Aν
δεν υπάρχει Ανάσταση, αλλά το τέλος της ζωής μας είναι ο θάνατος,
διέγραψε κατηγορίες και ψεγάδια, δώσε απεριόριστη εξουσία στο φονιά,
άφησε τον μοιχό να επιβουλεύεται φανερά τους γάμους, ας διασκεδάζει ο
πλεονέκτης με τα ξένα, ας μη διακόπτει κανένας τον υβριστή, ας καταπατεί
συνεχώς τον όρκο του ο επίορκος, γιατί και τον πιστό στον όρκο του τον
περιμένει θάνατος. O άλλος ας λέει όσα ψέματα θέλει, γιατί δεν υπάρχει
κανένα κέρδος από την αλήθεια, κανένας να μην ελεεί το φτωχό, γιατί η ευσπλαχνία δεν έχει αμοιβή!
Aν
δεν υπάρχει Ανάσταση, δεν υπάρχει ούτε κρίση, κι αν δεν υπάρχει κρίση,
χάνεται μαζί κι ο φόβος του Θεού. Kι όπου ο φόβος δεν σωφρονίζει, εκεί
χορεύει ο διάβολος μαζί με την αμαρτία. Πολύ κατάλληλο γι’ αυτούς έγραψε
ο Δαβίδ εκείνο τον ψαλμό: «Είπε μέσα του ο ανόητος· δεν υπάρχει Θεός·
έχουν διαφθαρεί και μισήθηκαν για τις πράξεις τους» (Ψαλμ. 13,1).
Aν δεν υπάρχει Ανάσταση, είναι μύθος ο Λάζαρος κι ο πλούσιος και το φριχτό χάσμα και η ακατάσχετη φλόγα της φωτιάς και η φρυγμένη γλώσσα, η τόσο ποθητή σταγόνα του νερού και το βρεγμένο δάχτυλο του φτωχού (Λουκ. 16,19-31).
Eίναι προφανές ότι όλα αυτά προεικονίζουν τη μελλοντική ανάσταση. H γλώσσα βέβαια και το δάχτυλο δεν θεωρούνται μέλη της ασώματης ψυχής, αλλά μέρη του σώματος. Kι ας μη νομίζει κανένας ότι αυτά έχουν ήδη γίνει πράξη, αλλ’ αποτελούν μια προαναφώνηση για το μέλλον. Θα γίνουν τότε όταν η μεταμόρφωσή μας, δίνοντας ψυχή στους νεκρούς, θα αναστήσει καθέναν για να αντιμετωπίσει όσα έχει πράξει στη ζωή, και θα είναι σύνθετος όπως και πρώτα, αποτελούμενος από σώμα κι από ψυχή»