«Τῷ γάρ Ἀβραάμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεί κατ’ οὐδενός εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ’ ἑαυτοῦ, λέγων. ἦ μήν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καί πληθύνων πληθυνῶ σε» (Ἑβρ. 6, 13-14)
«Όταν
ο Θεός έδωσε την υπόσχεσή του στον Αβραάμ, επειδή δεν υπήρχε ανώτερος
για να ορκιστεί, ορκίστηκε στον εαυτό του λέγοντας: σου υπόσχομαι ότι θα
σε ευλογήσω και θα σου δώσω πολλούς απογόνους»
Οι
χριστιανοί είμαστε συνεχιστές μιας μεγάλης πίστης που ξεκινά από τα
χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι η πίστη του Αβραάμ στον Θεό, που
έκανε τον γενάρχη των Εβραίων να αφήσει την πόλη του στην Μεσοποταμία
και να κάνει ένα μεγάλο ταξίδι για να εγκατασταθεί στην γη της
επαγγελίας. Είναι η πίστη που τον έκανε να ξεβολευτεί από την
καθημερινότητά του, από τις βεβαιότητές του, από το αίσθημα ότι μπορεί
να λατρεύει τον Θεό από εκεί που βρισκόταν και να Τον υπακούει στην
καθημερινότητά του. Ο Αβραάμ υπάκουσε στο αίτημα του Θεού να αφήσει κάθε
τι που του ανήκε, την κανονικότητα της ζωής του, και να προχωρήσει σε
μία περιπέτεια στην οποία το μοναδικό εχέγγυο ήταν ο όρκος του Θεού στον
ίδιο Του τον εαυτό ότι θα ευλογήσει αυτόν που Τον ακούει και θα του
δώσει πολλούς απογόνους, ενώ η γυναίκα του Αβραάμ, η Σάρα, ήταν στείρα.
Και ο Αβραάμ εμπιστεύθηκε τον Θεό και ακολούθησε τον δρόμο, όπως του
ζητήθηκε.
Ο
απόστολος Παύλος, γράφοντας προς τους Εβραίους, μας υπενθυμίζει αυτόν
τον όρκο του Θεού, ο οποίος απευθύνεται και προς όλους όσους συνεχίζουν
να αποδέχονται την πίστη του Αβραάμ, με την επέκτασή της στον Κύριό μας
Ιησού Χριστό και στο Άγιο Πνεύμα, δηλαδή όσους θέλουν να ζούνε το
μυστήριο της Εκκλησίας. Μας υποσχέθηκε ο Θεός ότι θα μας ευλογήσει και
ότι θα μας δώσει πολλούς απογόνους. Η ευλογία αυτή δεν έχει να κάνει
κατ’ ανάγκην με τα υλικά αγαθά αυτής της ζωής, ούτε με το πόσα παιδιά θα
κάνει κάποιος, αν δηλαδή θα κάνει οικογένεια. Η ευλογία είναι πρωτίστως
πνευματική. Είναι η επίγνωση του νοήματος της ζωής. Είναι η πίστη που
μας κάνει να αντέχουμε σε δυσκολίες και δοκιμασίες. Είναι η βεβαιότητα
ότι ο Θεός προνοεί για μας. Είναι μια αισιοδοξία στην καρδιά που γίνεται
χαρά ότι επειδή ο Θεός είναι μαζί μας, «ουδείς καθ’ ημών», ουδείς έχει
δύναμη να μας υποτάξει. Είναι το αίσθημα πως όσους σταυρούς κι αν
κληθούμε να σηκώσουμε, δεν είμαστε μόνοι. Και την ίδια στιγμή η πληθύς
έχει να κάνει με την δύναμη της αρετής. Τη δύναμη των χαρισμάτων του
Αγίου Πνεύματος. Δεν είναι μόνο η πίστη που μας δίνει κουράγιο, ούτε
μόνο η χαρά να έχουμε τον Θεό μαζί μας. Είναι η δύναμη της αγάπης για
τον συνάνθρωπο. Ότι στις δυσκολίες πρέπει να αντέξουμε όχι μόνο για μας,
αλλά και για τον καθέναν που είναι μαζί μας και είμαστε μαζί του. Είναι
η δύναμη της συγχώρεσης για όσους δεν συμμερίζονται τον τρόπο μας.
Είναι η δύναμη της καλοσύνης, ότι στην κακία του κόσμου, στο κλείσιμο
στον εαυτό μας, εμείς αντιτάσσουμε την ανοιχτή σε όλους καρδιά, η οποία
δεν περιμένει τίποτα, αλλά μοιράζεται ό,τι έχει. Είναι η ηρεμία της
ψυχής, η οποία και στην ώρα της αγωνίας και του φόβου, αντιτάσσει την
προσευχή και το δάκρυ ως παράκληση σ’ Αυτόν που δεν μας λησμονεί. Είναι
το μέτρο της εγκράτειας που μας λέει μέχρι πού μπορούμε να φτάσουμε και
μας κάνει να πειθαρχούμε στο θέλημα του Θεού. Είναι η ειρήνη της ύπαρξης
που γνωρίζει ότι ο δρόμος μας δεν είναι δρόμος θανάτου αλλά ανάστασης
και αιωνιότητας.
Οι
ημέρες μας είναι πολύ δύσκολες, κυρίως ψυχικά. Ο ακούσιος εγκλεισμός
μας σε σπίτια που δεν μοιάζουν πλέον τόποι ανάπαυσης αλλά ένα είδος
φυλακής, διότι δεν μένουμε σ’ αυτά επειδή το θέλουμε, αλλά επειδή δεν
μας επιτρέπεται να βγούμε, μας κάνει να ξαναδούμε την ζωή μας.
Ξεβολευτήκαμε από την κανονικότητά μας. Διαπιστώσαμε όμως ότι αυτή δεν
περιείχε την εμπιστοσύνη στον Θεό και το ΝΑΙ στην ευλογία και την
πλήθυνση. Έγκλειστοι τώρα, διαβλέπουμε τι αληθινά χρειαζόμαστε και,
συχνά, όχι όλοι. Ας πάρουμε δύναμη από την πίστη και ας θυμηθούμε ό,τι ο
Θεός μας υποσχέθηκε! Ας μην αποκάμουμε ψυχολογικά, θρηνώντας για τον
όποιο προσωπικό ή κοινωνικό παράδεισο χάσαμε, αλλά ας δούμε τι μπορούμε
να καλλιεργήσουμε. Ας εργαστούμε και πνευματικά και όταν έρθει η ώρα της
επιστροφής στην όποια κανονικότητά μας, ας μην λησμονήσουμε ότι η
δοκιμασία μας δίνεται για να βρούμε τον εαυτό μας και όχι για να κάνουμε
ό,τι κάναμε, που αποδείχτηκε εκ των πραγμάτων ότι μένει στο εδώ και
τώρα του κόσμου.
Η
υπόσχεση του Θεού ισχύει, κυρίως, στο ξεβόλεμά μας: «ευλογών ευλογήσω
σε και πληθύνων πληθυνώ σε»! Εδώ είναι το κλειδί για να αντέξουμε!