Γεώργιος Ν. Μανώλης, Θεολόγος, υπ. ΜΔΕ Ερμηνευτικής Θεολογίας
Ποτέ άλλοτε, όσο στην εποχή μας, δεν
υπήρξε τόση παραγωγή και διακίνηση «προφητειών». Καθημερινά προβάλλονται
αγιασμένες μορφές της Εκκλησίας, ο λόγος των οποίων παρερμηνεύεται
διαστρεβλώνοντας το μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας που εκπέμπεται από
αυτόν, προκαλώντας ταυτόχρονα σύγχυση στους πιστούς, αφού
χρησιμοποιείται για την καλλιέργεια του φόβου ή της πνευματικής και όχι
μόνο ακηδίας, αντί της μετάνοιας, της αγάπης, της συγχώρεσης και του
πνευματικού αγώνα.
Στις μέρες αναδεικνύονται ιδιαίτερα επικίνδυνοι εκείνοι, οι οποίοι
χρησιμοποιούν της Εκκλησία και τη διδασκαλία της για να προβάλλουν τις
δικές τους ιδέες και να πετύχουν τους δικούς τους ιδιοτελείς στόχους,
μέσα από την παρερμηνεία και την αλλοίωση της. Έτσι εκμεταλλεύονται τους
ανθρώπους, συγχύζουν πνευματικά τους Χριστιανούς, διεκδικώντας
ταυτόχρονα για τους εαυτούς τους την ιδιότητα του υπερ-ορθοδόξου ή τον
ρόλο του αυθεντικού ερμηνευτή καθώς και του μόνου προασπιστή της
πίστεως.
Είναι αλήθεια πως η αγωνία για το μέλλον και ιδιαίτερα για τα έσχατα
και όσα σχετίζονται με αυτά, καλλιέργησε στον άνθρωπο μία έντονη τάση
για αποκαλύψεις και ανακαλύψεις σχετικά με αυτό, σε κάθε δύσκολη εποχή,
εποχή κρίσεων αναδεικνύεται έντονα μία εσχατολογική φλυαρία και
αναζήτηση. Βέβαια ο προφητικός λόγος για την Εκκλησία δεν είναι
άγνωστος, αλλά αποτελεί ένας από τους τρόπους επέμβασης του Θεού στην
ζωή του ανθρώπου και στην ιστορία του. Άλλωστε όταν ακούμε την λέξη
προφήτης ο νούς μας πηγαίνει στον άνθρωπο που έχει προφητεύσει ένα
γεγονός πριν αυτό πραγματοποιηθεί.
Προφήτης στην Παλαιά Διαθήκη είναι ο άνθρωπος, ο οποίος κλήθηκε από
τον Θεό για έναν ιδιαίτερο σκοπό, για μία αποστολή. Ο προφήτης δεν ήταν
κάποιος κοσμικός αξιωματούχος, αλλά χαρισματική μορφή, ένα πρόσωπο που
είχε την άνωθεν εξουσιοδότηση να επικοινωνεί ή να ενεργεί εκ μέρους του
Θεού. Η λέξη «προφήτης» προέρχεται από το «προ» και «φημί» και δεν
ερμηνεύεται ως ο προλέγων αλλά ο λέγων
αντί κάποιου άλλου. Ο ελληνικός όρος «προφήτης» και ο αντίστοιχος
εβραικός «nabhi’» δηλώνουν αυτόν που ομιλεί εξ ονόματος κάποιου άλλου
και δευτερευόντως αυτόν που προλέγει τα μέλλοντα, καθώς ο Θεός πολλές
φορές δια στόματος των προφητών απεκάλυπτε γεγονότα που έμελε να συμβούν
εξαιτίας της παρακοής του λαού είτε χάριν της μετανοίας του. Ο
προφήτης, ως άνθρωπος του Θεού, είναι αυτός που ομιλεί αντ᾽ Αυτού και
διερμηνεύει τις βουλές εξ ονόματός Του, γινόμενος ο φορέας της θείας
Αποκαλύψεως στον άνθρωπο.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας διδάσκουν, ότι όπως οι Προφήτες στην Παλαιά
Διαθήκη έβλεπαν την πρώτη παρουσία του Χριστού, την ενανθρώπησή Του, και
προετοίμαζαν τον λαό για την συνάντηση μαζί Του, έτσι και οι Προφήτες
στην Καινή Διαθήκη, οι θεούμενοι και θεόπτες άγιοι, βλέπουν την Βασιλεία
του Θεού και καθοδηγούν τον λαό προς την κατεύθυνση αυτή. Μέσα σε αυτό
το πλαίσιο ο Θεός επιτρέπει την παρουσία και σήμερα άγιων και προφητών
με την ευρύτερη έννοια.
Πολλές φορές στα συναξάρια Αγίων και σύγχρονων Γερόντων, γίνεται
αναφορά στα χαρίσματα της διόρασης και της προόρασης, χαρίσματα άρρηκτα
συνδεδεμένα με τα στάδια τελείωσης κάποιου στην αγιότητα. Το διορατικό
και προορατικό χάρισμα των αγίων Γερόντων, η ικανότητα δηλαδή, να
εισέρχεται στα βάθη του ψυχικού κόσμου του ανθρώπου, καθώς και να
γνωρίζει γεγονότα και πράγματα που συνέβησαν στο παρελθόν ή μέλλει να
συμβούν, είναι χαρίσματα και καρποί του Αγίου Πνεύματος. Χαρίσματα τα
οποία φανερώνονται μέσα από τη βιωτή των αγίων Γερόντων με ταπείνωση και
η χρήση τους αποσκοπούν στην ωφέλεια του πιστού, άλλοτε με την
αποκάλυψη αυτών και άλλοτε με την αποσιώπηση τους.
Οι αποκαλύψεις αυτές, που αποδεικνύουν τα χαρίσματα της διόρασεως,
της προοράσεως καθώς και της ιάσεως, γίνονται πάντοτε με ταπείνωση και
πάντοτε προς ωφέλεια του άλλου και όχι προς προβολή εκείνου που
αποκαλύπτει τα χαρίσματα αυτά. Πρόκειται για χαρίσματα που δίδονται από
τον Θεό, όχι από ιδιοτέλεια και εγωισμό του ανθρώπου, αλλά ως δωρεές του
Θεού, προς τον αγωνιζόμενο ταπεινό και ανιδιοτελή Χριστιανό. Ο άγιος
Ιωάννης της Κλίμακας σημειώνει πως εκ ταπεινώσεως διάκρισις, εκ διακρίσεως διόρασις, εκ διοράσεως προόρασις.
Η προόραση είναι το χάρισμα να βλέπει ο άγιος του Θεού γεγονότα που
πρόκειται να συμβούν ή να γνωστοποιηθούν στο μέλλον. Το προορατικό
χάρισμα, είναι το χάρισμα του να βλέπει κανείς πριν από τα γεγονότα, ενώ
διορατικό χάρισμα είναι το χάρισμα του διορώ, που θα σημαίνει να
βλέπεις κανείς δια μέσου, ώστε τα φυσικά εμπόδια να μην τον εμποδίζουν
να βλέπει σε μία απόσταση που δεν υπάρχει οπτική επαφή ή μέσα από
εμπόδια ή στα βάθη της γης, ακόμα και στην άλλη πλευρά του πλανήτη.
Το χάρισμα της διόρασης ενέχει μέσα του δύο στοιχεία: τη γνώση των
μυστηρίων του Θεού, αλλά και τη γνώση των μυστικών της καρδιάς. Ως προς
το τελευταίο αυτό στοιχείο θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι διόραση είναι
το εκ Θεού χάρισμα να εισέρχεται κάποιος στον ψυχικό κόσμο του άλλου,
να βλέπει αντικείμενα και γεγονότα που είναι αδιόρατα, μη ορατά, για
τους άλλους.
Η διόραση προσφέρεται από το Θεό εφόσον υπάρχει αγιότητα βίου και
αγώνα κατά των παθών. Επομένως στον πνευματικό αγώνα πρώτον έρχεται η
απάθεια του σώματος, όπου νεκρώνονται τα πάθη χάρις την άσκηση. Στη
συνέχεια έρχεται η απάθεια της ψυχής, η οποία συνδέεται με τη γνώση των
Μυστηρίων του Θεού, και άνθρωπος του Θεού τότε γίνεται διορατικότατος ως προς τα θεία πράγματα, τις οπτασίες και τις αποκαλύψεις και προορατικότατος ως προς την ανθρώπινη πραγματικότητα, για όσα πρόκειται να συμβούν.
Εν τέλει και τα δύο χαρίσματα είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός
βλέπει τα παρόντα, τα παρελθόντα και τα μέλλοντα. Επομένως και ο άγιος
του Θεού που έχει τη χάρη του Θεού βλέπει με τον τρόπο του Θεού, είναι
θα λέγαμε η όρασις του Θεού.
Σήμερα ζούμε σε μία εποχή, στην οποία εξαιτίας των οικονομικών,
κοινωνικών και πνευματικών καταστάσεων κάποιοι προσπαθούν να οδηγήσουν
τον άνθρωπο στην απώλεια, παρερμηνεύοντας τον λόγο της Εκκλησίας και των
αγίων της. Χρησιμοποιώντας τον λόγο των Αγίων και ιδιαίτερα των
σύγχρονων Γερόντων είτε για ίδιον υλικό όφελος, είτε ενεργώντας
εωσφορικά, για να απελπίσουν τον σύγχρονο άνθρωπο και να τον
απομακρύνουν εντέλει από τη σωστική χάρη της Εκκλησίας και του Χριστού,
το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, σπέρνεται η απελπισία στη ζωή του ανθρώπου
την πιο δύσκολη στιγμή, και την ώρα που πρέπει να κοιτάξει το Φως που
φωτίζει τα πάντα ο άνθρωπος απελπίζεται και στρέφεται προς το σκοτάδι.
Η απελπισία είναι η μεγαλύτερη χαρά του διαβόλου, είναι μία αμαρτία
θανάσιμη καθώς οδηγεί στον πνευματικό θάνατο στην αποκοπεί της κοινωνίας
του ανθρώπου με τον Θεό, σε αντίθεση με τη πίστη που είναι η ελπίδα του
ανθρώπου, η απόλυτη βεβαιότητα και ασάλευτη πεποίθηση ότι ο Χριστός
είναι η σωτηρία. Η πίστη στον αληθινό Θεό που συνεπάγεται και
εμπιστοσύνη στο θέλημα Του καθίσταται το μόνο μέσον αντίστασης σε κάθε
εποχή. Ο ίδιος ο Χριστός βεβαιώνει πως κανείς δεν μπορεί να προγνωρίζει
το μέλλον εκτός από τον Θεό. Έτσι μόνο οι άγιοι, ως οι φίλοι του Θεού,
μπορούν μετά από θεία παραχώρηση να γίνουν στόματα του Θεού και να
μιλήσουν για τα μέλλοντα. Ούτε και αυτά τα πονηρά πνεύματα δεν μπορούν
να προβλέψουν το μέλλον, παρά τις επεμβάσεις και συγχύσεις που προκαλούν
στον άνθρωπο μέσα από τη μαγεία, την αστρολογία και εν γένει κάθε
είδους μελλοντολογία.
Ο Χριστιανός οφείλει να ζει βίο ενάρετο και να προκόβει πνευματικά
και να είναι έτοιμος κάθε στιγμή τόσο για τη Δευτέρα Παρουσία όσο και
για τη δική του παρουσία ενώπιον του Θεού την ώρα του θανάτου. Δεν έχει
σημασία αν το τέλος έρθει σε ένα χρόνο ή σε 100 χρόνια. Ας αφήσουμε το
μέλλον και τα έσχατα στα χέρια του Θεού και ας μη σκοτίζουμε το νου μας
πελαγοδρομώντας μέσα σε επικίνδυνες ατραπούς. Σε αντίθετη περίπτωση, το
αποτέλεσμα θα είναι η σύγχυση, ίσως και η απώλεια.
Στις περιπτώσεις δε των σύγχρονων αγίων γερόντων οι προρρήσεις τους
είχαν σκοπό τη παιδαγωγία και τη σωτηρία του άνθρωπου, είτε για να
κλονίσουν είτε για να ενισχύσουν τον άνθρωπο, ανάλογα με την πνευματική
του κατάσταση. Μοναδικός σκοπός είναι η αφύπνιση του αμαρτωλού άνθρωπου
και η μετάνοια, όπως στην περίπτωση των Νινευιτών και του Ιωνά. Μόνο
μέσα σε αυτήν τη συνάφεια μπορούμε να δούμε και το προορατικό χάρισμα
των σύγχρονων αγίων γερόντων και όχι στα πλαίσια της υλικής ή εθνικής
αποκατάστασης όπως συμβαίνει πολλές φορές στις μέρες μας με τη
παρουσίαση λόγων που αποδίδονται σε αγίους και που ποτέ δεν ειπώθηκαν
από αυτούς, αλλά αποδίδονται σε αυτούς για να αποκτήσουν κύρος και
εγκυρότητα, που όμως έχουν ως στόχο τον πνευματικό αποπροσανατολισμό των
πιστών. Αλλιώς απομονώνοντας τους λόγους τους και ερμηνεύοντας τους
αυθαίρετα έξω από το πνεύμα της Εκκλησίας, δεν έχουμε μπροστά μας έναν
άγιο αλλά έναν μάγο θαυματοποιό, κάτι το οποίο αποκλείεται να επεδίωκε ο
άγιος του Θεού.
Οι περισσότεροι σήμερα στέκονται στις προρρήσεις του Αγίου και
αγωνιωδώς κοπιάζουν να βρουν την πραγμάτωση τους στο σήμερα έχοντας
συνηθίσει στα εύκολα και άκοπα, ενώ αντιπαρέρχονται την ουσία της ζωής
και του λόγου ενός Αγίου, που είναι η αγωνιστική διάθεση, το πνεύμα της
ταπείνωσης και της καταλλαγής με τον άλλο και τον Θεό. Κάθε προσπάθεια
ερμηνείας των προφητικών του λόγων έξω από αυτά τα κριτήρια μπορεί να
οδηγήσει σε επικίνδυνες ατραπούς.
Φθάνοντας στο τέλος σκέφτομαι και ψάχνω με ποιον λόγο και με ποια
σκέψη να κατακλείσω τη γραφή μου, ώστε μέσα σε αυτόν να συμπεριλάβω όλα
όσα έγραψα και όλα όσα θα ήθελα να γράψω και δεν μπόρεσα μέχρι τούτη την
ώρα. Αναζητώ τον τρόπο να καταδείξω πως ο Χριστιανός δεν έχει ανάγκη να
γνωρίζει το μέλλον και να αναζητά προφήτες και προφητείες, παρά να
ελπίζει και να εμπιστεύεται τον Θεό και να αγωνίζεται διαρκώς τον αγώνα
της μετάνοιας, της αλλαγής. Αναπόφευκτά λοιπόν θυμάμαι τους στίχους του
τραγουδιού που δίνουν απάντηση σε κάθε άνθρωπο, πιστό ή όχι, που αγωνιά
για όσα συμβαίνουν γύρω του και για όσα μέλλει να συμβούν: Και
σήμερα φουρτούνα και σήμερα βροχή / με πόλεμο ψευτιά και αδικία / ο
φόβος του θανάτου απλώνετε στη γη / μα ατάραχοι μένουν οι πιστοί. /
Σηκώνουνε τα χέρια του ψηλά στον ουρανό / εσύ είσαι η μόνη ελπίδα που
τους μένει / γύρω τους απλώνετε γαλήνη θεϊκή.