Κυριακή 22 Αυγούστου 2021

H ΠΙΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ 'Η ΖΩΗ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ;

 

 

«Πρώτην ἀγαθότητα καί ὑπέρ νοῦν ὡραιότητα ἐκζητῶν, Ἀγαθόνικε, χαίρων προσεχώρησας πρός τούς προκειμένους γενναίους ἀγῶνας. Καί συμπλακείς τῷ δυσμενεῖ, ἀνδρειοτάτως εἰς γῆν κατέρραξας, καί νίκης τό φαιδρότατον προσαναπλέξω διάδημα, δυσωπῶν τόν φιλάνθρωπον ὑπέρ τῶν ἀνυμνούντων σε» (Στιχηρό τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου μάρτυρος Ἀγαθονίκου ἐκ τῆς 22ας Αὐγούστου)

«Ἀναζητῶντας τήν πρώτη καλοσύνη καί τήν ὀμορφιά πού δέν βάζει ὁ νοῦς, Ἀγαθόνικε, μέ χαρά προσχώρησες στούς ἀγῶνες γιά τήν πίστη, τούς ὁποίους εἶχες μπροστά σου. Καί ἦρθες σέ διαμάχη καί συμπλοκή μέ τόν δυσμενή εἰς βάρος τῆς πίστης ἡγεμόνα, καί τόν ἔρριξες στήν γῆ μέ μεγάλη γενναιότητα συντρίβοντάς τον, πλέκοντας γιά τόν ἑαυτό σου τό στέμμα καί κόσμημα τῆς νίκης καί παρακαλῶντας τόν φιλάνθρωπο Θεό γιά ὅσους σέ ἀνυμνοῦνε».

 

            «Στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαξιμιανού ο κόμης Ευτόλμιος στάλθηκε στην Ασία και τον Πόντο για να οργανώσει διωγμό εις βάρος των χριστιανών. Θανάτωσε πολλούς, μεταξύ των οποίων και τον μάρτυρα Ζωτικό και τους μαθητές του. Επιστρέφοντας στην Νικομήδεια, απέναντι από την μετέπειτα Κωνσταντινούπολη, ο Ευτόλμιος πληροφορήθηκε ότι το πιο σημαντικό πρόσωπο της πόλης είχε γίνει χριστιανός χάρις στον σοφό Αγαθόνικο, γιο του έπαρχου Ασκληπιάδη και απόγονο επιφανούς ρωμαϊκής οικογένειας. Ο Αγαθόνικος είχε εγκαταλείψει την Ρώμη, όπου είχε μεγάλη περιουσία, κατόπιν λόγου του Χριστού. Ο Ευτόλμιος ήταν έξαλλος και διέταξε να τον συλλάβουν. Αφού τον βασάνισαν, τον έκλεισαν στην φυλακή. Ο αριθμός των χριστιανών όμως αυξανόταν συνεχώς, χάρις στο παράδειγμα και την διδασκαλία του Αγαθονίκου, και τότε ο Ευτόλμιος αποφάσισε να στείλει τον άγιο στον αυτοκράτορα που βρισκόταν στην Σηλυβρία της Θράκης. Οι χριστιανοί τον αποχαιρέτησαν με δάκρυα στα μάτια και προσευχές, καθώς βάδιζε με κάποιους συναθλητές του ο άγιος, συνοδεία του Ευτολμίου και πολλών στρατιωτών. ‘Έχετε μαζί σας τον Χριστό και τους αγίους που προσεύχονται για σας με καθαρή καρδιά. Να ζείτε εν φόβω Θεού και αληθεία τον υπόλοιπο βίο σας’ ήταν η συμβουλή του αγίου προς το πλήθος που τον αποχαιρετούσε. Ο Ευτόλμιος κακομεταχειρίστηκε τους κρατουμένους στόν δρόμο. Στην Χαλκηδόνα νέα μαρτύρια περίμεναν τον άγιο, αφού ο Ευτόλμιος διέταξε να γδάρουν όχι όμως μέχρι θανάτου, το σώμα του Αγαθονίκου, ώστε το μαρτύριό του να μην έχει τέλος. Καθώς οι σάρκες και το αίμα του γινόταν ένα με το χώμα, ο Αγαθόνικος στράφηκε προς τους συναθλητές του για να τους διαβεβαιώσει ότι οι οδύνες του παρόντος δεν είναι τίποτε σε σύγκριση με την δόξα της βασιλείας του Χριστού, κάνοντας τον τύραννο να μην πιστεύει στα μάτια του και ρίχνοντας την έπαρσή του στο χώμα, μαζί με το αίμα του Αγαθονίκου. Καταματωμένος και εξαντλημένος ο άγιος παραδόθηκε στον αυτοκράτορα. Ομολόγησε για μία ακόμη φορά ότι συνελήφθη για τον Χριστό και ο αυτοκράτορας διέταξε να τον αποκεφαλίσουν μαζί με τους άλλους χριστιανούς της συνοδείας του. Οι χριστιανοί της Σηλυβρίας τιμούσαν τον άγιο ως πολιούχο τους. Το 1922 η κάρα του μεταφέρθηκε στην Καβάλα. Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του μαζί με τους συμμάρτυρές του Ζωτικό, Ζήνωνα, Θεοπρέπιο, Ακίνδυνο και Σεβηριανό στις 22 Αυγούστου» («Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ, τόμος δωδέκατος)

            Οι άγιοι της Εκκλησίας αναζητούν στην ζωή τους την πρώτη καλοσύνη, την πρώτη αγαθότητα. Δεν είναι απλώς μία μνήμη του χτες ή ένα αρχέτυπο του χαμένου Παραδείσου, εγκυστωμένο στην ανθρώπινη καρδιά. Είναι ο αληθινός μας προορισμός, αυτόν που ο Θεός έβαλε στην κατ’ εικόνα Του πλασμένη ανθρώπινη ύπαρξη. Ο άνθρωπος είναι από την φύση του πλασμένος και να είναι καλός και να αναζητά την καλοσύνη και ο όντως αγαθό που είναι ο Θεός. Μπορεί να ξεστρατίζει, διότι το θέλημά του, μαζί με τους πειρασμούς που ο εχθρός της ύπαρξής μας και του Θεού διάβολος ενσπείρει, ωστόσο κάθε κύτταρό μας κατά βάθος φέρει εντός του την πάλη για ζωή που θα νικήσει τον θάνατο. Κι αυτή η πάλη είναι το σημείο ότι ανήκουμε στον Θεό, είμαστε παιδιά Του, ότι κληθήκαμε να μοιραστούμε την μοναδική αυτή δωρεά, πέρα από τα λάθη και τις αδυναμίες, τα πάθη που μας κάνουν να ξεστρατίζουμε.

            Ο κόσμος μας σήμερα έχει εξορίσει την σχέση του ανθρώπου με τον Θεό στον χρόνο του χτες, στην μνήμη του παρελθόντος. Θεοποιεί το σήμερα, τις δυνατότητές μας, φωνάζει ότι δεν έχουμε ανάγκη από Θεό, αλλά από τον εαυτό μας που μπορεί και δικαιούται να έχει όλα όσα του χρειάζονται για να είναι ευχαριστημένος, χωρίς να χρειάζεται να νοιαστεί για τον πλησίον του. Ο πλησίον μας έχει λόγο ύπαρξης μόνο όταν εξυπηρετεί εμάς. Ταυτόχρονα, στα παιχνίδια εξουσίας αυτού του κόσμου, καλλιεργείται μία ψευδοευθύνη: ότι είμαστε υπεύθυνοι για όλο τον κόσμο, όχι οι ισχυροί που καταπιέζουν ή ανέχονται την καταπίεση, αλλά οι υπόλοιποι που καλούμαστε να σηκώσουμε το βάρος και τις συνέπειες από την αδιαφορία των μεγάλων. Γι’ αυτό και βλέπει την όποια θρησκευτικότητα ως στοιχείο της ιδιωτικής ζωής ή σε δημόσιο επίπεδο μόνο όταν εξυπηρετεί τους άλλους ή λειτουργεί κοινωνικά και φιλανθρωπικά. Αγνοεί ο εκκοσμικευμένος πολιτισμός μας την πρώτη ωραιότητα, το αρχαίον κάλλος, δηλαδή την χαρά του να έχει ο άνθρωπος σχέση με τον Θεό, να αγαπά, να μοιράζεται, να παλεύει, να κρατά ζώσα την πίστη του και να βοηθά όσο μπορεί, χωρίς όμως να εθελοτυφλεί.

            Η πίστη δεν είναι νοσταλγία του χτες. Είναι επίγνωση του προορισμού μας ως ανθρώπων, που είναι να ζήσουμε το καθ’ ομοίωσιν Θεού ενεργοποιώντας το κατ’ εικόνα. Να αγαπήσουμε, να μοιραστούμε, να συγχωρήσουμε, να μετανοήσουμε, να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, όχι όμως εντάσσοντας την διακονία και την ζωή μας στο ψέμα του κόσμου. Ο καθένας έχει την δική του ευθύνη. Το να μετακυλίεται αυτή στα εύκολα θύματα, όπως γινόταν την περίοδο των διωγμών εις βάρος των χριστιανών, δεν μπορεί να είναι το κριτήριο για την ζωή μας. Ο χριστιανός ζει τον Χριστό ως χθες και σήμερα και εις τους αιώνας ως τον Θεάνθρωπο λυτρωτή. Ως τον φίλο και οικείο. Ως τον πατέρα και αδελφό. Και μοιράζεται την χαρά της συνύπαρξης με τον πλησίον του, κάνοντας ό,τι μπορεί, όχι όμως και παραιτούμενος από την αλήθεια για τα του κόσμου.  Το χτες δεν έχει τελειώσει για  μας, όπως για το κοσμικό πνεύμα. Είναι πορεία προς το μέλλον και έρχεται από το μέλλον, διότι η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει. Κι ας είμαστε οι λιγότεροι σ’ αυτήν την ζωή. Έτσι ήταν πάντοτε ο χριστιανός. Πολεμούσε με τα θηρία των παθών, της κακίας, του εχθρικού προς την πίστη πνεύματος, του ψέματος, της πνευματικής και κοσμικής τυραννίας. Γνώριζε όμως και γνωρίζει ποια είναι η πίστη και σε τι συνίσταται. Στον αγώνα για σωτηρία και αιωνιότητα και όχι σε ψευδοευθύνες.

 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός