Όλοι οι άνθρωποι αμαρτωλοί είμαστε. Απόγονοι των πρωτοπλάστων, που τόλμησαν πρώτοι την παράβαση της εντολής του Θεού, κληρονομήσαμε από εκείνους τη ροπή προς το κακό, που μας παρασύρει σε πολλές καθημερινά παραβάσεις του θείου θελήματος. «Πολλά πταίομεν άπαντες» (Ιακ. γ’ 2).
Αλλά ποιος είναι ο μεγαλύτερος παραβάτης των εντολών του Θεού, ο πιο αμαρτωλός απ’ όλους;
Υπάρχει κάποιος που διεκδικεί αυτό το πρωτείο, που υποστηρίζει με ισχυρά επιχειρήματα την αμαρτωλότητά του και ζητεί επίμονα να πείσει γι’ αυτήν.
Ο απόστολος Παύλος! Μάλιστα! Ο μεγάλος, ο πρωτοκορυφαίος Απόστολος, ο Απόστολος των εθνών, που για το κήρυγμα του Ευαγγελίου έτρεξε σ’ ανατολή και δύση, που εκοπίασε περισσότερο απ’ όλους τους Αποστόλους, που είχε θαυμαστή αγιότητα και ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού, στο τέλος δε παρέδωσε και την ψυχή του με θάνατο μαρτυρικό, αυτός, ο μέγας Παύλος, υποστηρίζει ότι είναι ο πρώτος των αμαρτωλών.
«Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος ειμι εγώ» (Α’ Τιμ. α’ 15). Θα πω ένα λόγο, λέει ο θείος Απόστολος, που είναι αξιόπιστος και πρέπει όλοι με την ψυχή τους να τον δεχθούν, διότι δεν είναι λόγος υπερβολής, είναι λόγος αληθινός, που έτσι ακριβώς τον πιστεύω, όπως θα τον πω. Και τί λέει ο Απόστολος; Ο Ιησούς Χριστός ήλθε στον κόσμο για να σώσει τους αμαρτωλούς. Και πρώτος απ’ όλους τους αμαρτωλούς είμαι εγώ
Γιατί άραγε μιλάει έτσι αυτός που είναι αναμφισβήτητα από τους πρώτους των αγίων;
Ο μεγάλος Απόστολος μιλάει έτσι γιατί, όπως αναφέρει προηγουμένως, υπήρξε «πρότερον βλάσφημος και διώκτης και υβριστής» (Α’ Τιμ. α’ 13). Θυμάται ότι «καθ’ υπερβολήν εδίωκε την εκκλησίαν του Θεού» (Γαλ. α’ 13), ότι ήταν διώκτης φοβερός, που τον έτρεμαν οι πιστοί, διότι εξορμούσε εναντίον τους με απειλητικές και φονικές διαθέσεις.
Βλέπει τώρα πώς τον ετίμησε ο Χριστός, πώς του έδειξε εμπιστοσύνη και του ανέθεσε ύψιστη διακονία, το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Θυμάται το φοβερό παρελθόν του, βλέπει τη θαυμαστή ευλογία του παρόντος και συντρίβεται. Ποιος ήμουν και τί έγινα! Πώς εδίωκα τον Χριστό και πώς ο Χριστός με έσωσε και με τίμησε υπερβολικά! Είμαι ο πρώτος των αμαρτωλών. Για μένα ήλθε ο Χριστός στον κόσμο.
Πάντοτε η ανάμνηση του παρελθόντος μπορεί να μας βοηθεί να ταπεινοφρονούμε. Οπωσδήποτε υπάρχουν στο παρελθόν πτώσεις που ντρεπόμαστε να τις σκεφθούμε. Και άλλες μικρότερες, τόσο πολλές! Πόσες φορές τις εξομολογηθήκαμε στον Πνευματικό και όμως τις επαναλάβαμε και εξακολουθούμε να πέφτουμε στα ίδια! Πόσα λάθη, πόσα χρέη της ψυχής! Όλα αυτά μας ταπεινώνουν και είναι καλό να τα σκεπτόμαστε. «Η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστι διαπαντός», έλεγε ο προφήτης Δαβίδ (Ψαλ. ν’ [50] 5). Πάντοτε μπροστά μου έχω την αμαρτία μου.
Βέβαια, εφόσον εξομολογηθήκαμε, οι αμαρτίες μας έσβησαν και χάθηκαν. Εμείς όμως μπορούμε να τις σκεπτόμαστε, όχι βέβαια για να μολύνεται ξανά η ψυχή μας ούτε για να απογοητευόμαστε, αλλά για να ευγνωμονούμε τον σωτήρα μας Χριστό, που μας λύτρωσε απ’ όλα τα δεινά, και για να ταπεινοφρονούμε και να αγωνιζόμαστε να μην πέσουμε ξανά.
Αν παράλληλα με τα δυσάρεστα του παρελθόντος σκεπτόμαστε και τις ευλογίες του παρόντος, πώς ο Χριστός δεν μας άφησε στο βάθος του κακού, αλλά μας λύτρωσε και μας οδηγεί στο φως του ουρανού, τότε η ευγνωμοσύνη μας αυξάνει και ταπεινώνεται πιο βαθιά η ψυχή. Εγώ τόση αχαριστία, και Εκείνος τόση ευλογία! Αυτό με συντρίβει ακόμη περισσότερο και με ταπεινώνει βαθύτερα, καθώς καταλαβαίνω πιο καλά την απόσταση που μας χωρίζει.
Όμως η απορία μένει. Γιατί «πρώτος των αμαρτωλών» ο Παύλος; Και άλλοι δεν υπήρξαν διώκτες; Και άλλοι δεν ζήτησαν να εξαφανίσουν την Εκκλησία από το πρόσωπο της γης; Και άλλοι δεν αμάρτησαν πολύ; Και μερικοί απ’ αυτούς μάλιστα μετεστράφησαν και ήλθαν κατόπιν μετανιωμένοι στην πίστη. Γιατί ο μεγάλος Απόστολος διεκδικεί το πρωτείο στην αμαρτωλότητα;
Ακριβώς διότι είναι μεγάλος άγιος, ζει και καταλαβαίνει το λάθος του πολύ καλύτερα από τους άλλους. Ο κάθε αμαρτωλός που συναισθάνεται βαθιά την ενοχή του, νιώθει ότι αυτός πιο πολύ απ’ όλους αμάρτησε. Όπως ένας άρρωστος που βασανίζεται από τους πόνους οδυνηρής ασθένειας, δεν σκέπτεται τους πόνους των άλλων ασθενών, που αντικειμενικά μπορεί να είναι μεγαλύτεροι. Αυτός υποφέρει πολύ από τους δικούς του πόνους και θεωρεί πως υποφέρει περισσότερο απ’ όλους, πως αυτός έχει τους μεγαλύτερους πόνους. Αν επιπλέον είναι ευαίσθητος, ακόμη περισσότερο νιώθει πως αυτός είναι ο πιο βαριά ασθενής. Οι άγιοι με τη λεπτή και ευαίσθητη ψυχή τους αισθάνονταν περισσότερο από τους άλλους το μέγεθος της αμαρτίας, το βάρος της ενοχής, όπως βέβαια και το δώρο της Χάριτος, την άφεση των αμαρτιών τους. Πονούσαν πολύ για την αμαρτία και ευγνωμονούσαν πολύ για τη λύτρωση.
Οι άγιοι είναι οι άνθρωποι που πλησίασαν πιο πολύ τον Θεό. Και όσο πλησιάζει κανείς τον Θεό, τόσο φωτίζεται από το φως του. Όσο δε φωτίζεται, τόσο διακρίνει και τις πιο μικρές λεπτομέρειες, τις αδιόρατες σκιές του αδύνατου εαυτού του. Επειδή δε επιθυμεί την τελειότητα, γι’ αυτό σημειώνει και την παραμικρή αδυναμία, την κρίνει αυστηρά, λυπείται και πονεί και μετανοεί και για το πιο μικρό του λάθος, ενώ είναι πολύ επιεικής για τα λάθη των άλλων, με τα οποία και δεν θέλει να ασχολείται.
Οι άγιοι, όπως ο απόστολος Παύλος, είναι οι ανώτεροι όλων των ανθρώπων. Όμως ελεεινολογούν τον εαυτό τους για τις πτώσεις τους και όταν λένε πως είναι οι αμαρτωλότεροι των ανθρώπων, δεν αποδίδουν βέβαια την πραγματικότητα, ομιλούν όμως με ειλικρίνεια και πολλή ευγνωμοσύνη σ’ Αυτόν που μπορεί να σώζει και τους πιο μεγάλους αμαρτωλούς.