Μία από τις πιο ωραίες διδαχές του, οι οποίες διασώζονται στο «Γεροντικό», λέει τα εξής: «Το να πεθαίνεις από τον πλησίον σου σημαίνει να φέρεις τα σφάλματά σου και να μη ενδιαφέρεσαι να μάθεις για κανέναν αν είναι καλός ή κακός. Αν προσέχουμε να δούμε τις αμαρτίες μας, δεν θα δούμε εκείνες του πλησίον. Γιατί είναι μωρία για τον άνθρωπο που ενώ έχει δικό του νεκρό, να τον αφήνει και να πηγαίνει να κλάψει τον νεκρό τού πλησίον».
Ο ασκητικός αυτός λόγος έρχεται να συναντήσει μία εποχή κατάκρισης και απόρριψης του συνανθρώπου. Δεν βλέπουμε τα δικά μας σφάλματα, αλλά θεωρούμε καύχημά μας να δικαιώνουμε τον εαυτό μας ότι δεν είναι όπως ο άλλος. Στις συναναστροφές μας με τους άλλους, η πρώτη μας σκέψη είναι τι είναι εκείνοι, καλοί ή κακοί. Αναλώνουμε πολύτιμο κεφάλαιο όχι για να μεταμορφώσουμε τον εαυτό μας, να δούμε τις δικές μας ακίδες που μας αυτοτραυματίζουν, αλλά για να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους άλλους και να παρηγορηθούμε ότι είμαστε ανώτεροι και καλύτεροι. Παράλληλα, δεν δίνουμε δεύτερη ευκαιρία στον πλησίον μας, καθώς έχουμε βγάλει συμπεράσματα για την διάθεση της καρδιάς του. Αυτό δεν σημαίνει λοβοτομή στην σκέψη και την κριτική μας ικανότητα. Είναι άλλο να καταλαβαίνεις, άλλο να κάνεις τον δάσκαλο, άλλο να απορρίπτεις. Ο άγιος συνιστά επίγνωση της δικής μας πορείας, διότι άσφαλτος ουδείς.
Επιπλέον, ο ασκητικός λόγος κρύβει και την διάθεση μιας αγάπης επιστηρικτικής στους καημούς του άλλου. Όταν δεν τον απορρίπτουμε, μπορούμε να σταθούμε δίπλα του, να νοιαστούμε, να τον βοηθήσουμε να αντιληφθεί ότι δεν είναι όλος ο κόσμος απορριπτικός, αλλά αυτός που πιστεύει στον Χριστό είναι έτοιμος να σηκώσει λίγο από τον σταυρό, είναι έτοιμος να προσευχηθεί, να μοιραστεί μια στάλα έγνοια ακόμη και για εκείνον που οι πολλοί απορρίπτουν. Για να το κάνουμε αυτό, χρειάζεται να μην είμαστε δικαστές. Ο ρόλος του δικαστή είναι να αποδώσει δικαιοσύνη με βάση τους νόμους. Ο ρόλος του χριστιανού είναι να υπερβεί τους νόμους εν αγάπη και να δώσει δεύτερη ευκαιρία σε όποιον σφάλλει, τουτέστιν, να μην έχει κλειστή καρδιά.
Ο ασκητικός λόγος απευθύνεται σε ανθρώπους που νοιάζονται για την πορεία εν Πνεύματι. Μπορεί να φαντάζει ουτοπικός σήμερα, καθώς θριαμβεύει το ατομικό συμφέρον και η φιλοδοξία της υπεροχής έναντι των άλλων. Κατά βάθος, γνωρίζουμε την κενότητα της εξουσιαστικής επικράτησης. Δεν πλαστήκαμε για να κυριαρχούμε με την επίδειξη των χαρισμάτων, των γνώσεων, των αγαθών, της ισχύος. Πλαστήκαμε να μοιραζόμαστε με αγάπη ό,τι έχουμε και ό,τι είμαστε, ελπίζοντας στον Θεό ότι θα συμπληρώσει κάθε ελλείπον. Έτσι επέρχεται η αληθινή κοινωνικότητα.
Στην ανατροφή των παιδιών μας ας επιλέξουμε την διδαχή και το παράδειγμα της καλοσύνης, της μετάνοιας, της αγάπης. Για να πεθαίνουμε από τον πλησίον ως προς την επικράτηση εις βάρος του και να ζούμε την ομορφιά της συνάντησης που δίνει φως.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός