Κανένας δε μπορεί να αγαπά να πιστεύει γνήσια, αν δεν έχει τον εαυτό του κατήγορο του εαυτού του.
***
Όποιος αγαπά τον Θεό, πιστεύει και γνήσια, και τα έργα της πίστης τα κάνει σωστά· αλλά αυτός που πιστεύει μονάχα, και δεν έχει αγάπη, δεν έχει ούτε αυτή την πίστη που νομίζει πως έχει, γιατί πιστεύει με κάποια αλαφράδα του νου, αφού δε νοιώθει τη δόξα της αγάπης. Λοιπόν, πίστη που γίνεται με την αγάπη, είναι το μεγάλο κεφάλαιο των αρετών.
***
Όποιος απόχτησε τη γνώση την αγία κι απογεύτηκε τη γλυκύτητα του Θεού έχει χρέος μήτε να δικάζει ποτέ, μήτε να σηκώνει δίκη ολότελα κατά πάνω σε κανέναν, ακόμα κι αν του πάρει και τα ρούχα που φορά· γιατί η δικαιοσύνη των αρχόντων ετούτου του κόσμου νικιέται από τη δικαιοσύνη τον Θεού, ή καλύτερα δεν είναι τίποτα μπροστά στη δικαιοσύνη του Θεού, επειδή ποια διαφορά βρίσκεται ανάμεσα στα τέκνα του Θεού και στους ανθρώπους ετούτου του κόσμου, παρά πως η δικαιοσύνη τους είναι λειψή μπροστά στη δικαιοσύνη των χριστιανών, ώστε το ένα να λέγεται ανθρώπινη δικαιοσύνη και τ’ άλλο να λέγεται θεϊκή δικαιοσύνη;
Λοιπόν, ο Κύριος μας ούτε σαν τον βρίζανε έβριζε αλλά και σαν ούτε σαν τον χτυπούσανε φοβέριζε, αλλά και σαν του βγάλανε τα ρούχα του με σιωπή το δέχτηκε και για τη δική μας σωτηρία βασανιζότανε· και το πιο μεγάλο ήτανε πως παρακαλούσε τον Πατέρα του για τους κακούργους που τον σταυρώσανε· ενώ οι άνθρωποι ετούτου τον κόσμου δε θα πάψουνε να δικάζουνται, ώστε το δίκιο τους να καταντά μεγάλη αδικία.