«Τῶν θαυμάτων εἴληφας τήν θείαν χάριν θεόφρον, ἱερέ Παρθένιε, θαυματουργέ θεοφόρε, ἅπαντα τά τῶν πιστῶν πάθη ἀποκαθαίρων, πνεύματα τῆς πονηρίας, Πάτερ, ἐλαύνων. Διά τοῦτό σε ὑμνοῦμεν ὡς μέγαν μύστιν Θεοῦ τῆς χάριτος» (Κοντάκιο της εορτής τοῦ Αγίου Παρθενίου, επισκόπου Λαμψάκου, 7η Φεβρουαρίου)
«Έλαβες την χάρη από τον Θεό να κάνεις θαύματα, ιερέ Παρθένιε, θαυματουργέ, θεοφόρε, καθαρίζοντας όλα ανεξαιρέτως τα πάθη των πιστών και διώχνοντας τα πνεύμα της πονηρίας. Γι’ αυτό και σε υμνούμε ως έχοντα μυηθεί κατά πολύ στην χάρη του Θεού».
«Ο άγιος Παρθένιος έζησε κατά τους χρόνους του αγίου Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Ψαράς στο επάγγελμα, διεκρίθη για την αγάπη του στον Θεό, την φιλοπτωχία του, στην ακρόαση και διδαχή του λόγου του Θεού. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Μιλητουπόλεως Φιλητό και περιόδευε την επαρχία του για να ενισχύσει τους πιστούς με πλήθος θαυμάτων και ιάσεων. Αργότερα χειροτονήθηκε επίσκοπος Λαμψάκου, πόλης βυθισμένης στην ειδωλολατρία. Με τις προσευχές, τις νηστείες και τα εμπνευσμένα λόγια, έκανε τους κατοίκους να γίνουν χριστιανοί. Υπήρξε ο φιλόστοργος πατέρας και η πρόνοια της πόλεως. Έκανε τους γιατρούς να χάσουν την δουλειά τους, θεραπεύοντας με την δύναμη της πίστης τις αρρώστιες. Όταν του έφεραν έναν δαιμονισμένο ο διάβολος του ζήτησε να του δώσει την άδεια να πάει σε ένα κοπάδι χοίρων. Ο άγιος του είπε τότε: - Σου προσφέρω έναν άλλο άνθρωπο, αν βγεις από τον δαιμονισμένο. – Ποιον; τον ρώτησε ο δαίμονας. – Εμένα! Ελθέ και κατοίκησον εν εμοί! είπε ο άγιος. Και ο δαίμονας τράπηκε σε φυγή λέγοντας: - Πώς θα μπορούσα να μπω στον οίκο του Θεού; Α, μεγάλη η δύναμη των χριστιανών! Ο άγιος έβλεπε την διάθεση της ψυχής των ανθρώπων. Κάποτε επισκέφθηκε τον άρρωστο επίσκοπο της Ηράκλειας. Του είπε: - Σήκω, διότι η αρρώστια σου δεν είναι στο σώμα, αλλά στην ψυχή. Είσαι φιλάργυρος και μαζεύεις αγαθά. Δος τα στους φτωχούς. Ο επίσκοπος κατάλαβε, σηκώθηκε, μοίρασε ό,τι είχε κρατήσει για τον εαυτό του και σε τρεις μέρες έγινε καλά. Ο άγιος ευλόγησε αγρούς, αμπέλια, καλλιέργειες, την εργασία των ανθρώπων της Ηράκλειας, δείχνοντας ότι η πίστη αγιάζει κάθε έργο ευλογημένο. Μετά από λίγο διάστημα εκοιμήθη εν Κυρίω. Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του στις 7 Φεβρουαρίου» («Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ, τόμος έκτος)
Οι άνθρωποι ζητούμε θαύματα στην σχέση μας με τον Θεό. Και προσεγγίζουμε στις δυσκολίες της ζωής μας, ιδίως όταν αντιμετωπίζουμε προβλήματα υγείας, όταν οι δουλειές μας δεν πάνε καλά, όταν έχουμε πληγές και πειρασμούς, τον Θεό και τους Αγίους για να λάβουμε ίαση, αγιασμό, παρηγοριά. Υπάρχει μία μερίδα, κυρίως μορφωμένων, που θεωρεί ότι αυτή η στάση ζωής είναι συμφεροντολογική και την αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό. Όταν μάλιστα η παρουσία ενός αγίου ή τα θαύματα τα οποία κάνει φέρνουν πλήθη λαού, οι σκεπτικιστές μιλούν για αλλοίωση της πίστης σε μαγική κατάσταση, για οικονομική εκμετάλλευση και οπισθοδρόμηση, ενώ είναι έτοιμοι να μιλήσουν για μία πιο φιλοσοφική, διανοουμενίστικη κάποτε προσέγγιση της θρησκευτικότητας των ανθρώπων. Όμως λησμονούνε στην θεώρηση αυτή ότι ο Χριστός, η Υπεραγία Θεοτόκος, οι Άγιοι δεν αρνήθηκαν και δεν αρνούνται τις υλικές ανάγκες, την ανάγκη για επιβίωση, τον καημό των ανθρώπων για τους ίδιους, τα παιδιά τους, την ζωή τους, αλλά δίνουν κατά το όφελος της ύπαρξης. Αυτό δεν σημαίνει ότι η πίστη είναι μαγεία. Δεν μπορούμε όμως να αρνηθούμε ότι η πίστη είναι προς έναν Θεό που προσέλαβε την φύση μας, που σημαίνει πώς γνωρίζει τον πόνο, την λύπη, την αγωνία, την ανάγκη για εργασία, τι σημαίνουν ανθρώπινες σχέσεις, τι ζωή και τι θάνατος.
Οι άγιοι όμως δεν δίνουν μόνο κατά την ανάγκη για επιβίωση. Βλέπουν την διάθεση της καρδιάς μας. Έχουν διάκριση. Βλέπουν ότι ρίζα των κακών που υφιστάμεθα οι άνθρωποι είναι τα πάθη και οι αμαρτίες μας. Η σωματοποίηση της αμαρτίας οδηγεί στον θάνατο. Κι αυτό δεν το βλέπουμε εύκολα, διότι έχουμε εγκλωβίσει τη αρρώστια σε ζήτημα βιολογικό, τεχνικό, ιατρικό, οργανικής συμπτωματολογίας, ενώ η αρρώστια έχει να κάνει με την ύπαρξή μας ολόκληρη. Ο οργανισμός μας πολλές φορές είναι αδύναμος να αντιμετωπίσει την όποια εκδήλωση ασθένειας διότι υφίσταται νοσήματα ψυχικά και πνευματικά. Το βάρος είναι συχνά συνέπεια της γαστριμαργίας. Το άγχος της φιλαργυρίας και του εγωκεντρισμού. Ο καρκίνος της απουσίας συγχωρητικότητας. Η κατάθλιψη του θυμού και της οργής. Αυτός ο συγκερασμός σωματικών και ψυχικών παθών αποτυπώνεται στις ευχές του μυστηρίου του Ευχελαίου, το οποίο αποσκοπεί σε επίγνωση ότι χρειαζόμαστε μετάνοια πρωτίστως στην ζωή μας και πνευματικό αγώνα, όχι για να αποφύγουμε την φθορά εντελώς, καθότι αυτή είναι συνδεδεμένη με τον χρόνο και την εξέλιξη της ζωής και θα καταργηθεί μαζί με τον θάνατο στο τέλος του κόσμου, στα έσχατα, αλλά για να περιορίσουμε την επίδραση της αμαρτίας στην όλη μας ύπαρξη.
Οι άγιοι συνέστηναν μετάνοια. Έβλεπαν και αυτή είναι η αληθινή διορατικότητα, τα πάθη της ψυχής του ανθρώπου υπεδείκνυαν τον δρόμο. Αυτή είναι και η αποστολή των πνευματικών πατέρων και σήμερα και σε κάθε εποχή. Όχι να ακούνε μόνο ή να δίνουν συμβουλές δίκην ψυχολόγου, αλλά να μας βοηθούνε να διακρίνουμε τα πάθη μας. Μέσα από τις συζητήσεις, μέσα από την εξομολόγηση της καρδιάς μας, να μπορούνε να μας δείχνουν με γνώμονα την πνευματική παράδοση της Εκκλησίας και των Αγίων μας, πού ο διάβολος έχει αφήσει το αποτύπωμά του στην ύπαρξη τροφοδοτώντας πάθη και λογισμούς και ταλαιπωρώντας την , ωστε να συμβάλει και στην σωματική καταπόνησή της και πώς μπορούμε να αντισταθούμε.
Ο άγιος Παρθένιος, επίσκοπος Λαμψάκου, αλλά και όλοι οι θαυματουργοί άγιοι, αξιοποιούσαν τρία όπλα: τον λόγο, την προσευχή, την νηστεία. Τα ζούσαν στον εαυτό τους, μελετώντας και καλλιεργώντας την ύπαρξή τους, ζητώντας από τον Θεό να τους βοηθήσει στην δική τους εσωτερική δοκιμασία, διότι και αυτοί αγωνίζονταν εναντίον των παθών. Συστήνοντας στους ανθρώπους να δέχονται το Ευαγγέλιο και την διδασκαλία της Εκκλησίας. Να νηστεύουν όσο μπορούν όχι μόνο από τροφές, αλλά και από κάθε κοσμικό πειρασμό. Και να προσεύχονται, ώστε η χάρις του Θεού να τους ενισχύει. Να έχουν επίγνωση του ποιοι είναι και να παλεύουν για την υπέρβαση. Κάποτε έκαναν και θαύματα και εξακολουθούν να κάνουν. Κι αυτό διότι ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να βρει παρηγοριά, για να αντέξει. Το μεγαλύτερο όμως θαύμα είναι η μετάνοια και ο αγώνας να αλλάξουμε εντός μας.
Αρκετοί πιστοί σήμερα αναζητούν αγίους γέροντες για να τους πούνε την ζωή τους. Θέλουν διορατικούς, για να τους δώσουν προφητείες. Κα γεμίζουν το Διαδίκτυο με τέτοιες προφητείες, Κύριος οίδεν αν είναι αληθινές ή όχι. Η διορατικότητα όμως των αγίων δεν είναι να μας πούνε ποιοι είμαστε και τι έχουμε κάνει στην ζωή μας ή να προφητεύσουν το μέλλον. Αληθινά διορατικός είναι αυτός που βλέπει την κατάσταση της ψυχής τόσο του ιδίου όσο και με την αγάπη και των άλλων που σχετίζεται μαζί τους. Και η διορατικότητα των αγίων έχει να κάνει με την μύησή τους στην χάρη του Θεού. Κι αυτή η διορατικότητα είναι πρόσκληση σε μετάνοια. Αυτήν που έχουμε ανάγκη στον καιρό της δοκιμασίας, στον καιρό της λύπης, στον καιρό του φόβου.
Πολλές οι συζητήσεις για το τι πρέπει να κάνει η Εκκλησία σήμερα και αύριο για την πανδημία. Ας ξεκινήσουμε όμως από το μείζον: Μετάνοια, με την βοήθεια του λόγου του Θεού, της προσευχής, της νηστείας, της θέασης των παθών μας και του αγώνα να παλέψουμε εναντίον τους. Η αγάπη και οι προσευχές των αγίων μας ας είναι μαζί μας στην οδό της νίκης κατά του πνευματικού θανάτου, στην οδό του Χριστού.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός