Κυριακή 11 Αυγούστου 2024

ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΕΦΑΝΗ ΟΥΤΩΣ ΕΝ ΤΩ ΙΣΡΑΗΛ

 


«Καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια» (Ματθ.  9, 33,34)

«Κι όλοι θαύμασαν λέγοντας πως κάτι τέτοιο δε φάνηκε ποτέ άλλοτε στο Ισραήλ. Mα οι Φαρισαίοι έλεγαν: Mέσω του αρχηγού των δαιμονίων βγάζει τα δαιμόνια». 

            Ο Χριστός πάντοτε προκαλούσε και προκαλεί αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα και αντιλήψεις. Όσοι βλέπουν σ’ Αυτόν τον Θεό που έγινε άνθρωπος, χαίρονται και αναγνωρίζουν το Πρόσωπό του. Όσοι, πάλι, αισθάνονται ότι απειλεί τις βεβαιότητές τους, προσπαθούν να Τον αμφισβητήσουν και να διασύρουν το όνομά του στους ανθρώπους.

 Το ίδιο συμβαίνει και με την Εκκλησία. Προκαλεί αντιλεγόμενα συναισθήματα στον κόσμο.

Άλλοι αισθάνονται όμορφα, όπως ο ποιητής μας Κ.Π. Καβάφης («Στην εκκλησία»):

«Την εκκλησίαν αγαπώ — τα εξαπτέρυγά της,

τ’ ασήμια των σκευών, τα κηροπήγιά της,

τα φώτα, τες εικόνες της, τον άμβωνά της.

Εκεί σαν μπω, μες σ’ εκκλησία των Γραικών·

με των θυμιαμάτων της τες ευωδίες,

μες τες λειτουργικές φωνές και συμφωνίες,

τες μεγαλοπρεπείς των ιερέων παρουσίες

και κάθε των κινήσεως τον σοβαρό ρυθμό —

λαμπρότατοι μες στων αμφίων τον στολισμό —

ο νους μου πηαίνει σε τιμές μεγάλες της φυλής μας,

στον ένδοξό μας Βυζαντινισμό».

            Άλλοι πάλι, αναζητούν το φως, την ανάσταση, την αιωνιότητα, την αγάπη και προσβλέπουν στην πίστη στον Χριστό, στη σχέση με την Παναγία και τους Αγίους ένα νόημα ζωής που υπερβαίνει το παρόν. Άλλοι, πάλι, αισθάνονται ότι η Εκκλησία είναι ξεπερασμένη, ανήκει στο χτες, δεν μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο, διότι αυτός πρέπει να ζήσει, να απολαύσει τη ζωή του, καθότι μετά τον θάνατο δεν υπάρχει τίποτα. Άλλοι, που ελέγχονται από το ήθος της Εκκλησίας, από τη φωνή της συνείδησης που αυτή αφυπνίζει, την κατηγορούν ως ανεπαρκή και υποκριτική. Άλλοι, τέλος, θεωρούν ότι η ιστορία της είναι ένα μεγάλο παραμύθι, που παραπλάνησε τους ανθρώπους, τους έκανε να συμβιβαστούν με την εξουσία κάθε εποχής και αποτέλεσε τη βάση, ώστε ο κόσμος να μην αλλάξει ριζικά στην πορεία της δικαιοσύνης και της ισότητας. Επικαλούνται συχνά τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας στον μοντέρνο και μεταμοντέρνο τρόπο της εποχής, για να την καταγγείλουν και να την εξουθενώσουν.

            Υπάρχουν όμως και κάποιοι, εντός της Εκκλησίας, οι οποίοι αμφισβητούν τις προτεραιότητες που ο Χριστός μάς έδειξε. Την πίστη, την αγάπη, την υπέρβαση των φυσικών νόμων, τη δύναμη της σχέσης μαζί Του και αναζητούν εχθρούς. Φοβούνται ότι κινδυνεύει η πίστη από ένα ήθος που μοιάζει ανατρεπτικό, αλλά στην πραγματικότητα είναι αυτό που δίδαξε ο Χριστός. Θεωρούν ότι η αγάπη δεν είναι το κλειδί, αλλά η τυπολατρία, η διόρθωση της συμπεριφοράς, η εξωτερική τήρηση των κανόνων της χριστιανικής ζωής (που είναι απαραίτητη, αλλά δεν πρέπει να καταργεί τη συμπόνοια, τη συμπάθεια, την τρυφερότητα της καρτερίας για μετάνοια). Έτσι, οι άνθρωποι αυτοί μοιάζουν έτοιμοι να επικρίνουν ό,τι δεν καταλαβαίνουν. Θεωρούν πως αληθινό είναι μόνο ό,τι εκφράζουν οι ίδιοι, ό,τι οι ίδιοι πιστεύουν ως ορθό, παραθεωρώντας ότι στην Εκκλησία η οδός της ενότητας έχει να κάνει με την ποικιλία των χαρισμάτων. Η πίστη στον Χριστό και οι δύο μεγάλες εντολές, η αγάπη στον Θεό και τον πλησίον, είναι η βάση και από κει και πέρα όλα τα χαρίσματα που αποσκοπούν στο να δώσουν την όντως ζωή στους ανθρώπους είναι αποδεκτά. Η Εκκλησία δεν έχει έναν μόνο δρόμο, αλλά κατά τη δίψα και το χάρισμα του καθενός.

            Δύο τυφλούς θεραπεύει ο Χριστός και έναν κωφάλαλο. Οι πολλοί δοξάζουν τον Θεό και αναγνωρίζουν τη δύναμη του Κυρίου. Οι θρήσκοι, οι Φαρισαίοι τον κατηγορούν ότι είναι δαιμονόπληκτος. Αρνούνται τον τρόπο της αγάπης, αρνούνται την ισχύ του Χριστού, γιατί η διδασκαλία του δεν είναι σύμφωνη με τον δικό τους τρόπο ερμηνείας της Παλαιάς Διαθήκης. Κι έτσι, προτιμούν να συνεχίσουν στην οδό τους, μακριά από την Αλήθεια που είναι ο Χριστός και να αναπτύξουν μίσος, εχθρότητα, φανατισμό στο όνομα της θρησκευτικής τους πίστης και αυτάρκειας. Είναι ένα παράδειγμα προς αποφυγήν για όσους θέλουμε να ζήσουμε κατά Θεόν. Ανοιχτή καρδιά, αγάπη, σεβασμός στα χαρίσματα των άλλων και στον τρόπο, απόφαση για μία πίστη στον Τριαδικό Θεό και ενότητα στην Εκκλησία. Για να μπορέσουμε να μη νικηθούμε από το κακό. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός