Είναι ασύλληπτο μυστήριο, πώς ο Αχώρητος Θεός έρχεται στη γη,
συναναστρέφεται με τους ανθρώπους, περιπατεί παντού-στις πόλεις, στα
χωριά, στους αγρούς. Αυτός, που τον διώχνουν ακόμα κι από τον τόπο που
μεγάλωσε κι ενηλικιώθηκε- τη Ναζαρέτ- και «ουκ έχει πού την κεφαλήν
κλίναι», μένει σ’ ένα σπίτι στην Καπερναούμ, γιατί, ως άνθρωπος,
χρειάζεται κάπου-κάπου να ξεκουραστεί.
Η ευαγγελική περικοπή αυτής της Κυριακής μας μεταφέρει σ’ εκείνο τον
ευλογημένο τόπο, όπου τα θαύματα και ο λόγος του Χριστού εκπέμπουν φως
και ενέργεια, ώστε να φωτιστεί κι ο πιο σκοτισμένος νους και να
αναζωογονηθούν και οι δικές μας σκληρές, χλιαρές, ή μουδιασμένες
καρδιές.
Ο Κύριος θαυματουργεί
Έχει προηγηθεί η ανάσταση της θυγατέρας του Ιαείρου, γεγονός
που έγινε γνωστό σ’ όλη την τριγύρω περιοχή. Μόλις είχε φύγει από κείνο
το σπίτι ο Ιησούς και, να, δύο τυφλοί τον ακολουθούν, φωνάζοντας
δυνατά, «ελέησον ημάς υιέ Δαυίδ». Τον αποκαλούσαν έτσι, όχι μόνο
θέλοντας να τον τιμήσουν, όπως οι προφήτες τους βασιλιάδες του Ισραήλ,
αλλά, και γιατί κυριαρχούσε η αντίληψη ότι ο Μεσσίας θα προερχόταν από
τη γενιά του Δαυίδ.
Μπορούμε, λοιπόν, να φανταστούμε την αγωνία τους, καθώς ζητούν επιμόνως
να τους βοηθήσει ο Χριστός. Στερημένοι τη βασικότατη αίσθηση της
οράσεως, τη δυνατότητα να βλέπουν, να χαίρονται τα χρώματα, τα
δημιουργήματα του Θεού, τις ομορφιές του κόσμου, που, όλοι οι άλλοι
απολάμβαναν, δεν απελπίζονται. Δεν εγκαταλείπουν την προσπάθεια.
Επιμένουν και ακολουθούν από κοντά το μεγάλο Φωτοδότη του Σύμπαντος.
Φτάνοντας στο «σπίτι Του», ο Ιησούς τους ρωτάει αν πιστεύουν ότι μπορεί
να τους θεραπεύσει. Κι αυτοί του απαντούν, «ναι Κύριε». Ω, πόσο
ευλογημένη ήταν αυτή η ομολογία πίστεως και θεϊκής εξουσίας! Πόσοι από
μας δε θα ζήλευαν αυτή την αυθόρμητη, ολόθερμη πίστη; Χωρίς να έχουν δει
τον υλικό κόσμο, που «διηγείται τη δόξα του Θεού», ούτε διαβάσει
Γραφές και συγγράμματα αγίων και σοφών, πιστεύουν στη δύναμή Του. Εμείς,
που, τόσες δωρεές της αγάπης Του απολαμβάνομε, άραγε, διαθέτουμε τέτοια
πίστη;
Καθώς, ήδη έχουν ανεβεί ψηλότερα στην κλίμακα της εσωτερικής τους
πορείας, ο Κύριος, ακουμπώντας στα μάτια τους και λέγοντας, «ας γίνει
κατά την πίστη σας», τους δίνει το φως. Κατά τον ιερό Χρυσόστομο,
ενεργεί έτσι, για να τους ενισχύσει περισσότερο και να τονίσει την αξία
της πίστης. Συγχρόνως, όμως, θέλοντας να δημιουργήσει και σ’ άλλους την
ίδια προθυμία, φανερώνει την κρυμμένη πίστη των τυφλών. Κι ενώ τους
προστάζει να μην πουν σε κανένα τίποτε, αφού δεν επιζητεί τη διαφήμιση,
αυτοί, μόλις βγήκανε από το σπίτι, διαλαλήσανε το θαύμα σ’ όλη την
περιοχή. Έγιναν έτσι κήρυκες κι ευαγγελιστές!
Την ίδια ώρα, κάποιοι φέρνουν στον Ιησού ένα κωφάλαλο δαιμονισμένο.
Μόλις διώχνει το δαιμόνιο, ο κουφός μίλησε και τα πλήθη θαυμάσανε,
λέγοντας ότι ποτέ δεν είχαν τέτοια θαύματα συμβεί στον ισραηλιτικό λαό.
Οι Φαρισαίοι
Όπως συνήθως συμβαίνει με τα θαύματα του Χριστού, οι
καλοπροαίρετοι θαυμάζουν και διδάσκονται. Πιστεύουν στη θεϊκή προέλευση
και αποστολή Του, είτε το ομολογούν, είτε όχι. Όμως, σχεδόν ποτέ δε
λείπουν κι οι κακοπροαίρετοι- οι Φαρισαίοι κάθε εποχής. Κι ενώ είναι
αυτόπτες μάρτυρες, αρνούνται την πραγματικότητα και τον κατακρίνουν,
σώνει και καλά, ως «αμαρτωλό»! Όμως, εδώ, φτάνουν στην αποκορύφωση του
παραλογισμού τους: λένε ότι, τάχατες, διώχνει τα δαιμόνια, με τη δύναμη
του αρχηγού τους!
Περιττεύει, βέβαια, να σχολιάσουμε τις ασύλληπτες βλασφημίες τους. Με
τη στάση τους, μόνο τον οίκτο μας προκαλούν. Σκληρόκαρδοι και φθονεροί,
επιμένουν στην αμετανοησία τους, χάνοντας την ευκαιρία να χαρούν την
παρουσία του Κυρίου. Να απολαύσουν το σωτήριο λόγο Του. Να δουν, όπως
τόσοι συνάνθρωποί τους, το πνευματικό φως. Την απελευθέρωση από τα πάθη
και τη δουλεία του Διαβόλου που έφερνε ο Χριστός, για όσους τον
δεχόντουσαν με καθαρή καρδιά.
Η διήγηση κλείνει, με τη συνέχεια της δράσης Του: συγχωρώντας τις ύβρεις
και τις κακολογίες, πήγαινε στις πολιτείες και τα χωριά, μιλώντας στις
συναγωγές, κηρύσσοντας το ευαγγέλιο της Βασιλείας και θεραπεύοντας κάθε
ασθένεια και κάθε πάθος του λαού. Με την πραότητα και την
ταπεινοφροσύνη Του, διδάσκει και μάς, να ευεργετούμε όλους, φίλους και
εχθρούς.
Μαζί μας ο Χριστός
Πολλοί από μας θα ζήλευαν εκείνους που συναντούσαν τον Κύριο.
Άλλοι τον αναζητούν μέσα από δικούς τους «δρόμους», αλλόκοτους,
εξωπραγματικούς. Εμείς όμως ξέρομε καλά ότι το «σπίτι» Του είναι η
Εκκλησία-όπως συνηθίζουν να λένε τα παιδιά. Όχι, βέβαια, απλώς, ως
χώρος, αλλά, ως θεοΐδρυτος οργανισμός, θεανθρώπινη κοινωνία. Στις
διηγήσεις των ευαγγελίων παρατηρούμε ότι, όλες σχεδόν οι θεραπείες που
κάνει ο Χριστός, συνδέονται με την πίστη. Δε γίνονται τα θαύματα για
εντυπωσιασμό, ούτε για τη διαφήμιση του Θεού, ούτε για να προκληθεί
φόβος και αναγκαστική επιβολή Του στους ανθρώπους. Γι’ αυτό πολλές
φορές, όπως και στην περίπτωση των δύο τυφλών, ο Κύριος παραγγέλνει να
μην τα διαλαλούνε στον κόσμο. Άλλο, βέβαια, αν οι άνθρωποι ζητούν να
μοιραστούν την ανεκλάλητη χαρά τους με άλλους.
Έχοντας τριγύρω μας τις ανταύγειες του Θαβωρίου Φωτός, ας αφουγκραστούμε
τα παρακάτω λόγια ενός ορθοδόξου μοναχού:
«Περπατώ, και, να, Κύριε, περπατάς και συ δίπλα μου. Ή μάλλον περπατάς
μπροστά μου και ακολουθώ όπως σε ακολουθούσαν οι μαθητές σου. Παραμένεις
αθέατος, αλλά τα μάτια της πίστεώς μου διακρίνουν την Παρουσία σου. Μου
φαίνεται ότι περπατώ μέσα στο φως. Γεμίζω με χαρά και δύναμη καθώς σε
νιώθω εδώ, κοντά μου. Σ’ αυτό το δρόμο υπάρχουν άντρες και γυναίκες.
Διασταυρώνομαι μ’ αυτές τις υπάρξεις, μέσα στις οποίες είσαι συ. Σ’
όλους αυτούς που συναντώ αναγνωρίζω εσένα. Εκεί, που η Παρουσία σου δεν
είναι και τόσο εμφανής, ώστε να την αισθάνονται όλοι, αξίωσέ με να την
αισθάνομαι και ν’ αναγγέλλω στους αδελφούς μου, ότι συ βρίσκεσαι ανάμεσά
μας. Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησόν με»(«ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ», σελ.71-72,79).