Αρχιμ. Φιλίππου Χαμαργιά
Πρωτοσυγκέλλου
Ι. Μητροπόλεως Μεσσηνίας
Με ύμνους εξαίσιους, καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου του εορτασμού του Δεκαπενταυγούστου, η Εκκλησία μας τιμά το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Μέσα σε αυτό
το υμνολογικό “πανηγύρι” προεξάρχουν δύο διακεκριμένοι υμνωδοί, ο
Ιωάννης ο Δαμασκηνός και ο Κοσμάς ο Μελωδός, συναγωνιζόμενοι, θα λέγαμε,
με λυρικές εξάρσεις και πανηγυρικό ύφος, προκειμένου να αποδώσουν, μέσα
από την υμνολογική τους διάθεση, αυτό το γεγονός της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ εορτάζουμε την Κοίμηση της Θεοτόκου και θα ήταν λογικό και φυσιολογικό να υπάρχει ένα πένθιμο ύφος και να υμνολογείται ωσαύτως το γεγονός, εν τούτοις διακρίνουμε ένα πανηγυρικό και εορταστικό ύφος, το οποίο τελικά μας προδιαθέτει να νιώθουμε χαρά και πνευματική αγαλλίαση.
Και τούτο συμβαίνει διότι η πεποίθηση της Εκκλησίας μας είναι ότι ενώ η Θεοτόκος εγκατέλειψε την γη, δεν εγκατέλειψε τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Η κοίμησή Της δεν είναι κοίμηση ενός θνητού αλλά η κοίμηση της γεννησάσης τον Αρχηγό της ζωής για αυτό «τάφος καί νέκρωσις οὔκ ἐκράτησεν».
Ήταν αδύνατον
να φθαρεί η “ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον Τεκούσα” και έτσι διαπιστώνεται ότι
“ἐν τῇ Κοιμήσει σου, νέκρωσις ἄφθορος”. Δικαιολογημένα λοιπόν επικράτησε
ο πανηγυρικός και χαρμόσυνος χαρακτήρας της εορτής που επιβεβαιώνεται
μέσα από τα ψαλλόμενα.
Έτσι λοιπόν,
φθάνοντας στην κορύφωση του πανηγυρικού τόνου και ύφους της υμνωδίας, ο
Κοσμάς ο Μελωδός αναφωνεί “Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι, ἐν σοὶ Παρθένε
ἄχραντε· παρθενεύει γὰρ τόκος, καὶ ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Ἡ μετὰ
τὸκον Παρθένος, καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε, τὴν
κληρονομίαν σου”, τονίζοντας τη νίκη και υπέρβαση της φυσικής τάξεως στο
πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, σε όλα τα γεγονότα της ζωής Της.
Αυτό
επιβεβαιώνουν και οι Άγγελοι Κυρίου κατά την Είσοδό Της στα Άγια των
Αγίων “Ἄγγελοι τὴν Εἴσοδον τῆς Πανάγνου, ὁρῶντες ἐξεπλήττοντο πῶς ἡ
Παρθένος εἰσῆλθεν, εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων”.
Αλλά και κατά
τον Ευαγγελισμό Της καλείται η κτίση να χορέψει και η φύση να νιώσει
αγαλλίαση αφού “Ἀρχάγγελος Παρθένῳ, μετὰ δέους παρίσταται, καὶ τὸ Χαῖρε
κομίζει, τῆς λύπης ἀντίθετον” και έτσι μεταβάλλεται και η κοίμηση σε
χαρά και πανηγύρι ώστε “Ἅπας γηγενής, σκιρτάτω τῷ πνεύματι,
λαμπαδοχούμενος, πανηγυριζέτω δέ, ἀΰλων νόων φύσις γεραίρουσα, τὴν ἱερὰν
Μετάστασιν τῆς Θεομήτορος, καὶ βοάτω· Χαίροις παμμακάριστε, Θεοτόκε
ἁγνὴ ἀειπάρθενε”.
Υμνολογείται το υπέρλογο μυστήριο, το οποίο ξεπερνά κάθε φυσικό νόμο.
«Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι», όταν οι προβεβηκότες και στείροι Ιωακείμ και Άννα γέννησαν τη Μαρία.
«Νενίκηνται
τῆς φύσεως οἱ ὅροι», όταν η Παρθένος Μαρία, υπακούοντας στο θείο θέλημα,
συνέλαβε ως «ἄνδρα μή γινώσκουσα», αλλά «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου» τον Υιό
και Λόγο του Θεού.
«Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι», και κατά την Γέννηση του Κυρίου, καθότι “ὅπου Θεὸς δὲ βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις”.
«Νενίκηνται
τῆς φύσεως οἱ ὅροι», όταν μετά την Αγία Κοίμησή Της ο Υιός Της, εκτός
από την παναγία ψυχή Της, παρέλαβε το πανάγιο σώμα Της και “Ἄγγελοι τὴν
Κοίμησιν τῆς Παρθένου, ὁρῶντες ἐξεπλήττοντο, πῶς ἡ Παρθένος ἀπαίρει, ἀπὸ
τῆς γῆς εἰς τὰ ἄνω”.
Όλα αυτά έρχονται να μας υπενθυμίσουν πως ό,τι μας φαίνεται δύσκολο και ανυπέρβλητο στη ζωή, με την παρέμβαση του Θεού, ξεπερνιέται και καθίσταται εφικτό και πραγματοποιήσιμο. Πολλές φορές ως χριστιανοί καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε δύσκολες καταστάσεις και να ζήσουμε κάτω από ακόμη πιο δύσκολες συνθήκες.
Εκεί έρχεται ο
υπερφυσικός παράγοντας, που λέγεται θεία παρέμβαση και ξεπερνά τον
φυσικό όρο και νόμο έτσι ώστε να ομιλούμε για θαυμάσια και ακατάληπτα
συμβάντα.
Kατά τον Άγιο
Νικόδημο τον Αγιορείτη “Νόμος φύσεως εἶναι, ὅταν διά τοῦ θανάτου
χωρισθῇ ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα, τό σῶμα νά τίθεται ἐν τάφῳ καί νά διαλύεται
εἰς τά ἐξ ὧν συνετέθη· εἰς τό ἰδικόν Σου ὅμως σῶμα, Θεοτόκε, ὁ θάνατος
δέν ἐπροξένησε διαφθοράν καί διάλυσιν, ἀλλά ζωήν καί ἀφθαρσίαν· καθότι
μετά τρεῖς ἡμέρας, ἑνωθεῖσα πάλιν ἡ ἄχραντος ψυχή Σου μέ τό θεοδόχον
σῶμά Σου, ἀνέστη ἀπό τόν τάφον, καί ἀνελήφθη εἰς τούς Οὐρανούς. Οὗτοι
μέν εἶναι οἱ φανεροί νόμοι τῆς φύσεως, οἵτινες ἐνικήθησαν εἰς τήν
Θεοτόκον· ἐάν δέ θέλῃ τινάς νά βαθύνῃ περισσότερον, εὑρίσκει καί ἄλλους
νόμους τῆς φύσεως νικηθέντας· οἷον, νόμος τῆς φύσεως εἶναι νά
διαπλάττεται καί νά ἐξεικονίζεται τό βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ ἀπό ὀλίγον· εἰς
Σέ ὅμως, Παρθένε, ἐνικήθη καί ὁ νόμος οὗτος, διότι τό θεοϋπόστατον
βρέφος Σου εὐθύς ἐξ αὐτῆς τῆς συλλήψεως ὅλον ἐξεικονίσθη, καί ὄχι κατ᾿
ὀλίγον· καθώς λέγει ὁ μέγας Βασίλειος (καί ὅρα τήν ἑρμηνείαν τοῦ
Τροπαρίου τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τοῦ λέγοντος· Ζητεῖς παρ᾿ἐμοῦ γνῶναι,
Παρθένε). Νόμος τῆς φύσεως εἶναι, τό ἐν τῇ κοιλίᾳ βρέφος νά προξενῇ
βάρος εἰς τήν μητέρα του· ἀλλ᾿ ὁ Δεσπότης Χριστός, βρέφος ὤν ἐν τῇ
κοιλίᾳ Σοῦ τῆς Μητρός του, οὐδένα τοιοῦτον βάρος εἰς Σέ ἐπροξένησε· ….
Καί ἄλλοι δέ πολλοί νόμοι τῆς φύσεως λεπτότεροι ἐνικήθησαν ἐν Σοί τῇ
Παρθένῳ, τούς ὁποίους ἀφίνομεν, διότι ὑπερβαίνουσι κάθε λόγον ὁμοῦ καί
διάνοιαν· περί ὦν ὁ μέν Θεολόγος Γρηγόριος εἶπε· «Νόμοι φύσεως
καταλύονται» (Λόγος εἰς τήν Χριστοῦ Γέννησιν). ὁ δέ μέγας Μάξιμος εἶπε·
«Σκοπήσωμεν πιστῶς τό μυστήριον τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως, καί μόνον
δοξάσωμεν ἀπεριέργως τόν τοῦτο γενέσθαι δι᾿ ἡμᾶς εὐδοκήσαντα· τίς γάρ
δυνάμει θαρρῶν λογικῆς ἀποδείξεως, ἐξειπεῖν δύναται, πῶς Θεοῦ Λόγου
γίνεται σύλληψις; πῶς γέννησις σαρκός ἄνευ σπορᾶς; πῶς γέννησις ἄνευ
φθορᾶς; πῶς Μήτηρ, ἡ μετά τόκον διαμείνασα Παρθένος; πῶς ὁ ὑπερτελής
καθ᾿ ἡλικίαν προέκοπτε; καί ἵνα τό πρῶτον καί τελευταῖον εἴπω, πῶς Θεός
ἄνθρωπος γίνεται; καί τό δή πλέον μυστηριωδέστερον; πῶς οὐσιωδῶς ἐν
σαρκί καθ᾿ ὑπόστασιν ὁ Λόγος, ὁ κατ᾿ οὐσίαν ὑποστατικῶς ὅλος ὑπάρχων ἐν
τῷ Πατρί; πῶς ὁ αὐτός καί ὅλος ἐστί Θεός κατά φύσιν, καί ὅλος γέγονε
κατά φύσιν ἄνθρωπος, μηδεμίαν φύσιν ἠρνημένος παντάπασι, μήτε τήν θείαν,
καθ᾿ ἥν ὑπάρχει Θεός, μήτε τήν ἡμετέραν καθ᾿ ἥν γέγονεν ἄνθρωπος; ταῦτα
πίστις μόνη χωρεῖ τά μυστήρια» (Κεφάλαιον ιγ´ τῆς γ´ ἑκατοντάδος τῶν
Γνωστικῶν).”
Αυτά τα μυστήρια, τα τελεσιουργηθέντα στο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, υμνολογούν οι πάντες (πᾶς + ἄγυρις), όλη η αγορά, σύμπασα η Εκκλησία, μεταβάλλοντας την κοίμηση σε πανηγύρι χαράς.