«Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἐν ἑαυτῷ καί μή εἰς θεόν
πλουτῶν».
Μέ αὐτό τό συμπέρασμα ἔκλεισε, ἀδελφοί μου, ὁ
Χριστός τή σημερινή παραβολή, πού εἶναι γνωστή ὡς ἡ παραβολή τοῦ ἄφρονος πλουσίου.
Γιατί ὅμως ὁ πλούσιος τοῦ σημερινοῦ
εὐαγγελίου χαρακτηρίζεται ἄφρων καί κατακρίνεται ἀπό τόν Θεό; ρωτᾶ, μαζί ἴσως
μέ πολλούς ἀπό ἐμᾶς, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Γιατί ὀνομάζεται ἄφρων; Μήπως
ἀπέκτησε τόν πλοῦτο του μέ ἄδικες πράξεις ἤ μήπως ἔφταιγε ἐκεῖνος, ἐπειδή ἡ χώρα
του εὐφόρησε καί τά κτήματά του ἔδωσαν πολλούς καρπούς; Ἀσφαλῶς, ἀδελφοί μου,
οὔτε γιά τόν ἕνα οὔτε γιά τόν ἄλλο λόγο, συνεχίζει ὁ ἱερός πατήρ.
Χαρακτηρίζεται ἄφρων, γιατί δέν ἔκανε καλή διαχείριση τοῦ πλούτου του.
Χαρακτηρίζεται ἄφρων, γιατί φρόντισε νά διασφαλίσει τόν ἐπίγειο πλοῦτο του
ἀλλά δέν ἐνδιαφέρθηκε νά συγκεντρώσει τόν πνευματικό καί οὐράνιο πλοῦτο πού
χρειαζόταν γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Θησαύρισε «ἐν ἑαυτῷ», θησαύρισε γιά
αὐτή τή ζωή, δέν πλούτισε ὅμως «εἰς Θεόν», δέν ἀπέκτησε, δηλαδή ὅσα θά
χρειαζόταν γιά νά μπορέσει νά σταθεῖ ἐνώπιον τοῦ θρόνου τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ
πλούσιος καί ὄχι γυμνός καί ταλαίπωρος.
Διότι τά ὑλικά ἀγαθά δέν μᾶς συνοδεύουν,
ἀδελφοί μου, στήν αἰώνια ζωή. Μένουν ἐδῶ, στή γῆ, ἀπό τήν ὁποία προέρχονται
καί στήν ὁποία ἀνήκουν. Μένουν μαζί μέ τό σῶμα μας πού διαλύεται καί ἀποσυντίθεται,
πού μετατρέπεται σέ γῆ καί σποδό. Γιατί καί ὅλα αὐτά, ὅλα τά ὑλικά καί ἐγκόσμια
ἀγαθά μας, ὅσο πολύτιμα καί νά εἶναι, εἶναι «γῆ καί σποδός», εἶναι μάταια καί
ἄχρηστα, ἐφόσον δέν μποροῦν νά μᾶς βοηθήσουν τήν ἡμέρα καί τήν ὥρα πού θά
ἔχουμε τή μεγαλύτερη ἀνάγκη, κατά τήν ἡμέρα, δηλαδή, καί τήν ὥρα τοῦ θανάτου
καί τῆς κρίσεως.
Γι᾽ αὐτό καί «ὁ θησαυρίζων ἐν ἑαυτῷ»
πλούσιος κατακρίνεται ἀπό τόν Χριστό καί χαρακτηρίζεται ἄφρων. Ὄχι γιατί
συγκέντρωσε ἐπίγεια πλούτη, ἀλλά γιατί δέν ἐνδιαφέρθηκε νά συγκεντρώσει καί
πλούτη πνευματικά.
Ποιά εἶναι ὅμως τά πνευματικά πλούτη καί ποιός
εἶναι «ὁ εἰς Θεόν πλουτῶν», ὥστε νά γνωρίζουμε καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, καί νά
ἐνδιαφερθοῦμε ἐγκαίρως γιά νά ἀποκτήσουμε αὐτόν τόν πλοῦτο;
«Ὁ εἰς Θεόν πλουτῶν» εἶναι ἐκεῖνος πού ἔχει
πλοῦτο ὅμοιο μέ τοῦ Θεοῦ. Καί τί εἴδους εἶναι ὁ πλοῦτος πού ἔχει ὁ Θεός; Μᾶς τό
ἀποκαλύπτει ἡ ἁγία Γραφή. «Ὁ Θεός», γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «πλούσιος ὤν
ἐν ἐλέει διά τήν πολλήν ἀγάπην αὐτοῦ, ἥν ἠγάπησεν ἡμᾶς». Πλούσιος, λοιπόν, σέ
ἔλεος καί ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός, καί αὐτά ζητᾶ καί ἀπό μᾶς νά ἀποκτήσουμε.
Ἔλεος καί ἀγάπη ὄχι πρός τόν ἑαυτό μας, γιά
τόν συγχωροῦμε καί νά τόν δικαιολογοῦμε γιά ὅσα κάνει, ἀλλά ἔλεος καί ἀγάπη
πρός τούς ἀδελφούς μας, διότι οἱ δύο αὐτές ἰδιότητες, οἱ δύο αὐτές ἀρετές,
εἶναι περιεκτικές πολλοῦ πλούτου πνευματικοῦ πού μᾶς συνοδεύει κατά τήν ἡμέρα
τοῦ θανάτου μας μέχρι τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Τό ἔλεος καί ἡ ἀγάπη προϋποθέτουν,
ἀδελφοί μου, πολλές ἀρετές. Ὅποιος εἶναι ἐλεήμων δέν χρειάζεται νά ἔχει
χρήματα γιά νά προσφέρει στόν ἀδελφό του. Μπορεῖ νά τοῦ προσφέρει τό ἐνδιαφέρον
του, τόν χρόνο του, τήν προθυμία του, τήν ἀγαθή του διάθεση. Ὅποιος εἶναι
ἐλεήμων εἶναι πρόθυμος νά συγχωρεῖ τόν ἀδελφό του, νά διαγράφει τήν ἀδικία, νά
ἀνταποδίδει καλό ἀντί κακοῦ. Ὅποιος ἔχει τή δύναμη νά συγχωρεῖ, ἔχει
ταπείνωση, ἔχει ἀνιδιοτέλεια, ἔχει ἀκακία, ἔχει συναίσθηση τῆς δικῆς του
ἁμαρτωλότητος. Ὅποιος ἔχει ἀγάπη, δέν ἐπιδιώκει τό δικό του συμφέρον, δέν
ἐπιδιώκει τή δική του προβολή, ἀλλά προσπαθεῖ καί ἀγωνίζεται γιά νά τιμήσει
τόν ἀδελφό του, γιά νά τοῦ συμπαρασταθεῖ καί νά τόν στηρίξει, ὅταν τό ἔχει
ἀνάγκη.
Ἔλεος καί ἀγάπη εἶναι, λοιπόν, τά συστατικά
στοιχεῖα τοῦ πλούτου πού πρέπει νά ἀποκτήσουμε, ἀδελφοί μου. Δέν κοστίζουν
χρήματα, ἀλλά χρειάζονται ἀγώνα καί προσπάθεια. Δέν φθείρονται καί δέν
κλέπτονται, διότι ἀνήκουν στήν κατηγορία τῶν οὐρανίων θησαυρῶν, τούς ὁποίους
«οὔτε σῄς οὔτε βρῶσις ἀφανίζεται, οὔτε κλέπται διορύσσουσι οὐδέ κλέπτουσι».
Δέν δαπανῶνται ἀλλά αὐξάνονται ὅσο προσφέρονται στούς ἀνθρώπους, γιατί τούς
πολλαπλασιάζει ὁ Θεός. Δέν ἔχουν ἀξία ἐπίγεια, εἶναι ὅμως πολύτιμοι γιά τόν Θεό
καί κάνουν τόν ἄνθρωπο αἰώνια πλούσιο, γιατί τοῦ ἀνοίγουν τούς θησαυρούς τῆς
βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Καί αὐτοί εἶναι, ἀδελφοί μου, οἱ πραγματικοί
θησαυροί καί ὁ ἀληθινός πλοῦτος· καί εἶναι τόσο σημαντικός, ὥστε ὁ Θεός
θυσίασε τόν Υἱό του τόν μονογενῆ γιά νά μᾶς δώσει τή δυνατότητα νά τόν ἀπολαύσουμε.
«Πλούσιος ἐπτώχευσε, ἵνα ἡμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτίσωμεν».
Αὐτόν τόν πλοῦτο τοῦ ἐλέους καί τῆς ἀγάπης,
τόν πλοῦτο τοῦ Θεοῦ ἄς προσπαθήσουμε νά ἀποκτήσουμε καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου,
ὥστε νά μή βρεθοῦμε στή θλιβερή κατάσταση τοῦ ἄφρονος πλουσίου καί πολύ περισσότερο
νά μή βρεθοῦμε ἀναπολόγητοι ἐνώπιον τοῦ βήματος τοῦ Κυρίου, ἀλλά νά ἀξιωθοῦμε
νά ἀπολαύσουμε τά οὐράνια ἀγαθά αἰωνίως.
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων,