ένα άλλο. το πέρασμα αυτό μεταφέρει τους ταξιδιώτες με ασφάλεια από ένα μέρος σε ένα άλλο, ώστε να φτάσουν στον τελικό προορισμό τους. Ο υμνογράφος δεν διστάζει να χαρακτηρίσει την Παναγία ως γέφυρα, η οποία όμως έχει κάποιες διαφορές σε σχέση με το ανθρώπινο έργο. Η Παναγία ως γέφυρα μεταφέρει από τον θάνατο στη ζωή όσους την υμνούν. Ο προορισμός είναι ο τελικός για κάθε άνθρωπο. Ζωή είναι ο  Χριστός και μάλιστα ο Αναστημένος Χριστός. Ο κόσμος του Χριστού είναι η Βασιλεία του Θεού, στην οποία ο θάνατος δεν έχει θέση, γιατί ο Χριστός τον νίκησε διά του Σταυρού και της Αναστάσεως. Δεν έχουμε να κάνουμε άλλο ταξίδι μετά το πέρασμα, καθότι έχει εκπληρωθεί ο σκοπός της ύπαρξής μας, που είναι εξ αρχής η ομοίωση με τον Θεό, τουτέστιν η κοινωνία με Αυτόν. Και η Παναγία είναι γέφυρα, ασφαλής και χωρίς κλυδωνισμούς από τους αέρηδες και τις βροχές της ζωής, τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες, διά της οποίας ζούμε τον Χριστό.

                Είναι τολμηρή η εικόνα, αλλά, στην πραγματικότητα, αποτυπώνει το όλο κλίμα των Χαιρετισμών προς το πρόσωπο της Παναγίας, όπως το ζήσαμε και το ζούμε κάθε Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Η Παναγία καθιστά τον εαυτό της γέφυρα, διότι μας δείχνει πώς μπορούμε, φτάνοντας ενώπιον της, να δούμε τη ζωή όπως τη ζούμε και τη ζωή που ανοίγεται μπροστά μας αν περάσουμε δι’ αυτής προς τα εκεί. Η ζωή μας είναι ένα ταξίδι, στο οποίο συναντούμε πολλά: την επιβίωση, την αναζήτηση σχέσεων, την αναζήτηση αναγνώρισης και καταξίωσης, την ικανοποίηση αναγκών, την αγάπη, την ανακάλυψη, διαμόρφωση, τροποποίηση και στερέωση της ταυτότητάς μας. Είναι ένα ταξίδι στο οποίο καλούμαστε να επιλέξουμε αν θα το ζήσουμε με κριτήριο μόνο τον εαυτό μας, το εγώ μας, τις επιθυμίες μας, την εξουσία έναντι των άλλων, την παθητικότητα έναντι των άλλων, τα πάθη μας ως αφορμή δικαίωσης και ευχαρίστησης ή ένα ταξίδι στο οποίο, προσβλέποντας στον τρόπο της Παναγίας, θα διαλέξουμε να παλέψουμε προχωρώντας με κριτήριο την αγάπη κι ας γίνεται σταυρός, την αυτογνωσία, βλέποντας τα πάθη μας και παλεύοντας με την πίστη, την προσευχή, την επίκληση της χάριτος του Θεού, τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, τη μετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, την άσκηση που γίνεται εκκοπή του ιδίου θελήματος και επανεξέταση του θυμού και της φιλαυτίας, την αγάπη για τον συνάνθρωπο που γίνεται συγχώρηση, να κάνουμε συνεχώς καινούργιες αρχές. Ο πρώτος δρόμος αναδίδει θάνατο. Ο δεύτερος ζωή.

                Έτσι, αναγνωρίζουμε την Παναγία ως αυτή που πρώτη δείχνει αυτόν τον δρόμο και είναι μαζί μας και μαζί με κάθε άνθρωπο, «πάντας τους υμνούντας», δείχνοντας τον δρόμο για τη ζωή που είναι ο Χριστός. Και η Παναγία γίνεται η Μάνα της καρδιάς μας, αυτή που μας καλεί να ξαποστάσουμε στο γεφύρι, στο πέρασμά της , να πάρουμε δύναμη και να προχωρήσουμε μη γυρίζοντας πίσω. Μπορεί να μοιάζει μακρύς ο δρόμος πάνω στο γεφύρι. Κρατά μια ζωή. Όμως ο προορισμός του, το τέρμα του είναι η Ανάσταση. Και η Παναγία εμφυσά στην καρδιά μας τη γλυκύτητα της πίστης, το αεράκι της χαράς ότι δεν είμαστε μόνοι μας, την τροφή με την οποία η ίδια έθρεψε τον Υιό και Θεό της: τα ανθρώπινα μπολιασμένα με αγάπη. Και είναι συνεχώς μαζί μας η Παναγία, για να παίρνουμε κουράγιο. Την αναγνωρίζουμε σε κάθε σημείο της γέφυρας. Μας παρηγορεί στην ορμή του ανέμου και της βροχής, των δοκιμασιών που μας λένε ότι είμαστε μόνοι μας και ότι ο θάνατος θα μας καταπιεί.  Μας παρηγορεί όταν σκοντάφτουμε, νικημένοι από τον εαυτό μας και τους άλλους που δεν είναι όπως τους θέλουμε. Από ένα πνεύμα σκλαβιάς στο φαινομενικά ακαταμάχητο παρόν του κόσμου και του πολιτισμού που επιτίθεται για να μας ρίξει στον γκρεμό ή στο νερό των παθών και της απόγνωσης. Είναι εκεί η Παναγία και μας υπενθυμίζει την Εκκλησία, τον Χριστό, την ανάσταση, τη ζωή.

                Ας την επικαλούμαστε στο τέλος του κύκλου των Χαιρετισμών και ας την χαιρετούμε  με την πίστη ότι είναι και θα παραμένει «όντως» η γέφυρα στην οποία δεν θα χάσουμε ποτέ ούτε τον προσανατολισμό ούτε την ελπίδα μας. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ

 




Ο εψάλη το καλοκαίρι του 626 μετά από την σωτηρία της Πόλης (8 Αυγούστου). Σύμφωνα με θεολόγους ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται παρ΄όλα αυτά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή για να συνοδεύσει την γιορτή του Ευαγγελισμού της .


Η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού, επειδή βρίσκεται ημερολογιακά μέσα σε περίοδο Νηστείας, στερείται προεόρτιων και μεθεόρτιων. Ο Ακάθιστος Ύμνος, λοιπόν, έρχεται να συνοδέψει την γιορτή του Ευαγγελισμού και να καλύψει το κενό που δημιουργείται λόγω της περιόδου της Νηστείας, όσον αφορά τα προεόρτια και μεθεόρτια.
Και επειδή ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, κατά την περίοδο Νηστείας, επιτρέπεται μόνο το Σάββατο και την Κυριακή, η ψαλμωδία του Ακάθιστου ψάλλεται κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών τα οποία λειτουργικά ανήκουν στην ημέρα του Σαββάτου.
Γιατί ονομάζεται Ακάθιστος Ύμνος;
Για να βρούμε την απάντηση στην ερώτηση αυτή θα πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία και να δούμε τα ιστορικά στοιχεία του . Σύμφωνα με το Συναξαριστή ή Συναξάρι ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλει το καλοκαίρι του 626. Την εποχή εκείνη ο αυτοκράτορας Ηράκλειος βρισκόταν σε εκστρατεία στο εσωτερικό της Ασίας. Την απουσία του αυτοκράτορα εκμεταλλεύτηκαν οι Πέρσες και οι Άβαροι οι οποίοι πολιόρκησαν το Βυζάντιο. Ο φρούραρχος Βώνος και ο Πατριάρχης Σέργιος εμψύχωναν το λαό που ετοιμαζόταν να πολεμήσει τις πολεμικές μηχανές των Περσών και των Αβαρών, χωρίς να έχει πολλές ελπίδες για νίκη.
Ο Πατριάρχης Σέργιος κρατώντας την εικόνα της των Βλαχερνών, περιδιάβαινε τα τείχη από άκρη σε άκρη για να δώσει θάρρος και ελπίδα. Την ημέρα που οι εχθροί της Πόλης ετοίμαζαν τη μεγάλη τους επίθεση και καθώς ο Πατριάρχης Σέργιος, κρατώντας την εικόνα της Παναγίας προσπαθούσε να εμψυχώσει το λαό, ένας μεγάλος ανεμοστρόβιλος προξένησε ανεπανόρθωτες ζημίες σε μεγάλο μέρος της ναυτικής δύναμης των εχθρών αναγκάζοντάς τους να αλλάξουν σχέδια και να λύσουν την πολιορκία.
Βλέποντας ο λαός το θαύμα αυτό και θέλοντας να ευχαριστήσει την Παναγία συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών όπου όλοι οι πιστοί, όρθιοι, έψαλλαν, ως δοξολογία και ευχαριστία για την σωτηρία της Πόλης, τον Ύμνο προς την Παναγία, ο οποίος αργότερα θα ονομαστεί Ακάθιστος διότι «ορθοστάδην τότε πας ο λαός κατά την νύκτα εκείνην τον ύμνον τη του Λόγου Μητρί έμελψαν και ότι πάσι τοις άλλοις οίκοις καθήσθαι εξ έθους έχοντες, εν τοις παρούσι της θεομήτορος όρθοὶ πάντες ακροώμεθα».

«Η Εκκλησία είναι η χώρα των Ζώντων όπου υπάρχει Ζωή και περίσσεια Ζωής, δηλαδή ο Χριστός!»

 

Γέροντα, τα παιδιά μας κοιμούνται στην Εκκλησία, μήπως να μη τα φέρνουμε??

– Στο Καράβι να είναι κι ας κοιμούνται, επέμενε ο Γέροντας Πορφύριος.

Η Εκκλησία, είναι το Σκάφος του Χριστού!

Το Σώμα του Χριστού!

Το Στόμα του Χριστού!

Η Κιβωτός που μπαίνεις μέσα και σώζεσαι!!

Η Εκκλησία παιδί μου.. Είναι ένα μεγάλο Νοσοκομείο που εφημερεύει σε εικοσιτετράωρη βάση, εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια.

Ένα Νοσοκομείο που εφημερεύει για όλους..

Για ασφαλισμένους και για ανασφάλιστους..

Για πλούσιους και για άπορους…

Για επώνυμους και για ανώνυμους και περιθωριακούς ανθρώπους…

Ένα μεγάλο Νοσοκομείο στο οποίο αντιμετωπίζεται κάθε νόσημα όσο βαθύ, όσο λοιμώδες και όσο θανατηφόρο κι αν είναι.

Ένα μεγάλο Νοσοκομείο στο οποίο μπαίνεις άρρωστος και βγαίνεις υγιής, όπως η αιμορροούσα…

Μπαίνεις διώκτης και βγαίνεις Απόστολος, όπως ο Παύλος.

Μπαίνεις αμαρτωλός και βγαίνεις άγιος, όπως η αγία Μαρία η Αιγυπτία.

Μπαίνεις λύκος και βγαίνεις αρνί, όπως ο Άγιος Μωυσής ο Αιθίοπας.

Μπαίνεις πτώμα εν αποσυνθέσει και ανίστασαι τετραήμερος, όπως ο Λάζαρος!

Γιατί στην Εκκλησία δεν υπάρχει θάνατος.

Δεν υπάρχουν νεκροί.

Η Εκκλησία είναι η χώρα των Ζώντων όπου υπάρχει Ζωή και περίσσεια Ζωής, δηλαδή ο Χριστός!

Ο ΟΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΝ ΜΑΛΕΩ

 


Τη μνήμη του τιμά σήμερα, 4 Απριλίου, η μας.
Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα.
Πολλοί που προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό. Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί που τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα.
Το τέλος της επίγειας ζωής του, προείπε ο Όσιος πριν τρία χρόνια. Έτσι αφού ασθένησε για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, που τόσο αγάπησε από βρέφος.
Απολυτίκιον
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Ως θείον Γεώργιον, δικαιοσύνης καρπούς, πλουσίως εξήνεγκας, δι’ ενάρετου ζωής, Γεώργιε Όσιε, συ γαρ καθάπερ φοίνιξ, εν ασκήσει βλαστήσας, τρέφεις τη δωρεά σου, την Χριστού Εκκλησίαν όθεν αεί ευχαρίστως, τιμά την μνήμη σου.

Πέμπτη 3 Απριλίου 2025

Τι είναι αγαπητοί μου, ο Μέγας Κανών, που ψάλλει σήμερα η Εκκλησία μας;

 


 «Τι είναι αγαπητοί μου, ο Μέγας Κανών, που ψάλλει σήμερα η Εκκλησία μας;
Είναι μια ανθοδέσμη από λουλούδια αθάνατα του Αγίου Πνεύματος, λουλούδια της εκκλησιαστικής ποιήσεως των βυζαντινών μας χρόνων!
Όλα στάζουν μέλι , γλυκύτητα, νοήματα μεγάλα!Τελειώνουν με το ωραιότερο απ΄ όλα που λέει:"Ψυχή μου , ψυχή μου , ανάστα τι καθεύδεις;

Μητροπολίτης Αυγουστίνος Καντιώτης.

Η ΦΙΛΟΧΡΗΜΑΤΙΑ

 

Έλεγε ο αββάς Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης: «η φοβερή και αδίστακτη της φιλοχρηματίας αγάπη, κόρο μη γνωρίζοντας, στο έσχατο των κακών σπρώχνει την ψυχή, αφού την κυριεύσει. Λοιπόν, από την αρχή-αρχή ας διώξουμε τέτοια αγάπη. Γιατί, αν κυριαρχήσει μέσα μας, δεν κατανικάται» (από το «Γεροντικό»).

Στο εσώτερο του ανθρώπου συγκρούονται δύο δυνάμεις: η μία είναι το συμφέρον και η άλλη η αγάπη. Το συμφέρον ορθώνει ένα τεράστιο «εγώ». Μόνο αυτό υπάρχει. Το «εγώ» γίνεται δίκιο, δικαίωμα, απόλαυση, κτήση, προτεραιότητα. Η αγάπη κάνει τον άνθρωπο να νιώθει και το «εσύ», τον άλλον, τον πλησίον. Ο άνθρωπος τότε βλέπει τη ζωή σε σχέση με τον συνάνθρωπό του. Αυτό που έχει το μοιράζεται. Αυτό που είναι χωράει και τον άλλον.

Κλειδί για τη θέαση της ζωής στην προοπτική του συμφέροντος είναι το χρήμα. Προφανώς και το χρήμα είναι μέσο για την επιβίωση του ανθρώπου, για την ποιότητα της κατά κόσμον ζωής, για  την καλλιέργεια του νου, για να μπορεί ο άνθρωπος να χαρεί. Και το χρήμα έρχεται ως ανταμοιβή για την εργασία, ως δωρεά από γονιό σε παιδί, ως απόκτημα συνύπαρξης μέσα από μία σχέση. Όταν όμως όλη ζωή του ανθρώπου στηρίζεται στη φιλοχρηματία, τότε δεν υπάρχει κόρος, χορτασμός. Γιατί τότε κυριεύει την ψυχή, κάνοντας τον άνθρωπο πλεονέκτη, να μην αρκείται στην κάλυψη των αναγκών του ή στην αξιοποίηση των πόρων για να έχει ο άνθρωπος χαρά, αλλά νομίζει ότι με τη δύναμη του χρήματος μπορεί να εξαγοράσει τα πάντα, τον συνάνθρωπο, τις θέσεις, κάποτε και όλον τον κόσμο. Το χρήμα γίνεται πηγή εξουσίας και η εξουσία γίνεται μέθη γι’ αυτόν που δεν έχει όριο πνευματικό στην καρδιά του.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χριστός στο ευαγγέλιο επισημαίνει ότι το να θησαυρίζουμε θησαυρούς επί της γης δεν μας δίνει προοπτική αιωνιότητας. Πέρα από το ότι αυτοί οι θησαυροί σκουριάζουν την καρδιά μας, διότι την σκληραίνουν, έχουμε πάντοτε και το άγχος μη τους χάσουμε, μην μας τους κλέψουν. Μοιάζουμε ολοένα και περισσότερο με τον ήρωα των κόμικς που κάνει μπάνιο στα δολάρια, που φοβάται όσο κανείς την κλοπή τους, που είναι μόνος του, με τους μόνους που νοιάζονται γι’ αυτόν να είναι ο ανιψιός του και η οικογένειά του, ένας ήρωας που έχει τα πάντα, αλλά δεν μπορεί να χαρεί τίποτα, ένας ήρωας που δεν νιώθει την φθαρτότητά του.

Από την άλλη, η ασκητική παράδοση της Εκκλησίας μάς υπενθυμίζει ότι η φιλοχρηματία θέλει αγώνα για να τη διώξεις εξαρχής. Θέλει υπενθύμιση των αληθινών προτεραιοτήτων, που έχουν να κάνουν με την αγάπη για τον Θεό και τον συνάνθρωπο, θέλει εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού, που δεν θα αφήσει οι ανάγκες μας να μην εκπληρωθούν. Δεν ζητά η Εκκλησία να μην εργαζόμαστε, να μην παλεύουμε να βελτιώσουμε τη ζωή μας. Θέλει όμως από εμάς να μην παραδιδόμαστε στην κυριαρχία του χρήματος, ακριβώς διότι αυτό δεν μας σώζει, αλλά μας υποδουλώνει. Κλειδί είναι το μέτρο. Μαζί και η ελεήμων καρδιά. Η μίμηση του Θεού. Και το βίωμα ότι η αγάπη δίνει νόημα, καθώς δεν είναι το συμφέρον που δίνει χαρά, αλλά το να μπορείς να αγαπάς, ακόμη κι αν χάσεις.

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Ο Μέγας Κανών του Αγίου Ανδρέα Κρήτης

Ο Μέγας Κανών, που συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης, αρχιεπίσκοπος Κρήτης κι ένας απ᾿ τους πιο εξέχοντες εκπροσώπους της εκκλησιαστικής ποιήσεώς μας, είναι ένας από τους πιο υπέροχους και περισσότερο γνωστούς ύμνους στο εκκλησιαστικό πλήρωμα. Ψάλλεται τμηματικά τις τέσσερις πρώτες ημέρες της Καθαρής Εβδομάδας και ολόκληρος την Πέμπτη της ε´ εβδομάδας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αποτελεί ένα εγερτήριο σάλπισμα που αποβλέπει στο να φέρει τον άνθρωπο σε συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του και να τον οδηγήσει μέσα από τη συντριβή και τη μετάνοια κοντά στον Θεό.

Ο Μέγας Κανών είναι ύμνος βαθιάς συντριβής και συγκλονιστικής μετανοίας. Ο άνθρωπος, που αισθάνεται το βάρος της αμαρτίας· που γεύεται την πικρία της μακριά από τον Θεό ζωής· που κατανοεί τις τραγικές διαστάσεις της αλλοτριώσεως της ανθρώπινης φύσεως στην πτώση και την αποστασία της από τον Θεό, συντρίβεται. Κατανύσσεται. Αναστενάζει βαθιά και ξεσπά σε θρήνο γοερό. Έναν θρήνο όμως που σώζει, διότι ανοίγει τον δρόμο της μετανοίας. Τον δρόμο που επαναφέρει την ανθρώπινη ύπαρξη κοντά στον Θεό, την πηγή της αληθινής ζωής και το πλήρωμα της άρρητης χαράς και ευφροσύνης.

Η δομή του

Το πιο αξιόλογο και περισσότερο γνωστό απ᾿ όλα τα έργα του αγίου Ανδρέα είναι ασφαλώς ο Μέγας Κανών. Ξεχωρίζει ανάμεσα στους πολλούς Κανόνες του για την πρωτοτυπία του και την έκτασή του. Η έκτασή του αυτή είναι ᾿κείνη που του έδωσε και την ονομασία Μέγας. Ο Μέγας Κανών είναι ένα από τα ευγενέστερα προιόντα βαθιάς θρησκευτικής πείρας. Η αξία του από πλευράς θρησκευτικής και αισθητικής είναι μεγάλη και κατέχει εκλεκτή θέση στην όλη εκκλησιαστική ποίηση και τη λατρεία της Εκκλησίας.


Αποτελείται από εννιά Ωδές, από τις οποίες η β´ και η γ´ έχουν από δύο Ειρμούς και η Ϛ´ διαιρείται σε δύο τμήματα. Το δεύτερο τμήμα της δεν έχει δικό του Ειρμό. Ίσως παλαιότερα να είχε και στον τελικό καταρτισμό του Τριωδίου να εξέπεσε. Μπροστά από κάθε τροπάριό του έχει τεθεί στίχος απ᾿ τους Μακαρισμούς. Σχετικά με τον αριθμό και την τάξη των τροπαρίων πρέπει να πούμε ότι υπάρχει μια ποικιλία στα χειρόγραφα κι έτσι δεν μπορούμε να ξέρουμε απόλυτα ποια είναι γνήσια και ποια παρέμβλητα. Τα τροπάρια που αναφέρονται στην οσία Μαρία την Αιγυπτία και τον ίδιο τον Άγιο είναι φανερό ότι δεν προέρχονται από τη γραφίδα του αγίου Ανδρέα, αλλ᾿ ότι είναι μεταγενέστερα. (Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν όλοι οι ερευνητές, γι᾿ αυτό κι εμείς τα παραλείψαμε στην παρούσα εργασία). Σύμφωνα με το Τριώδιο που βρίσκεται στη λειτουργική χρήση της Εκκλησίας, στο οποίο κι εμείς στηριχτήκαμε (έκδοση Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1960), ο αριθμός των τροπαρίων έχει ως εξής· α´ 25, β´ 41, γ´ 28, δ´ 29, ε´ 23, Ϛ´ 33, ζ´ 22, η´ 22, και θ´ 27. Συνολικά δηλαδή ο Μέγας Κανών αποτελείται από 11 Ειρμούς και 250 τροπάρια. Κατά μια εκδοχή ο άγιος Ανδρέας έγραψε τόσα τροπάρια, όσοι είναι και οι στίχοι των εννιά βιβλικών ωδών.

Τα περιστατικά της συγγραφής

Τα περιστατικά κάτω απ᾿ τα οποία ο άγιος Ανδρέας συνέθεσε τον Κανόνα δεν μας είναι γνωστά. Δεν έχουμε συγκεκριμένες μαρτυρίες, που να αναφέρονται στον χρόνο, τον τόπο και τα πλαίσια της συνθέσεώς του. Προς την κατεύθυνση αυτή μια κάποια βοήθεια μας δίνουν μερικά προσωπικά στοιχεία και ενδείξεις του ίδιου του Κανόνος. Ο ποιητής μερικές φορές αναφέρεται στην ηλικία του· «Ερριμμένον με, Σωτήρ, / προ των πυλών σου / καν εν τω γήρει… / αλλά προ του τέλους / …» (α´ 13)· «Εκ νεότητος, Σωτήρ, / τας εντολάς σου επαρωσάμην, / όλον εμπαθώς, / αμελών, ραθυμών / παρήλθον τον βίον…» (α´ 20)· «Ο χρόνος ο της ζωής μου / ολίγος…» (δ´ 23. Βλέπε και δ´ 2, η´ 6 κ.α.). Από τις παραπάνω ενδείξεις πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο ποιητής συνέθεσε τον Κανόνα σε ηλικία προχωρημένη.

Το τελευταίο τροπάριο του Μεγάλου Κανόνος μας δίνει τη δυνατότητα για ένα ακριβέστερο καθορισμό του τόπου συγγραφής· «Την πόλιν σου φύλαττε, / Θεογεννήτορ άχραντε· / εν σοι γαρ αύτη / πιστώς βασιλεύουσα, / εν σοι και κρατύνεται / και διά σου νικώσα…». Φαίνεται δηλαδή ότι ο άγιος Ανδρέας συνέγραψε τον Κανόνα στην Κωνσταντινούπολη είτε πριν εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Κρήτης είτε μετά, σε κάποιο ταξίδι του και μάλιστα κοντά χρονικά σε κάποια επιτυχή απόκρουση βαρβαρικής επιδρομής («εν σοι κρατύνεται», «διά σου νικώσα», «τροπούται πάντα πειρασμόν», «σκυλεύει πολεμίους»). Ίσως των Αράβων το 717.

Το θέμα του

Το Συναξάριο της Πέμπτης της ε´ εβδομάδας των Νηστειών (της ημέρας δηλαδή που ψάλλεται ο Μέγας Κανών) ως εξής αναφέρεται στο θέμα, το περιεχόμενο και τους σκοπούς του ποιήματος· «πάσαν γαρ Παλαιάς και Νέας Διαθήκης ιστορίαν ερανισάμενος και αθροίσας, το παρόν ηρμόσατο μέλος, από Αδάμ δηλαδή μέχρι και αυτής της Χριστού Αναλήψεως και του των Αποστόλων κηρύγματος. Προτρέπεται γούν διά τούτου πάσαν ψυχήν, όσα μεν αγαθά της ιστορίας ζηλούν και μιμείσθαι προς δύναμιν, όσα δε των φαύλων αποφεύγειν, και αεί προς Θεόν ανατρέχειν διά μετανοίας, διά δακρύων και εξομολογήσεως, και της άλλης δηλονότι ευαρεστήσεως». Θέμα δηλαδή του Μεγάλου Κανόνος είναι η παρουσίαση της τραγικής καταστάσεως του ανθρώπου της πτώσεως και της αμαρτίας και η θερμή παρακίνησή του να μετανοήσει και να επιστρέψει κοντά στον ζώντα και αληθινό Θεό.


Η διαπραγμάτευση του θέματος είναι πρωτότυπη, έντονα δραματική και πλαισιώνεται από τη χρήση ενός πλήθους παραδειγμάτων αποβλέπει στην παρακίνηση της ψυχής να μιμηθεί τις καλές πράξεις των ευσεβών και ν᾿ αποφύγει τις κακές των ασεβών. Τα περισσότερα από τα βιβλικά παραδείγματα είναι παρμένα από την Παλαιά Διαθήκη. Αυτό κυρίως γίνεται στις πρώτες οκτώ Ωδές (όπου, βέβαια, αναφέρονται σποραδικά πρόσωπα και γεγονότα και της Καινής Διαθήκης). Μας το υπογραμμίζει και ο ίδιος ο ποιητής στο τροπάριο θ´ 2· «Μωσέως παρήγαγον, /ψυχή, την κοσμογένεσιν / και εξ εκείνου / πάσαν ενδιάθετον / γραφήν ιστορούσάν σοι / δικαίους και αδίκους, / ων τους δευτέρους, ω ψυχή, / εμιμήσω, ου τους πρώτους, / εις Θεόν εξαμαρτήσασα».

Τα βιβλικά πρόσωπα, που χρησιμοποιούνται από τον ποιητή, κρίνονται ανάλογα με τη συμπεριφορά τους προς τον Θεό και τον νόμο Του και τη διαγωγή τους μες στην Ισραηλιτική κοινωνία. Έτσι προβάλλεται ιδιαίτερα η παιδαγωγική τους αξία. Τόσο των θετικών παραδειγμάτων, που θα πρέπει να μιμηθεί ο πιστός, όσο και των αρνητικών, που οφείλει ν᾿ αποφύγει.

Ο ιερός Ανδρέας αντλεί τις υποθέσεις του από διάφορα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Οι περισσότερες είναι παρμένες από τη Μωσαική Πεντάτευχο, δεν λείπουν όμως και από άλλα βιβλία, όπως του Ιησού του Ναυή, των Κριτών, των Βασιλειών, των Ψαλμών, του Ιώβ, του Ιωνά, του Ιερεμία και του Δανιήλ.

Η θ´ ωδή είναι η μόνη που προέρχεται από την Καινή Διαθήκη (Λουκ. 1,46-55), γι᾿ αυτό και ο άγιος Ανδρέας τα παραδείγματα των τροπαρίων της τα δανείστηκε αποκλειστικά απ᾿ αυτήν. Το δηλώνει άλλωστε ο ίδιος στο τέταρτο τροπάριό της, με το οποίο και αρχίζει τη χρήση Καινοδιαθηκικών παραδειγμάτων· «Της Νέας παράγω σοι / Γραφής τα υποδείγματα / ενάγοντά σε, / ψυχή, προς κατάνυξιν· / δικαίους ούν ζήλωσον, / αμαρτωλούς εκτρέπου…». Τα παραδείγματα αυτά αναφέρονται κυρίως στον Χριστό και τα θαύματά Του και είναι όλα παρμένα αποκλειστικά από τα ιερά Ευαγγέλια.


[page_end]

Η χρήση του

Ο Μέγας Κανών από την αρχή, φαίνεται, προορίστηκε για τη λατρεία. Αυτό συμπεραίνουμε απ᾿ το ποιητικό είδος του, τη σύνδεσή του με τις Βιβλικές ωδές, που ήταν στη λειτουργική χρήση της πρώτης Εκκλησίας, και την όλη διάρθωσή του με τις ικεσίες, τις λατρευτικές επικλήσεις και τα άλλα λειτουργικά του στοιχεία. Που και πότε ακριβώς πρωτομπήκε στη λειτουργική χρήση δεν μας είναι γνωστό. Ίσως σε Εκκλησίες της Κρήτης, όταν ακόμη ζούσε και επισκόπευε ο Άγιος.

Σήμερα, στη λειτουργική πράξη που επικράτησε, ο Μέγας Κανών, όπως είναι γνωστό, ψάλλεται στον Όρθρο της Πέμπτης της ε´ εβδομάδας των Νηστειών, γι᾿ αυτό και η ημέρα επικράτησε να λέγεται «Πέμπτη του Μεγάλου Κανόνος». Στα μοναστήρια συνεχίζεται η παλαιά τάξη να ψάλλεται στον Όρθρο, ενώ στους ενοριακούς ναούς των πόλεων το απόγευμα της Τετάρτης μαζί με το Μικρό Απόδειπνο.


Μαζί με την Ακολουθία του Μεγάλου Κανόνος διαβάζεται ο βίος της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας και ψάλλεται και Κανόνας αφιερωμένος στην Οσία με ακροστιχίδα· «Συ η οσία Μαρία βοήθει». Η μνήμη της οσίας Μαρίας εορτάζεται την 1η Απριλίου και την Ε´ Κυριακή των Νηστειών. Ο συσχετισμός του βίου της με τον Μεγάλο Κανόνα και η προσθήκη αργότερα και ιδιαίτερου Κανόνα, που συντάχθηκε κάτω απ᾿ την επίδραση του πρώτου, έγινε προφανώς διότι η μεγάλη Οσία αποτελεί ένα ζωηρό υπόδειγμα ειλικρινούς μετανοίας, το οποίο άριστα συνδυάζεται με το πνεύμα και τους σκοπούς του Μεγάλου Κανόνος. Η σχετική τυπική διάταξη του Τριωδίου μας λέγει τα εξής· «Τη Τετάρτη εσπέρας, περί ώραν δ´ της νυκτός σημαίνει. Και συναχθέντες εν τη Εκκλησία, ευλογήσαντος του ιερέως, μετά τον Εξάψαλμον, το Αλληλούια και τα Τριαδικά… και αναγινώσκομεν τον βίον της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας εις δόσεις δύο. Είτα μετά τον Ν´ Ψαλμόν, αρχόμεθα ευθύς ψάλλειν τον Κανόνα αργώς και εν κατανύξει, ποιούντες εις καθέν τροπάριον μετανοίας γ´ και λέγοντες· Ελέησόν με, ο Θεός, ελέησόν με».

Η σημασία του Μεγάλου Κανόνος μες στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας πιστοποιείται κι από δύο άλλα δεδομένα που έχουμε· πρώτον ότι ορίστηκε να γίνεται το πρωΐ της Πέμπτης η θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων, δείγμα σεβασμού της λειτουργικής συνειδήσεως της Εκκλησίας προς την ημέρα που ψάλλουμε τον Μεγάλο Κανόνα, και δεύτερον ότι διαιρέθηκε σε τέσσερα μέρη και τμηματικά ψάλλεται μαζί με την Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου και τις πρώτες τέσσερις ημέρες της α´ εβδομάδας των Νηστειών.

Ο Μέγας Κανών ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του β´. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστικός ιδιαίτερα του πένθους και της συντριβής της ψυχής, γι᾿ αυτό και χρησιμοποιείται πολύ στην υμνογραφία της Μεγάλης Εβδομάδας. Ο γοργός μάλιστα ειρμολογικός ρυθμός του, στον οποίο ψάλλονται τα τροπάρια του Μεγάλου Κανόνος, πέρα από την κατάνυξη και τη συντριβή που μεταδίδει, εκφράζει και την ιερή ανησυχία της υπάρξεως να επιτύχει την εν Χριστώ απολύτρωσή της.

Τα ποιητικά στοιχεία του

Ο Μέγας Κανών είναι δημιούργημα εμπνευσμένου ποιητή με πλούσιο λυρισμό και άφθονα ποιητικά στοιχεία. Οι ζωηρές περιγραφές, οι χτυπητές εικόνες, το πλήθος των παραδειγμάτων, οι πετυχημένοι συμβολισμοί και η ζωντανή και συνάμα απλή γλώσσα σε συνδυασμό και με την κατανυκτική ψαλμωδία προσδίδουν μια ξεχωριστή ομορφιά και χάρη στο ποίημα και αιχμαλωτίζουν το ενδιαφέρον του ακροατή η και του αναγνώστη.


Πιο συγκεκριμένα για τα ποιητικά στοιχεία του παρατηρούμε·

Ο άγιος Ανδρέας τηρεί προσεκτικά την ισοσυλλαβία και την ομοτονία μεταξύ ειρμών και τροπαρίων. Σπάνια πολύ διασπάται από δυσκολία του ποιητή να εύρει την κατάλληλη λέξη η από σφάλματα των αντιγραφέων. Συχνά συναντούμε την ομοιοκαταληξία, συχνότερα την παρήχηση και όχι σπάνια την επωδό. Η χρήση ερωτήσεων και η εισαγωγή διαλόγων, στην οποία καταφεύγει συχνά ο ποιητής, προσδίδει στον Κανόνα έντονη δραματικότητα.

Το ύφος του Κανόνος είναι ιδιαίτερα ζωηρό και εξωραισμένο. Τη ζωηρότητα δημιουργεί η χρήση του κλιμακωτού και ασύνδετου σχήματος και οι δυνατές αντιθέσεις σε λέξεις και έννοιες. Τη χάρη και την ομορφιά εξασφαλίζουν οι ποιητικές εικόνες, οι παρομοιώσεις, τα εντυπωσιακά επίθετα που αφθονούν και οι ωραίες σπάνιες λέξεις που χρησιμοποιεί.

Βιβλικά πρόσωπα σκιαγραφούνται με δύναμη και χάρη και ιστορικά γεγονότα περιγράφονται με θαυμαστή παραστατικότητα και εξαιρετική πυκνότητα. Δεν λείπουν βέβαια και οι επαναλήψεις, που σε πολλές περιπτώσεις είναι μονότονες και κουραστικές, όπως και μια κάποια στερεοτυπία στη δόμηση του τροπαρίου, σύμφωνα με την οποία το πρώτο μέρος περιέχει το παράδειγμα από την Αγία Γραφή και το δεύτερο τις ηθικές προεκτάσεις για μίμηση η αποφυγή. Όμως παρά τις ατέλειές του αυτές ο Μέγας Κανών είναι ένα ιδιαίτερα κατανυκτικό λειτουργικό ποίημα, καρπός βαθιάς πνευματικής εμπειρίας και δημιούργημα σπάνιας ποιητικής τέχνης.

Ο άγιος Ανδρέας ομιλεί σε πρώτο πρόσωπο. Περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα την ψυχική του κατάσταση. Αποδίδει στον εαυτό του ειδεχθή εγκλήματα και βαρύτατα αμαρτήματα. Διερμηνεύει άραγε την προσωπική του κατάσταση και τον τρόπο που έζησε η για λόγους διδακτικούς περιγράφει την κατάσταση γενικά του ανθρώπου της αμαρτίας; Ασφαλώς θα πρέπει να δεχτούμε το δεύτερο. Ο άγιος Ανδρέας αφιερώθηκε στον Θεό απ᾿ τα νεανικά του χρόνια. Ολόκληρη η ζωή του αναλώθηκε στη διακονία της Εκκλησίας. Επομένως αποκλείεται να έζησε μια κάποια περίοδο της ζωής του σε αποστασία από το θέλημα του Θεού και υποταγμένος στην αμαρτία. Απλώς με την ελευθερία που έχει ως ποιητής και την ταπείνωση που τον διακρίνει μας παρουσιάζει τον άνθρωπο τον υποδουλωμένο στην αμαρτία σ᾿ όλο το βάθος και την έκταση της διαφθοράς του και ακόμη την εναγώνια προσπάθειά του να επιστρέψει μέσα απ᾿ το επίπονο μονοπάτι της μετανοίας κοντά στον Θεό. Και το κάνει χρησιμοποιώντας στον λόγο του πρώτο πρόσωπο και μιλώντας σαν να πρόκειται για τον ίδιο τον εαυτό του.