– Γέροντα, τόλμησε ένας κοσμικός μια φορά να του πει, λένε πως ο τάδε είναι ανήθικος. Εσείς τι γνώμη έχετε γι΄αυτό;
– ΄Οτι “οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού” (Ματθ. ΚΑ΄31 ) δεν σου λέει τίποτα;
Γιατί
τελικά αυτούς, επειδή συναισθάνονται τα χάλια τους, ο Θεός τους
οικονομεί΄ και τα χάλια τους – με τη μετάνοιά τους – τα κάνει χαλιά για
την ουράνια Βασιλεία του.
Μ΄εμάς έχει πρόβλημα ο Θεός, που
νομίζουμε ότι είμαστε δίκαιοι και κρίνουμε τους άλλους΄ και μη
αισθανόμενοι την ανάγκη της βοήθειάς Του δεν την ζητούμε και συνεπώς
στερούμε στην Θεία Χάρη το δικαίωμα να ενεργήσει και να μας σώσει.
Δουλεύει ο διάβολος, αλλά δουλεύει και ο Θεός και αξιοποιεί το κακό, ώστε να πρόκυψη από αυτό καλό. Σπάζουν λ.χ. τα πλακάκια και ο Θεός τα παίρνει και φτιάχνει ωραίο μωσαϊκό. Γι’ αυτό μη στενοχωρήσθε καθόλου, διότι πάνω από όλα και από όλους είναι ο Θεός, που κυβερνά τα πάντα…
Ο Θεός παίρνει τα χάλια μας και τα κάνει χαλιά για τον Παράδεισο, τα σπασμένα βάζα σε μωσαϊκά, τη κοπριά σε λίπασμα.
*****
Είναι αρκετό και μόνον οι ευεργεσίες του Θεού, εάν τις σκεφτή κανείς, να τινάξουν στον αέρα μια φιλότιμη καρδιά· πόσο μάλλον, εάν σκεφτή και τις πολλές του αμαρτίες και την πολλή ευσπλαγχνία του Θεού!
Όσοι αγωνίζονται και συναισθάνονται την αμαρτωλότητα τους και τις ευεργεσίες του Θεού και εμπιστεύονται στην μεγάλη Του ευσπλαγχνία, ανεβάζουν την ψυχή τους στον Παράδεισο με πολλή σιγουριά και με λιγότερο κόπο σωματικό, όταν έχουν καλή προαίρεση.
Εκείνοι που αγωνίζονται πολύ, με πολλή ευλάβεια, και έφθασαν κάπως σε Αγγελική κατάσταση και τρέφονται πια από το Παραδεισένιο μέλι, πάλι δεν προσφέρουν τίποτε το σπουδαίο στον Θεό εν συγκρίσει μ’ αυτά που μας πρόσφερε Εκείνος. Διότι μέλι τρώνε, κερί Του προσφέρουν. Γλυκούς καρπούς τρώνε, την ρετσίνη των δένδρων προσφέρουν στον Θεό με το θυμιατήρι. Επομένως, τίποτε δεν κάνουμε και τίποτα δεν προσφέρουμε στον Θεό, εν συγκρίσει με τις μεγάλες ευεργεσίες Του. Ενώ ο Καλός Θεός μας φτιάχνει και με τα σκουπίδια μας, ακόμη και με την κοπριά, ωραίους καρπούς, και τρεφόμαστε, εμείς όμως, οι ταλαίπωροι άνθρωποι, τους κάνουμε τους ωραίους καρπούς μετά κοπριά!
Όπως η καλοσύνη του Θεού τα πάντα αξιοποιεί για το καλό, έτσι και εμείς, τα πλάσματα Του, θα πρέπη όλα για το καλό να τα αξιοποιούμε, για να ωφελούμαστε και να ωφελούμε.
Οι καλοί άνθρωποι, φυσικά, ωφελούνται ακόμη και από τις πτώσεις των συνανθρώπων τους, τις οποίες χρησιμοποιούν για γερό φρένο στον εαυτό τους, για να προσέχουν να μην εκτροχιασθούν. Ενώ οι πονηροί δεν ωφελούνται, δυστυχώς, ούτε και από τις αρετές των άλλων, διότι και αυτές ακόνη τις ερμηνεύουν με το πονηρό τους λεξικό, γιατί είναι σκοτισμένοι από την μαυρίλα του ανθρωποκτόνου, και αδικούν πνευματικά τον εαυτό τους και τους άλλους και βρίσκονται πάντα στενοχωρημένοι και πάντα στενοχωρούν τους συνανθρώπους τους με την πνευματική τους αυτή μαυρίλα· ενώ ο συννεφιασμένος καιρός προξενεί στενοχώρια μόνο στους ανθρώπους που πάσχουν από θλίψη.