Χριστούγεννα, κι όμως λίγα, ελάχιστα πράγματα μας θυμίζουν το
νόημα της σημερινής μεγάλης και ιστορικής γιορτής, των Χριστουγέννων,
όπως συνηθίσαμε να λέμε την ενανθρώπηση του Θεού. Πρόκειται για το μόνο
γεγονός που έτμησε την ιστορία της ανθρωπότητας στα δύο, στην πριν και
μετά Χριστό εποχή.
Οι ύμνοι, ο εσωτερικός διάκοσμος των
ναών, η φωτοχυσία στα μαγαζιά, στα σπίτια, δηλώνουν πως κάτι πολύ σοβαρό
και μεγάλο γίνεται.
Και βέβαια είναι μεγάλο, σοβαρό και μοναδικό το γεγονός αφού ο Ενας
της Τριάδας από αγάπη υπέρμετρη, παράφορη θα έλεγα, παρέμεινε Αυτός που
ήταν, δηλαδή Θεός και έγινε Αυτός που δεν ήταν, δηλαδή άνθρωπος, δίχως
αμαρτία όμως, για να ξαναγίνει και πάλι ο άνθρωπος Θεός κατά χάριν.
Αλλωστε αυτός είναι ο πραγματικός σκοπός της ζωής του ανθρώπου, η
«θέωση» και η κατανόηση του Θεού. Ο Θεός και ο άνθρωπος, οι δυο μας, με
κοινό τρόπο υπάρξεως το πρόσωπο. Αναλογιστείτε το προς στιγμήν έστω.
Αγάπη δίχως όρους και όρια
Αναζητώντας το νόημα των Χριστουγέννων πάνω και πέρα από τη φρενίτιδα
της εμπορευματοποίησης και των δώρων, δεν μπορεί να βρεθεί πουθενά
αλλού παρά στην ένσαρκη παρουσία του Θεού ανάμεσά μας. Μυστήριο μεγάλο
και παράδοξο. Δύσκολο να διανύσει το περατό μυαλό μας την απεραντοσύνη
του Γεγονότος, πως, «Θεός το τεχθέν, η δε Μήτηρ Παρθένος».
Η προσέγγιση αυτού «του ξένου και παραδόξου θαύματος» μπορεί να γίνει
μονάχα με τη δύναμη και τη δυναμική της πίστης. Προσοχή όμως, η πίστη
όχι σαν ένα θεωρητικό θρησκευτικό διανόημα, αλλά σαν σύναψη σχέσης με
τον Θεό, σαν ολοκληρωτική εμπιστοσύνη σ’ Εκείνον. Επειτα από αυτό δεν
υπάρχει τίποτε άλλο.
«Ο Θεός αγάπη εστί»
Κι όπως κάθε άλλη σχέση όπως φιλική, συζυγική, διαπροσωπική,
κοινωνική, η πίστη ως σχέση χρειάζεται επίσης καλλιέργεια όχι μόνο για
να διατηρηθεί, αλλά και για να αναπτυχθεί. Αναζητώντας το μήνυμα των
Χριστουγέννων μένω ενεός μπροστά στο μέγεθος της κενωτικής αγάπης του
Θεού, η οποία τόλμησε τα πάντα και αναφωνώ: Αγάπη Θεϊκή, αγάπη μεγάλη.
Αγάπη λυτρωτική, αγάπη σταυρική, αγάπη ολοκληρωτική. Αγάπη δίχως όρους
και όρια, αγάπη δίχως αρχίνεμα και δίχως τελειωμό. Μέσα σ’ αυτό το
πλαίσιο μπορώ να συλλάβω το Αγιογραφικό πως «ο Θεός αγάπη εστί». Οχι ότι
ο Θεός έχει αγάπη, αλλά ότι ο Θεός είναι αγάπη. Η πηγή της αγάπης.
Αναζητώντας το νόημα των Χριστουγέννων ψάχνω να βρω τι συμβαίνει και
γιατί αφού οι άγγελοι διαλάλησαν και γέμισαν τους ουρανούς «και επί Γης
ειρήνη» εκείνη την μυστηριώδη και σωτηριώδη νύχτα που ο Θεός έλαβε
ανθρώπινο κορμί, αλλά φοβάμαι πως η Γη δεν τους άκουσε. Τι κρίμα η φωνή
τους δεν στάθηκε δυνατή να κομίσει τη λαχτάρα του Θεού για «επί γης
ειρήνη» μέχρι σ’ εμάς.
Γι’ αυτό σήμερα έπειτα από δύο και πλέον χιλιάδες χρόνια αυτή η
λαχτάρα του Θεού για «επί Γης ειρήνη» παραμένει (δυστυχώς) ανεκπλήρωτος
πόθος. Ανόητοι πόλεμοι μαίνονται πάνω στη γη. Το αίμα εξακολουθεί να
ρέει καθημερινά. Τα φέρετρα επιστρέφουν στην Αμερική γεμάτα με νεκρά
νεανικά κορμιά, ενώ στρατιές απόμαχων με τραυματισμένα κορμιά και
ματωμένες ψυχές περιφέρονται άστεγοι και πεινασμένοι στους δρόμους των
μεγαλουπόλεων.
Η οδύνη της πείνας τριάντα και πλέον εκατομμυρίων ανθρώπων στην
Αμερική συνεχίζεται. Πακτωλός όμως τα δισεκατομμύρια ξοδεύονται στα
βόλια και τα σιδερικά, ενώ εκατομμύρια μικρά παιδιά ηλικίας 14 ετών και
κάτω πλαγιάζουν να κοιμηθούν νηστικά εδώ, ναι εδώ, στη μεγάλη και
πλούσια Αμερική. Η τάξη των νεόπτωχων είναι πια πραγματικότητα, σκάνδαλο
σωστό σε τούτη τη χώρα της αφθονίας και της πλησμονής. Κι όμως!
Αναζητώντας το νόημα των Χριστουγέννων βλέπω ότι οι ναοί μας άδειασαν.
Ο Χριστός φυγαδεύτηκε και τη θέση του κατέλαβαν οι χρυσοστόλιστοι
επαγγελματίες του εκκλησιαστικού γεγονότος, ανυποψίαστοι πως Εκείνος
γεννήθηκε «εν φάτνη των αλόγων» κι ας ήταν βασιλιάς. Κι ας ήταν ο Ενας
της Τριάδας. Ο Χριστός δεν μίλησε απλά για αγάπη, αλλά την μετουσίωσε σε
έργα, κι αυτή είναι η διαφορά. Πολλοί επαγγελματίες της Εκκλησίας Του
κηρύττουν αγάπη, αλλά μισούν και μισούνται ακόμα και μεταξύ τους. Η
υποκρισία έχει ξεπεράσει πλέον κάθε όριο.
Και το Λαϊκό Σώμα ή πιο απλά οι λαϊκοί; Ποιοι λαϊκοί; Αυτοί είναι
καλοί μόνο για να πληρώνουν, να προσεύχονται και να υπακούουν τυφλά
στους «εκκλησιαστικούς ανωτέρους» κι αν ακόμα είναι ψυχικά άρρωστοι. Κι
αν ακόμα καταστρέφουν κυριολεκτικά τοπικές εκκλησίες λόγω εγωπάθειας.
Αναζητώντας το νόημα των Χριστουγέννων ορθώνεται μπροστά μου η
εκκοσμίκευση των εσχάτων η οποία έχει παραμορφώσει την Εκκλησία σήμερα
και την έχει καταστήσει μία φολκλορική συνήθεια. Συλλογιέμαι την
ανατροπή που θα συντελεστεί αν κάποτε τολμήσουμε και διακρίνουμε αυτό
που είναι Εκκλησία, από αυτό που δεν είναι. Αυτό που σηματοδοτεί η
ενανθρώπιση του Ενός της Τριάδας, από αυτό που με βουλιμία προωθεί αυτός
ο ασυγκράτητος καταναλωτισμός των δώρων, των δένδρων, των φαγητών και
της ευωχίας εξ’ ονόματός Του.
Το τραπέζι μας μπορεί να είναι γεμάτο, αλλά η πείνα μας συνεχίζεται. Η
θέρμανση δουλεύει με ένταση, όμως το κρύο εξακολουθεί να μας παγώνει το
κορμί, γιατί η ψυχή μας δεν λέγει να ζεσταθεί. Λείπουν τα χνώτα του
Χριστού.
Αναζητώντας το νόημα των Χριστουγέννων, το διακρίνω στα πρόσωπα «των
αδελφών του Χριστού των ελαχίστων», των ορφανών, των προσφύγων, των
αστέγων, των πεινασμένων, των κακοποιημένων, των κατατρεγμένων, των
φυλακισμένων, των ασθενών, των γερόντων, των μοναχικών, των
απελπισμένων, των ναρκομανών, των πιεσμένων και καταπιεσμένων.
Εκείνων οι οποίοι τη νύχτα των Χριστουγέννων θα ξεψυχήσουν μόνοι τους στο βασανιστικό κρεβάτι κάποιου νοσοκομείου.
Αναζητώντας το νόημα των Χριστουγέννων σήμερα, βλέπω τον Θεό
να επιμένει και να λαμβάνει κορμί σαν το δικό μας, γιατί επιμένει να μας
αγαπά μ’ ένα πεισματάρικο χαμόγελο που έχουν όσοι τολμούν να αγαπούν
και να βλέπουν πέρα από το θάνατο τη βεβαιότητα της ζωής.