Είναι φαινόμενο των
καιρών μας όταν οι σχέσεις του ζευγαριού περνούν κρίση ο ένας ή και οι
δύο να χρησιμοποιούν τα παιδιά ως διαιτητές. Στην προσπάθεια να
κερδίσουν την υποστήριξη του παιδιού κατηγορούν τον /την σύζυγό τους.
Μοιράζονται με το παιδί παράπονα, στο όνομα ότι εκείνο πρέπει να
γνωρίζει τη αλήθεια για το ποιος φταίει για την κρίση. Το χρησιμοποιούν
για να δείξουν στο άλλο μέλος του ζευγαριού ότι πληγώνει το παιδί και
ζητούν από εκείνα επιτακτικά να πάρει θέση, σαν να πρέπει το παιδί να
δικάσει και να καταδικάσει τον έναν από τους δύο γονείς του, σαν να μην
είναι παιδί και των δύο, που τους αγαπά ως γονείς του.
Δεν πρέπει όμως το παιδί να γνωρίζει την αλήθεια; Σε τι ωφελεί η υποκρισία;
Η
αλήθεια πάντα έχει δύο όψεις. Όταν η σχέση του ζευγαριού περνά κρίση,
πρωτίστως δοκιμάζεται η αρχική επιλογή των δύο να μείνουν μαζί, να
χτίσουν σχέση, να κάνουν οικογένεια. Ο χρόνος φανερώνει όλα τα εσφαλμένα
κριτήρια στα οποία το ζευγάρι στηρίχτηκε για να συνυπάρξει. Την
επιπολαιότητα, την αδιαφορία για τον χαρακτήρα του άλλου, ο οποίος και
προφανώς δεν αλλάζει εύκολα, την ανάγκη για κάλυψη της μοναξιάς και του
συναισθηματικού κενού, τον οικονομικό υπολογισμό, τις επιρροές κυρίως
των γονέων του ζευγαριού και του περιβάλλοντος, την απουσία
προετοιμασίας για τον γάμο, την αδυναμία κατάκτησης νοήματος ζωής μέσα
από την αγάπη, η οποία θέλει πολύ κόπο για να κρατηθεί. Ο άλλος τότε
γίνεται ο φταίχτης, γιατί δεν μπορούμε να σηκώσουμε το βάρος να
παραδεχθούμε ότι δεν ήμασταν έτοιμοι να τον αντέξουμε σε βάθος χρόνου.
Ότι τον/την επιλέξαμε για λανθασμένους λόγους ή από υπερεκτίμηση για τις
αντοχές μας ή με ένα αίσθημα ότι αν κάτι δεν πάει καλά, θα τον/την
αφήσουμε και θα προχωρήσουμε στην ζωή μας. Όταν όμως υπάρχουν παιδιά, η
εξίσωση γίνεται δυσκολότερη.
Το
ποιος φταίει περισσότερο δεν είναι το πρόβλημα. Τα παιδιά δεν μπορούν
να γίνουν δικαστές και να επιμερίσουν ευθύνες. Το ότι το ζευγάρι το
επιτρέπει αυτό ή το επιδιώκει, δείχνει ότι οι ενήλικες είναι ανώριμοι.
Ότι τα παιδιά διαισθάνονται το ποιος/ποια έχει μεγαλύτερη ευθύνη, δεν
σημαίνει ότι πρέπει να στρατευθούν εις βάρος του/της. Αντίθετα, η
αυτοκριτική των γονέων και την ίδια στιγμή η συναίσθηση ότι τα παιδιά
τους αξίζουν μία δεύτερη ευκαιρία να μεγαλώσουν σε ένα περιβάλλον και με
τους δύο γονείς τους φιλιωμένους, είναι ο δρόμος που θα βοηθήσει ώστε η
κρίση να ιδωθεί στις πραγματικές της διαστάσεις: αυτές του κλονισμού
της αγάπης, όχι γιατί ο ένας φταίει περισσότερο από τον άλλον, αλλά
διότι αξίζει να αγαπάς επειδή η αγάπη είναι υπέρβαση του εαυτού και
έφερε στον κόσμο ως τους ωραιότερους καρπούς της τα παιδιά. Όταν
δεν υπάρχει άλλος τρόπος, τότε η αλήθεια για το μέλλον της σχέσης ή για
την κατάστασή της πρέπει να ειπωθεί με γενναιότητα και από τους δύο
γονείς. Η ομολογία της αποτυχίας είναι στιγμή τίμια και λυτρωτική.
Η
Εκκλησία, μέσω των πνευματικών πατέρων, καλείται να συνδράμει ώστε τα
ζευγάρια να καταλαβαίνουν τι παγιδεύει την αγάπη και να πάψουν να
κρύβονται πίσω από τα παιδιά. Η υπομονή είναι φάρμακο, μόνο όταν υπάρχει
αγάπη. Είναι σαφές πλέον ότι χρειάζεται μία αλλιώτικη ποιμαντική του
γάμου!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός