“πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καί διάδος πτωχοῖς, καί ἕξεις θησαυρόν ἐν οὐρανῷ, καί δεῦρο ἀκολούθει μοι” (Λουκ. 18, 22)
“πούλησε όσα έχεις και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς. Έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στον Θεό κι έλα να με ακολουθήσεις”.
Οι
άνθρωποι στην ζωή μας έχουμε μικρότερες ή μεγαλύτερες εξαρτήσεις. Άλλοι
είμαστε εξαρτημένοι από ανθρώπους, τους γονείς, τα παιδιά μας, τα
αδέρφια μας, τους οικείους, αλλά και από όσους μας συνδέουν έντονα
συναισθήματα. Άλλοι είμαστε εξαρτημένοι από υλικά αγαθά, από ένα αίσθημα
ιδιοκτησίας, το οποίο μας κάνει να έχουμε τον νου μας προσανατολισμένο
σ᾽ αυτά. Άλλοι πάλι είμαστε εξαρτημένοι από τα πάθη μας. Τέτοια είναι η
οπαδοποίηση, δηλαδή η αθλητική ομάδα την οποία υποστηρίζουμε και διαρκώς
ασχολούμαστε μ᾽ αυτήν, συχνά μας οδηγεί στο να αναπτύσσουμε σχέσεις
ανταγωνισμού με άλλους που ακολουθούν μιαν άλλη ομάδα ή να συζητούμε
συνεχώς για την δική μας, σε κατάσταση πάθους. Άλλα πάθη είναι η
κομματική ταύτιση, η εκζήτηση της ηδονής μέσα από το φαγητό, την
σωματική ικανοποίηση, την περιποίηση του εαυτού μας. Μοντέρνες
εξαρτήσεις είναι η προσκόλληση στο αλκοόλ, στα ναρκωτικά, στο Διαδίκτυο ή
σε εμμονές όπως η καθαριότητα, οι δεισιδαιμονίες, η επανάληψη
συγκεκριμένων κινήσεων.
Το
πόσο εξαρτημένοι είμαστε φαίνεται από την δυνατότητά μας να απαντήσουμε
εμείς καταφατικά στην προτροπή που ο Χριστός απηύθυνε σε έναν πλούσιο
άρχοντα, ο οποίος ήθελε να κληρονομήσει την αιώνια ζωή, να την λάβει
δηλαδή ως συνέχεια των αγαθών που είχε επί της γης. Ο Χριστός, αφού
διαπιστώνει ότι ο πλούσιος άρχοντας τηρούσε τις εντολές του μωσαϊκού
νόμου, ήταν δηλαδή θρησκευτικά “εντάξει”, τον προτρέπει να πουλήσει όσα
έχει, να δώσει τα χρήματα από την πώληση στους φτωχούς και να
ακολουθήσει τον Χριστό στην οδό της ελευθερίας από οποιαδήποτε εξάρτηση,
στην οδό της αγάπης που οδηγεί στην Βασιλεία των ουρανών. Ο πλούσιος θα
λυπηθεί πάρα πολύ. Η διάθεσή του για την αιώνια ζωή θα μετατραπεί σε
βαθιά λύπη, διότι συνειδητοποιεί ότι ο βαθμός εξάρτησής του από τα υλικά
αγαθά δεν του επιτρέπει να ακολουθήσει την οδό του Χριστού, να
ακολουθήσει τον ίδιο τον Χριστό ως πρόσωπο που δίνει την όντως ζωή.
Η
σχέση του ανθρώπου με τον Χριστό είναι διπλής κατεύθυνσης. Πρώτα είναι
σχέση απεξάρτησης από οτιδήποτε παγιδεύει τον νου μας σε έναν δρόμο
χωρίς αγάπη, χωρίς Θεό, χωρίς προοπτική αιωνιότητας. Κι αυτός είναι ο
δρόμος στον οποίο οι εντολές του Ευαγγελίου θεωρούνται σημάδια του χτες,
ξεπερασμένα μηνύματα, αντίθετα προς την ευχάριστη προτροπή του
πολιτισμού να κάνουμε ό,τι θέλουμε, να απολαμβάνουμε όσο μπορούμε, να
χαιρόμαστε την ζωή μας χωρίς “πρέπει” και “μη”. Ο δρόμος όμως του
Ευαγγελίου φανερώνει το πρόσωπο του Χριστού, διότι η τήρηση των εντολών
δεν έχει να κάνει με μία ηθικοποίηση του ανθρώπου, με μία βελτίωση της
συμπεριφοράς του ως βάση για την μελλοντική ανταμοιβή στην αιωνιότητα,
αλλά είναι σημάδι αγάπης προς τον Θεό που μας δίδεται ως νόημα και ζωή.
Δεν πιστεύουμε σε μία σειρά εντολών, σε έναν κώδικα μηνυμάτων, αλλά στο
Θεανθρώπινο Πρόσωπο του Χριστού και αυτή η πίστη είναι εμπιστοσύνη,
αγάπη, παράδοση καρδιάς. Όπως δηλαδή γίνεται σε κάθε αυθεντικό έρωτα!
Γι᾽ αυτό και η τήρηση των εντολών είναι σημάδι ανταπόκρισης σε ένα
κάλεσμα αληθινά ερωτικό μοιράσματος, άσκησης, πληρότητας, ώστε να
μπορούμε να ακολουθήσουμε.
Η
προτροπή του Χριστού στον πλούσιο άρχοντα να πουλήσει όσα είχε ήταν
κατά άνθρωπον αδύνατον να εκπληρωθεί, διότι ο άρχοντας είχε βολευτεί με
την θρησκευτική διάσταση της πίστης. Είχε μάθει στην λογική του “δούναι
και λαβείν”. Όμως η σχέση του ανθρώπου με τον Χριστό υπερβαίνει αυτόν
τον τρόπο. Γι᾽ αυτό και η Εκκλησία, υπενθυμίζοντάς μας το ευαγγελικό
αυτό απόσπασμα, επαναφέρει την προτροπή του Χριστού προς τον καθέναν
μας. Να πούμε ΟΧΙ στις εξαρτήσεις, να τις περιορίσουμε στον λογισμό μας
με την εκκλησιαστική ζωή, δηλαδή την ΠΡΟΘΥΜΙΑ να μοιραστούμε, να χαρούμε
με την παρουσία των άλλων, να μην σπαταλούμε άσκοπα τον χρόνο μας σε
ενασχολήσεις που δεν έχουν νόημα πέρα από μία παροδική διασκέδαση,
κυρίως όμως με την απόφαση να μην θεωρούμε τίποτε δικό μας, ούτε καν τα
παιδιά μας και τον/την σύζυγό μας, αλλά να αισθανόμαστε διαχειριστές
προσώπων και αγαθών, καθότι τα πάντα ανήκουν στον Θεό. Να δοξολογούμε
για ό,τι μας δίδεται και ό,τι αποκτούμε με τον κόπο μας, αλλά και να μην
απολυτοποιούμε την αξία του προσκολλώμενοι συναισθηματικά. Μόνο η σχέση
με τον Χριστό και τον πλησίον, εν αγάπη, κρατά!
Το
“ακολούθει μοι” του Χριστού το βιώνουμε στην εκκλησιαστική ζωή. Στην
αγάπη που μας κάνει να υπερβαίνουμε πτώσεις, λύπες, αδυναμίες.
Στην Εκκλησία, στην θεία λειτουργία, στην συνάντηση με τον πλησίον,
στην προθυμία της αγάπης μαθαίνουμε την απεξάρτηση. Ακόμη και σε
δύσκολες καταστάσεις, όπως αυτές των παθών, η εκκλησιαστική ζωή μπορεί
να συνδράμει, ακριβώς χάρις στην παρουσία του προσώπου του Χριστού. Κι
αν είμαστε έτοιμοι ο ένας να βοηθήσει τον άλλον να μην νικηθεί από την
γοητεία του εφήμερου, τότε ο Χριστός θα δείξει ότι αυτά που μοιάζουν
αδύνατα γίνονται δυνατά!