Ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος
διασώζει πολλὰ περιστατικὰ ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία τοῦ Κυρίου, μᾶς
πληροφορεῖ ὅτι ἡ ἑτοιμόγεννη ἁγία Παρθένος δὲν εὑρῆκε «τόπον ἐν τῷ
καταλύματι», δηλαδὴ θέσι στὸ πανδοχεῖο, γιὰ νὰ γεννήση τὸν Κύριο (Λουκ.
β´, 7). Ἔτσι, ἐχρησιμοποίησε ὡς κατάλυμα τὸν σταῦλο τῶν ἀλόγων ζώων καὶ
ὡς λίκνο τὴν φάτνη. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐγεννήθη σὲ ἕνα τόπο ποὺ συμβόλιζε
τὸν κόσμο μας, ποὺ ὅπως τότε, ἔτσι καὶ σήμερα ὄζει ἀπὸ τὴν ἀλογία τῶν
παθῶν.
Ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης γράφει στὸ
Ἱερὸ Εὐαγγέλιό του ὅτι «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰω.
α´ 14), ἀλλὰ καὶ ὅτι «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον»
(Ἰω. α´ 11). Οἱ ταπεινοὶ ὅμως ἄνθρωποι ἐδέχθησαν τὸν Κύριο, ἐπίστευσαν
σ᾿ Αὐτὸν καὶ ἔγιναν μαθηταί Του.
Μὲ πόνο διαπιστώνουμε ὅτι καὶ σήμερα ὁ
Χριστὸς δὲν ἔχει τόπον ἐν τῷ καταλύματι τῆς ζωῆς μας καὶ ὅτι ἐνῶ ἔρχεται
εἰς τὰ ἴδια, δηλαδὴ στὸν ἰδικό Του κόσμο, οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι δὲν τὸν
θέλουν. «Ἴδια» δὲν εἶναι μόνον ὁ κόσμος Του, ἀλλὰ γιὰ μᾶς τοὺς
Ὀρθοδόξους Ἕλληνας κατὰ ἕνα ἰδιαίτερο τρόπο εἶναι καὶ ἡ εὐλογημένη
πατρίδα μας, ἡ ὁποία κατὰ τὴν διάρκεια τῶν αἰώνων μετὰ τὴν ἔνσαρκο
Οἰκονομία τοῦ Κυρίου, ἔχει ἰδιαίτερα εὐεργετηθῆ καὶ περιλαμφθῆ ἀπὸ τὸ
φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Πρέπει νὰ ἐρωτήσουμε τὸν ἑαυτό μας πρῶτα
ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, ἂν ὁ Κύριος εὑρίσκη κατάλυμα στὴν
καρδιά μας καὶ ἂν ὅσοι πιστεύουμε σ᾿ Αὐτὸν ἀγωνιζώμεθα κατὰ τῆς
φιλαυτίας μας, καθαριζώμεθα ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ προσφέρουμε τὸν ἑαυτό
μας ὥστε νὰ εἶναι χωρητικὸς τῆς Χάριτός Του. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς
διδάσκει πῶς πρέπει νὰ ἀγωνιζώμεθα, ὥστε ὁ Χριστὸς νὰ κατοικῆ μόνιμα
στὴν ὕπαρξί μας. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, καὶ μάλιστα οἱ νηπτικοί, μᾶς
παραδίδουν τὴν μέθοδο τῆς πνευματικῆς ἐργασίας, τὴν ὁποία πρέπει νὰ
ἀσκοῦμε, γιὰ νὰ κατοικῆ μονίμως ὁ Χριστὸς μέσα μας.
Πονᾶμε γιατί στὸν κόσμο μας καὶ στὴν
πατρίδα μας ὄχι μόνο δὲν γίνεται δεκτὸς ὁ Χριστὸς ὡς φιλοξενούμενός μας,
ἀλλὰ καὶ γίνονται συστηματικὲς προσπάθειες νὰ ἐξορίζεται ἀπὸ τὴ ζωή μας
καὶ κάποτε νὰ ὑβρίζεται καὶ νὰ συκοφαντεῖται. Δὲν εἶναι λίγες οἱ
περιπτώσεις ποὺ στὸ ὄνομα τῆς τέχνης προσβάλλονται καὶ ὑβρίζονται
ἱερώτατα πρόσωπα καὶ σύμβολα τῆς Ἁγίας Πίστεώς μας. Σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς
ἐνδείξεις καὶ οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες χρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς νεοεποχίτες
γιὰ τὴν προβολὴ τῆς Πανθρησκείας, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ὁ
Σωτὴρ τοῦ κόσμου.
Ἀκόμη διερωτώμεθα ποιὰ θέσι ἔχει ὁ
Χριστὸς στὰ οἰκολογικὰ συνέδρια καὶ στὶς διαθρησκειακὲς συναντήσεις,
ὅπου καὶ οἱ συμμετέχοντες χριστιανοὶ δὲν ὁμολογοῦν τὴν πίστι τους στὸν
Χριστὸ ὡς τὸν Ἐνανθρωπήσαντα Θεόν. Καὶ ἀκόμη, τί θέσι ἔχει ὁ Χριστὸς
στὴν ἀγωγὴ καὶ στὴν ἐκπαίδευσι τῆς νεότητος καὶ στὰ προγράμματα
ψυχαγωγίας τῶν παιδιῶν; Ὁ Χάρρυ Πόττερ, ἕνα νεαρὸς μάγος, ποὺ μὲ τὴ
βοήθεια τῆς διαφημίσεως ἔχει κατακτήσει τὶς παιδικὲς ψυχές, δὲν ἀφήνει
τόπο μέσα σ᾿ αὐτὲς γιὰ κατάλυμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη καὶ τὰ παιγνίδια ποὺ
προσφέρονται στὰ παιδιὰ προβάλλουν σατανάδες, μάγους, μάγισσες καὶ ἄλλα
ἀποκρυφιστικὰ σύμβολα. Ἔτσι διαπλάθονται τὰ νέα παιδιὰ νὰ ἀγαποῦν
περισσότερο τὸν σατανᾶ ἀντὶ γιὰ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ δῆθεν ὁ σατανᾶς εἶναι
πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τὸν Χριστό. Στὸ κίνημα τῶν νεοειδωλολατρῶν, μὲ πρόσχημα
τὴν ἐπιστροφὴ στὴν ἑλληνικὴ παράδοσι, ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία Του
πάλιν συκοφαντοῦνται καὶ βάλλονται.
Μὲ ὅλα αὐτὰ καὶ μὲ πολλὰ ἄλλα ποὺ
συνεχῶς πληροφορούμεθα, δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ εἰποῦμε ὅτι ἄμεσα ἢ ἔμμεσα
διώκεται ὁ Χριστὸς καὶ προετοιμάζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ σκότους ἡ
ἔλευσις τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἐκπληρώνεται ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου· «ἐγὼ
ἐλήλυθα ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ πατρός μου, καὶ οὐ λαμβάνετέ με· ἐὰν ἄλλος
ἔλθη ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἰδίῳ, ἐκεῖνον λήψεσθε» (Ἰω. ε´ 43).
Δὲν θέλουμε νὰ ἀμαυρώσουμε τὴν χαρμόσυνη
ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἀλλὰ νὰ ἐπιστήσουμε τὴν προσοχὴ ὅλων μας
στὰ σημεῖα τῶν καιρῶν καὶ νὰ καλέσουμε σὲ ἐγρήγορσι πνευματική. Ἂς μὴ
λησμονοῦμε τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου μας· «…ὑποκριταί, τὸ μὲν πρόσωπον τοῦ
οὐρανοῦ γινώσκετε διακρίνειν, τὰ δὲ σημεῖα τῶν καιρῶν οὐ δύνασθε
γνῶναι;» (Ματθ. ιστ´ 3).
Οἱ θλιβερὲς αὐτὲς διαπιστώσεις δὲν
μποροῦν παρ᾿ ὅλα αὐτὰ νὰ μειώσουν τὴν χαρὰ καὶ τὴν εὐλογία τῶν ἁγίων
ἑορτῶν τῆς τοῦ Θεοῦ Ἐπιφανείας. Ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ἀφοῦ μᾶς
πληροφορεῖ προηγουμένως ὅτι τὸν ἐλθόντα Κύριο δὲν Τὸν ἐδέχθησαν οἱ
ἰδικοί Του, ἀκολούθως προσθέτει· « ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς
ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ» (Ἰω.
α´ 12). Ὅσο κι᾿ ἂν ὁ κόσμος ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεό, οἱ ταπεινὲς ψυχὲς
ποὺ δέχονται τὸν Χριστὸ λαμβάνουν τὴν ἐξουσία νὰ γίνουν τέκνα Του καὶ
νὰ ἑνώνωνται μαζί Του ὡς μέλη τοῦ ἁγίου Σώματός Του. Αὐτὸ εἶναι τὸ μέγα
μυστήριο τῆς εὐσεβείας, τὸ ὁποῖο ἑορτάζουμε αὐτὲς τὶς ἡμέρες καὶ τὸ
ὁποῖο ὁ μέγας Ἀπόστολος Παῦλος συνώψισε σὲ λίγες λέξεις: «Θεὸς ἐφανερώθη
ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν,
ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» (Α´ Τιμ. γ´, 16). Ἔτσι ἡ χαρά μας
εἶναι τετελειωμένη καὶ ἡ ὀφειλομένη πρὸς τὸν σαρκωθέντα Κύριο λατρεία
μας ἀδιάκοπος.
Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις σᾶς χαιρετίζουμε ἐν
τῇ ἀγάπῃ τοῦ Σαρκωθέντος Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ εὐχόμεθα
ὁ δι᾿ ἡμᾶς νηπιάσας Σωτήρ μας νὰ εὑρίσκη πάντοτε πρόσφορο ἔδαφος στὴν
προθυμία, στὸν πόθο καὶ στὴν προαίρεσί μας, γιὰ νὰ ἠμπορῆ νὰ ἔρχεται καὶ
νὰ κατοικῆ μονίμως μέσα μας.