π. Αντώνιος Καλλιγέρης
«Ο
χρόνος, σκέφτομαι, ίσως είναι μια αργοπορημένη τιμωρία – για ποιο
πανάρχαιο σφάλμα! Βράδιαζε. Άνοιξα το παράθυρο κι αφουγκράστηκα μακριά
το αιώνιο παράπονο του κόσμου. Έτσι συνήθως χάνουμε τα πιο ωραία χρόνια
μας, από ‘να τίποτα: ένα αύριο που άργησε ή ένα λυκόφως που κράτησε
πολύ….» T.Λειβαδίτης
Διάβασα τυχαία τους στίχους αυτούς λίγο
μετά από μια συνάντηση με ζευγάρια έχοντας τη στυφή γεύση των
ερωτηματικών που δεν έχουν άμεση απάντηση. «Πώς να βρούμε το χρόνο που
χρειάζεται για τη σχέση μας, όταν αυτός δεν υπάρχει;». «Συμφωνούμε μαζί
σας αλλά για να υλοποιηθεί η πρότασή σας πρέπει να έχουμε χρόνο. Και
εσείς καταλαβαίνετε, δουλειά μέχρι αργά, τα παιδιά… εμείς δεν μπορούμε
να χωρέσουμε…»
Άραγε η σκέψη του ποιητή είναι απαισιόδοξη ή απτή
πραγματικότητα; Οι στίχοι διαζωγραφίζουν την καθημερινότητα των
ζευγαριών σήμερα, αλλά ανοίγουν ένα αθέατο, στα μάτια πολλών, παράθυρο
για να αναζητήσουμε τι είναι εκείνο που μας διαφεύγει. Θα μπορούσαμε να
το ονομάσουμε νοοτροπία ή προσδοκίες τις οποίες έχουμε ή ακόμα
επιθυμίες.
Στους στίχους οι περισσότεροι από εμάς θα στεκόμαστε είτε στην «τιμωρία» είτε στο «σφάλμα».
Φοβάμαι
όμως ότι δεν αντιλαμβανόμαστε ότι μας κυνηγούν τα «τίποτα» στα οποία
βαπτίζουμε την καθημερινή μας ζωή. Τις αναμετρήσεις που χάνουμε.
Αυθαίρετη ίσως η σκέψη, αλλά αυτή είναι η αίσθηση που έχω για το
πρόβλημα του χρόνου που αντιμετωπίζουν οι σύζυγοι. Ένας πήχης που άλλοι
έβαλαν ψηλά και εμείς δεν μπορούμε να περάσουμε. Έτσι ο χρόνος της ζωής
μας μετατρέπεται σε τιμωρία για κάποιο «πανάρχαιο σφάλμα».
Νομίζω
ότι σε αυτό το σημείο βρίσκεται η λανθασμένη θεώρησή μας. Να προσπαθούμε
να αναμετρηθούμε με πράγματα που έχουν μεν ρίζες μέσα μας αλλά δεν μας
αφορούν. Το βλέμμα μας πρέπει να στραφεί σε άλλον ορίζοντα.
«Το
ρολόι που μας αφορά δεν είναι αυτό που καταμετρά τις ώρες αλλά που
κατανέμει το μέρος της φθοράς και της αφθαρσίας των πραγμάτων όπου, έτσι
κι αλλιώς, μετέχουμε, όπως μετέχουμε στη νεότητα ή στο γήρας…» .
Πρέπει επομένως να μελετήσουμε την ποιότητα της μετοχής μας στα πράγματα
του κόσμου.
Ο χρόνος, είναι ένα μέγεθος μεγάλης αξίας για τη
συζυγική ζωή και την οικογένεια γιατί περισσότερο συνδέεται με την
μετοχή παρά με την διαδοχή στιγμών. Συζητώντας με συζύγους των οποίων ο
γάμος βρίσκεται σε σημείο ρωγμής αντιλαμβάνομαι ότι ένα από τα κυρίαρχα
προβλήματά τους αποτελεί η απουσία μετοχής στην κοινή ζωή τους την οποία
δυστυχώς προσπαθούν αν την γεμίσουν με θραύσματα καλών στιγμών με την
κρυφή επιθυμία της συνεχούς επανάληψής τους. Συχνά κινούνται όπως ένα
εκκρεμές. Παλεύουν ανάμεσα σε επιδιώξεις που δεν έρχονται με αποτέλεσμα
να δημιουργείται η αίσθηση του «τίποτα». Είτε ενός αύριο που δεν
έρχεται, είτε κάποιου «σήμερα» που μικραίνει την άσχημη παρουσία του.
Ταυτόχρονα
μας πολιορκεί η ταχύτητα. Κινούνται όλα με ξέφρενο ρυθμό. Μας ζητείται
να ανταποκριθούμε σε πολλές απαιτήσεις τόσο γρήγορα ώστε να μην
ευδοκιμούν οι συνθήκες της ουσιαστικής επικοινωνίας των ανθρώπων.
Ας
κοιτάξουμε γύρω μας τους δρόμους της πόλης μια συνηθισμένη ημέρα. Όλοι
προσπαθούμε να προλάβουμε κάτι παρά το γεγονός ότι έχουμε στη διάθεσή
μας συσκευές που μας εξασφαλίζουν την ταχύτητα. Δεν χρειάζεται, για
παράδειγμα, να πάμε στο γραφείο ή στο σπίτι για να διαβάσουμε τα e-mails
μας, μπορούμε να το κάνουμε στο σημείο στο οποίο βρισκόμαστε για να
κερδίσουμε χρόνο. Παρόλα αυτά τον χάνουμε! Αισθανόμαστε ότι μας φεύγει
μέσα από τα δάκτυλά μας σαν την άμμο.
Και ενώ οι ημέρες μας κυλούν
με μεγάλη ταχύτητα, συχνά ακούγεται το παράπονο της ανίας. Η
καθημερινότητά μας αργοσέρνεται με μονοτονία. Οι συζυγικές σχέσεις
βουλιάζουν σε αυτή.
«Κάπου μεταξύ Τρίτης και Τετάρτης Πρέπει να παρέπεσε η αληθινή σου ημέρα» τονίζει ο Ο. Ελύτης.
Ο
«χρόνος είναι άραγε κοροϊδευτικός»; Είναι ακίνητος και αμέτοχος; Ή ένα
μέγεθος άπιαστο; Οι συζυγικές σχέσεις πάντως πάσχουν και από τα δυο τα
οποία στο τέλος μοιάζουν σαν ένα και έτσι η αληθινή μας ημέρα χάνεται
μέσα στο χρόνο που απαριθμούμε με τα ημερολόγια.
Μήπως κάπως έτσι
γεννιέται η αίσθηση της μονοτονίας; Της ανίας που νικά την ελπίδα της
αλλαγής; Περισσότερο πρακτικά μιλώντας δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η
πληροφορία που παρέχεται είναι τόσο μεγάλη σε όγκο ώστε δεν έχουμε χρόνο
να την επεξεργαστούμε. Είναι αλήθεια ότι ο χρόνος μας καθίσταται
κορεσμένος περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, χωρίς να είναι δημιουργικός
και φυσικά ελεύθερος. Επιλέγουμε να ανταποκριθούμε κυρίως σε ότι
ονομάζουμε κύριες ή άμεσες υποχρεώσεις και αφήνουμε σε δεύτερη μοίρα τις
αργές και μακράς διαρκείας δραστηριότητες όπως η συζυγική σχέση ή
μακροχρόνια σχέση το παιχνίδι, την επιμελή εργασία, οι οποίες θέλουν
αφιέρωση. Η τυραννία της ταχύτητας συνοδοιπορεί με την ουτοπική επιθυμία
της αυτονόητα και χωρίς αφιέρωση σχέσης η οποία μπορεί να είναι
λειτουργική. Η μονοτονία φαίνεται να προκύπτει από την διάσπαση του
χρόνου σε θραύσματα στιγμών που αρκούμαστε χωρίς δεύτερη σκέψη.
Ισχυριστήκαμε
λίγο νωρίτερα ότι δεν αφιερώνουμε χρόνο στις μακροχρόνιες σχέσεις. Αυτό
σημαίνει ότι δεν επικοινωνούμε ουσιαστικά αλλά πληροφορούμε τον άλλο.
Επιλέγουμε τμήματα της καθημερινότητας για να τον πληροφορήσουμε. Πρέπει
να προσέξουμε τη διαφορά. Άλλο επικοινωνία, άλλο πληροφόρηση. Δεν είναι
σπάνιο να πληροφορούμε τον σύντροφό μας ενώ πιστεύουμε ότι
επικοινωνούμε. Πρόκειται για ένα σπουδαίο λάθος. Η πληροφόρηση μπορεί να
προσφέρεται χωρίς απαραίτητα να ζητείται η εσωτερική συγκρότηση και η
εμπλοκή του πληροφοριοδότη.
Η επικοινωνία είναι κάτι πολύ
διαφορετικό, ειδικά στη συζυγική ζωή. Απαιτεί την προσφορά του εαυτού.
Την ολόθερμη παρουσία του, την εσωτερική ωριμότητα και ανάπτυξη. Το
σταμάτημα του χρόνου ή την συμπερίληψη όλου του χρόνου στη στιγμή του
ζευγαριού, χωρίς αυτή να κατακερματιστεί! Ο Ελύτης μας προειδοποίησε το
πρόβλημα δεν είναι το πέρασμα των στιγμών αλλά η μετοχή μας είτε στην
φθορά είτε στην αφθαρσία.
Οι πολλές ώρες απουσίας από τον κοινό
οίκο υπονομεύουν την επικοινωνία των συζύγων επειδή μοιραία θα
επιλέξουμε στιγμές της καθημερινότητας για να ενημερώσουμε τον άλλο.
Μπορούμε όμως να κάνουμε διαφορετικά; Η πίεση των εξωτερικών συνθηκών
είναι τόσο μεγάλη ώστε να μην αφήνεται χρόνος στο ζευγάρι να
επικοινωνήσει.
«Η οικογενειακή ζωή έχει εντατικοποιηθεί εξαιρετικά
ως προς τον χρόνο. Η παρωδία της όλης υπόθεσης είναι εκείνο το
φαινόμενο που ονομάζεται «ποιοτικός χρόνος» με τα παιδιά, όπου ο
πολυάσχολος πατέρας ή η πολυάσχολη μητέρα απολαμβάνει δεκαπέντε λεπτά
εξόχως ποιοτικού χρόνου με τα παιδιά κάθε βράδυ, όταν αυτά πηγαίνουν για
ύπνο». Ζούμε σε μια εποχή που «είναι κάθε άλλο παρά εύκολο να βρεθεί
ένας ρυθμός ζωής στον οποίο οι ιδιαίτερες αξίες του οικογενειακού βίου-η
βραδύτητα, η συστηματική ανάπτυξη, η εμπιστοσύνη-θα έχουν το απαραίτητο
έδαφος για να ανθίσουν».
Στην Εκκλησία μας η νέα ημέρα αρχίζει
από το δειλινό της προηγούμενης. Ο Εσπερινός τελείται στο μεταίχμιο της
ημέρας που αργοσέρνει το βήμα της προς τη δύση και της νύχτας που
θριαμβευτικά ανατέλλει στο προσκήνιο του χρόνου. Στο μεταίχμιο του φόβου
προβάλλεται το Ιλαρό Φως του Χριστού που δεν μας εγκαταλείπει. Στο
δειλινό του τεμαχισμένου χρόνου καλούμαστε να βρούμε την «αληθινή μας
ημέρα».
Χρειαζόμαστε ένα παράθυρο που θα ανοίξουμε κάποιο βράδυ ή
κάποιο πρωί, στο λυκόφως ή στο λυκαυγές της ημέρας για να αναπνεύσουμε
από το βάρος όσων περιμέναμε και από τη θλίψη όσων δεν ήρθαν.
Η
αληθινή μας ημέρα είναι η Ημέρα Κυρίου και το παράθυρο που ανοίγουμε για
να αναπνεύσουμε είναι η ζωή της Εκκλησίας μας. Ο χρόνος εντός της δεν
είναι μονοσήμαντος ούτε η αντίστροφη μέτρηση μιας πορείας φθοράς που
οδηγεί στο θάνατο, αλλά ένα περιεκτικό «σήμερον» που γεννά την
ανακαίνιση και τη σωτηρία του ανθρώπου.
«Ο Χριστός δεν περιφρονεί
τον χρόνο, υποστηρίζει ο Αγ. Νικόλαος ο Καβάσιλας, αφού ο ίδιος
φανερώθηκε μέσα στο χρόνο.» Για το λόγο αυτό ο χρόνος γίνεται
λειτουργικός, χρόνος γιορτής. Στο κέντρο του βρίσκεται ο Χριστός . Ο
Ερχομός, η Φανέρωση, η Ανάσταση και η Μεταμόρφωσή Του. Οι ημέρες που
ζούμε δεν είναι ένας απλός κρίκος μιας αλυσίδας αλλά χρόνος που το νόημα
του συνδέεται με τον ερχομό του Χριστού. Χρόνος που χαιρόμαστε τον
ερχομό Του, γευόμαστε τους καρπούς της φανέρωσης Του, μαθαίνουμε με
χαρά, ερωτευμένοι να προσδοκάμε την επιστροφή Του. Ο χριστιανός κάθε
ημέρα ασκεί τη μνήμη του. Μαθαίνει να θυμάται ότι ο Κύριος μας θα είναι
μαζί μας όλες τις ημέρες της ζωής μας μέχρι τη συντέλεια του κόσμου
.Θυμάται ότι η ζωή του είναι ζωή του Χριστού. Διδασκόμαστε ότι στο
σήμερα, κάθε σήμερα, ζούμε μια ημέρα πριν από τον ερχομό Του. Το
παρελθόν, το παρόν, το μέλλον αποκτά νόημα επειδή συ-ζούμε με το Χριστό.
Οι ημέρες μας δεν κυοφορούν το θάνατο αλλά τη ζωή που κοινωνά την όντως
Ζωή αφού έχουν κέντρο τη Θ. Ευχαριστία, το μικρό Πάσχα της
εκκλησιαστικής σύναξης. Αποκτούν νόημα επειδή δεν είναι κενός χρόνος
αλλά τόπος που φανερώθηκε η Αγ. Τριάδα όπως συνέβη στην καθημερινότητα
του Αβραάμ. Είναι χρόνος ανόδου στο Θαβώρ καθώς ακολουθούμε την ανάβαση
του Χριστού σε αυτό, χρόνος χαράς και φωτός. Χρόνος στον οποίο
μεταγγίζουμε την Χαρά και το Φως της Ανάστασης. Μεταμορφώνεται επομένως η
ζωή μας. Η παρουσία Του συνδέεται με τη μνήμη και την προσδοκία. Ζωή
γεμάτη με νόημα.
Πως όμως αυτή η πραγματικότητα μεταφράζεται στην καθημερινή συζυγική ζωή;
Οι
σύζυγοι δεν χρειάζονται συνταγές, ή ένα κώδικα καλής συμπεριφοράς αλλά
να εξαγιάζουν τον χρόνο τους. Σύμφωνα με όσα προαναφέραμε θα μπορούσαν
τα αρχικά ερωτήματα να αποκτήσουν απαντήσεις.
Ο Γάμος από τα
αρχαία χρόνια της ιστορίας της Εκκλησίας ήταν συνδεδεμένος με την Θ.
Ευχαριστία. Αυτή η σύνδεση μας δίνει αφορμή να μιλήσουμε για πάρα πολλά.
Δεν
χρειαζόμαστε πολύ ή ποιοτικό χρόνο αλλά αργό χρόνο. Δηλαδή χρόνο που
διαρκεί, που δεν τέμνεται σε θραύσματα. Χρόνο που πληρώνεται από μνήμη
την παρουσία και την προσδοκία του Χριστού στη ζωή των συζύγων.
Μεταγγίζοντας τον καρπό της σχέσης με το Χριστό στην προοπτική της
συζυγικής τότε ο συζυγικός χρόνος δεν αποκτά νόημα από τα πράγματα που
έχουμε προγραμματίσει να υλοποιήσουμε από τους εύλογους στόχους που έχει
κάθε σύζυγος, από τις στιγμές της επικοινωνίας τους αλλά κυρίως από την
μνήμη του προσώπου του άλλου σε κάθε στιγμή της ημέρας, από την
παρουσία του ενός στη ζωή του άλλου και από την προσδοκία της
συνάντησης. Έχουμε συνοπτικά ένα αντίστοιχο εόρτιο κύκλο με κέντρο τον
Αναστάντα Χριστό. « Η ζωή του ανθρώπου είναι η προσδοκία όλων όσα
βρίσκονται στο τέλος. Και στο τέλος βρίσκεται η χαρά της «νυφικής
παστάδας», η χαρά της Ανάστασης. Στο τέλος βρίσκεται το θαυμάσιο πλήρωμα
της ζωής. ‘Όταν βλέπω αυτό το τέλος, θέλω να το φθάσω, να κινηθώ προς
την κατεύθυνση του…» Η στάση μας ζωής μας γίνεται διαφορετική.
Αντιμετωπίζει στο φως της παρουσίας του Χριστού τους ανθρώπους και τις
καταστάσεις που συναντούμε. Συνειδητοποιούμε ότι ο άνθρωπος που
συνοδοιπορώ μαζί του έχει σταλεί σε μένα από τον Θεό και η συνάντηση
μαζί του αποκτά νόημα. Συχνά διαμαρτυρόμαστε για την αδιάφορη, απρόσωπη,
ίσως στεγνή καθημερινότητά μας. ¨Όμως όλες οι όψεις της είναι χρόνος
και τόπος της παρουσίας του Θεού, όπως συνέβη με τον Ευαγγελισμό της
Θεοτόκου. Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ κομίζει το μήνυμα της σωτηρίας του
ανθρώπου εντός της καθημερινότητας της Μαρίας, Όλα αποκτούν νόημα, όλα
εξαγιάζονται επειδή όλα αποτελούν ένα βήμα σε αυτό το μακρύ ταξίδι της
κοινής συζυγικής πορείας. Η συζυγική ζωή αποκτά νόημα βαθύτερο από αυτό
που διδαχθήκαμε. Δεν είναι ένας κύκλος γέννησης, βιολογικής ανάπτυξης,
σπουδών, γάμου, γέννησης των παιδιών μας με τελικό σημείο το θάνατο.
Είναι ταξίδι μεταμόρφωσής μας να μας κάνει ικανούς όπως ο Πέτρος στο
Θαβώρ, ικανούς να πούμε, «Κύριε, είναι καλό να μείνουμε εδώ». Και να το
πούμε με όλη μας την καρδιά.» Χρειαζόμαστε με άλλα λόγια χρόνο που
περιέχει την αγάπη, την προσοχή, την αφιέρωση. Αυτός ο χρόνος δεν
μετράται με λεπτά ή ώρες και ημέρες. Δεν χρειαζόμαστε πολύ χρόνο αλλά
χρόνο που νοηματοδοτείται με την παρουσία και την προσδοκία των ανθρώπων
που συζούν.
Ο χρόνος που ζητάμε υπάρχει κρυμμένος στις βιοτικές
μέριμνες που βαρύνουν περισσότερο από την προσδοκία της συνάντησης. Δεν
χάνεται εξαιτίας των παιδιών μας αλλά γιατί δεν ασκηθήκαμε στην μνήμη
και την συνεχή παρουσία του συζύγου στην ζωή μας. Υπάρχει κάθε λεπτό
μέσα μας, αλλά η φανέρωση του κοινού χρόνου στην ημέρα αποτελεί για εμάς
μια μικρή γιορτή την οποία θέλουμε να ζήσουμε. Δεν μας υποχρεώνουν
κάποιοι κανόνες που αν ακολουθήσουμε τυφλά θα σωθούμε από την ανία, ή
τον πόνο από την αποστασιοποίηση και τον χωρισμό. Η σκέψη αυτή ώζει
θάνατο. Κρύβει την αληθινή μας ημέρα η οποία κρύβεται και περιμένει να
αποκαλυφθεί.
«Κ’ είναι σαν μια έξοδος απ’ το χρόνο, σαν καθήλωση
του χρόνου, σαν κατάργησή του Απ’ την ταχύτητα της σκέψης και της μνήμης
και του ονείρου Κι απ’ την υπομονή της ανθρώπινης πράξης . Είναι η
ένωση, είπε, Του άντρα και της γυναίκας, της σιωπής και της φωνής, της
ζωής και της ποίησης»