π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Οι εκπαιδευτικοί να μην είναι
κρατικοί υπάλληλοι, αλλά εμπνευστές.
Οι γονείς να μη ζητούν λιγότερα, αλλά
να ενθαρρύνουν τη δημιουργικότητα και τον κόπο.
Και οι μαθητές να χαίρονται
που μπορούν να προοδεύουν, μαθαίνοντας ποιοι
είναι και αναζητώντας ποιοι μπορούν να γίνουν.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Τι
ζητούνε οι μαθητές από το σχολείο σήμερα; Πρώτα παρέα. Στη συνέχεια
γνώση, με κατανόηση των αδυναμιών τους και όχι με πολύν κόπο. Καλή σχέση
με τους εκπαιδευτικούς τους. Δυνατότητα ενασχολήσεων στο σχολείο αλλά
εκτός των διδακτικών ωρών, ώστε να μπορούν να γεμίζουν τον ελεύθερο
χρόνο τους. Και να περνούνε καλά, το μότο της εποχής μας.
Τι βρίσκουνε οι μαθητές στο σχολείο σήμερα; Ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο δεν δείχνει να έχει στόχευση καλλιέργειας χαρακτήρα και ευρύτερης παιδείας, αλλά φορτώματος με γνώσεις, βαθμολόγηση ως μέθοδο επιβολής και εκπαιδευτικούς που δεν έχουν την ευκαιρία ουσιαστικής επιμόρφωσης και δεν κρίνονται από κανέναν για το έργο τους. Την ίδια στιγμή οι γονείς αντιμετωπίζουν το σχολείο ως parking παιδιών, ώστε εκείνοι να είναι στην εργασία τους και στις άλλες υποχρεώσεις τους.
Ποια συζήτηση για αλλαγές στο σχολείο γίνεται από πλευράς πολιτείας; Η ευαισθησία του κράτους εξαντλείται στο να δοθεί το δικαίωμα στους συλλόγους των εκπαιδευτικών να αποφασίζουν αν θα γίνεται η πρωινή προσευχή, στο να μετατραπεί το μάθημα των θρησκευτικών σε χώρο πολυπολιτισμικής προσέγγισης των θρησκειών, στην κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων και στην ενίσχυση του αντιρατσιστικού αγώνα. Σχέδιο για την παιδεία δεν υπάρχει. Ίσως γιατί η ίδια η κοινωνία αφήνει τα πάντα στον αυτόματο πιλότο της παγκοσμιοποίησης και της ακολούθησης ενός δρόμου στον οποίο η ταυτότητά της έχει πάψει να είναι δεδομένη.
Υπάρχει απάντηση που να συνδυάζει τόσο τις ανάγκες όσο και τα δεδομένα της εποχής; Ίσως το να αντιμετωπισθεί από όλους το σχολείο ως φυσική συνέχεια της οικογένειας. Αυτό υλοποιείται όταν τα παιδιά θα έρχονται έχοντας επίγνωση κανόνων και ορίων, αλλά και με τη αίσθηση ότι στο σχολείο θα ανοίξουν οι ορίζοντες τους. Όταν οι εκπαιδευτικοί θα αφήνουν κατά μέρος τα προσωπικά τους προβλήματα και θα αισθάνονται ότι όσα γνωρίζουν έχουν χρέος να τα μεταδώσουν και να εμπνεύσουν τους μαθητές τους να κάνουν το παραπέρα βήμα. Όταν οι γονείς θα δείξουν το στοιχειώδες ενδιαφέρον να μοιραστούν χρόνο με τα παιδιά τους για το τι γίνεται στο σχολείο, θα στηρίξουν τους εκπαιδευτικούς που προσφέρουν γνώση και καλλιεργούν δεξιότητες και θα αρνηθούν να δούνε το σχολείο ως τόπο επαναστατικής γυμναστικής των καταλήψεων.
Η Εκκλησία μπορεί να συμβάλει καλλιεργώντας την αίσθηση του χρέους και της ευθύνης. Οι εκπαιδευτικοί να μην είναι κρατικοί υπάλληλοι, αλλά εμπνευστές. Οι γονείς να μη ζητούν λιγότερα, αλλά να ενθαρρύνουν τη δημιουργικότητα και τον κόπο. Και οι μαθητές να χαίρονται που μπορούν να προοδεύουν, μαθαίνοντας ποιοι είναι και αναζητώντας ποιοι μπορούν να γίνουν. Χρέος και ευθύνη είναι στοιχεία της ελληνορθόδοξης ταυτότητας και παράδοσης, τα οποία διασώζονται στην πίστη. Και την ίδια στιγμή η Εκκλησία μπορεί να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας σχετικά με το ποια παιδεία χρειαζόμαστε. Αυτό όμως προϋποθέτει έξοδο από την ασφάλεια της σιωπής και απόφαση να κατατεθεί στην κοινωνία πρόταση που θα ενσωματώνει κατευθύνσεις σε συνδυασμό με τη ρεαλιστική επίγνωση ποιοι θα τις υλοποιήσουν. Δεν αρκούν μηνύματα και η απαίτηση να εισέρχονται οι κληρικοί στα σχολεία. Το θέμα δεν είναι αν θα σε δούνε. Είναι το τι εκφράζεις και τι έχεις να πεις αληθινά!