Τρίτη 30 Απριλίου 2024
...ΚΑΙ ΜΕ ΛΥΧΝΑΡΙΑ ΦΩΤΕΙΝΑ ΝΑ ΤΟΝ ΥΠΟΔΕΧΘΕΙΤΕ
καὶ μὲ λυχνάρια φωτεινὰ νὰ τὸν ὑποδεχθεῖτε.
μὰ οἱ μισὲς ἀπὸ αὐτὲς λάδι σταλιὰ δὲν εἶχαν.
τὸ λάδι μας τελείωσε καὶ τώρα ποῦ θὰ βροῦμε;
καὶ ἀπ’τὰ δοχειάκια τοὺς γιομίζουν τὰ καντήλια.
-Δὲν μᾶς ἐδίνετε καὶ μᾶς κι’ἔτσι νὰ βολευτοῦμε;
-Ὀλίγο λάδι ἔχουμε ,γιὰ ὅλες μας δὲν φτάνει,
ἐὰν ἐδώσουμε καί σας, φιτίλι δὲν ἀνάβει.
Πηγαίνετε στὴν ἀγορὰ κι’ἐκεῖ λάδι ζητῆστε
καὶ σὰν τὸ βρῆτε κι’ἔρθετε, ἐμβεῖτε εἰς τὸν Γάμο.
Καὶ πήγαν’εἰς τὴν ἀγορὰ μὰ ὅλα κλειστὰ τὰ βρῆκαν,
κι’ἔμποροι ἐφώναζαν καὶ λέγανε σὲ τοῦτες,
-Ἀφῆστε καὶ κοιμόμαστε καὶ μὴν μᾶς ἐνοχλεῖτε,
μόνο ἐλᾶτε τὸ πρωϊ καὶ λάδι ὅσο θέτε.
Κι’ἔτσι γυρίσαν ἄπρακτες καὶ φῶς μαζὶ δὲν εἶχαν
καὶ σὰν κουτσούρια σκοτεινὰ χτυπούσανε τὴν θύρα.
-Ἀνοῖχτε Νύμφη καὶ Γαμπρὲ στὸν Γάμο σας να’ρθοῦμε.
Μὰ μία φωνὴ ἀκούστηκε,βαριὰ ὅπως ἡ μπόρα.
-Δὲν σᾶς γνωρίζω,φύγετε καὶ ἄλλο μὴν χτυπᾶτε,
γιατί σὲ τούτη τὴν χαρὰ μόνο τὸ φῶς χωράει.»
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ(ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ)
Στη Μαρία Ζ. που ρωτά…Πέντε σοφές και πέντε μωρές παρθένες. Διάβασε: πέντε σοφές και πέντε μωρές ανθρώπινες ψυχές. Οι σοφές είχαν τα καντήλια καθαρά και το λάδι ενώ οι μωρές μόνον τα καντήλια.
Τα καντήλια κατ’ αρχάς συμβολίζουν το σώμα και το λάδι το έλεος. Ίσως, η ελληνική λέξη «έλαιον» να έχει κάποια σχέση με τη λέξη έλεος. Από τη λέξη έλεος παράγεται και η λέξη πολυέλεος, που σημαίνει αυτόν που έχει πολύ έλεος. Ο πολυέλεος του ναού ανάβει κατά τη διάρκεια του όρθρου όταν ψέλνονται οι ψαλμοί περί του πολύ ελέους του Θεού έναντι του εκλεκτού Του λαού με την επανάληψη «ότι εις τον αιώνα το έλεος Αυτού αλληλούια» (Ψαλμ. 135:1). Οι σοφές παρθένες είχαν, λοιπόν, παρθένο σώμα με παρθένα ψυχή αλλά μαζί μ’ αυτό και μεγάλο έλεος. Έλεος απέναντι στους πιο αδύναμους από τις ίδιες, που ακόμα δεν είχαν απελευθερωθεί από τις αμαρτίες. Οι μωρές παρθένες κρατούσαν αυστηρά τη σωματική παρθενία αλλά ήταν ανελέητες και έβλεπαν περιφρονητικά τους πιο αδύναμους από τις ίδιες. Τους κατέκριναν με αλαζονεία και τους αποστρέφονταν με υπεροψία. «Δίκαια τις αποκαλούν μωρές», λέει ο άγιος Νείλος του Σινά, «αφού πέτυχαν στο πολύ δύσκολο και σχεδόν αδύνατο -δηλαδή την παρθενία- παρέβλεψαν όμως το έλεος, τη συμπόνια, τη συγχώρεση».
Το καντήλι τους ήταν καθαρό, αλλά άδειο και σκοτεινό! Όταν έρθει ο θάνατος και το σώμα λιώσει κάτω από το χώμα ενώ η ψυχή ξεκινήσει προς τον δρόμο της αιώνιας κατοικίας το λάδι του ελέους πρέπει να τις φωτίζει και να τις οδηγεί. Όποιος μένει χωρίς αυτό το λάδι θα τον περιτρυγυρίζει το σκοτάδι. Πώς θα διασχίσει τον δύσκολο αυτό χώρο; Η ψυχή διακατέχεται από φόβο και τρέμει. Γύρω της φοβερές σκιές από αναλαμπές. Σαν τα ανατριχιαστικά όνειρα που ταλαιπωρούν τον ύπνο. Ποιος θα την ελεήσει τώρα; Ποιος θα προσφέρει έστω και μία αχτίδα φωτός; Θα ελεήσει ο Θεός, αλλά τους ελεήμονες. Αφού έχει ειπωθεί: «Μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται» (Ματθ. ε : 7). Αυτοί που έδειξαν έλεος έναντι των δημιουργημάτων αυτοί θα ελεηθούν από τον Δημιουργό. Δεν είναι άραγε αυτό δίκαιο και παρηγορητικό;
Στη γειτονιά μας ζούσε μία μεγάλη κοπέλα. Γι αυτήν ήταν γνωστό ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της παρέμεινε τίμια. Μέχρι εκεί καλά και άξια συγχαρητηρίων. Αλλά από μέρα σε μέρα η γλώσσα της άρχισε να ξερνά δηλητηριώδη βέλη για εκείνους που ζούσαν στον γάμο και οι οποίοι αμαρτάνουν. Από το πρωί μέχρι το βράδυ περηφανευόταν για την παρθενία της και λοιδορούσε όσους της φαίνονταν χειρότεροι απ’ αυτήν. Ένας ιερέας σε μία συζήτηση μας είπε γι’ αυτήν: αν δεν ξέρετε τι είναι η μωρή παρθένα από την ευαγγελική περικοπή, να την! Και όντως, κατά κάποιο τρόπο, φαίνεται έντονα η μωρία όταν ο άνθρωπος διαθέτει μία και μόνον αρετή και του λείπουν οι υπόλοιπες. Η μία αρετή μοιάζει όπως ένα μικρό φως μέσα στο σκοτάδι που αναγκάζει τον ταξιδιώτη να γέρνει πότε αριστερά πότε δεξιά για να μπορέσει να δει. Η σοφία δεν βρίσκεται στην μία αρετή αλλά στη συλλογή όλων των αρετών. Όπως είπε και ο Πάνσοφος: «Η σοφία ωκοδόμησεν εαυτή οίκον και υπήρεισεν στύλους επτά» (Παρ. Σολ. 9: 1). Σοφή είναι η ψυχή εκείνη η οποία διαθέτει τουλάχιστον επτά αρετές.
Ακόμα αυτή η παραβολή του Χριστού έχει και βαθύτερη πνευματική σημασία. Με τις πέντε μωρές παρθένες υπονοεί τις πέντε βασικές αισθήσεις. Όποιος ζει μ’ αυτό που βλέπει και ακούει χωρίς κανέναν έλεγχο από τον νου, αυτός έχει μωρή ψυχή. Όταν ο θάνατος απλώσει το πέπλο του σ’ αυτόν τον αισθητό κόσμο μία τέτοια ψυχή μένει στο απόλυτο σκοτάδι. Με τις πέντε σοφές παρθένες υπονοεί τις πέντε εσωτερικές αισθήσεις, οι οποίες ελέγχουν τον νου και κυριαρχούν πάνω στις εξωτερικές αισθήσεις. Αλλά θα μπορέσεις κατά τη διάρκεια της ζωής σου να το αντιληφθείς αυτό; Ο χρόνος θα δείξει.
Ειρήνη και υγεία από τον Θεό.
ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ
Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, ότι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος έρως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης,
Ο αμέτρητον έχων το έλεος.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Κύριέ μου, Θεέ και πλαστουργέ μου, μια αμαρτωλή και
απεγνωσμένη γυναίκα, η οποία κυλιόταν, εδώ και χρόνια, στο βόρβορο
των πολλών και ακατανόμαστων αμαρτιών, αφότου ένοιωσε στα
κατάβαθα της ταραγμένης ψυχής της τη θεϊκή Σου φύση, ότι δεν είσαι
ένας απλός άνθρωπος, αλλά ο Σαρκωμένος Θεός, αισθάνθηκε την
ανάγκη να γίνει μυροφόρα, να αλείψει με πολύτιμα μύρα το άχραντο
Σώμα Σου, λίγο πριν τον σωματικό Σου θάνατο και ενταφιασμό Σου.
Όταν Σε πλησίασε άρχισε να κράζει με λυγμούς και οδυρμούς: Οϊμέ σε
μένα τη δύστυχη, αλίμονο μου, γιατί υπάρχει στην ψυχή μου
φωλιασμένη κατάμαυρη νυχτιά, μια μανιακή ροπή προς την ασωτία ένας
ολοσκότεινος, χωρίς φεγγάρι, ασυγκράτητος έρωτας προς την αμαρτία.
Δέξου Κύριέ μου τις αστείρευτες πηγές των δακρύων μου, Εσύ, που
μεταβάλλεις τα θαλάσσια νερά σε νεφέλες των ουρανών και γεμίζεις τις
απέραντες αποθήκες του ουράνιου θόλου. Λύγησε, μπροστά στους
αδιάκοπους και βαρείς αναστεναγμούς της καρδιάς μου και σκύψε να με
ακούσεις, Εσύ, που έγειρες και άνοιξες τους απέραντους ουρανούς για να
κατέβεις στη γη να σαρκωθείς και διά της ανείπωτης και ακατανόητης
αυτοταπείνωσής Σου, να επιτελέσεις τη σωτηρία του κόσμου.
Αισθάνομαι την ανάγκη να φιλήσω, με όλη τη δύναμη των χειλιών
μου, τα άχραντα και αμόλυντα ποδάρια Σου και αφού τα μουσκέψω και
τα πλύνω με τα πανάκριβά μου μυρωδικά, να ξεπλέξω τις πλούσιες
πλεξούδες του κεφαλιού μου, με αυτές, που σαγήνευα τους πορνικούς
μου πελάτες και να τα σφουγγίσω με τα μαύρα μου μαλλιά. Αυτά τα
αμόλυντα και θεϊκά ποδάρια, θα φιλήσω, θα μυρώσω και θα σκουπίσω,
των οποίων τα βήματα σαν άκουσε εκείνο το μοιραίο δειλινό στον
Παράδεισο η προμήτορα Εύα, από το φόβο της κρύφτηκε.
Ψυχοσώστη Σωτήρα μου, την πληθώρα των τόσων πολλών, μεγάλων
και ακατανόμαστων αμαρτημάτων μου, αλλά και των αβυσσαλέων
διαστάσεων κριμάτων Σου, ποιος άλλος μπορεί να τα καταλάβει και να
τα εξιχνιάσει, εκτός από Σένα; Γι’ αυτό σε ικετεύω από τα κατάβαθα της
ψυχής μου, μην με απορρίψεις την αχρεία δούλα Σου. Τολμώ να σε
επικαλεστώ, διότι Μόνος Εσύ, έχεις και σκορπίζεις τους αστείρευτους
οικτιρμούς και τα αμέτρητα ελέη Σου.
ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΖΩ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ!
"Κρίμα που δεν ζούμε την εποχή του Χριστού. Να βλέπαμε τον Χριστό, να είχαμε αυτήν τη δυνατότητα.."
Ο Γέροντάς μας είπε: "Ευτυχώς που δεν ζω την εποχή του Χριστού!".
Εγώ παραξενεύτηκα γιατί θα μου άρεσε η ιδέα, ας πούμε, να ζούσε κανείς την εποχή του Χριστού. Λέω, Γέροντα, δεν θα ήθελες να ζεις τον καιρό του Χριστού;
-Όχι, λέει, παιδί μου, δεν θα ήθελα!
-Λέω, γιατί; παράξενο πράγμα..
-Διότι, λέει, αν ζούσα σίγουρα θα ήμουν από αυτούς που Τον σταύρωναν. Έτσι πιστεύω για τον εαυτό μου.
Και βέβαια δεν χρειάζεται να ζήσεις τον καιρό του Χριστού για να Τον σταυρώσεις. Μπορείς άνετα να Τον σταυρώσεις, και τον Χριστό και τους αδελφούς σου, σε όποια εποχή κι αν ζεις και να επαναλάβεις τα ίδια. Αλλά ο Χριστός έδωσεν υπόδειγμα τον εαυτόν Του ώστε μέσα από την Αγία ζωή Του κι το Άγιον παράδειγμά Του να παίρνουμε κι εμείς θάρρος και κουράγιο να βαδίσουμε το δρόμο μας.
π. Αθανάσιος Μητρ. Λεμεσού
ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ
Ήχος πλ. δ’.
Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ούν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της βασιλείας έξω κλεισθής, αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος άγιος, βροντής υπάρχων, κατεβρόντησας, τη οικουμένη, την του Σωτήρος Ιάκωβε κένωσιν, και το ποτήριον τούτου εξέπιες, μαρτυρικώς εναθλήσας Απόστολε, όθεν πάντοτε, εξαίτει τοις σε γεραίρουσι, πταισμάτων ιλασμόν και μέγα έλεος.
Δευτέρα 29 Απριλίου 2024
ΤΑ ΟΚΤΩ "ΟΥΑΙ"!
Κάτι παρόμοιο βλέπουμε νὰ περιγράφεται στὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάστηκε πρὸ ὀλίγου. Καθὼς ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα προχωρεῖ, πλησιάζει ἡ ὥρα ποὺ θὰ γίνῃ ἡ μεγάλη σύγκρουσις, ἡ μεγαλύτερη στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἡ δὲ μεγαλύτερη σύγκρουσις τῆς ἱστορίας εἶνε ἡ μάχη τοῦ Γολγοθᾶ. Ἐκεῖ τὸ φῶς θὰ συγκρουσθῇ μὲ τὸ σκοτάδι, ἡ ἀγαθότης μὲ τὴν κακία, ὁ Θεὸς μὲ τὸν διάβολο. Πρὶν λοιπὸν ἀπὸ τὴν τελικὴ ἐκείνη ἀναμέτρησι τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, προτοῦ ὁ Χριστὸς ἀντιμετωπίσῃ τὸν ἐχθρὸ στῆθος μὲ στῆθος, προηγοῦνται, τρόπον τινὰ ὡς ἁψιμαχίες, λεκτικοὶ διαξιφισμοὶ μὲ τὰ ὄργανα τοῦ ἐχθροῦ. Ἁψιμαχίες εἶνε οἱ πονηρὲς ἐρωτήσεις τῶν Ἡρῳδιανῶν, τῶν Σαδδουκαίων καὶ τῶν Φαρισαίων, τὶς ὁποῖες ὁ Χριστὸς ἀμυνόμενος ἀντικρούει μὲ ἀποστομωτικὲς ἀπαντήσεις.
Καὶ μετὰ τὴν ἄμυνα προχωρεῖ τώρα σὲ ἐπίθεσι. Καὶ ἐπίθεσις εἶνε ὁ ἔλεγχος τοῦ Χριστοῦ πρὸς τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους, μέσα στὸν ὁποῖον ἀκούγονται ὀκτὼ φοβερὰ «οὐαί» (βλ. Ματθ. 23,13-35).
Ἀξίζει νὰ στρέψουμε τὴν προσοχή μας εἰδικῶς σ᾿ αὐτὰ τὰ «οὐαί».
Ὕστερα, ἀγαπητοί μου, ἀπὸ ὅλες τὶς συντονισμένες προσπάθειες, ποὺ κατέβαλαν οἱ σοφισταὶ καὶ δικηγόροι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης μὲ σκοπὸ νὰ μπλέξουν τὸ Χριστό, νὰ τὸν ἐξευτελίσουν ἐνώπιον τοῦ λαοῦ, νὰ δείξουν ὅτι δὲν ξέρει τίποτε, ὅτι εἶνε ἕνας γελοῖος καὶ τίποτε περισσότερο, ὁ Χριστὸς ὠργίστηκε καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς ἀπευθύνῃ κατηγορητήριο. Ὅπως ὁ εἰσαγγελεὺς ἀπευθύνει ἀπὸ τῆς ἕδρας κατηγορῶ ἐναντίον τῶν ἐγκληματιῶν καὶ τῶν ἐνόχων, ἔτσι καὶ ὁ Χριστός. Ἀπὸ τὴ δική του σκοπιά, ποὺ εἶνε ὑπεράνω τῆς ἀτελοῦς ἀνθρωπίνης δικαιοσύνης, μὲ βάσι τὰ κριτήρια ἐκεῖνα μὲ τὰ ὁποῖα μιὰ μέρα θὰ δικάσῃ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, ἀπηύθυνε ἕνα δριμύτατο κατηγορῶ ἐναντίον τῶν γραμματέων καὶ φαρισαίων. Τὸ κατηγορῶ αὐτὸ περιέχει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ὅποιος διαβάζει ἢ ἀκούει τὸ κατηγορῶ αὐτὸ τοῦ Χριστοῦ, νομίζει πὼς ἀστράφτει ὁ οὐρανὸς καὶ πέφτουν κεραυνοὶ κι ἀστροπελέκια. Εἶνε τὰ «οὐαί…» «οὐαί…» ποὺ ἀκούσαμε. «Οὐαὶ» θὰ πῇ «ἀλλοίμονο», «τρισαλλοίμονο» σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ ἔκανε αὐτὰ τὰ πράγματα. Αὐτὰ τ᾽ ἀστροπελέκια, ποὺ πέφτουν στὰ κεφάλια τῶν ὑποκριτῶν, εἶνε ὀκτώ. Τ᾿ ἀκούσατε;
⃝ Τὸ πρῶτο τί λέει· «Οὐαί», ἀλλοίμονο σ᾿ ἐσᾶς τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους, διότι εἶστε «ὑποκριταί». Μπαίνετε μὲ προσποιητὴ εὐγένεια καὶ εὐλάβεια στὰ σπίτια τῶν χηρῶν, τάχα γιὰ νὰ κάνετε καλό, κι ἁρπάζετε τὸ βιός τους. Ἐνῷ εἶστε λῃσταί, λέει, καὶ κατατρῶτε τὶς περιουσίες τῶν φτωχῶν, ὑποκρίνεστε τοὺς εὐσεβεῖς ποὺ κάνουν μεγάλες προσευχές. Γι᾿ αὐτὸ θὰ κατακριθῆτε αὐστηρότερα (ἔ.ἀ. 23,13).
⃝ «Οὐαί», λέει, «ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί», ποὺ κοπιάζετε, τρέχετε δεξιὰ κι ἀριστερά, πηγαίνετε παντοῦ, γιὰ νὰ φέρετε στὴ θρησκεία σας ἕναν ἀλλόθρησκο· κι ὅταν τὸν φέρετε, μὲ τὴν κακή σας ζωὴ τοῦ δείχνετε δρόμο στραβὸ ποὺ τὸν ὁδηγεῖ στὴν κόλασι, τὸν κάνετε «υἱὸν γεέννης» χειρότερο κι ἀπὸ σᾶς (ἔ.ἀ. 23,15).
⃝ «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί»· ἀλλοίμονό σας, διότι, ἐνῷ εἶστε «τυφλοί», θέλετε νὰ ὁδηγῆτε ἄλλους. Καὶ ποῦ τοὺς ὁδηγεῖτε; Στὴν πλάνη. Διδάσκετε, ὅτι ὅποιος ὁρκιστῇ στὸ ναό, δὲν εἶνε τίποτε· ὅποιος ὁρκιστῇ στὸ χρυσάφι τοῦ ναοῦ –τὸ χρυσάφι λάτρευαν οἱ φιλάργυροι–, ὤ αὐτὸ εἶνε μεγάλη ἁμαρτία. «Μωροὶ καὶ τυφλοί!», λέει ὁ Χριστός, ποιό εἶνε ἀνώτερο, τὸ χρυσάφι ἢ ὁ ναὸς ποὺ ἁγιάζει τὸ χρυσάφι; (ἔ.ἀ. 23,16-22).
⃝ «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί», λέει, ποὺ ἐκτελεῖτε τὶς μικρὲς ἐντολές κι ἀφήνετε τὶς μεγάλες. Τὶς μικρὲς ἐντολὲς τὶς ἐκτελοῦσαν, γιατὶ ἦταν εὔκολες (π.χ. τὸ νὰ δίνουν τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ τὸν δυόσμο, τὸ ἄνηθο καὶ τὸ κύμινο). Τὶς μεγάλες ὅμως ἐντολές, ποὺ θέλουν θυσία, τὶς καταπατοῦσαν χωρὶς φόβο Θεοῦ· μεγάλες ἐντολὲς εἶνε ἡ «κρίσις» (ἡ δικαιοσύνη, τὸ νὰ μὴν κάνουν ἀδικίες), τὸ «ἔλεος» (ἡ ἐλεημοσύνη, τὸ νὰ ἐλεοῦν), καὶ ἡ «πίστις» (ὅ,τι κάνουν δηλαδὴ νὰ τὸ κάνουν γιατὶ πιστεύουν στὸ Θεό). Στὴν κατηγορία αὐτὴ ἀνήκουν καὶ σήμερα πολλοὶ λεγόμενοι Χριστιανοί, ποὺ κάνουν κάτι μικρὰ πράγματα (πετοῦν τίποτε δεκάρες στὴν ἐκκλησία, ἀνάβουν κανένα κερί, κάνουν τὸ σταυρό τους, νηστεύουν Τετάρτη καὶ Παρασκευή). Πρέπει νὰ τὰ ἐκτελοῦμε καὶ αὐτά, ἀλλοίμονο· εἶνε καλὸ ν᾿ ἀνάβῃς κερί, νὰ προσκυνᾷς τὶς εἰκόνες, νὰ νηστεύῃς κ.λ.π.. Ἀλλὰ πέρα ἀπὸ αὐτά, ποὺ εἶνε σχετικῶς εὔκολα, ὑπάρχουν οἱ μεγάλες ἐντολές· ἡ δικαιοσύνη, ἡ εὐσπλαχνία, καὶ πρὸ παντὸς ἡ ἀγάπη ἡ κορυφαία ἀρετή. Ἀλλοίμονο σ᾿ ἐσᾶς, λέει, ποὺ τὸ κουνούπι τὸ προσέχετε, ἀλλὰ τὴν καμήλα τὴν καταπίνετε ὁλόκληρη. Τέτοιοι εἶνε πολλοί. Αὐστηροὶ στὰ μικρά, ἐλαστικοὶ στὰ μεγάλα ἁμαρτήματα καὶ ἐγκλήματα (βλ. ἔ.ἀ. 23,23-24).
⃝ «Οὐαί», λέει, «ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί». Καθαρίζετε τὸ ποτήρι καὶ τὸ πιάτο σας ἀπ᾿ ἔξω, ἀλλὰ τὸ φαγητὸ καὶ τὸ ποτὸ ποὺ περιέχουν προέρχονται ἀπὸ ἁρπαγή, κ᾿ εἶνε ἀκάθαρτα. Ἔτσι μοιάζει καὶ ὅλη ἡ κατάστασί σας· ἀπ᾿ ἔξω δείχνεσθε σεμνοὶ καὶ εὐσεβεῖς, ἡ ψυχή σας ὅμως κρύβει πολλὰ πάθη. Ἂν θέλετε νὰ γίνετε καθαροί, σταματῆστε τὴν ἀδικία (βλ. ἔ.ἀ. 23,25-26).
⃝ «Οὐαί», λέει, «ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί». Μοιάζετε μὲ τάφους ἀσβεστωμένους, ποὺ εἶνε ὡραῖοι ἐξωτερικῶς, ἀλλ᾿ ἅμα σηκώσῃς τὴν πλάκα, ἀπὸ κάτω εἶνε γεμᾶτοι κόκκαλα νεκρὰ καὶ κάθε ἀκαθαρσία. Ἔτσι κ᾿ ἐσεῖς· ἀπ᾿ ἔξω φαίνεστε στοὺς ἀνθρώπους δίκαιοι, μέσα σας ὅμως εἶστε γεμᾶτοι ὑποκρισία καὶ ἀνομία (βλ. ἔ.ἀ. 23,27-28).
⃝ «Οὐαὶ ὑμῖν», λέει τὸ τελευταῖο, «γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί». Χτίζετε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ στολίζετε τὰ μνήματα τῶν δικαίων, τιμᾶτε δηλαδὴ τοὺς ἁγίους καὶ μεγάλους ἄνδρες τῆς ἱστορίας σας. Ἀλλὰ τί κοινὸ ἔχετε μ᾿ ἐκείνους; Καθόλου δὲν τοὺς μοιάζετε. Ἂν τιμᾶτε ἐκείνους εἰλικρινῶς, τότε πῶς εἶστε ἕτοιμοι νὰ σκοτώσετε τοὺς νέους προφῆτες ποὺ σᾶς στέλνει ὁ Θεός; – διότι σὲ κάθε ἐποχὴ ὑπάρχουν προφῆτες, ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ. Λοιπὸν ἐσεῖς λέτε ὅτι τιμᾶτε τοὺς ἀρχαίους μεγάλους προφῆτες, ἀλλ᾿ ἂν παρουσιαστῇ νέος προφήτης στὸν κόσμο θὰ τὸν ἐκτελέσετε. Παιδιὰ τῆς ὀχιᾶς, λέει, νεώτεροι ἀπόγονοι τοῦ Κάϊν ποὺ σκότωσε τὸν ἀθῷο Ἄβελ, πῶς θὰ σωθῆτε ἀπὸ τὴν καταδίκη τῆς κολάσεως; (βλ. ἔ.ἀ. 23,29-35).
* * *
Ἔτσι μίλησε, ἀγαπητοί μου, τότε ὁ Χριστὸς στοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους. Ἀλλὰ μήπως οἱ φαρισαῖοι ἔλειψαν ἀπὸ τότε. Ὑπάρχουν καὶ σήμερα· καὶ θὰ ὑπάρχουν μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὸ τέλος τῆς Καινῆς Διαθήκης, στὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννου, ἀκούγονται πάλι ἄλλα «οὐαί» (βλ. Ἀπ. 8,13· 18,10 κ.ἀ.), γιὰ τοὺς φαρισαίους τῶν ἐσχάτων χρόνων.
Καὶ ἂν κανεὶς ἀπορῇ «Εἶνε λοιπὸν κακὸς ὁ Θεὸς καὶ ἀπειλεῖ;», ἡ ἀπάντησις εἶνε· Ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ καὶ θέλει τὴ σωτηρία ὅλων· ἀπειλεῖ λοιπὸν μὲ τὰ «οὐαί», γιὰ νὰ προλάβῃ τὸ κακό, γιὰ νὰ φέρῃ σὲ μετάνοια καὶ σωτηρία.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΤΑΙ
Έλεγε ο γερο-Αιμιλιανός της Σιμωνόπετρας στους μοναχούς του:
«Πατέρες, αφού δεν μπορούμε να είμαστε Άγιοι, προς το παρόν τουλάχιστον, ας γίνουμε ευγενείς άνθρωποι! Ας αρχίσουμε απ’αυτό, από τα απλά πράγματα. Και από τα απλά πράγματα θα προχωρήσουμε στα επόμενα».
Από τα πολύ απλά. Από τα απλά πράγματα ο άνθρωπος του Θεού καλλιεργείται.
Δεν θα έρθει ο Νέρωνας ούτε ο Διοκλητιανός να μας βάλει μπροστά μας την άρνηση του Θεού. Τι θα έρθει όμως;Η καθημερινότητά μας!
Τα πράγματα που θα βρούμε το πρωί που πάμε στη δουλειά μας, στο σπίτι μας, στη συζυγία μας. Σε οτιδήποτε πάω να κάνω. Αυτά θα βρω μπροστά μου.
Εκεί θα φανεί τι γίνεται μέσα μου!
Άλλαξε αυτή η καρδία και έμαθε τον Πατέρα της; Τον εγνώρισε; Κατάλαβε ποιου Πατέρα είναι παιδί και λειτούργησε ανάλογα ή λειτούργησε διαφορετικά;
Είναι τόσο απλό που μπορεί, πράγματι, από αυτό και μόνο ο άνθρωπος να φτάσει εις μέτρα θεία.
π. Αθανάσιος Μητρ. Λεμεσού
Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ
του πατρός Δημητρίου Μπόκου
Με την Κυριακή των Βαΐων κλείνει ο κύκλος των έξι εβδομάδων της Μεγάλης Σαρακοστής και μπαίνουμε στη Μεγάλη Εβδομάδα (συνολικά 49 ημέρες νηστείας).
Είναι μεγάλη η εβδομάδα αυτή, όχι γιατί έχει διαφορετική χρονική διάρκεια από τις άλλες, αλλά επειδή συντελέστηκαν κατ’ αυτήν τα συγκλονιστικότερα συμβάντα της παγκόσμιας ιστορίας, τα πρωτόγνωρα γεγονότα του σχεδίου της θείας Οικονομίας, τα φρικτά Πάθη, η θεόσωμος ταφή και η εις Άδου κάθοδος του Χριστού, για να ακολουθήσει η λαμπροφόρος Ανάστασή του.
Όλα αυτά δηλαδή, διά των οποίων «της φθοράς το ημέτερον γένος ανακληθέν, προς αιωνίαν ζωήν μεταβέβηκεν».
Ο Χριστός εισέρχεται στην αγία πόλη Ιερουσαλήμ επευφημούμενος ως βασιλεύς, αλλά και πάλι η βασιλεία του «ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου». Δεν έρχεται για να καθίσει επί θρόνουδόξης, όπως οι επίγειοι βασιλείς. Είναι ο «ερχόμενος επί το εκούσιον πάθος». Επευφημήθηκε και υμνήθηκε ως «ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου βασιλεύς του Ισραήλ». Αλλά έρχεται κατ’ ουσίαν «ταπεινούμενος», όχι δοξαζόμενος,«επί όνον και πώλον υιόν υποζυγίου», για να ετοιμάσει «την εν υψίστοις καθέδραν» για όσους τον αγαπούν.
Δεν προσπαθεί, όπως εμείς, από μικρός και ασήμαντος να γίνει σπουδαίος και τρανός. Η πορεία του βαίνει αντίστροφα. Από τη δόξα στην αδοξία. «Ο συνέχων τα πέρατα», αυτός που διακρατεί υπό τον απόλυτο έλεγχό του τα σύμπαντα, «τάφω συσχεθήναι» καταδέχεται. Σύμφωνα με την πάγια τακτική του,δεν επιδιώκει τον ανθρώπινο τρόπο δοξασμού. Διδάσκει, εφαρμόζει και αποβλέπει στη σίγουρη «διά μετριοπαθείας» και «εκ ταπεινώσεως ύψωσιν». Στην Ανάσταση που θα διαδεχτείτον Σταυρό και τον θάνατό του.
Έτσι, τύπος του Χριστού είναι κάθε άνθρωπος που ταπεινώνεται και αδικείται. Γι’ αυτό και προβάλλεται ιδιαίτερα στην αρχή της Μεγάλης Εβδομάδας (τη Μεγάλη Δευτέρα) ως τύπος του Χριστού ο πολύπαθος γιος του Ιακώβ, ο Ιωσήφ. Ένας άνθρωπος που υπέφερε τα πάνδεινα από οικείους και ξένους. Τα ίδια τα αδέλφια του, κινούμενα από φθόνο, παραλίγο να τον θανατώσουν. Τον πούλησαν τελικά σκλάβο στην Αίγυπτο.
Συκοφαντήθηκε και εκεί με τον χειρότερο τρόπο, διώχτηκε και κατέληξε στη φυλακή, όπου και παρέμεινε επί μακρόν αδικούμενος, ώσπου ο Θεός τον ανέδειξε πανηγυρικά αντιβασιλέα της Αιγύπτου και ήρθαν όλοι, δικοί του και ξένοι, να τον προσκυνήσουν ως σωτήρα και κύριό τους. «Υπό των συγγόνων (από τα αδέλφια του) η δικαία ψυχή (ο Ιωσήφ) δέδοτο, πέπρατο (πουλήθηκε) εις δουλείαν ο γλυκύς εις τύπον του Κυρίου».
Ο δρόμος του Ιωσήφ, ο δρόμος του Χριστού, είναι ο δρόμος μας για την ανάσταση.
Καλή ευλογημένη Μεγάλη Εβδομάδα!
ΣΥΝΕΧΙΣΕ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ
Ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής
Συνέχισε νά προσπαθεῖς…
Σέ καιρό πειρασμοῦ μήν ἀφήνεις τή θέση σου, μή λιποτακτήσεις, μήν θελήσεις νά δείξεις τοῦ ἄλλου τό σφάλμα…
Καί τώρα πού νικήθηκες καί ἔπεσες μία φορά, νά εἶσαι ἄγρυπνος στό ἑξῆς σέ αὐτό τό πάθος.
Διότι
ὁ πειρασμός πάντοτε στέκει πλάι σου καί σ’ ὅποιον πόλεμο νικήθηκε μία
φορά, καί ἑκατό χρόνια νά περάσουν μόλις ἔλθει ὁ ἄνθρωπος σ’ ἐκεῖνο τό
πράγμα, πού νικήθηκε τήν πρώτη φορά, ἀμέσως τόν ρίχνει καί πάλι.
Γι’ αὐτό λέω σέ σένα καί σ’ ὅλους τούς ἀδελφούς, ὅτι σέ κάθε πόλεμο τοῦ ἐχθροῦ πρέπει νά βγεῖς νικητής. Ἤ νά πεθάνεις στόν ἀγώνα ἤ μέ τόν Θεό νά νικήσεις. Ἄλλος δρόμος δέν ὑπάρχει.
Σέ καιρό πειρασμοῦ μήν ἀφήνεις τή θέση σου, μή λιποτακτήσεις, μή
θελήσεις νά δείξεις τοῦ ἄλλου τό σφάλμα, μή ζητήσεις τό δίκαιο ἀλλά
σιωπώντας μέχρι θανάτου νά περάσεις τόν πειρασμόν καί τήν ταραχή.
Καί,
ἀφοῦ περάσει ὁ πειρασμός καί γίνει τέλεια εἰρήνη εἴτε Γέροντας εἶσαι
εἴτε ὑποτακτικός, τότε δεῖξε χωρίς πάθος τή ζημία καί τήν ὠφέλεια.
Καί ἔτσι οἰκοδομεῖται ἡ ἀρετή. Ὅλοι οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις θέλουν ὑπομονή, καί αὐτή εἶναι ἡ νίκη τους.
Σημείωσε
τά ὀνόματα ὅσων ὑπέμειναν ἕως θανάτου σέ καιρό πειρασμοῦ, πού γίνεται
στό στόμα τό σάλιο τους αἷμα γιά νά μή μιλήσουν. Αὐτούς νά τούς ἔχεις σέ
μεγάλη εὐλάβεια καί νά τούς τιμᾶς ὡς Μάρτυρες, ὡς Ὁμολογητές.
Αὐτούς, ἐγώ ἀγαπῶ, καί γι’ αὐτούς ὀφείλω νά χύνω κάθε ἡμέρα καί τήν τελευταία ρανίδα μου ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ. Διότι τόν βλέπεις ὅτι ὑπομένοντας προτιμᾶ μύριους θανάτους, παρά νά βγάλει ἀπό τό στόμα του λόγο ψυχρό.
Καί,
ὅταν τόν πνίγουν οἱ ἄνθρωποι, τόν πνίγει τό δίκαιο, τόν πνίγει καί ὁ
ἐσωτερικός λογισμός καί αὐτός μαχόμενος ἀτονεῖ καί πέφτει σάν νεκρός καί
συνεχίζει νά μάχεται νοερά μέ τόν πειρασμόν καί παίρνει ὅλα τά βάρη
ἐπάνω του πονώντας καί στενάζοντας ὡς φταίχτης.
Λοιπόν τίποτε ἄλλο δέν ἐπιθυμῶ καί τόσο πολύ ἀγαπῶ, ὅσο νά ἀκούω ὅτι κάνετε ὑπομονή στούς πειρασμούς.
Ἐπειδή
ὁ Θεός, ὡς Ὄν αὐτοδόξαστο, δέν χρειάζεται τήν ἐργασία τοῦ ἀνθρώπου.
Χαίρεται ὅμως καί ἀγαπᾶ, ὅταν γιά τήν ἀγάπη Του μαρτυροῦμε καί πάσχουμε.
Γι’ αὐτό καί μᾶς στεφανώνει ὡς ἀθλητές, μᾶς χαρίζει πλούσια τή χάρη
Του.
Ἤθελα
νά κάνω τρεῖς λόγους, ἤ καί βιβλία, πού τό ἕνα νά περιέχει μόνον αὐτό:
Ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι μηδέν καί διαρκῶς νά φωνάζω ὅτι εἶμαι μηδέν.
Τό ἄλλο νά γράφει: Ὅτι σέ ὅλα εἶναι ὁ Θεός αὐτοδόξαστος. Καί τό τρίτο: Νά ἔχεις σέ ὅλα ὑπομονή μέχρι θανάτου.
Κι
ἄν εἶσαι νέος, κι ἄν γέρασες, κι ἄν ἀγωνίσθηκες πολλά χρόνια, ἐάν δέν
κάνεις ὑπομονή μέχρι νά βγεῖ ἡ ψυχή σου, σάν κουρέλι θεωροῦνται τά ἔργα
σου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Λοιπόν γνώριζε τόν ἑαυτό σου ὅτι εἶσαι μηδέν. Αὐτή εἶναι ἡ ὕπαρξή σου, μηδέν. Ἡ καταγωγή σου εἶναι ὁ πηλός, καί ἡ ζωτική δύναμή σου εἶναι ἡ πνοή τοῦ Θεοῦ. Ὅλα λοιπόν εἶναι τοῦ Θεοῦ.
Γνώριζε τόν ἑαυτό σου ὅτι εἶσαι μηδέν καί ἔχε ὑπομονή στούς πειρασμούς, γιά νά ἀπαλλαγεῖς ἀπ’ αὐτούς, καί νά γίνεις θεός κατά χάριν γιατί εἶσαι ἡ πνοή, τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ.
ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ-ΙΩΣΗΦ ΤΟΥ ΠΑΓΚΑΛΟΥ
Ήχος πλ. δ’.
Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ούν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της βασιλείας έξω κλεισθής, αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΑΣΩΝΑΣ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ
Άγιοι Ιάσονας και Σωσίπατρος οι Απόστολοι: Απόστολοι εκ των Ο’ (εβδομήκοντα), που εκχριστιάνισαν τους κατοίκους της Κέρκυρας
Η μνήμη τους τιμάται στις 29 Απριλίου. Την ημέρα αυτοί γιορτάζουν όσοι φέρουν το όνομα Ιάσων και Σωσίπατρος.
Ο Ιάσων και ο Σωσίπατρος ήταν μαθητές του Αποστόλου Παύλου και αφοσιώθηκαν με ιδιαίτερο ζήλο στο ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας και στη διάδοση του μηνύματος του Ευαγγελίου. Ο Ιάσων ήταν επίσκοπος Καρσού και ο Σωσίπατρο Ικονίου.
Η ιεραποστολική τους δράση τους οδήγησε στην Κέρκυρα για να κηρύξουν και να διαδώσουν το Θείο Λόγο. Εκεί, ο ειδωλολάτρης άρχοντας Κερκυλλίνος τους συνέλαβε και τους φυλάκισε. Μέσα στη φυλακή κατόρθωσαν να κάνουν χριστιανούς επτά διαβόητους λήσταρχους του νησιού (Ιακισχόλο, Ιανουάριο, Ευφράσιο, Μαμμίνο, Μαρσάλιο, Σατορνίνο, Φαυστιανό), το δεσμοφύλακα Αντώνιο, ακόμη κι αυτή τη θυγατέρα του άρχοντα, Κέρκυρα, η μεταστροφή της οποίας έγινε αφορμή να πιστέψουν πολλοί στο νησί.
Όταν ο Κερκυλλίνος πνίγηκε σε κάποιο ναυάγιο, τον διαδέχθηκε ο Δατιανός, η πρώτη ενέργεια του οποίου ήταν να οδηγήσει στην πυρά τον Σωσίπατρο. Ο Ιάσονας, όμως, κατόρθωσε τελικά να εκχριστιανίσει τον Δατιανό και ολόκληρη την οικογένειά του.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Δυὰς ἡ ὁμότροπος, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, Ἰάσων ὁ ἔνδοξος, Σωσίπατρος ὁ
κλεινός, συμφώνως τιμάσθωσαν οὗτοι γὰρ δεδειγμένοι, τὸν τῆς χάριτος
λόγον, ηὔγασαν ἐν Κερκύρᾳ, εὐσεβείας τὸ φέγγος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ,
ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Κυριακή 28 Απριλίου 2024
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΚΙΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΠΟΥ ΞΗΡΑΘΗΚΕ ΦΑΙΝΟΜΕΝΙΚΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ;(ΟΣΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ)
Ποια είναι η συκιά του Ευαγγελίου που ξεράθηκε φαινομενικά παράλογα; Και ποια είναι η ακρότατη πείνα που ζητούσε καρπό πριν από την ώρα; Και τι σημαίνει η κατάρα για ένα αναίσθητο πράγμα.
ΤΑ ΒΑΓΙΑ ΓΙΝΑΝΕ ΚΑΡΦΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΗΚΑΝ ΣΕ ΡΑΠΙΣΜΑΤΑ
Αν ήμασταν στα Ιεροσόλυμα το ίδιο θα κάναμε. Χειροκροτήματα για κάποιον που θέλουμε να μας βγάλει από τα μνημόνια, να αυξήσει τις συντάξεις, να κάνει διορισμούς στο δημόσιο κλπ. Τι, όχι ; Βασιλεία των Ουρανών ; Τι είναι αυτά; Δεν τα θέλουμε! Δεν μας κάνεις! Άρον, άρον σταύρωσον αυτόν!
Να προσέχουμε λοιπόν, τα πολλά μπράβο, τους ενθουσιασμούς και τα χειροκροτήματα.
Πολλές φορές πίσω από όλα αυτά μπορεί να κρύβονται πολλά. Αυτοί που σε χειροκροτούν τις περισσότερες φορές θέλουν κάτι από εσένα. Εύκολα τα χέρια που σε αγκαλιάζουν καταλήγουν να έχουν μαχαίρι και να σε πληγώσουν στην πλάτη. Μην περιμένεις αδερφέ τίποτα από αυτόν τον κόσμο ακόμα και από τη μητέρα που σε γέννησε. Ο κόσμος είναι αχάριστος και πάντα ό,τι δίνει το προσφέρει σε μορφή δολώματος για ν’ αρπάξει κάτι μεγαλύτερο.
Δεν μας νοιάζει τι λέει ο κόσμος.
Μας αρκεί τι λέει ο Θεός. . .
Μου αρέσει που ο Χριστός απογοητεύει την κοσμική μας πλευρά, αλλά γοητεύει την πνευματική.Το λες και ελπίδα…
Καλή Μεγάλη Εβδομάδα…
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ,ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΑΣ
Δεν προσφέρουμε τίποτα στο Θεό με την προσευχή μας, προσφέρουμε όμως πολλά στον εαυτό μας.Τον εαυτό μας ευεργετούμε κατά την επικοινωνία με τον ουράνιο Πατέρα μας»
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΩΜΑΤΩΝ
-Ε, και αν είναι άρρωστος, θα γίνει καλά, Του είπαν.
-Ο Λάζαρος ο φίλος μας, τους λέει, «κεκοίμηται», κοιμήθηκε.
-Χριστέ μου, του λένε οι μαθητές, άμα κοιμήθηκε θα σηκωθεί, όπως σηκώνονται οι άνθρωποι. Κοιμούνται και ξυπνάνε.
-Δεν καταλάβατε τι σας λέω, τους απάντησε ο Χριστός. ‘Κοιμήθηκε’ σημαίνει πέθανε. Τον χάσαμε τον Λάζαρο. Αλλά πάμε να τον ξυπνήσουμε. Πάμε.
Σηκώθηκαν λοιπόν και φτάσανε στην Βηθανία. Ο Λάζαρος είχε πεθάνει τέσσερες ημέρες. Τον είχαν θάψει και ήταν τέσσερες ημέρες πεθαμένος.
Συνήθως, την πρώτη ημέρα, το σώμα του νεκρού κρατάει-δεν κρατάει. Την δεύτερη ημέρα δεν κρατάει. Αρχίζει να βρωμάει. Την τρίτη ημέρα, δεν μπορεί πια να πλησιάσει άνθρωπος! Και την τέταρτη… φεύγετε να φεύγουμε!
Οι Εβραίοι είχαν μια συνήθεια. Όταν έθαβαν άνθρωπο, την πρώτη, δεύτερη, τρίτη ημέρα, όσες άντεχαν, άνοιγαν τον τάφο – τον σκέπαζαν πρόχειρα βέβαια στην αρχή – και κάθονταν και τον μοιρολογούσαν, μέχρι που η βρώμα ήταν τέτοια, που δεν άντεχαν πια να σταθούν εκεί με κανένα τρόπο. Και τις πρώτες ημέρες, για να σταθούν λίγο γύρω του και να μοιρολογήσουν, έριχναν αρώματα επάνω του να κόβουν την δυσωδία. Όταν πια η δυσωδία γινόταν ανυπόφορη, έκλειναν τον τάφο μία για πάντα. Και έφευγαν.
Έφτασε ο Χριστός στη Βηθανία και Τον υποδέχθηκε η αδελφή του Λαζάρου η Μαρία.
-Κύριε, αν ήσουνα εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου, Του λέει.
-Μη φοβάσαι, απαντάει Χριστός. «Αναστήσεται ο αδελφός σου». Θα αναστηθεί.
-Κύριε, εγώ το πιστεύω ότι θα αναστηθούμε όλοι, όταν θα τελειώσει ο κόσμος αυτός.
-Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή, της λέει ο Χριστός. Από μένα εξαρτάται η ανάσταση. Όποιος πιστεύει σε μένα, δεν θα δει θάνατο. Αλλά εγώ θα τον αναστήσω την ημέρα εκείνη. Όποιος πιστεύει σε μένα, και αν πεθάνει ακόμη, εγώ θα του δώσω ζωή.
Πήγαν στον τάφο και λέει ο Χριστός:
-Ανοίχτε τον τάφο.
Πέφτουν επάνω Του:
-Μη Χριστέ μου, δεν αντέχει πια άνθρωπος να σταθεί κοντά του. Τέσσερες ημέρες είναι πεθαμένος. Έχει βρωμίσει φοβερά.
Αλλά ο Χριστός επέμεινε:
-Ανοίχτε τον τάφο.
Και ανοίγοντας τον τάφο, φώναξε:
-Λάζαρε, δεύρο έξω. Έλα έξω.
Και βγήκε ο πεθαμένος. Πώς βγήκε;
Εμείς τους βάζουμε τους πεθαμένους στον τάφο με τα ρούχα τους. Την παλαιά εποχή οι Εβραίοι τους φάσκιωναν, όπως φάσκιωναν την παλαιά εποχή τα μωρά παιδάκια. Για φανταστείτε! Χέρια και πόδια φασκιωμένα, και όταν διάταξε ο Χριστός, ο Λάζαρος βγήκε έξω!
Όταν διατάζει ο Χριστός, όλα γίνονται.
Και αν αυτό ισχύει στους άψυχους νεκρούς, πολύ περισσότερο πρέπει να ισχύει στους έμψυχους «νεκρούς». Σε μας, κάθε φορά που ακούμε την φωνή Του. Είτε είσαι «δεμένος», είτε είσαι «λυτός», πρέπει να ανταποκρίνεσαι στην εντολή Του. Ό,τι εμπόδιο και αν αισθάνεσαι, πρέπει να το ξεπερνάς, για να εκτελέσεις την αγία εντολή Του.
Και ο Λάζαρος, τέσσερες ημέρες πεθαμένος, άκουσε την φωνή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Όχι! Η ψυχή του την άκουσε, που ήταν στον Άδη.
Πιστοποιητικό ανάστασης σωμάτων
Ο Λάζαρος ήταν πεθαμένος σωματικά και αναστήθηκε. Γιατί αναστήθηκε;
Λέει το τροπάριο: «Την κοινήν ανάστασιν, προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον».
Χριστέ μου, ανάστησες τον Λάζαρο, για να δώσεις πιστοποιητικό ότι κάποια ημέρα θα αναστηθούν όλοι οι άνθρωποι, όσο και αν έχουν διαλυθεί, όσο και αν έχουν σβύσει και δεν υπάρχει πια ούτε κοκκαλάκι τους. Όταν θα δώσεις εντολή, θα γυρίσουν πάλι στη ζωή. Θα αναστηθούν με τα σώματά τους.
Και όσοι έζησαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, θα κληρονομήσουν την Βασιλεία Του όχι μόνο οι ψυχές τους αλλά και τα σώματά τους. Γιατί και το σώμα εκοπίασε. Πού εκοπίασε;
Στην ορθοστασία μέσα στην Εκκλησία.
Στις γονυκλισίες την ώρα προσευχής.
Στην νηστεία για την υπακοή στο θέλημα του Χριστού.
Στα καλά έργα με τα χέρια.
Στα καλά λόγια με το στόμα, για την δοξολογία του Χριστού, για την διδασκαλία, για την παρηγοριά των ανθρώπων και για οποιοδήποτε άλλο καλό.
Τα πόδια εκοπίασαν, για να τρέχουν πάντα στο καλό. Και όλο το σώμα, για να κάνει το θέλημα του Θεού.
Αυτό το σώμα θα δοξασθεί και θα απολαύσει εκατονταπλάσια και χιλιαπλάσια από αυτά που άφησε και στερήθηκε για την δόξα του Χριστού και για την υπακοή στο άγιο θέλημα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Πιστοποιητικό, λοιπόν, ήταν η ανάσταση του Λαζάρου, ότι θα υπάρξει και θα γίνει η ανάσταση των νεκρών την ημέρα της δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
† Μητροπ. Νικοπόλεως Μελετίου
ΔΙΑ ΤΟΥΤΟ ΚΑΙ ΥΠΗΝΤΗΣΕΝ ΑΥΤΩ Ο ΟΧΛΟΣ
«῞Ολοι, λοιπόν, ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν μαζὶ μὲ τὸν ᾿Ιησοῦ, ὅταν φώναξε τὸν Λάζαρο ἀπὸ τὸν τάφο καὶ τὸν ἀνέστησε ἀπὸ τοὺς νεκρούς, διηγοῦνταν αὐτὰ ποὺ εἶχαν δεῖ. Γι’ αὐτὸ ἦρθε τὸ πλῆθος νὰ τὸν προϋπαντήσει, ἐπειδὴ ἔμαθαν ὅτι αὐτὸς εἶχε κάνει τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ σημεῖο».
Οι τελευταίες ημέρες της επί γης ζωής του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποκαλύπτουν από όλες τις πλευρές τη στάση των ανθρώπων έναντί Του, μια στάση που δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα ούτε στους καιρούς μας. Ιδίως κατά την μεγάλη εορτή της Κυριακής των Βαΐων διαπιστώνουμε την αποθέωση κυριολεκτικά του Χριστού, χωρίς όμως αυτή να στηρίζεται στη βάση της πίστης, αλλά να είναι στη βάση της περιέργειας και του ενθουσιαστικού στοιχείου διότι ο Κύριος έκανε ένα ανήκουστο σημείο: ανέστησε εκ των νεκρών τον τεταρταίο Λάζαρο, νικώντας τη φθορά της αποσύνθεσης, επαναφέροντας στη ζωή με τρόπο που ουδείς μπορούσε να αμφισβητήσει κάποιον που όλοι ήξεραν εκ πείρας ότι είχε φύγει από τη ζωή και δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι θα επιστρέψει από τον τάφο.
Η περιέργεια έκανε τον όχλο να μαζευτεί για να υποδεχτεί τον Χριστό. Ο ενθουσιασμός για το θαύμα έκανε τους πολλούς να κρατήσουν στα χέρια τους τα βαΐα των φοινίκων, σαν να υποδέχονταν ειδωλολατρικά έναν νικητή στον πόλεμο αυτοκράτορα ή στρατηγό ή έναν νικητή σε μεγάλους αθλητικούς αγώνες. Ο ενθουσιασμός κάνει τον λαό να αναφωνεί το «Ωσαννά». Ο ενθουσιασμός γεννά στις καρδιές τους δύο ελπίδες: αφού ανέστησε τον Λάζαρο από τον θάνατο, γιατί όχι και κάποιους άλλους; Θα μπορούσαμε να είμαστε εμείς εκείνοι. Αφού ούτε ο θάνατος μπορεί να του αντισταθεί, μήπως είναι ο Μεσσίας που ήρθε να μας ελευθερώσει από τους Ρωμαίους και να αποκαταστήσει τη δόξα του Ισραήλ; Κι έτσι ο όχλος νιώθει ότι ένα «σημείο», ένα θαύμα, ένα σημάδι είναι αυτό που αποδεικνύει ότι ο Ιησούς είναι ένας ξεχωριστός προφήτης, απεσταλμένος από τον Θεό, με υπερφυσικές δυνάμεις. Κι ενώ το θαύμα της ανάστασης του Λαζάρου δεν ήταν ένα «σημείο» θαυματοποιού, μία επίδειξη δύναμης, αλλά ένα «σημείο» αγάπης του Χριστού για τον φίλο Του Λάζαρο, αλλά και για όλους τους ανθρώπους ότι η φιλία του Χριστού προς όλους μας γίνεται ανάσταση αρχικά από τον πνευματικό θάνατο και κατόπιν και από τον σωματικό, δηλαδή λύτρωσης από τον αιώνιο και φαινομενικά παντοδύναμο εχθρό μας, το πλήθος έμεινε στις δικές του, επιφανειακές σκέψεις, στις εντυπώσεις.
Και οι εντυπώσεις παρέρχονται. Ο ίδιος όχλος θα μεταστρέψει την περιέργεια και τον ενθουσιασμό σε μίσος και απόρριψη. Αρκούσε μια προπαγανδιστική ώθηση από τη θρησκευτική ηγεσία και τα πάντα άλλαξαν. Ο νικητής του θανάτου έπρεπε να θανατωθεί. Αυτός που εισήλθε θριαμβευτικά στην αγία Πόλη Ιερουσαλήμ έπρεπε να εξευτελιστεί, να βασανιστεί, να παραδοθεί στους Ρωμαίους, από τους οποίους θα ελευθέρωνε τον λαό, και να γίνει μία ιταμή ομολογία ότι δεν έχουν οι Ισραηλίτες βασιλιά άλλον από τον Καίσαρα της Ρώμης.
Οι εντυπώσεις και τα «σημεία» θριαμβεύουν και στην εποχή μας. Κάποτε, ταυτίζουμε την αλήθεια με τις πληροφορίες των αισθήσεών μας. Κάποτε, την θεωρούμε στην προοπτική του συμφέροντός μας. Κάποτε, ενθουσιαζόμαστε με την εικόνα των προσώπων, με τις ιδέες που εκφέρουν. Λησμονούμε όμως ότι οι εντυπώσεις λίγο κρατούνε. Λησμονούμε ότι ο Χριστός είναι «η οδός, η αλήθεια και η ζωή», όχι διότι κοντά Του θα βρούμε «σημεία», θαύματα, χωρίς να αποκλείεται και αυτό, αλλά διότι ο Ίδιος ήρθε για να μας δώσει περίσσεια ζωής, την αγάπη που νικά τον θάνατο και την ανάσταση που θα κάνει τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική ύπαρξη να ζήσει την αιωνιότητα ως γεγονός. Γι’ αυτό και ο Χριστός μάς καλεί στην αγία πόλη της Εκκλησίας, για να κοινωνήσουμε τον Ίδιο ως Σώμα και Αίμα, να γίνουμε αγάπη και αλήθεια μέσα από τη σχέση μαζί Του, με τους αγίους, τους συνανθρώπους μας, τους πάντες.
Δύσκολο να ξεπεράσουμε τις εντυπώσεις, όχι όμως ακατόρθωτο. Τις τελευταίες ημέρες της επί γης ζωής του Χριστού μία γυναίκα που άλειψε τα πόδια Του με μύρο, τα σκούπισε με τα μαλλιά και τα δάκρυα της, επειδή είχε αγάπη και ευγνωμοσύνη, μας έδειξε ότι ο δρόμος δεν είναι κλειστός, αλλά εξαρτάται από την επιλογή του καθενός. Θα μείνουμε άραγε στις εντυπώσεις των εθίμων και των ηθών ή θα παλέψουμε να υποδεχτούμε τον Χριστό στην προοπτική της αναζήτησης της αλήθειας που λέγεται εμπειρία της πίστης, της εμπιστοσύνης σ’ Εκείνον που μας δίδει τον Εαυτό του ως νόημα ζωής και ανάστασης;
π. Θεμιστοκλής ΜουρτζανόςΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΝΝΕΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΝ ΚΥΖΙΚΩ
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τη συμφωνία, εννεάριθμος, Μαρτύρων δήμος, εν Κυζίκω ιερώς ηνδραγάθησε, τον γαρ Υπέρθεον Λόγον κηρύξαντες, υπέρ αυτού ως αμνοί σφαγιάζονται, όθεν άφεσιν, αιτούνται ημίν και έλεος, τοις μέλπουσιν αυτών την θείαν άθλησιν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
Ο Χριστός εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα «επί πώλον όνου». Πορεύεται και οι Ισραηλίτες τον υποδέχονται με τιμές ως Βασιλιά. Εκείνος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές, δεν περιορίζεται στο πανηγύρι, στην πρόσκαιρη δόξα, αλλά προχωρεί στο σταυρό και την Ανάσταση.
Η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα είναι τελικά η είσοδος του μαρτυρίου στην επίγεια ζωή του Κυρίου. Σε λίγες ημέρες θα μαρτυρήσει και θα θανατωθεί στο σταυρό, για να θανατώσει το θάνατο και να χαρίσει τη ζωή.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον Χριστὲ ὁ Θεός· ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες, τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες, σοὶ τῷ νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν· Ὠσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Σάββατο 27 Απριλίου 2024
ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ(ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ)
«Εξι ημέρες πριν από το Πάσχα πήγε ο Ιησούς στη Βηθανία, όπου ήταν ο Λάζαρος», στον οίκο της Μαρίας και της Μάρθας, «και του παρατέθηκε δείπνο από αυτούς»· η Μάρθα υπηρετούσε και ο Λάζαρος έτρωγε. Και αυτό ήταν απόδειξη της αληθινής αναστάσεως, το ότι μετά από πολλές ημέρες και ζούσε και έτρωγε. Άρα είναι φανερό, ότι το γεύμα γινόταν στην οικία της Μάρθας· δέχονται δηλαδή τον Ιησού επειδή ήταν φίλοι και αγαπώνταν από αυτόν. Κάποιοι όμως λένε, ότι αυτό γινόταν σε ξένη οικία. Η Μαρία υπηρετούσε γιατί ήταν μαθήτρια. Πάλι αυτή εδώ επιτελεί πνευματικότερη διακονία· δεν διακονούσε όμως σαν προς καλεσμένο, ούτε ήταν κοινή η υπηρεσία της, αλλά σ’ αυτόν μόνο παρείχε την τιμή, και απέδιδε αυτήν, όχι ως προς άνθρωπο, αλλ’ ως προς Θεό. Γιατί γι’ αυτό έχυσε μύρο και το σκούπισε με τα μαλλιά της κεφαλής της, πράγματα που έδειχναν, ότι η υπόληψή της προς αυτόν δεν ήταν τέτοια, τέτοια που του απέδιδαν οι πολλοί. Αλλά την επετίμησε ο Ιούδας με πρόσχημα δήθεν την ευλάβεια. Τί λέγει λοιπόν ο Χριστός; «Άφησέ την· αυτό το έκανε προνοητικά για την ημέρα του ενταφιασμού μου». Γιατί τέλος πάντων δεν ήλεγξε τον μαθητή για την επιτίμηση της γυναίκας, ούτε είπε αυτό το οποίο είπε ο ευαγγελιστής, ότι επετίμησε τη γυναίκα επειδή ο ίδιος ήταν κλέφτης; Ήθελε με την πολλή μακροθυμία του να του προκαλέσει ντροπή και να τον αποτρέψει από το σχέδιό του. Γιατί, το ότι γνώριζε, ότι ήταν προδότης, φαίνεται από το ότι τον ήλεγξε στην αρχή λέγοντας πολλές φορές• «Δεν πιστεύουν όλοι», και, «Ένας από σας είναι διάβολος». Δήλωσε δηλαδή ότι γνώριζε πως αυτός θα είναι ο προδότης, δεν τον ήλεγξε όμως φανερά, αλλά τον συγχώρησε, θέλοντας να τον αποτρέψει από το σχέδιό του.
Πώς τότε άλλος λέγει, ότι όλοι οι μαθητές το είπαν αυτό; Και όλοι και εκείνος· αλλ’ οι υπόλοιποι όχι με την ίδια προαίρεση. Αν όμως κάποιος θελήσει να εξετάσει, γιατί τέλος πάντων, ενώ ήταν κλέφτης, παρέδωσε σ’ αυτόν το χρηματοκιβώτιο των φτωχών και τον έκανε οικονόμο, ενώ ήταν φιλάργυρος, εκείνο θα μπορούσαμε να πούμε, ότι τον απόρρητο λόγο τον γνωρίζει ο Ιησούς· αν όμως πρέπει εμείς στοχαζόμενοι να πούμε κάτι, το έκανε για να του αποκόψει κάθε πρόφαση. Γιατί δεν μπορούσε να πει, ότι το έκανε αυτό από έρωτα για τα χρήματα (καθόσον είχε από το χρηματοκιβώτιο ικανή παρηγοριά της επιθυμίας του), αλλά από μεγάλη κακία, την οποία αν ήθελε να τη συγκρατήσει, δεν θα παρέδιδε τον ευεργέτη. Ο Χριστός όμως, δείχνοντας πολλή συγκατάβαση προς αυτόν, τον ανεχόταν μακροθυμώντας. Γι’ αυτό δεν τον επιτιμούσε που έκλεβε, μολονότι βέβαια το γνώριζε, εμποδίζοντας την πονηρή επιθυμία του και αφαιρώντας του κάθε απολογία. Γι’ αυτό και έλεγε, «Άφησέ την· το έκανε αυτό προνοητικά για την ημέρα του ενταφιασμού μου». Πάλι τον προδότη υπενθύμισε, αναφέροντας τον «ενταφιασμό». Αλλά δεν άγγιζε ο έλεγχος την ψυχή του, ούτε τον μαλάκωσε ο λόγος, μολονότι ήταν ικανός να δημιουργήσει μέσα του οίκτο· ήταν σαν να του έλεγε, είμαι μισητός και φορτικός, αλλά περίμενε λίγο και θα φύγω. Καθόσον και αυτό προετοίμαζε και προμήνυε με το να λέγει, «Εμένα όμως δεν θα με έχετε πάντοτε». Αλλά τίποτε από αυτά δεν έκανε τον θηριώδη και μαινόμενο εκείνον ν’ αλλάξει γνώμη, μολονότι βέβαια πολύ περισσότερα και είπε και έκανε, και τα πόδια του ένιψε την ίδια αυτή νύχτα, και του πρόσφερε τροφή από την ίδια τράπεζα.
«Πολλοί από τους Ιουδαίους έμαθαν ότι ο Ιησούς βρίσκεται στη Βηθανία, και πήγαν, όχι μόνο γι’ αυτόν, αλλά και για να δουν τον Λάζαρο, τον οποίο ανέστησε από τους νεκρούς». Και εδώ βλέποντας το θαύμα πίστεψαν πολλοί. Οι άρχοντες όμως δεν αρκούνταν μόνο στα δικά τους κακά, αλλ’ επιχειρούσαν και τον Λάζαρο να φονεύσουν. Γιατί λέγει, «Οι αρχιερείς αποφάσισαν και τον Λάζαρο να θανατώσουν, επειδή εξαιτίας αυτού πολλοί από τους Ιουδαίους έφευγαν και πίστευαν στον Ιησού». Έστω, ήθελαν να θανατώσουν τον Χριστό, ότι καταργούσε το Σάββατο, ότι έκανε ίσο τον εαυτό του με τον Πατέρα, και εξαιτίας των Ρωμαίων, όπως λένε, για να μη καταστρέφουν και τον τόπο και το έθνος αυτών, τον Λάζαρο ποιά κατηγορία είχαν εναντίον του και επιχειρούσαν να τον θανατώσουν, παρά μόνο την κατηγορία ότι ευεργετήθηκε; Βλέπεις πώς η προαίρεσή του ήταν φονική; Μολονότι βέβαια πολλά θαύματα έκανε, αλλά κανένα δεν κατέστησε αυτούς τόσο πολύ θηρία, ούτε ο παράλυτος, ούτε ο τυφλός. Γιατί αυτό και από τη φύση του ήταν θαυμαστότερο, και είχε γίνει μετά από πολλά, και ήταν παράδοξο, να δουν νεκρό τετραήμερο να περπατά και να μιλάει. Πόση μεγάλη αλήθεια η αφροσύνη των δήθεν αρχιερέων! καθόσον κατόρθωμά τους ήταν ν’ αναμιγνύουν την πανήγυρη της εορτής των με φόνους. Αλλωστε, εκεί βέβαια νόμιζαν ότι κατηγορεί το Σάββατο και απομακρύνει τα πλήθη με την πλάνη, ενώ εδώ, επειδή δεν είχαν κανένα ψέμα να προβάλουν, επιχειρούν το φονικό έργο τους εναντίον αυτού που έχει θεραπευτεί. Γιατί εδώ δεν μπορούσαν ούτε αυτό να πουν, ότι εναντιώνεται στον Πατέρα· γιατί η προσευχή τούς αποστόμωνε.
Επειδή λοιπόν και αυτό για το οποίο τον κατηγορούσαν πάντοτε ανατράπηκε και το θαύμα ήταν λαμπρό, ορμούν στο φόνο. Αρα λοιπόν και στην περίπτωση του τυφλού αυτό θα έκαναν, αν δεν είχαν να τον κατηγορήσουν για το Σάββατο. Εξάλλου, εκείνος ήταν άσημος και τον έβγαλαν έξω από τον ναό, ενώ αυτός ήταν επισημότερος· και γίνεται φανερό από το ότι πολλοί πήγαν προς παρηγοριά των αδελφών, και ότι το θαύμα έγινε μπροστά στα μάτια όλων και με πολύ παράδοξο τρόπο· γι’ αυτό όλοι έτρεχαν να τον δουν. Αυτό λοιπόν τους πλήγωνε, το ότι, ενώ η εορτή διαρκούσε ακόμη, αφήνοντας τους πάντες, έτρεχαν να πάνε στη Βηθανία. Επεχείρησαν λοιπόν να τον θανατώσουν, και δεν πίστευαν ότι είναι φαύλο αυτό που τολμούν να κάνουν· τόσο πολύ φονικοί ήταν. Γι’ αυτό αρχίζοντας ο νόμος τις εντολές από αυτό αρχίζει, λέγοντας, «Δεν θα φονεύσεις». Και ο προφήτης αυτό κατηγορεί λέγοντας• «Τα χέρια τους είναι γεμάτα από αίμα».
«Την επόμενη ημέρα το μεγάλο πλήθος που είχε μεταβεί στην εορτή, ακούοντας ότι ο Ιησούς έρχεται στα ’Ιεροσόλυμα, πήραν κλαδιά από φοίνικες και βγήκαν προς προϋπάντηση αυτού και κραύγαζαν· Ωσαννά, ευλογημένος να είναι αυτός που έρχεται στο όνομα του Κυρίου, ο βασιλιάς του Ισραήλ». Πώς λοιπόν, ενώ δεν περπατούσε με παρρησία στα μέρη της Ιουδαίας και έφευγε στην έρημο, πάλι μπαίνει με παρρησία στα Ιεροσόλυμα; Αφού έσβησε τον θυμό τους με την αναχώρηση, έρχεται σ’ αυτήν έχοντας παύσει ο θυμός τους· άλλωστε, το πλήθος που προηγείτο και εκείνο που ακολουθούσε ήταν ικανό να τους οδηγήσει σε αγωνία. Γιατί κανένα θαύμα δεν τους απέσπασε τόσο πολύ, όσο το θαύμα του Λαζάρου. Και άλλος επίσης ευαγγελιστής λέγει, ότι «έστρωναν τα ενδύματά τους στα πόδια του», και ότι «όλη η πόλη σείσθηκε», με τόση μεγάλη τιμή εισήλθε. «Βρίσκοντας τότε ο Ιησούς έναν μικρό όνο, κάθισε πάνω σ’ αυτόν, όπως έχει γραφεί, μη φοβάσαι, θυγατέρα Σιών να ο βασιλιάς σου έρχεται καθισμένος πάνω σε πουλάρι όνου». Το έκανε βέβαια αυτό, από τη μια εκπληρώνοντας προφητεία, και από την άλλη προτυπώνοντας άλλη προφητεία· και το ίδιο πράγμα της μιας γινόταν αρχή, και της άλλης τέλος. Το, «μη φοβάσαι, θυγατέρα Σιών, να χαίρεσαι γιατί, ο βασιλιάς σου έρχεται σε σένα πράος», ήταν ασφαλώς προφητεία που εκπληρωνόταν, το να καθίσει όμως πάνω σε όνο, προτύπωνε μελλοντικό γεγονός, ότι το ακάθαρτο γένος των εθνών επρόκειτο να γίνει υποχείριο αυτού.
Πώς όμως οι ευαγγελιστές λένε, ότι έστειλε μαθητές και είπε, «λύσατε την όνο και το πουλάρι», ενώ αυτός τίποτε τέτοιο δεν λέγει, αλλ’ ότι «βρίσκοντας έναν μικρό όνο κάθισε πάνω σ’ αυτόν»; Ότι φυσικό ήταν να συμβούν και τα δύο, και μετά το λύσιμο του όνου, αφού ήρθαν οι μαθητές που βρήκαν το πουλάρι, κάθισε πάνω σ’ αυτό. Τα κλαδιά πάλι των φοινίκων και των ελιών και τα ενδύματά τους τα έστρωσαν κάτω, για να δείξουν, ότι είχαν πλέον μεγαλύτερη γνώμη γι’ αυτόν, παρά για προφήτη, και έλεγαν· «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου». Βλέπεις ότι αυτό προπάντων κατέπνιγε, τους αρχιερείς και γραμματείς, το ότι πίστευαν όλοι, ότι δεν είναι αντίθεος; Και αυτό προπάντων δίχαζε τον λαό, το να λέγει αυτός ότι ήρθε από τον Πατέρα. Το, «μη φοβάσαι, αλλά να χαίρεσαι υπερβολικά, θυγατέρα Σιών», το λέγει ο προφήτης, επειδή όλοι οι βασιλείς αυτών κατά το πλείστον ήταν άδικοι και πλεονέκτες, και παρέδωσαν αυτούς στους εχθρούς, και διέστρεφαν το πλήθος, και τους καθιστούσαν υπόλογους στους εχθρούς. Έχε θάρρος, λέγει· αυτός δεν είναι τέτοιος, αλλ’ είναι πράος και επιεικής· και γίνεται φανερό από την όνο· γιατί δεν εισήλθε σύροντας από πίσω του στρατεύματα, αλλ’ έχοντας μόνο όνο. «Αυτά όμως που συνέβηκαν τότε», λέγει, «δεν τα κατάλαβαν οι μαθητές του, ότι αυτά είχαν γραφεί γι’ αυτόν, και τα έκαναν αυτά γι’ αυτόν».
Βλέπεις ότι τα περισσότερα τα έκαναν αγνοώντας; Αλλ’ όταν αναστήθηκε από τους νεκρούς, «τότε θυμήθηκαν, ότι αυτά είχαν γραφεί γι’ αυτόν, και τα έκαναν αυτά γι’ αυτόν», και αυτός δεν τα απεκάλυψε. Και πράγματι όταν είπε, «γκρεμίστε αυτόν τον ναό και σε τρεις ημέρες θα τον ανοικοδομήσω», ούτε αυτό το κατάλαβαν οι μαθητές. Και άλλος όμως ευαγγελιστής λέγει, ότι ήταν κρυμμένος ο λόγος από αυτούς και δεν γνώριζαν ότι πρέπει αυτός ν’ αναστηθεί από τους νεκρούς. Αλλ’ αυτό βέβαια εύλογα κρυβόταν γι’ αυτό και άλλος ευαγγελιστής λέγει, ότι ακούοντας καθημερινά για το πάθος στεναχωρούνταν και ήταν λυπημένοι· και αυτό συνέβαινε από το ότι δεν γνώριζαν τον λόγο της αναστάσεως. Αυτό λοιπόν εύλογα κρυβόταν, επειδή ήταν ανώτερο από τις πνευματικές δυνάμεις τους, το νόημα όμως της όνου γιατί δεν φανερώθηκε σ’ αυτούς; ’Επειδή και αυτό ήταν μεγάλο. Και πρόσεχε τη φιλοσοφία του ευαγγελιστή, πως δεν ντρέπεται να διαπομπεύει την προηγούμενη άγνοιά τους γιατί, το ότι βέβαια είχε γραφεί το γνώριζαν, το ότι όμως ήταν γραμμένο γι’ αυτόν, δεν το γνώριζαν· καθόσον θα μπορούσε να τους σκανδαλίσει, αν επρόκειτο ο βασιλιάς να πάθει τέτοια. Και εξάλλου, δεν θα μπορούσαν να χωρέσουν αμέσως τη γνώση της βασιλείας για την οποία έλεγαν. Και πράγματι άλλος ευαγγελιστής λέγει πως νόμιζαν, ότι αυτά λέγονται για τη βασιλεία αυτή.
«Ο κόσμος λοιπόν που ήταν μαζί του διαβεβαίωνε, ότι φώναξε τον Λάζαρο από το μνημείο και τον ανέστησε από τους νεκρούς. Γι’ αυτό και τον υποδέχτηκε ο κόσμος, επειδή άκουσαν, ότι αυτός έκανε αυτό το θαύμα». Γιατί δεν θα άλλαζαν γνώμη, λέγει, ξαφνικά τόσοι πολλοί, αν δεν είχαν πιστέψει στο θαύμα. «Οι Φαρισαίοι τότε είπαν μεταξύ τους• Βλέπετε ότι δεν ωφελείτε καθόλου μ’ αυτά που κάνετε; Να ο κόσμος έτρεξε πίσω του». Νομίζω ότι τα λόγια αυτά λέχθηκαν από εκείνους που ήταν βέβαια υγιείς πνευματικά, δεν τολμούσαν όμως να εκφράζουν τη γνώμη τους με θάρρος. Και ο Παύλος μιλώντας για την ανάσταση, αυτόν τον λόγο ανέφερε. Ποιά απολογία λοιπόν θα έχουν αυτοί που δεν πιστεύουν στην ανάσταση;
Γι’ αυτό λοιπόν, αγαπητοί, για να μη σας απασχολήσομε μάταια και καταστήσομε τον λόγο λαβύρινθο, αφήνοντας αυτά, εκείνο θα πούμε. Να φροντίζετε για την ακρόαση των θείων Γραφών, και να μη λογομαχείτε για τίποτε το μη χρήσιμο προς καταστροφή αυτών που σας ακούνε. Γιατί και ο Παύλος συμβούλευε τον Τιμόθεο, μολονότι βέβαια ήταν γεμάτος από πολλή σοφία και είχε και τη δύναμη να επιτελεί θαύματα. Ας δείχνομε λοιπόν υπακοή σε εκείνον, και αφήνοντας τις φλυαρίες, ας καταγινόμαστε με τα έργα, εννοώ τη φιλαδελφία και τη φιλοξενία, και ας δείχνομε πολύ ενδιαφέρον για την ελεημοσύνη, ώστε και τα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί ο Θεός να επιτύχουμε, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου και μαζί με τον οποίο στον Πατέρα πρέπει η δόξα συγχρόνως και στο Άγιο Πνεύμα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.