Σε μία από τις πιο ωραίες εικόνες ο υμνογράφος του Ακαθίστου Ύμνου παραλληλίζει την Παναγία με την σκηνή του μαρτυρίου της Παλαιάς Διαθήκης. Η σκηνή ήταν η κατοικία του Θεού και το σημείο συνάντησής Του με τους Ισραηλίτες τα χρόνια της Εξόδου από την Αίγυπτο στην έρημο. Μόλις ο Μωυσής έμπαινε στη σκηνή, ένα σύννεφο, μία νεφέλη, κάλυπτε την είσοδο. Με αυτόν τον τρόπο ο Θεός εκεί «μαρτυρούσε», φανέρωνε δηλαδή την παρουσία του και συνομιλούσε με τον Μωυσή. Ο λαός σε ένδειξη σεβασμού την ονόμασε «Σκηνή του Μαρτυρίου». Επρόκειτο για ξύλινο παράπηγμα σχήματος «Π», του οποίου ο σκελετός ήταν από επιχρυσωμένα ξύλινα δοκάρια ακακίας. Το στέγαστρο της σκηνής ήταν από στρώσεις ταπήτων. Τοποθετημένη σε μια μεγάλη αυλή χωριζόταν από το στρατόπεδο των Ισραηλιτών με παραπετάσματα κατασκευασμένα από λινό ύφασμα. Μπροστά από την σκηνή βρίσκονταν ο χάλκινος λουτήρας και το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων. Εσωτερικά ένα καταπέτασμα από ανθεκτικό λινό ύφασμα με κεντημένα Χερουβείμ χώριζε τη σκηνή σε δύο μέρη: τα Άγια των Αγίων, όπου μακριά από τα μάτια των ανθρώπων ήταν τοποθετημένη η Κιβωτός της Διαθήκης στην οποία φυλάσσονταν οι Δέκα Εντολές και μόνο ο αρχιερέας έμπαινε μία φορά το χρόνο, και τα Άγια, όπου ήταν τοποθετημένα η τράπεζα των Άρτων της προθέσεως, η επτάφωτος λυχνία και το θυσιαστήριο του θυμιάματος.
Η ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου, τόσο στον κανόνα που συνέθεσε ο άγιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος, όσο και στους Χαιρετισμούς (έργο άγνωστου ποιητή, πιθανόν του αγίου Ρωμανού του Μελωδού), έχει πλήθος αναφορών στην παλαιά Διαθήκη, οι οποίες προτυπώνουν την Παναγία. Στην περίπτωση της σκηνής, η Παναγία γίνεται πλέον η εν σαρκί και έμψυχη σκηνή στην οποία δεν κατασκηνώνουν οι εντολές του νόμου του Θεού, αλλά ο ίδιος ο Υιός και Λόγος, ο Χριστός. Στα άγια δεν εισέρχεται πλέον ο επίγειος αρχιερέας της ιουδαϊκής θρησκείας, αλλά άπαξ ο ίδιος ο Θεός. Σκοπός δεν είναι η τέλεση μιας εξιλαστήριας θυσίας για τους πιστούς της θρησκείας, αλλά το να γίνει ο ίδιος ο Θεός θυσία για όλους τους ανθρώπους, πιστεύοντες και μη, ζώντες και κεκοιμημένους, αυτούς που είχαν προηγηθεί και αυτούς που θα ακολουθούσαν μέχρις της συντέλειας του αιώνος. Σκοπός δεν είναι τώρα η ηθική διαπαιδαγώγηση, αλλά η λύτρωση από τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, που είναι ο θάνατος. Σκοπός δεν είναι να καταλάβει ο άνθρωπος ότι αμαρτάνει ενώπιον του Θεού και να πενθήσει για τις αμαρτίες του, αλλά να κατανοήσει και να ζήσει το μυστήριο της συγχώρησης, της χαράς, της αγάπης του Θεού, καθώς η αμαρτία δεν είναι αυτή που κυριαρχεί πλέον, αλλά η κάθαρση με το αίμα του Κυρίου. Σκοπός δεν είναι να πάρει δύναμη ο άνθρωπος σε μία αισθητή έρημο, στην οποία προσδοκά μία γη της επαγγελίας, ώστε να περάσει καλά και να ζήσει ήσυχα, ήρεμα, οικογενειακά, πιστεύοντας στον Θεό, αλλά να υπερβεί την νοητή έρημο των παθών, της απελπισίας, της έπαρσης και της υπερηφάνειας, την έρημο του θανάτου και να ζήσει το Πάσχα, το πέρασμα στην ζωή της κοινωνίας με τον πλησίον με βάση την αγάπη, με βάση την νίκη κατά των παθών, που συνεπάγεται την μεταμόρφωσή τους σε αφετηρία πείνας και δίψας για τον Θεό, για να ζήσουμε αιώνια.
Η Παναγία δεν είναι απλώς τα άγια των αγίων, όπου απαγορεύεται να εισέλθει άνθρωπος. Γίνεται μείζων τούτων. Κι αυτό διότι πλέον μας δείχνει τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός γίνεται ένα με την ανθρώπινη φύση, γίνεται ένα με τον καθέναν από εμάς, καθότι κι εμείς μπορούμε να γίνουμε σκηνή του Θεού και Λόγου από τη στιγμή που Εκείνος διά της Θεοτόκου προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, για να μας δώσει την χάρη της θεώσεως. Έτσι ο καθένας μας καθίσταται ναός του Θεού, πρώτα με το βάπτισμα και την είσοδο στην Εκκλησία και στην συνέχεια κάθε φορά που κοινωνούμε το σώμα και το αίμα του Χριστού, κάθε φορά που νιώθουμε η ύπαρξή μας να κατέχεται από την χάρη του Θεού, να μετέχουμε στην αγάπη, την συγχώρηση, την ταπείνωση και κάθε αρετή ως δωρεά Θεού, που μας καθαίρει και μας αγιάζει εν Αγίω Πνεύματι.
Κι αυτή είναι η μεγάλη αλλαγή στην ιστορία της ανθρωπότητας, που μας πάει πέρα από κάθε θρησκευτική ιδέα και αντίληψη. Ο Θεός δεν είναι υπόθεση των λίγων, των εκλεκτών, των μυημένων, αλλά όλων. Οι πάντες μπορούμε να τον ζήσουμε, αρκεί να ακολουθήσουμε την πορεία της Παναγίας. Να τον αφήσουμε να σκηνώσει εν ημίν. Να γίνει ένας από εμάς και να κατοικήσει εντός μας. Να μετάσχουμε στην ζωή της Εκκλησίας και στο μυστήριο της δικής μας σωτηρίας. Και να αφήσουμε την Παναγία να πρεσβεύει για τις ελλείψεις μας, αλλά και για να συνειδητοποιήσουμε την αγάπη του Θεού για όλους μας, που με ανεξερεύνητο για τα δικά μας μέτρα και την λογική μας τρόπο κατοικεί, μας κάνει σκηνή του και μας αγιάζει.
Σε έναν κόσμο όπου ο ορθολογισμός μας κάνει χλευαστές και αρνητές του μυστηρίου, όπου προτιμούμε την έρημο των παθών, όπου η πίστη μετατρέπεται σε μία ακίνδυνη θρησκευτικότητα, το πρόσωπο της Παναγίας μας καλεί να προχωρήσουμε στο φαινομενικά ανέφικτο και ορθολογιστικά ανεξερεύνητο της αγάπης. Αυτό της κοινωνίας με τον Υιό και Θεό της που μας σώζει, μας αγιάζει, μας λυτρώνει από κάθε θάνατο
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός