«Φιλάνθρωπε, μέγα καί ἀνείκαστον τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου. Ὅτι ἐμακροθύμησας ὑπό Ἰουδαίων ῥαπιζόμενος, ὑπό Ἀποστόλου ψηλαφώμενος, καί ὑπό τῶν ἀθετούντων σε πολυπραγμονούμενος. Πῶς ἐσαρκώθης; Πῶς ἐσταυρώθης ὁ ἀναμάρτητος; ἀλλά συνέτισον ἡμᾶς, ὡς τόν Θωμᾶν βοᾶν σοι, ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου, δόξα Σοι» (Δοξαστικό τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ)
«Φιλάνθρωπε Κύριε, μεγάλο και απερίγραπτο με λόγια το πλήθος της ευσπλαχνίας σου που εκφράστηκε με έργα. Διότι έδειξες μακροθυμία, όταν σε ράπιζαν οι Ιουδαίοι, όταν σε ψηλαφούσε ο απόστολος, όταν όλο αυτοί που αρνούνται να σε αποδεχτούν σε εξετάζουν με πολλούς τρόπους και πολλούς λόγους (αν είσαι Εσύ ο Θεάνθρωπος). Με ποιον τρόπο σαρκώθηκες; Για ποιον λόγο σταυρώθηκες εσύ που δεν είχες καμία αμαρτία; δος μας όμως σύνεση, όπως στον Θωμά, για να σου πούμε με δυνατή φωνή, ο Κύριός μας και ο Θεός μας, δόξα Σοι»!
«Ο άγιος απόστολος Θωμάς, ο λεγόμενος Δίδυμος, γεννήθηκε στην Ιουδαία από πτωχούς γονείς, οι οποίοι του μετέδωσαν την μεγάλη ευλάβειά τους προς τον μωσαϊκό νόμο. Αγάπησε την μελέτη του λόγου του Θεού και όταν ήρθε η ώρα και τον κάλεσε ο Χριστός, εγκατέλειψε το επάγγελμα του αλιέως και έγινε ένας από τους δώδεκα μαθητές. Μετά την Ανάσταση έλειπε από το υπερώο, όταν εμφανίστηκε ο Χριστός σ’ αυτούς. Οκτώ ημέρες μετά, ο Κύριος θα τον προτρέψει να Τον ψηλαφήσει, ώστε να βεβαιωθεί βάζοντας το δάκτυλό του «επί τον τύπον των ήλων», ότι η Ανάσταση είναι η πραγματικότητα της νέας ζωής στην οποία ο Χριστός μας καλεί. Κι έτσι η απιστία του Θωμά γίνεται καλή απιστία. Μετά την Πεντηκοστή θα αναλάβει να κηρύξει το Ευαγγέλιο στις μακρινές περιοχές των Μήδων, των Πάρθων (σημερινό Ιράν) και στην Ινδία. Κάποιος υπηρέτης του βασιλιά των Ινδών, ονόματι Αμβανής, ήταν στα Ιεροσόλυμα και αναζητούσε έναν αρχιτέκτονα ικανό να χτίσει ένα μεγάλο παλάτι για τον βασιλιά του. Ο Θωμάς προσποιήθηκε ότι γνώριζε και θα έκτιζε το παλάτι. Χαρούμενος ο Αμβανής τον πήρε μαζί του και έφτασαν στον βασιλιά Γουνδιαφόρο. Ο βασιλιάς του έδωσε πολλά χρήματα, τα οποία ο Θωμάς τα μοίρασε στους φτωχούς και πεινασμένους, για τους οποίους ο βασιλιάς αδιαφορούσε. Πλήθος ανθρώπων έγιναν χριστιανοί. Ο βασιλιάς κάποια στιγμή κατάλαβε ότι ο Θωμάς δεν είχε σκοπό να φτιάξει το παλάτι και διέταξε να τον ρίξουν σε έναν βαθύ λάκκο. Ο αδερφός του βασιλιά είδε στον ύπνο του έναν άγγελο που του είπε: «Να το ανάκτορο που περιμένει τον αδελφό σου. Το έχτισε ο Θωμάς». Και ο αδελφός του βασιλιά είδε την βασιλεία του Θεού στην οποία ένα τεράστιο παλάτι ήταν καμωμένο, δώρο ελεημοσύνης. Όταν συνήλθε, διηγήθηκε στον βασιλιά το όραμα και εκείνος εξεπλάγη, μετενόησε και βαπτίστηκε μαζί με τον αδερφό του. Ο Θωμάς πήγε σε άλλο βασίλειο. Εκεί όμως τον περίμενε μαρτυρικό τέλος, διότι ο ηγεμόνας δεν ανέχτηκε ότι η βασίλισσα και τα παιδιά τους έγιναν χριστιανοί. Τότε διέταξε ο απόστολος Θωμάς να θανατωθεί στην πόλη Μαϊλαπούρ, στο σημερινό Μαδράς, αφού τρυπηθεί με λόγχες. Ο απόστολος Θωμάς τιμάται ως ο ιδρυτής της Εκκλησίας των Ινδιών. Τμήματα των λειψάνων του μεταφέρθηκαν στην Έδεσσα της Συρίας και η κάρα του στην Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο. Η μνήμη του εορτάζεται την Κυριακή του Αντιπάσχα και στις 6 Οκτωβρίου» («Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ, τόμος δεύτερος).
Πολυπραγμονούμε και σήμερα για την πίστη και για τον Χριστό. Από την μια ο ορθολογισμός και τα επιτεύγματα του καιρού μας κι από την άλλη η συνήθεια, όπως επίσης και το γεγονός ότι στην εποχή μας ο καθένας έχει άποψη για όλα, μας κάνουν να βλέπουμε την πίστη ως κάτι απλό, καθημερινό, ένα από τα πολλά της ζωής μας. Όμως και μόνο το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού θα έπρεπε να μας κάνει να προβληματιστούμε σε άλλο επίπεδο. Η Ανάσταση είναι γιορτή και όχι ιδεολογία. Είναι η γιορτή της νίκης κατά του θανάτου. Είναι η γιορτή της συνάντησης με τον Θεάνθρωπο ως πρόσωπο. Κι αυτό γίνεται με διάφορους τρόπους. Με την συνάντησή μας με τον αδελφό μας στην Εκκλησία και στην υπόλοιπη ζωή μας, όταν βλέπουμε τον άλλο με αγάπη και όχι με ανταγωνισμό ή κακία. Με την μετοχή μας στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Με την εκζήτηση του θελήματος του Θεού σε κάθε περίσταση της ζωής μας. Με ένα αίσθημα πως ό,τι κάνουμε για τον Θεό και για τον συνάνθρωπο όχι μόνο δεν είναι μάταιο, αλλά αποτελεί προτεραιότητα που οδηγεί σε ζωή αναστημένη, σε βίωση της χαράς της Ανάστασης στο σήμερα.
Μας λείπει η σύνεση της καρδιάς σήμερα. Ο Θωμάς έλειπε από την Εκκλησία, από την συνάντηση με τους άλλους αποστόλους. Ίσως σκεφτόταν τα γεγονότα που μεσολάβησαν και δεν είχε την διάθεση να συναντήσει τους άλλους. Αυτό γίνεται και με τον σύγχρονο ατομοκεντρικό άνθρωπο. Σκέφτεται τα της πίστεως όπως και τα της ζωής μόνος του. Η Εκκλησία δεν είναι γι’ αυτόν κοινωνία με τους αδελφούς του, αλλά εκπλήρωση θρησκευτικού καθήκοντος. Πώς να χαρεί τον Χριστό και να γιορτάσει, όταν ο προσανατολισμός του είναι ατομοκεντρικός; Όταν επικρατεί η λογική του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω»; Αυτή η λογική ήταν που έκανε τους μαθητές να εγκαταλείψουν τον Χριστό στα πάθη, στον Σταυρό και στην ταφή. Αυτή τη λογική όμως έρχεται να καταργήσει ο Χριστός, συναντώντας τους όλους μαζί στο υπερώον των Ιεροσολύμων. Και η απιστία του Θωμά δικαιολογείται όχι μόνο εξαιτίας του πληγωμένου ορθολογισμού, αλλά, κυρίως, εξαιτίας της ατομοκεντρικότητάς του. Γι’ αυτό και ο Χριστός θα αφήσει να περάσουν οκτώ μέρες. Για να αποκατασταθεί η κοινωνία του Θωμά με τους άλλους μαθητές σε εύλογο χρονικό διάστημα. Για να γίνει ξανά ένα ο Θωμάς μαζί τους. Και να μπορεί ως μέλος της Εκκλησίας να ζήσει την αλήθεια της Ανάστασης, την συνάντηση με τον αναστάντα Χριστό. Η αγάπη οδηγεί στην ενότητα και χωρίς τη αγάπη ως κινητήριο δύναμη δεν υπάρχει συνάντηση, ενώ η αλήθεια, επειδή παραμένει ατομικό γεγονός, δεν κοινωνείται, δεν επαληθεύεται, δεν νικά τις αμφιβολίες.
Σύνεση καρδιάς χρειαζόμαστε. Συνάντηση με τον πλησίον μας στην Εκκλησία, για να ομολογήσουμε μαζί το «Χριστός Ανέστη», όντας ένα με τους άλλους, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Η ορθόδοξη πίστη και παράδοση είναι ένα πολιτιστικό και πνευματικό παράδειγμα εντελώς διαφορετικό από την νοοτροπία της εποχής μας. Θέλει Εκκλησία για την Ανάσταση. Θέλει Εκκλησία για την νίκη εναντίον του θανάτου. Μας παρηγορεί καρδιακά το ότι την ώρα του θανάτου , ενώ είμαστε φαινομενικά μόνοι, κατ’ ουσίαν πορευόμαστε μαζί με τον Χριστό, τους Αγγέλους, τους Αγίους και συναντούμε όλα τα μέλη της Εκκλησίας που έφυγαν από αυτή την ζωή, δηλαδή κάθε οικείο μας εν τη πίστη. Και συνεχίζουμε να παραμένουμε ενωμένοι καρδιακά και ψυχικά και με όλους όσοι μένουν πίσω, στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Στον παρόντα Σώματι και Αίματι Χριστό. Στη αγάπη που ουδέποτε εκπίπτει. Στην χαρά της πίστης ότι δοξάζουμε τον αναστάντα εκ νεκρών Κύριο όλοι. Ας επιστρέφουμε μαζί με τον απόστολο Θωμά εν υπερώω τόπω, εν τη Εκκλησία. Και όπως εκείνος κήρυξε διά της αγάπης και της ελεημοσύνης τον Χριστό, χτίζοντας παλάτι αγάπης στον ουρανό, έτσι κι εμείς ας κάνουμε πράξη την αγάπη, για να πιστέψουμε από καρδιάς! Χριστός Ανέστη!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός