Mητροπολίτου Μεσογαίας και Λυρεωτικής κ.κ.Νικολάου: Στην
Εκκλησία δοξάζεται ο σταυρωμένος, προκρίνεται ο τελευταίος (Λουκ. ιγ’
30), πείθει ο μη προμελετών, αλλά αυτός που του δίδεται στόμα και σοφία
(Λουκ. κα’ 14), ζει ο νεκρωμένος (Ιω. ια’ 26).
Οι οφθαλμοί διανοίγονται και το μυστήριο φανερώνεται, όταν ο Κύριος
γίνεται «άφαντος» (Λουκ. κδ’ 31), η χαρά των μαθητών πληρούται όταν ο
Χριστός αναλαμβάνεται, χωρίζεται (Λουκ. κδ’ 52), ο θάνατος συντρίβεται
όταν ο Θεάνθρωπος σταυρώνεται (Εβρ. β’. 14), η ζωή αποκτά αξία όταν
χάνεται (Μάρκ. η’ 35), ο άνθρωπος μακαρίζεται όταν πεθαίνει (μακαρία η
οδός…), οδηγείται κανείς εις «πάσαν την αλήθειαν» (Ιω. ιστ’ 13) από το
Άγιο Πνεύμα που δεν ενσαρκώνεται.
Ο Χριστός δοξάζεται στη Βηθλεέμ όταν κενώνεται, στον Ιορδάνη όταν
ταπεινώνεται, στο Θαβώρ όταν μεταμορφώνεται, στο Όρος των Ελαιών όταν
αναλαμβάνεται, στον Γολγοθά όταν θυσιάζεται, στον τάφο όταν
ανασταίνεται. Τότε αποκαλείται ο βασιλεύς της δόξης. Όλα αυτά ανατρέπουν
τη συνήθη λογική. Την συντρίβουν. Αναδεικνύουν όμως το μεγαλείο του
μυστικού ανθρώπου. Αυτό που κρύβει ο καθένας μέσα του, έστω κι αν το
αγνοεί. Αυτό που καλείται να αναδείξει.
Η Εκκλησία είναι Εκκλησία της Αναστάσεως γιατί ξέρει να προτρέπει
τους πιστούς να εισέρχονται δια της στενής πύλης, να βαδίζουν την
τεθλιμμένη οδό (Ματθ. ζ’ 14), να ακολουθούν τον Κύριο αίροντες τον
σταυρό τους (Ματθ. ιστ. 24), να ζουν συσταυρωμένοι με τον Χριστό (Γαλ.
Β’ 20), να βλέπουν τη ζωή μέσα από τον θάνατο και να διακρίνουν τη
σωτηρία μέσα από τον πόνο.
Προβάλλοντας τα παθήματά μας πάνω στον σταυρό του Κυρίου «εν ώ παθών
έκτεινε τα πάθη», και τον θάνατο πάνω στον τάφο Του, τον οποίο μετέβαλε
σε θρόνο Του, μπορούμε να ζούμε τα μεγάλα αποτελέσματα της πίστεως στον
Νικητή του θανάτου: «ο πιστεύων εις εμέ ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού
ρεύσουσιν ύδατος ζώντος» (Ιω. ζ’ 28), « ο πιστεύων εις εμέ τα έργα α εγώ
ποιώ κακείνος ποιήσει και μείζονα τούτων ποιήσει» (Ιω. ιδ΄12) και «ο
πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται και πας ο ζών και πιστεύων εις εμέ
ού μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιω. ια’ 26).
Η πίστη, η αυθεντική, αθώα, παιδική πίστη στη θεότητα του Χριστού δείχνει τον Θεό… εκεί που Αυτός δεν φαίνεται.