«Ἑάν
ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν
ὁ οὐράνιος. Ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ
πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. 6, 14-15)
«Αν
συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματά τους, θα σας συγχωρήσει
κι εσάς ο ουράνιος Πατέρας σας. Αν όμως δεν συγχωρήσετε στους ανθρώπους
τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας
παραπτώματα».
Γιατί
δεν συγχωρούμε εύκολα στους άλλους είτε γι’ αυτό που είναι είτε για
ό,τι μας έχουν κάνει, πραγματικό ή φαντασιακό; Γιατί η πρώτη σκέψη μας
είναι το δίκιο μας που πρέπει να βρούμε, στο οποίο προσθέτουμε ότι δεν
αξίζουμε τέτοια συμπεριφορά από τους άλλους ή το αίσθημα ότι η κοινωνία,
ο κόσμος, αλλά και η δική μας πρόοδος δεν επιτρέπουν στους άλλους να
σφάλλουν, διότι τους θέλουμε κατά την δική μας κρίση να αναπτύσσουν την
ζωή τους, είτε μας νοιάζει για το καλό τους είτε γιατί δεν θέλουμε να
δυσκολεύουν την δική μας πορεία; Γιατί, ενώ η διδασκαλία του Ευαγγελίου
είναι ξεκάθαρη, μία συνεχής προτροπή από την πλευρά του Χριστού για
συγχώρηση, με έμπρακτο παράδειγμα τον Ίδιο επάνω στον Σταυρό, εντούτοις
προτιμούμε να τηρούμε τα εξωτερικά του νόμου, την νηστεία, την προσευχή,
τα τυπικά, χωρίς όμως να αποφασίζουμε να εφαρμόσουμε τα ουσιώδη;
Όλα ξεκινούν από μία εσφαλμένη θεώρηση του κακού.
Πιστεύουμε ότι το κακό εμάς δεν μας αγγίζει, ενώ οι άλλοι είναι
ευάλωτοι. Δεν βλέπουμε την καρδιά μας ότι δεν μπορεί να δώσει
προτεραιότητα στον τρόπο του Θεού, ο οποίος ξεκινά από την ταπείνωση,
την υπομονή, την ανοχή της αγάπης, αλλά βλέπουμε τον τρόπο των άλλων,
που αντικειμενικά δεν είναι αυτός που ο Θεός θα ήθελε. Το κακό λοιπόν
τους αγκαλιάζει και πρέπει να διορθωθούν. Αντίθετα, εμείς λαμβάνουμε τα
μέτρα μας. Τα έχουμε καλά με τον Θεό, όπως πιστεύουμε, διότι είμαστε
άτρωτοι, καθώς δεν έχουμε σοβαρά παραπτώματα για να κατηγορήσουμε τους
εαυτούς μας. Ο διάβολος πειράζει τους άλλους, όχι εμάς. Έτσι, όταν
έρχεται η ώρα να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες του κακού, όπως αυτές
διαφαίνονται στα παραπτώματα των ανθρώπων, δυσκολευόμαστε να ξεκινήσουμε
από τον εαυτό μας. Να δούμε αν φταίξαμε ή αν φταίμε σε κάτι. Να μην
κάνουμε ισοζύγιο, λέγοντας πόσα καλά έχουμε κάνει, αλλά να εντοπίσουμε
τα κάποτε ασήμαντα, αλλά για τους άλλους σημαντικά, καθώς ο διάβολος από
τις λεπτομέρειες πιάνεται. Κι αντίστροφα, για να συγχωρήσουμε,
χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι τα λάθη των άλλων είναι αποτέλεσμα κακών
επιλογών, απουσίας προσευχής, κάποτε και παραχώρησης του Θεού για να
ταπεινωθούν και μαζί μ’ αυτούς κι εμείς. Ένα «ελέησον αυτούς και ημάς»
χρειάζεται σε κάθε παράπτωμα.
Πόσο όμως αυτό είναι εφικτό;
Στην
Εκκλησία έχουμε το παράδειγμα των Μαρτύρων, οι οποίοι υφίσταντο την
μεγαλύτερη αδικία που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος σε έναν άλλο: να του
στερήσει την ζωή όχι γιατί υπάρχει πόλεμος ή γιατί του έχει κάνει
κάποιο κακό, αλλά διότι ο άλλος δεν πιστεύει σε αυτό που πιστεύει ο
ίδιος. Κι όμως, οι μάρτυρες συγχωρούσαν τους δικαστές, τους δημίους,
τους θεατές των βασάνων και του μαρτυρίου τους. Προσεύχονταν, κάποτε
λάμβαναν την ευλογία οι διώκτες τους να γίνονται χριστιανοί, αλλά η
καρδιά τους δεν έβγαζε θυμό εναντίον των συνανθρώπων τους. Είχαν
Χριστό στην καρδιά τους. Δεν έβλεπαν τους διώκτες τους ως αντιπάλους,
αλλά ως εικόνες Θεού που χρειάζονταν την αλήθεια. Κατανοούσαν ότι ο
διάβολος μαίνονταν εναντίον τους και τους βομβάρδιζε με λογισμούς ότι οι
διώκτες τους έκαναν το σωστό. Ένιωθαν το απάνθρωπο στο σώμα τους, αλλά
καταλάβαιναν ότι την ψυχή τους δεν μπορούσαν να την βλάψουν. Και είχαν
απόλυτη εμπιστοσύνη στον Χριστό, ότι αφού Αυτός επέτρεπε τα πάθη και το
μαρτύριο, πολλοί θα σώζονταν μαζί τους, ακόμη και αν γινόντουσαν εκείνοι
ολοκαυτώματα λογικά χάριν της Εκκλησίας.
Είχαν
Χριστό στην καρδιά τους. Λάμβαναν την αγάπη και την μακροθυμία και την
πραότητα εν Αγίω Πνεύματι και η χάρη τους έδινε την χαρά να συγχωρούνε,
να προσεύχονται, να μην αφήνουν παράπονο. Και
μέσα τους έλεγαν ότι ξοφλάνε τα μικρά ή μεγάλα χρέη εξαιτίας των δικών
τους παραπτωμάτων, τα οποία μπορεί και να ήταν λογισμοί ή ασήμαντες για
την αιωνιότητα πράξεις. Η ταπείνωση και η αγάπη τους έκανε να
συγχωρούνε. Δεν είχαν στον νου τους την δικαίωση του εαυτού τους ούτε να
μην λερωθεί το καλό τους όνομα από την άποψη των πολλών, αλλά έμεναν
πιστοί στο Ευαγγέλιο. Και συγχωρώντας, συγχωρέθηκαν!
Καθώς
ξεκινά η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, χωρίς να αφήσουμε την νηστεία,
τον εκκλησιασμό, την προσευχή, την οδό της μετανοίας, ας επιμείνουμε
στον τρόπο των Μαρτύρων, στον τρόπος της συγχωρέσεως. Ας αφήσουμε το
Χριστό να εισέλθει στις καρδιές μας και ο αγώνας μας να είναι προς την
αυτοκριτική και την αυτογνωσία, όπως επίσης και στην λύτρωσή μας από το
αίσθημα της δικαίωσής μας έναντι των άλλων, όποιοι κι αν είναι αυτοί, οι
οικείοι μας, οι γείτονές μας, οι συνυπάρχοντες στην εργασία , στην ζωή,
σε κάθε κοινότητα, στην ενορία, στον κόσμο. Το «ελέησον αυτούς και ημάς» ας είναι η προσευχή μας και την ίδια στιγμή ο στόχος της καρδιάς μας. Συγχωρώντας, θα συγχωρεθούμε!