Τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης
Κάθε ἀρετὴ βρίσκεται ἀνάμεσα σὲ δύο κακίες, τῆς ἔλλειψης τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ὑπερβολῆς.
Ὅπως
λέγουν π.χ. γιὰ τὴν ἀνδρεία ἢ τὴν ἐλευθερία· ἡ μία βρίσκεται μεταξὺ
δειλίας καὶ θρασύτητας καὶ ἡ ἄλλη μεταξὺ φοβίας καὶ ἀσυδοσίας.
Λέγουν
μάλιστα ὅτι ἡ δειλία καὶ ἡ φοβία εἶναι κακίες ἀπὸ ἔλλειψη τοῦ μέτρου,
ἐνῷ ἡ ἀσυδοσία καὶ ἡ θρασύτητα ἀπὸ πλεονασμὸ καὶ ὑπερβολή. Ὀνομάζουν δὲ
ἀρετὴ τὴ μεσότητα τῆς ὑπερβολῆς πρὸς τὸ
καθένα ἀπὸ τὰ δυό.
Συνεπῶς,
ὁ λόγος γιὰ τὸν κρόκο μπορεῖ νὰ ἔχει κάποια σχέση μὲ τὴν ἀρετή, ὅταν μὲ
τὴ μεσότητα τῆς δύναμης ἐξηγεῖ τὴν πληρότητα καὶ τὴν ἁπλότητα τῆς
ἐνάρετης ζωῆς.
Ἐγὼ
ὅμως δέχομαι ἀκόμη καὶ ἂν δὲν εἶναι τόσο παραδεκτὸς αὐτὸς ὁ ἰσχυρισμός,
ὅτι ἴσως χρησιμοποιεῖται ὁ συμβολισμὸς τοῦ κρόκου ὡς περισσότερο
ταιριαστὸς γιὰ τὸ λόγο τῆς πίστης.
Γιατὶ τὸ ἄνθος τοῦ κρόκου ἀναπτύσσεται μέσα στὸν τριπλὸ κάλυκα, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ κάλυκας εἶναι ἄνθος μὲ τὴ γαλάζια ἐπιφάνειά του.
Καὶ
ὅταν ἀποβληθεῖ τὸ περίβλημα, ἀποκαλύπτονται μεταξὺ τῶν καλύκων οἱ τρεῖς
εὐώδεις οὐσίες, ποὺ κρύβονται κάτω ἀπὸ τὸν κάλυκα καὶ οἱ ὁποῖες
χρησιμεύουν γιὰ τὶς θεραπεῖες.
Αὐτὲς συνδέονται ἐπίσης μεταξύ τους καὶ μὲ τὸ μέγεθος καὶ μὲ τὴν ὀμορφιὰ καὶ μὲ τὴν εὐωδία καὶ μὲ τὴν ἰδιότητα τῆς δύναμης.
Καὶ οἱ τρεῖς ἀποδεικνύονται, ὅπως εἴπαμε, ἕνα διὰ μέσου ὅλων, δηλαδὴ καὶ μὲ τὸ ὡραῖο χρῶμα καὶ μὲ τὴν εὐωδία καὶ μὲ τὴν ἰδιότητα τῆς δύναμης.
Δίπλα καὶ μαζὶ μὲ αὐτὰ ξεφυτρώνουν ἄλλα τρία, ξανθὰ μὲν στὸ χρῶμα, ἀκατάλληλα ὅμως γιὰ κάθε ὑγιεινὴ χρήση.
Οἱ ἄπειροι ἐξαπατῶνται βλέποντας καὶ κόβοντας τὸ νόθο ἐξαιτίας τοῦ ὡραίου χρώματος, ἀντὶ γιὰ τὸ καλύτερο.
Δηλαδὴ
παθαίνουν αὐτὸ ποὺ κάνουν καὶ τώρα ὅσοι ἀστοχοῦν στὴν πίστη,
προτιμώντας τὶς καλοστημένες ἀπάτες ἀντὶ γιὰ τὰ ὠφέλιμα δόγματα.
Στὴν κρίση τοῦ ἀκροατῆ ἐναπόκειται νὰ ἐκλέξει αὐτὸ ποὺ θέλει ἀπὸ τὰ δύο, εἴτε τὸ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἢ καὶ τὰ δύο.
Γιατὶ καὶ τὰ δύο, κατὰ κάποιο τρόπο, εἶναι ἕνα, ἡ ἀπόκτηση τόσο τῆς τέλειας ἀρετῆς ὅσο καὶ τῆς θεότητας, ἐπειδὴ ἡ ἀρετὴ δὲ βρίσκεται ἐκτὸς τῆς θεότητας.