Πρωτ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ
Ἕνα ἀπὸ τὰ Ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας
μας εἶναι καὶ τὸ Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου ἢ τοῦ Ἁγίου Ἐλαίου. Τὸ Μυστήριο
αὐτὸ εἶναι, ἀναμφιβόλως, γνωστὸ σὲ ὅλους μας, γιατὶ τελεῖται σὲ ὅλους
τοὺς ἱεροὺς ναοὺς τὴ Μεγάλη Τετάρτη τὸ βράδυ, ἀλλὰ καὶ μὲ διάφορες ἄλλες
εὐκαιρίες (παραμονὲς Χριστουγέννων κλπ.), καὶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοὶ
ἔχουν τὴν εὐκαιρία νὰ συμμετάσχουν σ’ αὐτὸ καὶ νὰ “σταυρωθοῦν” μὲ τὸ
ἅγιο ἔλαιο ἀκούοντας ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ἱερέα τὴ φράση “εἰς ἴασιν ψυχῆς τε
καὶ σώματος”. Τὸ Μυστήριο αὐτὸ τελεῖται, ἐπίσης, ὅπως καὶ ἡ Ἀκολουθία
τοῦ Μικροῦ Ἁγιασμοῦ, σὲ σπίτια, ἰδιαιτέρως στὶς περιπτώσεις ποὺ ὑπάρχουν
ἄνθρωποι μὲ σοβαρὰ προβλήματα ὑγείας ἢ ἄνθρωποι ποὺ βρίσκονται πρὸ τοῦ
θανάτου. Ποτέ, ὡστόσο, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δὲν θεώρησε ὅτι τὸ
Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου προορίζεται μόνο γιὰ τοὺς ἑτοιμοθανάτους ὡς
τελευταῖο ἐφόδιο, ὅπως ἀπὸ τὸν 12ο αἰώνα πράττει ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός,
ἀλλοιώνοντας μιὰ μακραίωνη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Ἐξάλλου, γιὰ μᾶς τοὺς
Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς τὸ ἔσχατο ἐφόδιο τοῦ ἀνθρώπου πρὸ τοῦ θανάτου
εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία.
Τὸ Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου τὸ συναντοῦμε
ἤδη στὶς σελίδες τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος
στὴν Καθολική του ἐπιστολὴ ἀναφέρει χαρακτηριστικά: “Ἀσθενεῖ τις ἐν
ὑμῖν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν
ἐπ’ αὐτὸν ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου· καὶ ἡ εὐχὴ
τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος· κἂν ἁμαρτίας
ᾖ πεποιηκώς, ἀφεθήσεται αὐτῷ” (ε’ 14-15). Εἶναι κάποιος ἀπὸ σᾶς
ἄρρωστος; ἐρωτᾶ ὁ Ἅγιος. Νὰ προσκαλέσει τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας
(δηλ. τοὺς ἱερεῖς) νὰ προσευχηθοῦν γι’ αὐτὸν καὶ νὰ τὸν ἀλείψουν μὲ λάδι
στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ προσευχὴ ποὺ γίνεται μὲ πίστη θὰ σώσει τὸν
ἄρρωστο· ὁ Κύριος θὰ τὸν κάνει καλά. Κι ἂν ἔχει κάνει ἁμαρτίες, θὰ τοῦ
τὶς συγχωρήσει.
Ὅπως καθίσταται σαφὲς ἀπὸ τοὺς πιὸ πάνω
λόγους τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, ὁ σκοπὸς τοῦ Μυστηρίου τοῦ
Εὐχελαίου εἶναι διπλός: ἡ θεραπεία τῆς σωματικῆς ἀσθενείας κάποιου
ἀνθρώπου καὶ ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ποτὲ δὲν
βλέπει τὸν ἄνθρωπο μονοδιάστατα: μόνο ὡς ψυχὴ ἢ μόνο ὡς σώμα. Τὸν βλέπει
ὡς μία ἀδιάσπαστη ἑνότητα ψυχῆς καὶ σώματος. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας
Ἰησοῦς Χριστὸς ὑπῆρξε ἐπὶ τῆς γῆς ἰατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων, θεραπεύοντας
τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ διάφορες σωματικὲς ἀσθένειες, ἀλλὰ καὶ συγχωρόντας
τὶς ἁμαρτίες τους. Πολλὲς φορές, μάλιστα, Τοῦ ζητοῦσαν νὰ θεραπεύσει
κάποια σωματικὴ ἀσθένεια καὶ ὁ Κύριος συγχωροῦσε πρώτα τὶς ἁμαρτίες τοῦ
ἀσθενοῦς, φανερώνοντας τοιουτοτρόπως τὴν ἀλληλεξάρτηση μεταξὺ σωματικῆς
καὶ πνευματικῆς ἀσθενείας.
Ὅσον ἀφορᾶ στὸν προαναφερθέντα διπλὸ σκοπὸ τοῦ Μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου, πρέπει νὰ κάνουμε δύο πολὺ σημαντικὲς παρατηρήσεις:
Α) Κανένα Ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας
μας δὲν ἀποτελεῖ μαγικὴ πράξη καὶ δὲν ἐνεργεῖ μὲ τρόπο μαγικὸ καὶ
μηχανικό. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου δὲν ἐνεργεῖ αὐτομάτως·
δὲν παρέχει, δηλαδή, τὴ σωματικὴ θεραπεία ἀναγκαστικῶς. Ἡ σωματικὴ
θεραπεία ἐπέρχεται μόνο ὅταν ὁ Πανάγαθος Θεὸς κρίνει ἐν τῇ πανσοφίᾳ Του
ὅτι αὐτὸ εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον τοῦ ἀσθενοῦς. Ἂς μὴν ξεχνοῦμε, ὅτι καὶ
στὴν περίπτωση αὐτή, ὅπως καὶ σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις τελέσεως τῶν Ἱερῶν
Μυστηρίων, ἔχει πολὺ μεγάλη σημασία ὁ βαθμὸς τῆς πίστεως τῶν
συμμετεχόντων. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἐν προκειμένῳ ἡ φράση τοῦ Ἁγίου
Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου: “ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα”. Ἀκόμη,
ὅμως, καὶ ὅταν δὲν χορηγεῖται ἡ αἰτούμενη θεραπεία τοῦ ἀσθενοῦς, “ἡ
παρουσία τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ παρέχει οὐράνια παράκληση καθιστώντας ὅσο
γίνεται πιὸ ἐλαφρὸ τὸ φορτίο τῆς νόσου καὶ αὐξάνοντας τὴν ὑπομονὴ καὶ
καρτερία, ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος στὶς στιγμὲς τῆς κορυφαίας
δοκιμασίας του” (Καθ. Ἀνδρέας Θεοδώρου).
Β) Μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου ζητοῦμε
ἀπὸ τὸν Πανάγαθο Θεὸ τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀσθενοῦς, ἀλλὰ καὶ
ὅλων τῶν συμμετεχόντων σ’ αὐτὸ πιστῶν. Σὲ καμιὰ περίπτωση, ὡστόσο, τὸ
Μυστήριο αὐτὸ δὲν ὑποκαθιστᾶ τὸ Μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ
ἐξομολογήσεως, ποὺ εἶναι τὸ Μυστήριο ἐκεῖνο διὰ τοῦ ὁποίου παρέχεται ἡ
ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Τὸ Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου μᾶς παρέχει πνευματικὴ
ἀνακούφιση· δὲν μᾶς ἀπαλλάσσει, ὅμως, ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τῆς μετανοίας καὶ
τῆς ἐξομολογήσεως σὲ πνευματικὸ πατέρα. Ὅλοι μας εἴμαστε σὲ μικρότερο ἢ
μεγαλύτερο βαθμὸ πνευματικῶς ἀσθενεῖς καὶ ἔχουμε ἀνάγκη θεραπείας. Τὸ
μέγεθος τῆς πνευματικῆς μας ἀσθενείας φανερώνεται ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες καὶ
τὰ ψυχικὰ πάθη ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ πνευματικὸ βάρος τῶν
ἁμαρτιῶν καὶ τῶν ψυχικῶν παθῶν ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ μᾶς ἀπαλλάξει:
“ἄνες, ἄφες, συγχώρησον αὐτῷ ὁ Θεός, παραβλέπων τὰς ἀνομίας αὐτοῦ καὶ
τὰς ἁμαρτίας καὶ τὰ ἐν γνώσει καὶ ἀγνοίᾳ γενόμενα παρ’ αὐτοῦ” (εὐχὴ μετὰ
τὸ Ζ’ Εὐαγγέλιο). “Τὸ Εὐχέλαιο μπορεῖ νὰ συμπληρώσει τὴν ἐξομολόγηση
ὄχι γιὰ ἁμαρτήματα ἐγνωσμένα καὶ ἀπὸ πρόθεση παρασιωπηθέντα, ἀλλὰ γιὰ
ὅσα ὁ ἄνθρωπος ἔπραξεν ἐν ἀγνοίᾳ, μὴ γνωρίζοντας δηλαδὴ ὅτι αὐτὰ εἶναι
ἁμαρτήματα, ἢ ἐλησμόνησε νὰ τὰ ἐξομολογηθεῖ” (Καθ. Ἀνδρέας Θεοδώρου).
Ἂς κάνουμε, τέλος, καὶ κάποιες
σημαντικὲς ἱστορικὲς ἐπισημάνσεις. Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία τὸ Μυστήριο τοῦ
Εὐχελαίου ἐτελεῖτο μέσα στὴ Θεία Λειτουργία, ὅπως καὶ τὰ Μυστήρια τοῦ
Γάμου καὶ τῆς Βαπτίσεως. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀποτελεῖ ἁπτὴ ἀπόδειξη, ὅτι τὰ
πάντα στὴν ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας (Ἱερὰ Μυστήρια, Ἱερὲς
Ἀκολουθίες, πνευματικὸς ἀγώνας κλπ.) ἀποσκοποῦν στὴ Θεία Λειτουργία καὶ
τὴ Θεία Κοινωνία, τὴν Κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ
σαρκωθέντος Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἡ Θεία Λειτουργιά εἶναι τὸ
ἐπίκεντρο καὶ τὸ ἀποκορύφωμα ὁλόκληρης τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἡ
συμμετοχή μας στὸ ποτήριο τῆς Εὐχαριστίας ἡ κορυφαία δυνατότητα
πραγματικῆς ἑνώσεώς μας μὲ τὸν Θεάνθρωπο Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.
Ἡ Ἀκολουθία τοῦ Εὐχελαίου, ὅπως
παραδίδεται στὰ σημερινὰ Εὐχολόγια, διαμορφώθηκε μόλις τὸν 16ο αἰώνα,
ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ διάφορες ἐξελικτικὲς φάσεις. Ἐπειδὴ δὲ ἐκ παραδόσεως τὸ
Εὐχέλαιο ἐτελεῖτο ἀπὸ ἑπτὰ ἱερεῖς (ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος
ἀναφέρεται ὄχι σὲ ἱερέα, ἀλλὰ σὲ ἱερεῖς – “προσκαλεσάσθω τοὺς
πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας” -, ἐνῶ στὸ Εὐχολόγιο ἀναγράφεται: “ψαλλομένη
ὑπὸ ἑπτὰ Ἱερέων, ἐν Ἐκκλησίᾳ ἢ ἐν Οἴκῳ”), ἡ Ἀκολουθία τοῦ Εὐχελαίου
ἔλαβε τὴ χαρακτηριστικὴ ἑπταδικὴ μορφή, ποὺ ἔχει σήμερα: ἑπτὰ ἀπόστολοι,
ἑπτὰ εὐαγγέλια, ἑπτὰ ἐκτενεῖς καὶ ἑπτὰ εὐχές. Ὡστόσο, ἐπειδὴ ἡ τέλεση
τοῦ Εὐχελαίου ἀπὸ ἑπτὰ ἱερεῖς δὲν εἶναι καθόλου εὔκολη ὑπόθεση στὶς
μέρες μας, τελεῖται καὶ ἀπὸ μικρότερο ἀριθμὸ ἱερέων, ἀκόμη δὲ καὶ ἀπὸ
ἕναν μόνο ἱερέα, ἰδιαιτέρως στὶς περιπτώσεις ποὺ τελεῖται σὲ σπίτια ἢ σὲ
νοσοκομεῖα καὶ κλινικὲς γιὰ ἀσθενεῖς.