«Καί οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διά τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τήν ἐπαγγελίαν … ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσιν» (Ἑβρ. 11.39-40).
Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ γεννήσεως καί ἡ Ἐκκλησία μας μνημονεύει «πάντων τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, ἀπό Ἀδάμ ἄχρι καί Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος καί τῶν προφητῶν καί προφητίδων». Θυμᾶται, δηλαδή, καί τιμᾶ ὅλους ἐκείνους τούς ἁγίους, ἄνδρες καί γυναῖκες, πού μέ τήν καθαρότητα τῆς ζωῆς τους, μέ τήν ἐγκράτεια καί τήν ὑπομονή τους, ἀλλά προπάντων μέ τήν πίστη τους στόν Θεό ἀποδείχθηκαν ἄξιοι τῆς ἀγάπης καί τῆς χάριτός του.
Ὅλοι αὐτοί οἱ δίκαιοι καί οἱ ἅγιοι ἔζησαν μέσα στό σκοτάδι τῆς μεταπτωτικῆς ἐποχῆς· ἔζησαν τήν περίοδο τοῦ ἀπομακρύνσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί βίωσαν τή στέρηση τῆς παρουσίας καί τῆς παρηγορίας πού αὐτή προσφέρει.
Πίστευαν σέ ἕναν Θεό, τόν ὁποῖο οἱ σύγχρονοί τους ἄνθρωποι εἶχαν διαγράψει ἀπό τή ζωή τους, γιατί νόμιζαν ὅτι καί Ἐκεῖνος τούς εἶχε διαγράψει. Ἐμπιστευόταν τήν ἀγάπη του καί φρόντιζαν νά ὑπακούουν στίς ἐντολές του καί νά μήν τόν δυσαρεστοῦν, σάν νά ἦταν παρών.
Ἡ πίστη τους στόν Θεό πού δέν εἶχαν δεῖ, πού δέν εἶχαν γνωρίσει, πού δέν εἶχαν συναντήσει ἦταν τόσο βαθειά καί τόσο μεγάλη, ὥστε δι᾽ αὐτῆς «κατηγωνίσαντο βασιλείας, ἠργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν». Ἡ πίστη ἦταν τό ὅπλο μέ τό ὁποῖο ἀντιμετώπισαν ὅλες τίς ἀντιξοότητες τῆς ζωῆς καί τοῦ κόσμου, προκειμένου νά μείνουν ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι στήν πίστη τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι αὐτοί ἔζησαν μέ τήν προσμονή τῆς ἐλεύσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καί γι᾽ αὐτοί ἀξιώθηκαν τῆς τιμῆς καί τῆς δόξης πού ἀνήκει στούς ἐκλεκτούς τοῦ Θεοῦ.
Καί ὅμως παρότι ἔζησαν καί ἐκοιμήθησαν τόσους αἰῶνες πρίν ἀπό ἐμᾶς, δέν ἀπολαμβάνουν πλήρως τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ, «ἵνα μή χωρίς τελειωθῶσιν», γιά νά μήν ἀπολαύσουν χωρίς ἐμᾶς.
Ἡ ἐπιλογή αὐτή τοῦ Θεοῦ γιά τούς ἀπ᾽ αἰῶνος εὐαρεστήσαντας αὐτόν ἁγίους καί δικαίους ἀλλά καί ἡ δική τους συγκατάθεση μᾶς διδάσκει, ἀδελφοί μου, τήν ἑνότητα πού ὑπάρχει καί πρέπει νά ὑπάρχει μεταξύ τῆς θριαμβευούσης καί τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας, μεταξύ δηλαδή τῶν τετελειωμένων ἁγίων καί τῶν ἀγωνιζομένων πιστῶν, ἑνότητα ἡ ὁποία βασίζεται στήν κοινή πίστη καί στήν κοινή ἀγάπη στόν Θεό.
Αὐτήν τήν ἑνότητα πίστεως καί ἀγάπης, αὐτή τήν ἑνότητα τῶν οὐρανίων καί τῶν ἐπιγείων ἦρθε ὁ Χριστός νά κάνει πραγματικότητα μέ τή γέννησή του. Γιατί ἡ γέννησή του δέν ἀποτελεῖ τίποτε ἄλλο παρά τήν ὁλοκλήρωση τῆς ἑνώσεως τοῦ οὐρανοῦ μέ τή γῆ, τοῦ φθαρτοῦ μέ τό ἄφθαρτο, τοῦ ὑλικοῦ μέ τό ἄυλο, τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Καί ἡ ἕνωση αὐτή ὑποδηλώνει καί τήν τελείωση τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, γιατί καμία τελείωση, καμία ὁλοκλήρωση δέν πραγματώνεται χωρίς τήν ἀγάπη καί χωρίς τήν πίστη. Ὁ Χριστός ἔρχεται ἀπό ἀγάπη στόν κόσμο καί ἐμπιστεύεται τούς ἀνθρώπους ὡς ἀξίους νά τούς καταστήσει κληρονόμους τῆς βασιλείας του. Οἱ δίκαιοι καί οἱ ἅγιοι φθάνουν διά τῆς πίστεως στήν τελείωση, ἀλλά ἀπό ἀγάπη δέν τήν ἀπολαμβάνουν περιμένοντας καί ἐμᾶς, γιά τήν ἀπολαύσουν μαζί μας. Καί ἐμεῖς οἱ πιστοί ἀγωνιζόμαστε στή γῆ γιά νά φθάσουμε μέ τήν πίστη στήν ἀγάπη καί μέ τίς δύο στήν τελείωση τήν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, στήν τελείωση πού μᾶς χάρισε μέ τήν ἐνανθρώπησή του ὁ Χριστός.
Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί μου, καί ἡ Ἐκκλησία μας λίγες μόνο ἡμέρες πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα, προβάλλει τίς ἱερές μορφές τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος εὐαρεστησάντων ἁγίων, γιά νά μᾶς ὑπενθυμίσει τήν πίστη καί τήν ἀγάπη τους, καί μέσω αὐτῶν νά ἐνισχύσει καί τή δική μας ἀγάπη καί πίστη πρός αὐτόν. Ἄς ἐκφράσουμε καί ἐμεῖς τήν ἀγάπη μας στόν Χριστό πού σέ λίγες ἡμέρες θά γεννηθεῖ καί πάλι ἀπό ἀγάπη γιά μᾶς, προετοιμάζοντας κατάλληλα τήν ψυχή μας, ὥστε νά τόν ὑποδεχθοῦμε, γιά νά μείνει μέσα μας καί νά μᾶς ὁδηγήσει στή σωτηρία.
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων