Σάββατο 22 Μαΐου 2021

ΙΑΤΡΟΙΣ ΚΑΤΗΝΑΛΩΣΑ ΤΟΝ ΑΠΑΝΤΑ ΜΟΥ ΒΙΟΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΥΣ ΤΥΧΕΙΝ ΟΥΚ ΗΞΙΩΘΗΝ

 


«Ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἰεροσόλυμα ἐπί τῇ Προβατικῇ κολυμβήθρᾳ, τῇ λεγομένῃ κατά Ἰουδαίους Βηθεσδᾶ, πέντε στοάς ἐχούσῃ. Ἐν ταύταις γάρ κατέκειτο πλῆθος τῶν ἀσθενούντων. Ἄγγελος γάρ τοῦ Θεοῦ κατά καιρόν ἐπιφοιτῶν διετάραττεν αὐτήν καί ῥῶσιν ἐχαρίζετο τοῖς προσιοῦσιν ἐν πίστει. Καί ἰδών ὁ Κύριος χρονιοῦντα ἄνθρωπον λέγει πρός αὐτόν: θέλεις ὑγιής γενέσθαι; ὁ ἀσθενών ἀπεκρίνατο: Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τό ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τήν κολυμβήθραν. Ἰατροῖς κατηνάλωσα τόν ἅπαντά μου βίον καί ἐλέους τυχεῖν οὐκ ἠξιώθην. Ἀλλ’ ὁ ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων λέγει πρός αὐτόν: ἆρον σου τόν κράββατον καί περιπάτει, κηρύττων μου τήν δύναμιν καί τό μέγα ἔλεος ἐν τοῖς πέρασιν»
 (Δοξαστικό των στιχηρών του Εσπερινού της Κυριακής του Παραλύτου σε ήχο πλάγιο του πρώτου).

«Ανέβηκε ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα στην προβατική κολυμβήθρα, η οποία σύμφωνα με τους Ιουδαίους ονομαζόταν Βηθεσδά και είχε πέντε στοές. Σ’ αυτές ήταν κατάκοιτοι πολλοί άνθρωποι που ήταν ασθενείς. Διότι κατά καιρούς κατέβαινε από τον ουρανό ένας άγγελος του Θεού και τάραζε το νερό της κολυμβήθρας και χάριζε υγεία σε όσους προσέρχονταν με πίστη. Και βλέποντας ο Κύριος έναν άνθρωπο που είχε πολλά χρόνια εκεί, του λέει: θέλεις να γίνεις υγιής; και ο άρρωστος του αποκρίθηκε: Κύριε, δεν έχω άνθρωπο, ώστε όταν ταραχθεί το νερό να με βάλει στην κολυμβήθρα. Ξόδεψα όλη μου την περιουσία στους γιατρούς και δεν αξιώθηκα να ελεηθώ. Αλλά ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων του λέει: πάρε στους ώμους σου το κρεβάτι σου και περπάτα, και διακήρυξε την δύναμή μου και το μέγα έλεος που ήρθα να δώσω στους ανθρώπους στα πέρατα της γης».

        «Εορτάζουμε το θαύμα της θεραπείας του παραλύτου της Βηθεσδά κατά τον καιρό της πασχάλιας περιόδου διότι ο Χριστός το πραγματοποίησε κατά την περίοδο της εβραϊκής Πεντηκοστής. Ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα κατ’ αυτή την περίοδο και πέρασε από την προβατική κολυμβήθρα, που είχε χτιστεί από τον βασιλιά Σολομώντα. Την ονόμαζαν έτσι επειδή όταν έσφαζαν τα πρόβατα στον ναό για θυσία, εκεί έπλεναν τα εντόσθιά τους. Ο παράλυτος της Βηθεσδά επί τριανταοκτώ έτη περίμενε την θεραπεία από τον άγγελο που μία φορά τον χρόνο τάραζε το νερό, για να γίνει όποιος πέσει στην κολυμβήθρα πρώτος καλά. Ο παράλυτος ονομαζόταν Ίαρος. Ο Χριστός τον γιατρεύει την ημέρα του Σαββάτου, προκαλώντας το μίσος και την έχθρα των Ιουδαίων. Για κάποιους ο Ίαρος ήταν αυτός που έδωσε το ράπισμα στον Χριστό όταν δικαζόταν ο Κύριος από τον αρχιερέα Καϊάφα. Αυτό όμως δεν φαίνεται ότι ήταν σωστό. Ο Χριστός όμως του ζητά να προσέξει όχι μόνο την σωματική, αλλά και την πνευματική του υγεία, διότι κάθε ασθένεια δεν έχει να κάνει μόνο με την αμαρτία, αλλά έρχεται και ως αποτέλεσμα της αδιαφορίας για την αληθινή ζωή» (από το Συναξάριο μετά την έκτη ωδή του Όρθρου της εορτής)

        Όταν ασθενούμε οι άνθρωποι καταφεύγουμε στους γιατρούς, στην ιατρική επιστήμη. Αντιμετωπίζουμε τους γιατρούς ως αυτούς που ξέρουν την αλήθεια για την κατάστασή μας, μπορούν να βρούνε τρόπους να μας επαναφέρουν στην υγεία μας, να αποτρέψουν ή να αναστείλουν τον θάνατο. Ο γιατρός για τον άνθρωπο είναι ένας μικρός σωτήρας. Το ίδιο και τα φάρμακα, τα οποία τα έχουμε ανάγκη ώστε ο οργανισμός μας να έρθει σε ισορροπία και να μπορούμε να ζήσουμε κατά πώς επιθυμούμε.

     Υπάρχουν όμως και ασθένειες στις οποίες οι γιατροί μπορούν να λειτουργήσουν κάπως ανακουφιστικά, αλλά δεν είναι τόσο οι γνώσεις που δεν είναι επαρκείς, όσο η κατάσταση του ασθενούς που δεν επιτρέπει σε κανένα φάρμακο να δράσει αποτελεσματικά και να οδηγήσει στην θεραπεία. Οι γιατροί γνωρίζουν, βλέπουν, προβλέπουν, αλλά αισθάνονται και αυτοί ανίσχυροι μπροστά στην δύναμη της ασθένειας, στην φθορά που αυτή επιφέρει στον άνθρωπο. Σηκώνουν τα χέρια ψηλά και, αν πιστεύουν στον Θεό, αφήνουν τα πάντα στο έλεός Του. Νιώθουν τα μέτρα τους, ότι όσο κι αν επιθυμούν, δεν μπορούν να νικήσουν έναν οργανισμό που καταστρέφεται είτε από μόνος του είτε από τον χρόνο είτε από κάποιον αόρατο εχθρό που λέγεται μικρόβιο ή ιός. Και σπουδάζουν μαζί μ’ αυτόν που πεθαίνει την φθορά της ανθρώπινης φύσης. Και δεν είναι θέμα χρημάτων και κόστους. Είναι το ότι τελικά έναντι της φθοράς και του θανάτου είναι βέβαιο ότι θα ηττηθούμε. Όσο κι αν μας πονά. Και το ερώτημα ξαναγυρνά στην ζωή που ζούμε. Διότι αυτός είναι ο κοσμικός τρόπος θέασης των πραγμάτων, που μοιάζει μοναδικά ανθρώπινος.

     Για την πίστη μας όμως υπάρχει το «μετά». Είναι σταυρός ο πόνος, η φθορά, η ασθένεια. Είναι μαρτύριο η προσδοκία του θανάτου και το ανίσχυρο του ανθρώπου. Είναι δοσμένο σε όλους μας από τον Θεό το λογικό. Και το λογικό συνδυάζεται με το «άρχειν», δηλαδή με την επιθυμία και την δυνατότητα να βρούμε τρόπους να εξουσιάζουμε επί της φύσεως, αλλά και επί του εαυτού μας. Και όταν διαπιστώνουμε πως όση δύναμη κι αν έχει ο νους μας, όσα κι αν γεννήσει ως προς τις γνώσεις, δεν  μπορεί να εξουσιάσει τη ύπαρξη ώστε να μην πάψει να υφίσταται, ο πόνος είναι ανεκλάλητος. Κι όμως, ενώ υπάρχει το «έλεος του Θεού», το οποίο μας δείχνει πως η αγάπη είναι ο τρόπος, η εμπιστοσύνη στον Θεό που αναστήθηκε και θα μας αναστήσει, ότι η αγάπη είναι ο δρόμος αυτής της ζωής, ότι η αγάπη είναι αυτή που ελεεί την και μετά θάνατον υπάρχουσα ψυχή μας, εντούτοις οι άνθρωποι επιμένουμε να έχουμε τα δικά μας, τα ανθρώπινα, τα κοσμικά μέτρα ως βάση της πορείας μας.

    Τριανταοκτώ χρόνια περίμενε ο παράλυτος της Βηθεσδά. Ξόδεψε την περιουσία του στους γιατρούς, αλλά την φθορά δεν την νίκησε. Έλεος από τον κόσμο δεν βρήκε. Και βρίσκει ίαση σε μία στιγμή, όταν τον συνάντησε ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων. Του δίνει την σωματική γιατρειά. Τον αφήνει να συλλογιστεί την ανάγκη για ίαση όλης της ύπαρξης. Και τον προτρέπει να διακηρύξει το δώρο που έλαβε. Η συνάντηση με τον Χριστό είναι το κλειδί. Αυτός μας ελεεί. Αυτός είναι η ελπίδα μας. Αυτός νικά την τυπολατρία και τα θρησκευτικά συνταγολόγια που δεν επέτρεπαν καμία εργασία το Σάββατο, ούτε την ίαση του ανθρώπου, δείχνοντας την ανάγκη που φτάνει στον παραλογισμό η κάθε εξουσία να ελέγχει και την τελευταία λεπτομέρεια της ζωής του ανθρώπου, ακόμη και το πώς και πότε και με ποιον τρόπο θα γιατρευτεί.  Και ο Χριστός νοιάζεται για τον ιαθέντος. Τον βρίσκει και τον προτρέπει να προσέχει στην ζωή του, για να μην χάσει τελικά την πνευματική του υγεία και παραδοθεί στην αιώνια φθορά.

    Η ίαση του παραλύτου της Βηθεσδά μας δείχνει ότι μπροστά στον αναστάντα Κύριο όσοι πιστεύουμε συνειδητοποιούμε τα όριά μας: χωρίς να αρνούμαστε τα ανθρώπινα μέσα, δεν πιστεύουμε στην σωτηρία εκ της ζωής ταύτης, στην σωτηρία εκ της επιστήμης. Ακούμε, υπακούμε, αλλά δεν απολυτοποιούμε. Μέσα μας γνωρίζουμε ότι το έλεος του Θεού δίνει απαντήσεις και για το κατά και για το μετά της ζωής. Και με εμπιστοσύνη στον Θεό παλεύουμε την ήττα μας από το να ελέγχουμε και να εξουσιάζουμε τα πάντα. Αποδεχόμαστε εν ταπεινώσει τα μέτρα μας. Κοιτούμε τα πάθη και τα λάθη μας. Και με γενναιότητα ψυχής περιμένουμε την συνάντηση με τον Χριστό. Την προγευόμαστε στην Εκκλησία και στα μυστήριά της. Επιλέγουμε όμως η ζωή μας να μην θεοποιεί τα του κόσμου, αλλά να αφήνεται στο έλεος του Θεού. Και δεν λησμονούμε τον ψαλμικό λόγο: «το έλεός σου, Κύριε, καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου».

Χριστός Ανέστη!

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός