Σάββατο 7 Μαΐου 2022

ΠΡΟΑΓΕΙ ΥΜΑΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΑΛΙΛΑΙΑΝ

 



“Ἀλλ᾽ ὑπάγετε καί εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν”
(Μᾶρκ. 16, 7)

“Αλλά πάτε και πείτε στους μαθητές Του και στον Πέτρο ότι θα προηγηθεί από σας στην Γαλιλαία. Εκεί θα Τον δείτε, καθώς σας είπε”.


Ένα από τα πιο όμορφα μηνύματα της συνάντησης του αγγέλου με τις Μυροφόρες, στην είσοδο του κενού μνήματος, μετά την αναγγελία της Ανάστασης του Χριστού, ήταν και η είδηση ότι ο Χριστός “προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν”. Αυτή η φράση του Αγγέλου είναι συγκλονιστική, όχι μόνο για τις Μυροφόρες γυναίκες, την τόλμη και την αγάπη των οποίων γιορτάζουμε την τρίτη Κυριακή από το Πάσχα, μαζί με τους δύο κρυφούς μαθητές, τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία και τον Νικόδημο, τον νυχτερινό επισκέπτη του Χριστού σε μία συζήτηση για την αλήθεια και την ανακαίνιση που θα δώσει στον άνθρωπο η ανακαίνισή του εν Αγίω Πνεύματι και εν ύδατι βαπτίσματος, αλλά και για τον καθέναν από εμάς, καθώς μας δίνει ένα μήνυμα μεγάλης ελπίδας που το έχουμε απόλυτη ανάγκη κάθε εποχή, ιδίως στα δύσκολα των καιρών μας.

“Προάγει υμάς”. Συνήθως έχουμε την ιδέα ότι οι άνθρωποι προηγούμαστε του Θεού. Θέτουμε τα ερωτήματα, τα αιτήματα, τις προσδοκίες μας και παρακαλούμε τον Θεό να ανταποκριθεί. Κάποτε, μάλιστα, διαμαρτυρόμαστε, διότι ο Θεός αργεί να μας απαντήσει. Άλλοτε πάλι κάνουμε τους προγραμματισμούς μας, τα σχέδιά μας, τις επιθυμίες μας και θέλουμε να ελέγχουμε την ζωή μας, ζητώντας από τον Θεό να επικυρώσει αυτά που εμείς έχουμε προ-αποφασίσει. Και όταν διαπιστώνουμε ότι ο Θεός δεν απαντά, γογγύζουμε εναντίον Του ή αισθανόμαστε βαριά την σιωπή Του. 

Ανάλογα συμβαίνει και με τον πολιτισμό μας. Έχουμε πειστεί ότι ζούμε σε έναν κόσμο που τρέχει πριν από μας για μας, που έχει αγαθά πριν τα ζητήσουμε, που καλύπτει τις επιθυμίες μας για ευχαρίστηση, για ευκολία, για ποιότητα και χρόνο ζωής, για να κουραστούμε λιγότερο. Στην πραγματικότητα είμαστε περισσότερο κουρασμένοι παρά ποτέ, κυρίως ψυχικά. Κι αυτό γιατί θέλουμε να ζήσουμε τα πάντα, παρασυρμένοι από την ψευδαίσθηση ότι όλα μας ανήκουν, σε όλα έχουμε πρόσβαση και δικαίωμα, ότι τελικά η ευτυχία βρίσκεται στην αφθονία εμπειριών και γεύσεων, πραγματικών ή εικονικών, χωρίς όρια, ει δυνατόν. Και επειδή αυτή η αντίληψη δεν έχει νόημα, καθότι και πεπερασμένοι είμαστε χρονικά και ελάχιστοι έχουν την δυνατότητα να ζήσουν τα πάντα κι αυτό δεν είναι αλήθεια, καθώς ο θάνατος και οι δοκιμασίες καραδοκούν, είμαστε απογοητευμένοι στις αποτυχίες μας, κάποτε και στον φόβο ότι θα αποτύχουμε ή ότι δεν έχουμε τα όσα νομίζουμε ότι μας ταιριάζουν.

“Προάγει υμάς”. Πιστεύουμε σε έναν Θεό ο Οποίος στην πραγματικότητα προηγείται από εμάς στα σημαντικά της ζωής μας και μας περιμένει. “Προάγει υμάς” στην ανάσταση, στην αγάπη, στην δίψα για συνάντηση, στην ταπείνωση, στον πόνο, στην δοκιμασία, κάποτε και στην μοναξιά. Και μας καλεί να Τον συναντήσουμε, να Τον δούμε, να μοιραστούμε μαζί τον άρτο και τον οίνο της Ευχαριστίας, το σώμα Του και το αίμα Του δηλαδή, αλλά και την συνάντηση με τους άλλους μαθητές, τους άλλους ανθρώπους που πιστεύουν σ᾽ Εκείνον, αλλά και με όλο τον κόσμο, διότι η αγάπη Του απευθύνεται στους πάντες και το ίδιο καλεί κι εμάς να πράξουμε. “Προάγει υμάς”, διότι γνωρίζει όχι αυτό που μας ευχαριστεί, αλλά αυτό που μας σώζει. Στα όσα καταστρώνουμε άλλοτε τείνει ευήκοον το ους και άλλοτε μας αφήνει να μένουμε μετέωροι, κάποτε και ηττημένοι, όχι για να τιμωρηθούμε, αλλά για να δούμε τον πραγματικό εαυτό μας, τα όριά μας, για να μην υπερηφανευόμαστε, για να δούμε ότι αυτή η ζωή κάποτε έχει τέλος και ότι χρειαζόμαστε ευκαιρίες αιωνιότητας, δηλαδή αγάπης που νικά τον θάνατο!

“Προάγει υμάς”. Για να το αποδεχτούμε αυτό, χρειάζεται πίστη. Χρειάζεται ένα αίσθημα σαν των Μυροφόρων: ότι όταν αγαπάμε τον Θεό, χρειάζεται να υπερβαίνουμε τα μέτρα που ο κόσμος ορίζει, τις εξουσίες, τις πρόσκαιρες εντυπώσεις που το κράτος του θανάτου αφήνει να φαίνονται κυρίαρχες. Πνευματικός είναι ο θάνατος που μας κυβερνά. Είναι η εγωκεντρική αυτάρκεια που γεννά το αίσθημα ότι μπορούμε χωρίς Θεό. Ότι η σιωπή του Θεού είναι το σημάδι της δήθεν ανυπαρξίας Του. Όμως ο Θεός ανασταίνεται και συναντά όποιες και όποιους πίστεψαν, πιστεύουν και θα πιστεύουν. Και μας συναντά, όπως και τους μαθητές, στην ενότητα της Εκκλησίας, στην ενότητα των καρδιών που ελπίζουν, προσεύχονται και ξεκινούν χωρίς φόβο για τον τάφο που οι άνθρωποι νόμισαν και νομίζουν ότι έχουν κλείσει τον σταυρωθέντα και ταφέντα Χριστό: το μνήμα του χτες στο οποίο έβαλαν την Εκκλησία. Αυτό το μνήμα όμως είναι κενό για το πώς νομίζουν, γεμάτο όμως από το φως της Ανάστασης που οδηγεί όποιον πιστεύει στην χαρά ότι ο Θεός ξέρει πριν από μας και θα μας δώσει ό,τι σώζει. Τον Ίδιο δηλαδή στην Γαλιλαία κάθε εποχής, που δεν είναι άλλη από την ζωή μας!


π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός