«Ἔτι ἕν σοι λείπει».
Αὐτόν τό λόγο ἀπηύθυνε ὁ Κύριος στόν πλούσιο νεανίσκο τοῦ
σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἦταν ξεχωριστός ὁ πλούσιος αὐτός νέος. Ὑπάκουος
στούς γονεῖς του. Δέν παρουσίαζε σοβαρά ἀτοπήματα, δέν εἶχε ἀξιόλογες
ἠθικές πτώσεις. Δέν συμβιβαζόταν μέ τήν ἁμαρτία. Εἶχε μάλιστα καί ὑψηλές
ἀναζητήσεις. Τόν ἐνδιέφερε ἡ αἰώνια ζωή, ἤθελε νά τήν κληρονομήσει. Στό
διάλογο ὅμως μέ τόν Κύριό μας σήμερα, ἀποκαλύπτεται τό ἀδύνατο σημεῖο
του, ἡ ἀχίλλειος πτέρνα του. «Ἔτι ἕν σοι λείπει», τοῦ λέει ὁ Κύριος. Σοῦ
λείπει ἕνα βασικό στοιχεῖο ἀκόμη, ἡ ἀπεξάρτησή σου ἀπό τόν πλοῦτο. Καί
τό ἀδύνατο αὐτό σημεῖο του τόν κάνει νά ἀρνηθεῖ τήν κλήση τοῦ Θεοῦ,
ἐπειδή ἔχει προσκόλληση στή ματαιότητα τῆς ὕλης. Αὐτή ἡ συμπεριφορά τοῦ
νεανίσκου μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά δοῦμε πῶς τό ἀδύνατο σημεῖο τοῦ κάθε
ἀνθρώπου μπορεῖ νά γίνει ἡ καταστροφή του καί πῶς πρέπει νά
καταπολεμηθεῖ.
Κάθε
ἄνθρωπος ἔχει τό δικό του ἀδύνατο σημεῖο. Ὁ πλούσιος νέος εἶχε τήν
φιλοχρηματία, ἄλλος ἔχει τή φιλοδοξία, ἄλλος τή φιληδονία, ἄλλος κάτι
ἄλλο. Ὁ καθένας ξέρει τό τρωτό του σημεῖο. Ἐάν βρισκόμασταν ἐμεῖς στήν
θέση τοῦ νεανίσκου, ἀσφαλῶς θά ἔλεγε καί γιά μᾶς ὁ Κύριός μας «ἔτι ἕν
σοι λείπει». Σοῦ λείπει καί κάτι ἀκόμη. Καί θά ἀποκάλυπτε τήν ἀδυναμία
μας σέ κάποιο πάθος. Θά μᾶς ἔλεγε, πρόσεξε τό δικό σου πάθος, τόν θυμό,
τήν ζήλια, τό ψέμα, τήν περιέργεια…
Γιατί ὅμως ὁ Κύριος φαίνεται ἀπαιτητικός; Ὁ νέος τοῦ Εὐαγγελίου ἦταν
ἕνας ἄνθρωπος μέ τόσες ἀρετές. Ὁ καρδιογνώστης Κύριος, πού γνώριζε τήν
ψυχή τοῦ πλούσιου νέου, διέβλεπε ὅτι τό πάθος τῆς προσκολλήσεώς του στόν
πλοῦτο ἦταν καθοριστικό γιά τήν πορεία τῆς ζωῆς του, γιά τήν αἰώνια
σωτηρία του. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Πρόσεξε πόσο μεγάλη δύναμη
ἐπέδειξε τό πάθος τοῦ νεανίσκου. Αὐτός πού μέ πολλή χαρά καί προθυμία
προσῆλθε στό Χριστό, μόλις ὁ Κύριος τοῦ ζήτησε νά ἀπαρνηθεῖ τά χρήματα,
ἔλιωσε ἀπό τήν λύπη του, σιώπησε καί ἀποχώρησε κατηφής». Ἔχασε τόν
οὐράνιο θησαυρό, ἔχασε καί τήν κλήση του, νά γίνει μαθητής καί ἀκόλουθος
τοῦ Κυρίου.
Ἔτσι ἀκριβῶς καί σέ κάθε ἄνθρωπο, τό ἀδύνατο σημεῖο πού ἔχει,
ὅταν γίνει κυρίαρχο, μπορεῖ νά ἀποβεῖ καθοριστικό γιά τήν πνευματική του
πορεία, μπορεῖ νά τόν καταστρέψει. Αὐτό τό ἀδύνατο σημεῖο μας
ἐκμεταλλεύεται καί ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας διάβολος. Μᾶς πειράζει
περισσότερο ἐκεῖ πού βρίσκεται ἡ ἀδυναμία μας. Θέλει νά μᾶς μολύνει
ἀκριβῶς ἐπάνω στήν πληγή μας. Λέει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος:
«Ἔχουμε ἄσαρκους ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι ψάχνουν διαρκῶς νά βροῦν κάποιο
μέλος τοῦ σώματός μας ἀπροστάτευτο, γιά νά μπήξουν ἐκεῖ τά βέλη τους καί
νά μᾶς θανατώσουν. Ὁ πλούσιος νεανίσκος, πού ἴσως θά ἦταν ὁ δέκατος
τρίτος ἀπόστολος, νικήθηκε ἀπό τήν προσκόλλησή του στά ὑλικά ἀγαθά, ὁ
Ἰούδας ἀπό τή φιλοχρηματία του, ὁ Δημᾶς ἀπό τήν ἕλξη τοῦ κόσμου, ἡ
γυναίκα τοῦ Λώτ ἀπό τήν περιέργεια, ὁ Κάϊν ἀπό τήν ζήλια, ὁ καθένας ἀπό
ὅποια ἀδυναμία ἔχει». Πῶς λοιπόν θά πρέπει νά ἀντιμετωπίσει ὁ καθένας
μας τό δικό του ἀδύνατο σημεῖο;
Τό πρῶτο πού ἀσφαλῶς θά πρέπει νά κάνουμε ὅλοι μας εἶναι νά
ἐρευνήσουμε καλά τήν ψυχή μας καί νά ἀναζητήσουμε τό σημεῖο στό ὁποῖο
χωλαίνουμε. Αὐτό τό ὁποῖο μᾶς δυσκολεύει καί μᾶς ἀναστατώνει. Καί νά
ὁμολογήσουμε καί στόν ἑαυτό μας καί στόν Πνευματικό μας τήν ἀδυναμία μας
στό συγκεκριμένο ζήτημα. Χωρίς δικαιολογίες καί προφάσεις. Μέ
εἰλικρίνεια καί ταπείνωση, μέ συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας μας καί τῆς
πτωχείας μας. Καί μέ ἀπόφαση νά ἀγωνιστοῦμε μέ ζῆλο καί θέρμη νά τό
καταπολεμήσουμε. Ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος ρωτᾶ μέ παράπονο: «Γιατί δέν
διώχνουμε τό ἐμπόδιο αὐτό ἀπό τόν ἑαυτό μας καί δέν σηκώνουμε τόν σταυρό
μας, γιά νά ἀκολουθήσουμε τό Σωτήρα Χριστό;»
Ἔχουμε
λοιπόν ἀνάγκη ἀπό μετάνοια καί ἄσκηση. Βέβαια στόν ἀγώνα μας αὐτό ἴσως
δέν θά φανοῦν ἀμέσως τά ἀποτελέσματα. Ὅμως ἀναμφισβήτητα θά
συναισθανθοῦμε ἄμεσα τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά μᾶς ἐνδυναμώνε καί νά μᾶς
καθοδηγει. Ἀκόμη κι ἄν δέν δοῦμε ὁρατά σημεῖα βελτιώσεως, νά εἴμαστε
βέβαιοι ὅτι ὁ ἀγώνας πού θά κάνουμε κατά τοῦ ἑαυτοῦ μας θά μᾶς βοηθήσει
καθοριστικά σέ πολλά ἄλλα ζητήματα. Θά καλλιεργήσει τήν ταπείνωσή μας
καί τήν ἐξάρτησή μας ἀπό τόν Θεό, θά βαθύνει τήν προσευχή μας, θά
ἐνισχύσει τή θέλησή μας. Θά μᾶς βοηθήσει νά μή συμβιβαζόμαστε μέ τά πάθη
μας, ἀλλά νά τά πολεμοῦμε. Καί νά ἀγωνιζόμαστε ἀνυποχώρητα, μέ γενναῖο
φρόνημα, μέ ἐγρήγορση, καί ἄμεση ἀντίδραση.
Ἀδελφοί, ἄς προσευχόμαστε μέ θέρμη στό χαριτοδότη Κύριο, μέ
συναίσθηση τῆς δικῆς μας ἀδυναμίας καί τῆς δικῆς Του παντοδυναμίας. Καί
νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θά νικήσουμ