Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

 

 


 «Καί οὗτοι πάντες μαρ­­τυρηθέντες διά τῆς πί­στεως οὐκ ἐκομίσα­ν­το τήν ἐπαγγελίαν … ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τε­λειωθῶσιν» (Ἑβρ. 11.39-40).

Κυριακή πρό τῆς Χρι­στοῦ γεννήσεως καί ἡ Ἐκκλησία μας μνημο­νεύει «πάντων τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστη­σάν­των, ἀπό Ἀδάμ ἄχρι καί Ἰωσήφ τοῦ μνή­στο­ρος καί τῶν προφητῶν καί προφητίδων». Θυ­μᾶ­ται, δηλαδή, καί τιμᾶ ὅλους ἐκείνους τούς ἁγίους, ἄνδρες καί γυ­ναῖκες, πού μέ τήν καθα­ρότητα τῆς ζωῆς τους, μέ τήν ἐγκράτεια καί τήν ὑπομονή τους, ἀλλά προπάντων μέ τήν πίστη τους στόν Θεό ἀποδείχθηκαν ἄξι­οι τῆς ἀγάπης καί τῆς χάριτός του.

Ὅλοι αὐτοί οἱ δίκαιοι καί οἱ ἅγιοι ἔζησαν μέ­σα στό σκοτάδι τῆς μεταπτω­τικῆς ἐπο­χῆς· ἔ­ζη­­σαν τήν περίοδο τοῦ ἀπο­μακρύνσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί βίωσαν τή στέρηση τῆς παρουσίας καί τῆς παρηγορίας πού αὐτή προσφέρει.

Πίστευαν σέ ἕναν Θεό, τόν ὁποῖο οἱ σύγχρονοί τους ἄνθρωποι εἶχαν δια­γρά­ψει ἀπό τή ζωή τους, γιατί νόμιζαν ὅτι καί Ἐκεῖνος τούς εἶχε διαγράψει. Ἐμπιστευ­ό­ταν τήν ἀγάπη του καί φρόντιζαν νά ὑπακού­ουν στίς ἐντολές του καί νά μήν τόν δυσα­ρεστοῦν, σάν νά ἦταν πα­ρών.

Ἡ πίστη τους στόν Θεό πού δέν εἶχαν δεῖ, πού δέν εἶχαν γνωρίσει, πού δέν εἶχαν συναντήσει ἦταν τόσο βαθειά καί τόσο μεγάλη, ὥστε δι᾽ αὐτῆς «κατηγωνίσαντο βασιλείας, ἠργάσαντο δι­καιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγε­λιῶν». Ἡ πίστη ἦταν τό ὅπλο μέ τό ὁ­ποῖο ἀντιμετώπισαν ὅ­λες τίς ἀντιξο­ότητες τῆς ζωῆς καί τοῦ κό­σμου, προκειμένου νά μείνουν ἑδραῖοι καί ἀ­μετακίνητοι στήν πί­στη τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἅγιοι αὐτοί ἔζησαν μέ τήν προσμονή τῆς ἐ­λεύσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καί γι᾽ αὐτοί ἀξι­ώθηκαν τῆς τιμῆς καί τῆς δόξης πού ἀνή­κει στούς ἐκλε­κτούς τοῦ Θεοῦ.

Καί ὅμως παρότι ἔζη­σαν καί ἐκοιμήθησαν τό­σους αἰῶνες πρίν ἀπό ἐμᾶς, δέν ἀπολαμ­βά­νουν πλήρως τῶν ἀγα­θῶν τοῦ Θεοῦ, «ἵνα μή χωρίς τελειω­θῶσιν», γιά νά μήν ἀπολαύσουν χωρίς ἐμᾶς.

Ἡ ἐπιλογή αὐτή τοῦ Θεοῦ γιά τούς ἀπ᾽ αἰῶ­νος εὐαρεστήσα­ντας αὐτόν ἁγίους καί δι­καί­ους ἀλλά καί ἡ δική τους συγκατάθεση μᾶς διδάσκει, ἀδελ­φοί μου, τήν ἑνότητα πού ὑπάρ­χει καί πρέπει νά ὑπάρ­χει μεταξύ τῆς θριαμ­βευ­ού­σης καί τῆς στρα­τευ­ομένης Ἐκκλη­σίας, με­ταξύ δηλαδή τῶν τε­τε­λειω­μένων ἁγί­­ων καί τῶν ἀγωνι­ζομένων πι­στῶν, ἑνό­τητα ἡ ὁποία βασίζεται στήν κοινή πί­στη καί στήν κοινή ἀγάπη στόν Θεό.

Αὐτήν τήν ἑνότητα πί­στεως καί ἀγάπης, αὐτή τήν ἑνότητα τῶν οὐρα­νίων καί τῶν ἐπι­γείων ἦρθε ὁ Χριστός νά κά­νει πραγματικό­τη­τα μέ τή γέννησή του. Γιατί ἡ γέννησή του δέν ἀπο­τε­λεῖ τίποτε ἄλλο παρά τήν ὁλο­κλήρωση τῆς ἑνώσεως τοῦ οὐρα­νοῦ μέ τή γῆ, τοῦ φθαρ­τοῦ μέ τό ἄφθαρτο, τοῦ ὑλικοῦ μέ τό ἄυλο, τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Καί ἡ ἕνω­ση αὐτή ὑπο­δη­λώνει καί τήν τελεί­ω­ση τοῦ ἀν­θρώπου καί τοῦ κό­σμου, γιατί καμία τε­λείωση, καμία ὁλο­κλή­­­ρω­ση δέν πραγμα­τώ­­νε­ται χωρίς τήν ἀγά­πη καί χωρίς τήν πίστη. Ὁ Χριστός ἔρχεται ἀπό ἀγάπη στόν κόσμο καί ἐμπιστεύεται τούς ἀν­θρώ­πους ὡς ἀξίους νά τούς καταστήσει κλη­ρο­νόμους τῆς βασιλείας του. Οἱ δίκαιοι καί οἱ ἅγιοι φθάνουν διά τῆς πίστεως στήν τελείωση, ἀλλά ἀπό ἀγάπη δέν τήν ἀπολαμβάνουν πε­ρι­­­μέ­νοντας καί ἐμᾶς, γιά τήν ἀπολαύσουν μα­­­ζί μας. Καί ἐμεῖς οἱ πιστοί ἀγωνιζόμαστε στή γῆ γιά νά φθά­σου­με μέ τήν πίστη στήν ἀγάπη καί μέ τίς δύο στήν τελείωση τήν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, στήν τε­λείωση πού μᾶς χάρισε μέ τήν ἐνανθρώπησή του ὁ Χριστός.

Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί μου, καί ἡ Ἐκκλησία μας λί­γες μόνο ἡμέρες πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα, προβάλλει τίς ἱερές μορ­φές τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος εὐαρεστη­σάντων ἁγί­ων, γιά νά μᾶς ὑπεν­θυ­μίσει τήν πίστη καί τήν ἀγάπη τους, καί μέ­σω αὐ­τῶν νά ἐνι­σχύσει καί τή δική μας ἀγάπη καί πί­στη πρός αὐτόν. Ἄς ἐκφράσουμε καί ἐμεῖς τήν ἀγάπη μας στόν Χριστό πού σέ λίγες ἡμέρες θά γεννηθεῖ καί πάλι ἀπό ἀγάπη γιά μᾶς, προετοιμάζοντας κατάλληλα τήν ψυχή μας, ὥστε νά τόν ὑποδεχθοῦμε, γιά νά μείνει μέσα μας καί νά μᾶς ὁδηγήσει στή σωτηρία.

 

 Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων