«Κορόιδευε ένας άθεος έναν ἱεροκήρυκα μιά μέρα, λέγοντάς του:
—Μας μιλᾶτε κάθε τόσο γιά φορτίο
ἁμαρτιῶν καί τά παρόμοια. Πιστέψτε με, ὅμως, ὅτι προσωπικά δέν νοιώθω
κανένα τέτοιο βάρος. Ἀλήθεια, πόσο ζυγίζει ἡ ἁμαρτία;Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ
πολύ ψύχραιμα, ἀπάντησε τότε:
—Δέν μου λέτε, ἄν βάλετε πάνω σ’ ἕνα νεκρό μιά πέτρα ἑκατό κιλῶν, θά τή νοιώση;
—Ὄχι, ἀπάντησε ἀπορημένος ὁ ἄθεος, γιατί εἶναι νεκρός.
—Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ σᾶς, κατέληξε ὁ ἱεροκήρυκας. Ἔξω
ἀπό τή Χάρι τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος εἶναι “νεκρός στίς παραβάσεις καί τά
παραπτώματα”(Ἐφ 2, 1). Γι’ αὐτό δέν νοιώθετε τό βάρος τῆς ἁμαρτίας».