Σάββατο 9 Ιουνίου 2018

ΤΑ ΚΡΥΠΤΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ


                Οι άνθρωποι έχουμε τα μυστικά μας. Δεν έχουν να κάνουν μόνο με το τι δεν θέλουμε να γνωρίζουν οι άλλοι σχετικά με τις πράξεις ή τη συμπεριφορά μας έναντί τους. Με αυτό που ονομάζουμε αυθεντική ηθική μας και που έχει να κάνει με το ποιες αρχές κατευθύνουν την ζωή και την συμπεριφορά μας, ποια είναι τα «πρέπει» μας, τα οποία φαινομενικά αγωνιζόμαστε να τηρήσουμε,  αλλά στην πράξη δεν τα καταφέρνουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα. Τα κύρια μυστικά μας έχουν να κάνουν με τον ίδιο μας τον εαυτό. Τι πραγματικά μας απασχολεί. Ποιο είναι το βάθος της ύπαρξής μας. Τι θα θέλαμε και επειδή δεν μπορούμε ή δεν είμαστε έτοιμοι να παλέψουμε για να το αποκτήσουμε, το κλείνουμε μέσα μας, αλλά αυτό διαμορφώνει την συμπεριφορά μας, αν και όχι πάντα εμφανώς, μας κάνει να δείχνουμε πως δεν ξέρουμε γιατί φερόμαστε με τρόπο αναπάντεχο, μας κλείνει με τη σειρά του εντός μας, μάς καθιστά ανικανοποίητους, γκρινιάρηδες, μελαγχολικούς.  
                Τα κρυπτά των ανθρώπων  έχουν να κάνουν με τις επιθυμίες μας. Έχουν να κάνουν με τις πράξεις μας, αυτά για τα οποία εξωτερικά θα ντρεπόμασταν να τα φανερώσουμε ή δεν θα θέλαμε να γίνεται λόγος. Ό,τι ονομάζουμε ιδιωτικότητα. Ό,τι έχει να κάνει με την σάρκα και το φρόνημά της. Ό,τι κατά βάθος μας αρέσει, αλλά προσποιούμαστε πως δεν πρέπει και το κατακρίνουμε στους άλλους. Μία στάλα κόλαση την οποία έχουμε κρύψει πίσω από τους λόγους περί Παραδείσου. Τα κρυπτά έχουν να κάνουν με τον «ζοφώδη και ασέληνο έρωτα της αμαρτίας», όπως αναφέρει η οσία Κασσιανή στο τροπάριό της για τη πόρνη γυναίκα. Μόνο που εκείνη η πόρνη παραδεχόταν αυτό που της άρεσε και δεν έπαιζε τον υποκριτικό ρόλο ότι το καταδίκαζε. Αισθανόταν  την ανημπόρια έναντί του, αλλά και ότι ευχαριστιόταν με την αμαρτία της.
                Για τους ανθρώπους που δεν έχουν γνωρίσει τον Χριστό ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι έχουν τον νόμο Του εντός τους και ότι για κάθε φανερό ή κρυφό έργο, σκέψη, επιλογή ισχύει το «συμμαρτυρούσης αυτών της συνειδήσεως και μεταξύ αλλήλων των λογισμών κατηγορούντων ή και απολογουμένων εν ημέρα ότε κρινεί ο Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων κατά το ευαγγέλιον διά Ιησού Χριστού» (Ρωμ. 2, 15-16). «Στο ότι οι εντολές του νόμου του Θεού είναι γραμμένες στις καρδιές τους συμφωνεί και η συνείδησή τους, που η φωνή της τούς τύπτει ή τους επαινεί ανάλογα με την διαγωγή τους και όλα αυτά θα γίνουν την ημέρα που ο Θεός διά του Ιησού Χριστού θα κρίνει τις κρυφές σκέψεις των ανθρώπων, όπως λέει το ευαγγέλιο».
                Θα κριθούμε για τα κρυπτά μας, πρώτα κατά την ώρα του θανάτου μας και κατόπιν στην ανάσταση τω νεκρών, αν και ήδη κρινόμαστε από την ζωή και τις περιστάσεις τους, από τους άλλους και τον εαυτό μας, ακόμη κι αν δεν το συνειδητοποιούμε.  Έχουμε ως μάρτυρα την συνείδησή μας η οποία διευθύνει την σύγκρουση των αντίθετων λογισμών, αυτών που συνηγορούν στο δικαίωμά μας να χαιρόμαστε τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις πράξεις όταν είναι αντίθετες στον λόγο του Θεού ή κινητοποιούν την αντίσταση και την μετάνοια. Δεν είναι μόνο έργο του πονηρού, του διαβόλου, του κακού η ευχαρίστηση του κρυπτού ή η προετοιμασία για την εκπλήρωση επιθυμιών που αντίκεινται στο Ευαγγέλιο ή η απόγνωση στην οποία πέφτουμε όταν αυτές δεν μπορούμε να τις ικανοποιήσουμε, η σκοτεινή μας πλευρά δηλαδή. Είναι συνηγορία της απόφασής μας να φιμώσουμε την συνείδησή μας. Να αγνοήσουμε ότι υπάρχει Ευαγγέλιο. Ή να παραδοθούμε στο ότι άνθρωποι είμαστε και δικαιούμαστε να κάνουμε αυτό που μας αρέσει ή να επιθυμούμε ακόμη κι αυτά που ο Θεός δεν τα θέλει, διότι δεν είναι αγάπη, δεν δίνουν ζωή, αλλά μας τραβούν προς τον θάνατο του εγκλωβισμού στο εγώ μας ή στην φθορά του σαρκικού φρονήματος.
                Ο Θεός είναι αγάπη. Είναι πατρότητα. Είναι συγχώρεση. Είναι όμως και παντογνώστης. Απέναντί Του δεν υπάρχουν κρυπτά, δεν υπάρχουν μυστικά. Όλα είναι διάφανα. Η αίσθηση ότι μας ευφραίνει το κακό, το αντίθετο με το θέλημά Του προϋποθέτει, αν πιστεύουμε, μία στάση εντός μας και μία απόφαση να δούμε ποιον αγαπούμε ή ποιον θέλουμε να αγαπούμε.  Αν η επιλογή μας είναι ο Θεός, τότε εν μετανοία ακούμε την συνείδησή μας, η οποία μας λέει να βρούμε την οδό της αλήθειας και της αρετής, με τον απαιτούμε νο κόπο. Αν η επιλογή μας είναι ο Θεός, αλλά δεν αντέχουμε να μην αγαπούμε τις αντίθεες επιθυμίες μας, ο δρόμος περνά μέσα από την μετάνοια, την πάλη εναντίον των λογισμών, αλλά θέλει χρόνο πολύ και όχι απογοήτευση για όσα δεν μπορούμε. Δεν είμαστε μόνοι μας άλλωστε. Το πρόβλημα έγκειται όταν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε αυτό ή προσποιούμαστε ότι δεν ανήκουμε σ’ αυτήν την δεύτερη ομάδα και κατακρίνουμε τους άλλους για όσα εμείς ζούμε ή θα θέλαμε να ζήσουμε. Ο θρίαμβος της υποκρισίας. Και τότε τα κρυπτά μας επιτρέπει ο Θεός να μας ταπεινώσουν είτε στις σχέσεις μας με τους άλλους, είτε στα παιδιά μας είτε στις αποτυχίες της ζωής. Γιατί αντί να επιλέξουμε μία ηθική κατά το «παλεύω όσο μπορώ», ανεβάσαμε τον πήχυ στην τελειότητα και προσποιούμαστε.
                Ο κόσμος σήμερα θεωρεί ότι δικαιούται τα κρυπτά, τα εν οίκω του, να τα καταστήσει δημόσια και να περηφανεύεται για την ανομία του.  Κατά βάθος όμως γνωρίζει ότι η συνείδησή του, όσο κι αν είναι φιμωμένη, αφήνει την φωνή της να βγαίνει. Και σκοτεινιάζει η ύπαρξη, ακριβώς διότι «έστι Θεός». Η εσχατολογική πορεία του καθενός μας προς τον θάνατο και την ανάσταση διαλύει τις ψευδαισθήσεις, ίσως πρώτα στην ματαιότητα που άλλοι, οικείοι μας βιώνουν και κάποια στιγμή και σε μας. Ένα δάκρυ φτάνει. Λίγη αγάπη για τον Χριστό και τον συνάνθρωπο ανοίγει τον δρόμο ώστε το φως να διαλύσει τα σκοτάδια μας. Η Εκκλησία μάς περιμένει.