Παρ'όλο τόν ξεπεσμό της ὑπάρχει κάτι
θετικό καί ἐλπιδοφόρο σ’ αὐτή τή συνεχῶς πιό ἐκκοσμικευμένη ἀτμόσφαιρα
τῆς γιορτῆς. Ὅσο πιό ψευδεπίπλαστα ἐπιμένουμε νά τή γιορτάζουμε,
πνίγοντάς την σέ φῶς ἀπό «νέον» καί πλαστικά πλουμίδια, τόσο πιό κούφια
καί ἄπελπις θά εἶναι ἡ γεύση πού θά ἀφήνει. Καί τόσο πιό πολύ ὁ λαός «ὁ
καθήμενος ἐν σκότει» θά ἀρχίσει νά ἀναζητᾶ τό Μέγα Φῶς πού τό συλλογικό
του ἀσυνείδητο θυμᾶται πώς γνώρισε κάποτε. Ἴσως λοιπόν τότε νά
ξαναζητήσει τόν ἀστέρα πού ὁδηγεῖ στή φάτνη. Στήν προσωπική καρδιακή
φάτνη τοῦ καθενός πού θά κατανοήσει ὅτι ὅσο ταπεινή καί βρώμικη κι ἄν
εἶναι, ὁ Χριστός θά τήν καταδεχθεῖ, θά τήν ἐνοικήσει καί θά τήν
μετατρέψει σέ σῶμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Μέχρι τότε, ὅσοι ἀπό μᾶς θέλουν νά
βρίσκονται κοντύτερα στή φάτνη παρά στά ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἄς
προσπαθήσουμε νά ζήσουμε τή γιορτή καί τή ζωή μας μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε
ἄν κάποιος μᾶς ρωτήσει γιά τό ἀστέρι τῶν μάγων ἤ παρατηρήσει τή δική μας
πορεία νά βρεῖ τό σωστό δρόμο. Τότε ἡ χαρά τῆς γιορτῆς θά ξαναβρεῖ τό
νόημα καί τήν αὐθεντικότητά της. Τότε ἡ χαρά τῆς γιορτῆς θά ξαναβρεῖ τό
νόημα καί τήν αὐθεντικότητά της. Τότε, ἀντί τῆς παθητικῆς μας συμμετοχῆς
σέ ψευδοπαρηγορητικά τηλεοπτικά βαριετέ, ἴσως σταθοῦμε ἱκανοί νά
ἀπολαύσουμε τήν εὐφρόσυνη καί βιωματική μας συμμετοχή στόν χαρμόσυνο
ὕμνο: «Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε».