Μη γλυκαίνεσαι με την τιμή του κόσμου τούτου, για να μην πικραθείς ξαφνικά κι αναπάντεχα από την ατίμωση του κόσμου τούτου. Γιατί, σ’ αυτή τη γη, τη δόξα ακολουθεί συνήθως η ατίμωση. Μετά την ευδαιμονία έρχεται ή δυστυχία, μετά την ευφροσύνη η θλίψη, μετά τη χαρά ο πόνος, μετά τη ζωή ο θάνατος. Όλα μεταβάλλονται, όλα έρχονται και παρέρχονται, εκτός από τον αιώνιο Θεό και την αιώνια δόξα Του.
Οι Ιουδαίοι τίμησαν και υποδέχθηκαν τον Κύριο σαν βασιλιά, «μετά βαΐων και κλάδων». Και μετά από λίγο Τον ατίμωσαν, Τον χλεύασαν, Τον ράπισαν… Πρώτα γονάτισαν μπροστά Του και Τον προσκύνησαν. Κι έπειτα Τον άρπαξαν και Τον οδήγησαν στον Σταυρό. Τη μια μέρα ζητωκραύγαζαν «ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου!» Και την άλλη παραληρούσαν «σταυρωθήτω!» Αυτοί είναι οι άνθρωποι. Κι αυτή είναι η δόξα της γης.
Όταν ευημερείς οι άνθρωποι σε τιμούν και σε δοξάζουν. Όταν δυστυχήσεις σ’ εγκαταλείπουν και σ’ αποστρέφονται. Όταν όλοι τιμούσαν και θαύμαζαν τον Κύριο, οι απόστολοι ήταν δίπλα Του. Την ώρα του πάθους Του όμως Τον εγκατέλειψαν κι έφυγαν μακριά Του.
Όσο μεγαλύτερη είναι η δόξα τόσο μεγαλύτερος και ο φόβος. Εκείνοι που ορειβατούν στις επικίνδυνες βουνοκορφές των τιμών, διατρέχουν περισσότερους κινδύνους από εκείνους που βαδίζουν με σιγουριά στις ομαλές πεδιάδες της ασημότητας. Τα ύψη της τιμής διαδέχονται τα βάραθρα της ατιμίας και του ονειδισμού, είτε εδώ από τους ανθρώπους είτε εκεί από τους δαίμονες. «Όσο δόξασε τον εαυτό της…, τόσο δώστε της βασανισμό και πένθος», διατάσσει ο άγγελος της Αποκαλύψεως για τη νοητή Βαβυλώνα (Αποκ. 18:7).
Όσο λοιπόν περισσότερο σε τιμούν, τόσο θεώρησε τον εαυτό σου ανάξιο της τιμής, και κράτησε σταθερά μέσα στην καρδιά σου το φρόνημα της ταπεινώσεως. Θυμήσου τον θάνατο που τους εξισώνει όλους, πλούσιους και φτωχούς, άρχοντες και υποτακτικούς, ένδοξους και άσημους, σοφούς και μωρούς, ανδρείους και αδύναμους. Όλοι κλείστηκαν μέσα σ’ ένα μικρό μνήμα.