Του πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Η ΠΙΣΤΗ στο Χριστό, η μεγάλη και σταθερή, δίνει στον άνθρωπο την αίσθηση της διαρκούς παρουσίας του Χριστού δίπλα του, γεγονός που τον ειρηνεύει εσωτερικά και τον χαροποιεί. Νιώθει το Χριστό αχώριστο συνοδοιπόρο του.
Η ΠΙΣΤΗ στο Χριστό, η μεγάλη και σταθερή, δίνει στον άνθρωπο την αίσθηση της διαρκούς παρουσίας του Χριστού δίπλα του, γεγονός που τον ειρηνεύει εσωτερικά και τον χαροποιεί. Νιώθει το Χριστό αχώριστο συνοδοιπόρο του.
Όπου και αν βρίσκεται, είναι κοντά του, γι᾿ αυτό κάνει θερμότερη
προσευχή και μπορεί να ξεπερνάει τα εμπόδια της ζωής, να μένει
ανεπηρέαστος από τους πειρασμούς και να διώχνει από την ψυχή του τους
διάφορους φόβους.
Σε αντίθεση με τον πιστό, ο ολιγόπιστος ταλαιπωρείται, ανησυχεί
υπερβολικά και αγωνιά για την εξέλιξη και την πορεία των προβλημάτων που
αντιμετωπίζει.
Ο Γέροντας Γερμανός ο Σταυροβουνιώτης έλεγε: «Αυτός, που έχει δυνατή
πίστη στο Θεό, αισθάνεται σε κάθε βήμα της ζωής του την παρουσία του
Χριστού και νιώθει απέραντη χαρά και ειρήνη μέσα στην ψυχή του. Αντίθετα
ο ολιγόπιστος μεμψιμοιρεί, λυπάται για τα γήινα, γογγύζει εύκολα,
ταράσσεται, γεμίζει άγχος».
Πάντα μιλάμε για την αληθινή πίστη, που στην ώρα του πειρασμού, όταν η
θάλασσα είναι τρικυμισμένη, όταν οι κίνδυνοι και οι απειλές είναι
ενώπιόν μας, όταν όλοι μας έχουν εγκαταλείψει, εμείς μένουμε σταθεροί,
έχοντας τη βεβαιότητα ότι ο Θεός ρυθμίζει τη ζωή μας. Γι᾿ αυτό και
αποφεύγουμε το ναυάγιο. Αυτό δεν συμβαίνει στους κοσμικούς, οι οποίοι
έχουν ρηχή πίστη και μόλις αντιμετωπίσουν δυσκολίες και ανεπιθύμητες
καταστάσεις λησμονούν το Θεό.
Πολλοί χριστιανοί ζητούν από το Χριστό να κάνει υπακοή και να
ικανοποιήσει όλα τα θελήματά τους. Θα έλεγα ότι απαιτούν, ξεχνούν όμως
ότι προηγείται η δική τους υπακοή στο Χριστό, που σημαίνει συνεπής
τήρηση των εντολών του. Στην περίπτωση αυτή οι προσευχές μένουν
ανικανοποίητες, γιατί υπάρχει οκνηρία και δόλος. Είναι σαν να μπαίνει
κάποιος σε ένα κατάστημα, για να ψωνίσει χωρίς να έχει χρήματα. Είναι
φυσικό ο καταστηματάρχης να μη του δώσει αυτά που θέλει. Η προσευχή μας γίνεται θεοπειθής μόνο όταν είμαστε πιστοί και συνεπείς στη διδασκαλία και τις εντολές του Χριστού.
Δεν πρέπει να λείπουν αναβαθμοί στην κλίμακα που μας ενώνει με το
Χριστό. Οι οκνηροί και ράθυμοι ποτέ δεν θα γευθούν τους καρπούς της
προσευχής. Αυτοί που θυμούνται μία μέρα τις εντολές του Ευαγγελίου και
δέκα μέρες τις ξεχνούν, δεν πρόκειται να δούν την ικανοποίηση των
αιτημάτων τους. Μόνο όσοι προσεύχονται συνεχώς και τηρούν το θέλημα του
Θεού βλέπουν να πραγματοποιούνται τα θεάρεστα αιτήματά τους.