Ένα
σημάδι ότι ξεκινάει η εν πνεύματι αληθινή ζωή είναι η «απογοήτευση».
Ναι, καλά το ακούσατε, η «απογοήτευση». Θα έρθει μια στιγμή στη ζωή μας,
θα τα φέρει έτσι ο Θεός, που θα αισθανθούμε απόλυτη ματαίωση από όλους
και όλα. Θα είναι μια φοβερή ψυχική και σωματική περίοδος που στον
καθένα ποικίλει σε ένταση και χρόνο, ωστόσο όμως συνήθως απαραίτητη.
Η
ματαίωση θα κινηθεί σε δύο επίπεδα, ένα εσωτερικό, προς τον εαυτό μας
δηλαδή, κι ένα εξωτερικό, από τους άλλους. Εκεί θα βιώσουμε γεγονότα που
θα μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούμε να έχουμε απόλυτη
εμπιστοσύνη σε κανέναν άλλον, παρά μονάχα και ολοκληρωτικά στον Θεό. Η
ειδωλοποίηση που κάναμε στον εαυτό μας και τα κατορθώματά του θα
καταρρεύσουν. Θα δούμε γυμνή την αλήθεια, ότι ριζικά είμαστε
ελλειμματικοί, ελλιπείς. Παρόλο που ο Θεός μάς έχει χαρίσει ποικίλες
δυνατότητες, ωστόσο αυτές παραμένουν άγνωστες ή ανενεργές έξω από την
σχέση μαζί Του, ή ακόμη και καταστροφικές, εάν αυτονομηθούν.
Θα ανακαλύψουμε κατόπιν φρικτών εμπειριών ότι οι όρκοι που μας έδωσαν για παντοτινή αγάπη σάπισαν και θρόισαν στην δύναμη του χρόνου, που αλλάζει πρόσωπα και καταστάσεις. Ιδιαιτέρως δε αυτοί που μας μίλησαν για μεγάλες αγάπες και έδωσαν αιώνιες υποσχέσεις υπήρξαν οι πιο στεγνοί και αδίστακτοι γδάρτες των ονείρων μας. Ο άλλος δεν είναι ο «Θεός» και «λυτρωτής» μας, γιατί απλά είναι άνθρωπος αδύναμος και πληγωμένος.
Τότε
θα αντιληφθούμε ότι κανείς δεν μπορεί να μας δώσει το απόλυτο, εκείνο
που ζητά η δομή, ο πυρήνας της ύπαρξής μας. Αυτός ο μεγάλος άλλος, που
πάντα μας λείπει είναι ο Θεός και ή θα πάρουμε την απόφαση, δηλαδή θα
μετανοήσουμε, να τον γνωρίσουμε προσωπικά και βιωματικά, ή θα μείνουμε
στον φαύλο κύκλο των θνητών αδύναμων υποσχέσεων και μάταια θα
κωπηλατούμε σε τρύπια βάρκα.
Εκεί
μέσα σε αυτό το μεγάλο κενό, στην θέα του Άδη που είναι έτοιμος να μας
καταπιεί, έχουμε την ευκαιρία να κραυγάσουμε προς τον Χριστό. Να Τον
ζητήσουμε με όλη την δίψα και την πείνα της ύπαρξής μας. Να
αναγνωρίσουμε ότι μονάχα αυτός είναι το νόημα της ζωής, ο λυτρωτής και
σωτήρας μας. Αν συμβεί αυτό, τότε η πίστη στο πρόσωπό Του θα κατέλθει
από το νου στην καρδιά και η Χάρις θα λούσει την ύπαρξή μας με ελπίδα
και χαρά, σκορπώντας την ράθυμη θλιμμένη ματιά προς τα πρόσωπα και
πράγματα του κόσμου. Η απελπισία και απογοήτευση θα δώσει τη θέση της σε
μια εσωτερική πληρότητα και χαρά, που δεν προέρχεται ούτε εξαντλείται
στα ανθρώπινα και ενδοκοσμικά, γι’ αυτό και δεν μπορεί κανείς να μας την
πάρει, εκτός κι αν την σκορπίσουμε εμείς.
Ο
κόσμος και η ζωή θα αποκτήσουν ξανά νόημα μέσα από την νέα ματιά που θα
δωρίσει το Πνεύμα μέσα μας. Όλα θα αλλάξουν, ενώ φοράνε τα ίδια ρούχα,
όλα θα είναι αλλιώς, ενώ είναι εκεί, τα πάντα θα μιλάνε, ενώ θα
παραμένουν σιωπηλά. Ο Χριστός θα έχει πλέον κατέλθει από τον «ουρανό»
μέσα στην καρδιά μας, θα έχει γεννηθεί και σαρκωθεί στην δική μας
προσωπική ιστορία που κι εμείς θα την χωρίσουμε σε πριν και μετά Χριστόν
πορεία, γιατί σαν έλθει ο Χριστός τίποτε πια δεν μπορεί να είναι όπως
παλιά, μήτε η αμαρτία μας, μητε τα δάκρυά μας.
π. Λίβυος