«Και γαρ ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι αλλά διακονήσαι»
Η Εκκλησία μας, την Κυριακή Ε’ Νηστειών, προβάλλει και τιμά την ιερή μνήμη μιας αγίας γυναίκας, της οσίας Μητρός ημών Μαρίας της Αιγύπτιας, η οποία ξεκίνησε από την περιθωριακή ζωή και τελειώθηκε στην άσκηση. Ο βίος της είναι μια ακραία οσιακή ιστορία, ιστορία αδαμικής γυμνότητας, φυσικής και ψυχικής απάθειας, αποβολής των ανθρώπινων ιδιωμάτων, εγκατάλειψης των ιδίων νοημάτων και θελημάτων, ανάκλησης της αρχαίας υγείας της ψυχής, ιστορία της παρθενίας του σώματος και του πνεύματος. Είναι ιστορία κατάδυσης στο άπειρο βάθος της Χάριτος του Θεού. Η μνήμη της προβάλλεται από την Εκκλησία προς το τέλος της Σαρακοστής, για εξέγερση και βαθύ προβληματισμό, γιατί η οσία Μαρία η Αιγύπτια έζησε το χάος της αμαρτίας και αποκάλυψε το νόημα της αληθινής μετάνοιας και συγνώμης, ζώντας σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια στην έρημο του Ιορδάνου. Αποκάλυψε το πόσο απέραντη είναι η αγάπη του Θεού για μας τους αδύναμους και αμαρτωλούς ανθρώπους· το πόσο αναρίθμητοι είναι οι δρόμοι που κατασκευάζει ο Θεός μέσα από την καθημερινότητα της ζωής, για να οδηγήσει τον καθένα μας στην οδό της σωτηρίας· το με πόση ταπείνωση, πραότητα και μακροθυμία ετοιμάζει και αναμένει τη μετάνοια του καθενός μας.
Η άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία
Τί ανοίγει από μέρους μας τον δρόμο προς τον Κύριο, που έρχεται να σταυρωθεί για την αμαρτία του κόσμου, ή τί είναι εκείνο που μας σώζει; Η οσία Μαρία η Αιγύπτια μας μαθαίνει ότι εκείνο που είναι απαραίτητο από εμάς είναι η αίσθηση της αμαρτωλότητάς μας ή η απόγνωση από τον εαυτό μας, που μας στρέφει, όταν μας κατακαίει η δίψα της προσωπικής επικοινωνίας και της αγάπης και μας φλογίζει ο άνθρωπος της οδύνης και του θείου πόθου, στην αγάπη και το έλεος του Θεού.
Δεν μπορούμε να ελπίζουμε στον εαυτό μας, αλλά να έχουμε πεποίθηση μόνο στον Θεό, που εγείρει τους νεκρούς, «τους νεκρωθέντας τη αμαρτία». Εκείνο που τελικά μας σώζει είναι η άπειρη αγάπη του Θεού, η οποία σφραγίζει το μυστήριο της υπάρξεως του Θεού και της αιωνιότητας του ανθρώπου.
Κανένας δεν έχει εκπέσει από την αγάπη του Θεού. Γιατί ο άνθρωπος και μέσα στην αμαρτωλότητά του, ακόμη και στα έσχατα όρια της αξιοπρέπειάς του, δεν παύει να είναι παιδί του Θεού. Άλλωστε ποιός μπορεί να μας βεβαιώσει ότι ο άνθρωπος είναι ό,τι πράττει ή ότι είναι ελεύθερος στις πράξεις του ή αγαπά αυτό που πράττει;
Ο πειρασμός της αυτοδικαιώσεως
Η οσία Μαρία γίνεται τύπος των πιστών, που τόσο πα¬γιδεύονται στον πειρασμό της αυτοδικαιώσεως και της αυτάρκειας, γιατί δίνει αυτό που είναι: το είναι της γυ¬μνό, για να το ενδύσει και πάλι η Χάρη του Θεού. Δίνει ακριβώς αυτό που γνωρίζει και περιμένει ο Θεός από τον άνθρωπο: την άβυσσο του μυστηρίου της καρδιάς, τη με¬τάνοια, η οποία μας σώζει και μας αγιάζει.
Μετάνοια είναι η αλλαγή του νου, το νέο φρόνημα, η δυναμική μετάβαση «εκ του παρά φύσιν εις το κατά φύσιν, και εκ του διαβόλου προς τον Θεόν επάνοδος δι’ ασκήσεως και πόνων». Αυτός ο ορισμός καθιστά σαφές ότι η μετάνοια δεν είναι συμμόρφωση προς τον Νόμο, αλλά συγκλονιστική συνάντηση με τον Χριστό.
Το σωτήριο βήμα
«Εγγίσατε τω Θεώ και εγγιεί υμίν» (Ιακ. 4,8). Αν κάνουμε ένα βήμα προς τον Θεό, Εκείνος κάνει δέκα προς εμάς. Η κόλαση δεν είναι για τους αμαρτωλούς, αλλά για τους αμετανόητους. Για εκείνους, που δεν αισθάνονται την αναξιότητά τους, που δε γνωρίζουν το μεγαλείο της συγνώμης, που αγνοούν τον παράδεισο της αγάπης του Θεού, που δε ζουν την ελπίδα της πίστεως.
Η Εκκλησία μπορεί να λέει στον κάθε άνθρωπο: Τίποτε μη φοβάσαι, ποτέ μη φοβάσαι και μη θλίβεσαι. Μια και μετανοείς, όλα θα στα συγχωρέσει ο Θεός. Μα κι ούτε υπάρχει ούτε μπορεί να υπάρχει, να γίνει στον κόσμο τέτοιο κρίμα, που να μην το συγχωρέσει ο Θεός σ’ εκείνον που μετανοεί αληθινά. Μα κι ούτε μπορεί ο άνθρωπος να κάνει ένα τόσο μεγάλο αμάρτημα που θα μπορούσε να εξαντλήσει την αστείρευτη αγάπη του Θεού.