"Ὅς οὐκ ἔχει καθ' ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας" (Ἑβρ. 7,27) .
"Αυτός δεν έχει ανάγκη, όπως οι άλλοι αρχιερείς, να προσφέρει καθημερινά θυσίες, πρώτα για τις δικές του αμαρτίες κι έπειτα για τις αμαρτίες του λαού. Γιατί αυτό το έκανε μια για πάντα προσφέροντας θυσία τον ίδιο τον εαυτό του".
"Αναφέρειν". Μ' αυτή την φράση ο Απόστολος Παύλος απευθύνεται στους συμπατριώτες του στην " προς Εβραίους" επιστολή του και συγκρίνει τους αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης με τον Χριστό, ως τον Μέγα Αρχιερέα, ο οποίος δεν πρόσφερε μία φορά τον χρόνο, κατά την ιουδαϊκή παράδοση, την εξιλαστήρια θυσία υπέρ του λαού στα Άγια των Αγίων, αλλά μια για πάντα προσφέροντας θυσία τον ίδιο τον εαυτό Του στον Σταυρό υπέρ της του κόσμου ζωής. Οι αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης είχαν να προσεύχονται και να αναφέρονται στον Θεό για τις δικές τους αμαρτίες και για τις αμαρτίες των ανθρώπων. Ο Χριστός ήταν αναμάρτητος. Πρόσφερε, επομένως, τον εαυτό Του ως θυσία για τις δικές μας αμαρτίες, για να μπορούμε να νικούμε τον πνευματικό θάνατο, ο οποίος μάς περιβάλλει από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής μας στον χρόνο, τον κόσμο και την ιστορία, καθότι οι άνθρωποι επιλέγουμε, σε μία διαρκή πορεία πτώσης, να χρησιμοποιούμε την ελευθερία μας καθιστώντας τον εαυτό μας θεό.
Και είναι πνευματικός ο θάνατός μας διότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την μεγάλη και μοναδική αλήθεια: ότι η ύπαρξή μας είναι πεπερασμένη, καθότι κτιστή. Ότι πλαστήκαμε για να βρούμε την οδό προς τον Θεό , κοινωνώντας εν αγάπη τόσο μαζί Του όσο και με τον πλησίον μας, αφήνοντας στην άκρη την ψευδαίσθηση ότι έχουμε μοναδική δύναμη, που μας καθιστά ανώτερους και από τον Θεό και τον πλησίον. Διότι θάνατος είναι η υπερτίμηση του εαυτού μας, όχι μόνο διότι φέρνει συγκρούσεις και ρήξεις, αλλά και διότι έχουμε πλαστεί να αγαπούμε και να συνυπάρχουμε. Θάνατος είναι, επομένως, η απάρνηση της ταυτότητας της ύπαρξής μας και η απόφασή μας να ζούμε χωρίς την αγάπη για τον Θεό και τον πλησίον ως την προτεραιότητά μας. Και τότε χάνουμε το αληθινό μας νόημα, πελαγοδρομούμε και νικιόμαστε από τα παρόντα και τον διάβολο, τον αρνητή του Θεού και της αγάπης Του, που μας συμπαρασύρει στο παιχνίδι της αυτοθέωσης.
"Αναφέρειν". Κι όμως υπάρχει απάντηση. Είναι αυτή που ζούμε κάθε φορά στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, όπως αυτό μας το κατέγραψε και μας το άφησε ως παρακαταθήκη πολύτιμη ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Τα πάντα στην ζωή μας γίνονται αναφορά: ο εαυτός μας, ο πλησίον, ο κόσμος, ο φίλος, ο εχθρός, τα έργα του Θεού και τα δικά μας έργα, ακόμη και οι αμαρτίες μας, διότι κι αυτές συγχωρούνται αν τις παραθέσουμε στο Χριστό, στα τίμια δώρα συμπεριλαμβανόμενα, "τα σα εκ των σων", όπως λέμε στον Θεό. Και καθώς τα πάντα αναφέρονται στον Θεό, τότε επέρχεται μία αλλαγή, όχι μόνο νοοτροπίας, αλλά και ζωής: η αγάπη και η ευγνωμοσύνη στον Θεό μάς κάνουν να υπερβαίνουμε τον θάνατο. Διότι ξαναβρίσκουμε την ταυτότητα της ύπαρξής μας, όχι μόνο εκείνη την στιγμή της θείας λειτουργίας, αλλά παίρνουμε δύναμη αυτός ο τρόπος, αυτό το ήθος να αλλάξει, να μεταμορφώσει την ζωή μας.
"Αναφέρειν". Η Εκκλησία συγκροτείται, υπάρχει ως σώμα Χριστού έχοντας ως προτεραιότητα όχι να μας απαλλάσσει από τις ενοχές για τις αμαρτίες μας, αλλά για να μας δείχνει την οδό της αναφοράς. Κάθε έργο αγάπης, κάθε προσευχή, κάθε μετοχή μας στα μυστήριά της, κάθε ευλογία που ζητούμε για την ζωή και τις στάσεις που κάνουμε σ' αυτήν, για τις σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας, είναι αναφορά. Συγχωρώ, γιατί έχοντας ως αναφορά της ζωής μας τον τρόπο του Χριστού, Εκείνον μιμούμαι. Ελεώ γιατί Εκείνος πρώτος μας ελέησε. Μοιράζομαι, γιατί Εκείνος πρώτος μοιράστηκε με μας την αγάπη και μάς έδωσε την χάρη να γίνουμε θεοί μαζί Του, νικώντας την κτιστότητα και την φθορά διά της αναστάσεως. Παλεύω να νικήσω το θέλημά μου, διότι Εκείνος μου το ζητά, να αγαπώ τον πλησίον όπως τον εαυτό μου, και δεν αγαπάς, αν δε νιώθεις τι ανάγκη έχει ο πλησίον σου και πώς μπορεί εκείνος να γίνει αυθεντικά χαρούμενος μέσα από την σχέση μαζί σου. Μετανοώ για τις αμαρτίες και τα λάθη μου, γιατί τίποτα, ούτε κι αυτές και αυτά δεν μπορούν να με χωρίσουν από την αγάπη του Θεού, αλλά και γιατί γνωρίζω ότι ακόμη κι αν ο πλησίον μου με πληγώνει ή τον πληγώνω, πάντοτε υπάρχει το περιθώριο για μια καινούργια αρχή.
"Αναφέρειν". Ο δρόμος των αγίων. Ο δρόμος της πίστης. Ο δρόμος της αγάπης. Σε καιρούς εγωκεντρισμού, εγκλεισμού στον εαυτό μας, στα πάθη και τις επιθυμίες μας, όπου εψύγη η αγάπη ων πολλών, όπου το "εμείς" περιθωριοποιείται ας το κατανοήσουμε ότι η αναφορά του εαυτού μας και των πάντων στην Εκκλησία είναι η οδός που σώζει και δίνει νόημα αλήθειας, αγάπης και όντως ζωής. Διότι στο "αναφέρειν" βρίσκεται ο Χριστός!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός