Ο
άγιος Πορφύριος δεν είναι γενικά και αόριστα ένας πνευματικός άνθρωπος,
αλλά ένας χριστιανός. Αγαπάει και αφιερώνει όλη του την ζωή στον
Χριστό. Ο άγιος Πορφύριος δεν είναι γενικά ένας άνθρωπος αγάπης, αλλά
διάκονος και φορέας της αγάπης που έφερε ο Χριστός στον κόσμο και την
ιστορία για πρώτη φορά, εκείνης που συγχωρεί ακόμη και τον εχθρό μας.
Για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, φανερώνεται μια αγάπη που
αγκαλιάζει τον μη αξιαγάπητο, εκείνον που δεν «αξίζει» συμπόνοια. Για
πρώτη φορά ο Χριστός χαρίζει στην ανθρωπότητα την πράξη του ελέους.
Δηλαδή να δίνεις μέσα σου χώρο να υπάρξει εκείνος που όχι απλά δεν τα
κατάφερε καλά στην ζωή του κάνοντας λάθη πολλές φορές φρικτά, αλλά
προσπάθησε να σου κάνει και κακό. Εάν οι δυτικές κοινωνίες έχουν αυτό
τον υψηλό νομικό πολιτισμό, την έννοια της αλληλεγγύης και κοινωνικής
συμπερίληψης, οφείλεται στην Χριστιανική τους καταβολή, την οποία σήμερα
αρνούνται και τα καταστροφικά αποτελέσματα σύντομα θα κληθούν να
διαχειριστούν.
Ο άγιος Πορφύριος από
νεαρός μοναχός δέχεται πλούσια την έλευση της Χάριτος του Θεού. Ο
Χριστός σαρκώνεται σε όλη του την ύπαρξη. Σε κάθε κύτταρο του είναι του.
Γι αυτό και κάθε του πράξη, σκέψη και λόγος είναι Χριστός. Αγαπά τους
πονεμένους, τους αμαρτωλούς και αποτυχημένους. Ότι πετάνε οι άλλοι το
μαζεύει αυτός, το αγαπά και το θεραπεύει. Μπορεί να δει εκείνο που οι
άλλοι δεν αντιλαμβάνονται. Την ομορφιά και την αγωνία των ανθρώπων. Δεν
αποδοκιμάζει κανένα, δεν καταδικάζει κανέναν πληγωμένο άνθρωπο, «οι
ψυχές οι πονεμένες, οι ταλαιπωρημένες, που ταλαιπωρούνται από τα πάθη
τους, αυτές κερδίζουν πολύ την αγάπη και την χάρι του Θεού. Κάτι τέτοιοι
γίνονται άγιοι και πολλές φορές εμείς τους κατηγορούμε». «Παρηγορεῖ καὶ ἁγιάζει τοὺς πάντες. Φτάνει μέχρι καὶ τὸν «οἶκο ἀνοχῆς» -ὅταν ἁγίαζε κατὰ τὰΦῶτα. Δὲν παραξενεύεται. Χαίρεται. Ψάλλει μ ᾿ὅλη του τὴν καρδιὰ τὸ«Ἓν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου, Κύριε…». Καλεῖ καὶ αὐτὰ τὰ πονεμένα πλάσματα νὰ φιλήσουν τὸν Σταυρὸ καὶ νὰ παρηγορηθῇ «ἡ ψυχούλα τους ἡ ταλαιπωρημένη».
Η αγάπη του προς τον
Χριστό είναι ξεκάθαρη και ολοκληρωτική. Λέει, «Δεν με ενδιαφέρει κανένας
παράδεισός, με ενδιαφέρει μόνο ο Χριστός». Έχει διώξει κάθε ίχνος
ιδιοτέλειας. Δεν ζητάει ανταλλάγματα για την αγάπη και τις θυσίες του.
Δεν θέλει την περιουσία αλλά τον ίδιο τον Νυμφίο.
Γι αυτόν ο Χριστός
δεν απειλεί, δεν τιμωρεί και δεν φοβίζει τον κόσμο. Είναι φίλος του
ανθρώπου και ιδιαιτέρως του πάσχοντος και ταλαιπωρημένου από τους
καημούς της ζωής, « Ἔτσι πρέπει νάβλέπουμε τόν Χριστό. Εἶναι φίλος μας, εἶναι ἀδελφός μας, εἶναι ὅ,τι καλό καί ὡραῖο. Εἶναι τό πᾶν. Εἶναι φίλος καί τό φωνάζει· «Σᾶς ἔχω φίλους, βρέ, δέν τόκαταλαβαίνετε; Εἴμαστε ἀδέλφια. Ἐγώ, βρέ, δέν βαστάω τήν κόλαση στό χέρι, δέν σᾶς φοβερίζω, σᾶς ἀγαπάω. Σᾶς θέλω νά χαίρεσθε μαζί μου τή ζωή». Ἔτσι εἶναι ὁ Χριστός. Δέν εἶναι κατήφεια, οὔτε μελαγχολία, οὔτε ἐνδοστρέφεια. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή... εἶναι τό πᾶν. Εἶναι ἡχαρά, εἶναι τό φῶς τό ἀληθινό πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται, νά πετάει, νά βλέπει ὅλα νά βλέπει ὅλους, νά πονάει γιά ὅλους, νά θέλει ὅλους μαζί του, ὅλους κοντά του..»
Θα φύγει από τον κόσμο για να πεθάνει στο Αγιον Όρος, στα Καυσοκαλύβια. Εκεί
όπου ξεκίνησαν όλα. Μα και τότε θα φανερώσει τις υψηλές ψυχικές
ποιότητες του. Θα ζητήσει να μην μάθει κανείς για την εκδημία του. Δεν
θέλει να μαζευτεί κόσμος. Φεύγει από την εικόνα και το θέαμα στην σιωπή
και την προσευχή. «Ζήτησε νὰ ταφῇ στὸν τάφο ὅπου εἶχαν βάλει νωρίτερα ἕνα χοντρὸ καὶγελαστὸ μοναχό, γιὰ νὰ πάρῃ κάτι ἀπὸ τὴν ἁγιότητά του. Μετὰ τὴν ἐκταφὴ τοῦ πατρὸς Πορφυρίου, ἐτάφη στὸν ἴδιο χῶρο ὁ Γέροντας πάπα-Νικάνωρ. Ἔγινε ἤδη καὶ ἐκείνου ἡ ἐκταφή. Τώρα δὲν θὰ βρῇς πουθενὰ προσωπικὸ τάφο τοῦ Γέροντα Πορφυρίου. Καὶ τὰ ὀστᾶ του χάθηκαν, κατὰ τὴν παραγγελία του, στὸ δάσος τῆς Κερασιᾶς».
Ο όσιος Πορφύριος
ήταν και παραμένει να είναι ένα παιδί του παραδείσου, μια ευαίσθητη
ποιητική ύπαρξη, στην οποία ο Χριστός έδωσε πλούσια τα σημεία της
παρουσίας Του. Ξέρει ο Θεός, έλεγε ο ίδιος ο όσιος Πορφύριος, κατα
χρονικά διαστήματα, θα φανερώνει ένα ή πολλούς αγίους, να λαμβάνουν
δύναμη οι ταλαιπωρημένοι άνθρωποι απο τα βάσανα της ζωής και να γεμίζουν
ελπίδα για την Βασιλεία του Θεού, που φανερώθηκε στο πρόσωπο του
Χριστού και λίγο λίγο την γευόμαστε μέχρι να γίνει η μόνιμη πατρίδα της
ύπαρξης μας.
π.λίβυος