Οι επτά άγιοι μάρτυρες Μακκαβαίοι, η μητέρα τους Σολομονή και ο δάσκαλός τους Ελεάζαρος ζούσαν κατά την εποχή του βασιλιά Αντιόχου Δ’ του Επιφανούς (175-163 π.Χ.), αδελφού του Σελεύκου Δ’ του Φιλοπάτορος. Ο Αντίοχος, αφού εξόντωσε και αιχμαλώτισε όλο το έθνος των Εβραίων περί το 168 π.Χ., ανάγκαζε με κάθε τρόπο το λαό αυτό να αρνηθεί την πάτρια θρησκεία του και να ασπαστεί την ειδωλολατρεία. Ειδικά μάλιστα πρόσταζε να τρώνε χοιρινό κρέας, κατά παράβαση του Μωσαϊκού Νόμου. Στην προσταγή όμως αυτή του τυράννου απείθησαν οι επτά Παίδες, η μητέρα τους Σολομονή και ο δάσκαλός τους Ελεάζαρος μένοντας σταθεροί και ακλόνητοι στην πάτρια πίστη τους.
Επειδή λοιπόν αυτοί δεν πειθάρχησαν στην προσταγή του βασιλιά, εκείνος εξαγριώθηκε και πρόσταξε την τιμωρία τους. Έτσι, τον μεν πρεσβύτη Ελεάζαρο, αφού του έδεσαν τα χέρια πίσω, τον χτύπησαν βάναυσα και ανελέητα. Έπειτα του έριξαν μέσα στη μύτη δυσώδεις και καυστικούς χυλούς και στη συνέχεια τον έβαλαν πάνω σε μεγάλη φωτιά. Εκεί ο σεπτός πρεσβύτης, αφού ευχήθηκε το αίμα του και ο θάνατός του να γίνουν λύτρωση και ελευθερία του έθνους του, παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού.
Τους δε αγίους επτά Παίδες ο τύραννος πρόσταζε και τους οδήγησαν ενώπιόν του και τους τιμώρησε καθέναν κατά την τάξη της ηλικίας του. Για το βασανισμό και τη θανάτωσή τους χρησιμοποίησε αρθρέμβολα (στρεβλωτικά όργανα), τροχούς με περόνες, ακόντια και πυρ. Οι μακαριστοί επτά Παίδες υπέμειναν καρτερικότατα τα βασανιστήρια και, έτσι, ούτε τα πάτρια έθη αρνήθηκαν ούτε το νομοθέτη Θεό αντάλλαξαν με την πρόσκαιρη ζωή. Με τον τρόπο δε αυτό απέδειξαν ότι ο κυρίαρχος λογισμός δεν νικιέται από παθήματα και βασανιστήρια. Έτσι λοιπόν οι άγιοι αυτοί Μακκαβαίοι Παίδες έλαβαν από το Θεό τους αμάραντους στεφάνους της καρτερίας τους.
Ύστερα από αυτά η μητέρα τους Σολομονή, αφού είδε ότι και τα επτά της παιδιά «ετελειώθησαν» και μη ανεχόμενη να την πιάσει ανθρώπινο χέρι να τη ρίξει στο πυρ, έπεσε μόνη της στις φλόγες. Έτσι λοιπόν η ηρωίδα αυτή της πίστεως παρέδωσε το πνεύμα της στο Θεό.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῶν
Μακκαβαίων τὸν ἐπτάριθμον δῆμον, σὺν τὴ μητρὶ Σολομονὴ τὴ ἁγία, καὶ
Ἐλεάζαρ ἅμα εὐφημήσωμεν οὗτοι γὰρ ἠρίστευσαν, δι' ἀγώνων νομίμων, ὡς
φρουροὶ καὶ φύλακες, τῶν τοῦ Νόμου δογμάτων καὶ νῦν ὡς καλλιμάρτυρες
Χριστοῦ, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, ἀπαύστως πρεσβεύουσι.