Τρίτη 2 Ιουλίου 2024

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΕΝ ΒΛΑΧΕΡΝΑΙΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΕΣΘΗΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 


Στιχ.  Τον Χιτώνα του Υιού έλαβε ένας από τους χριστοφρουρούς δήμιους, την δε Εσθήτα (φόρεμα) της Μητέρας η χριστοφρούρητη πόλη.
Δύο πατρίκιοι, οι αυτάδελφοι Γάλβιος και Κάνδιδος, πηγαίνοντας στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσουν, έφτασαν στην Παλαιστίνη. Κατά την επίσκεψη τους στους ιερούς τόπους της Γαλιλαίας, συνάντησαν μια γυναίκα Εβραία, η οποία είχε στην κατοχή της και φύλαγε με πολλή ευλάβεια μέσα σε ειδικό κιβώτιο την τιμία Εσθήτα (φόρεμα) της Θεομήτορος. Αφού δε οι πατρίκιοι αυτοί προσκύνησαν το ιερό ένδυμα, έθεσαν ως σκοπό τους να το πάρουν οπωσδήποτε και να το μεταφέρουν στην Κωνσταντινούπολη.
Πρώτα λοιπόν πήγαν στα Ιεροσόλυμα και προσκύνησαν όλους τους αγίους Τόπους. Έπειτα κατασκεύασαν ένα κιβώτιο όμοιο με εκείνο στο οποίο βρισκόταν το ιερό ένδυμα της Θεοτόκου. Το κιβώτιο αυτό το τοποθέτησαν στη θέση του κιβωτίου με την Εσθήτα, χωρίς να τους πάρει είδηση η Εβραία γυναίκα. Έτσι λοιπόν αυτοί πήραν το κιβώτιο μαζί με το ιερό και θείο ένδυμα και ξεκίνησαν για την Κωνσταντινούπολη.
Όταν έφτασαν στη Βασιλεύουσα, προσπάθησαν να κρύψουν τον ανεκτίμητο αυτό θησαυρό σε ένα ιδιωτικό προάστιο, που επονομαζόταν Βλαχέρνες. Επειδή όμως δεν μπορούσαν να το κρύψουν, γνωστοποίησαν το γεγονός στον αυτοκράτορα. Εκείνος δε, μόλις πληροφορήθηκε τη μεταφορά της τιμίας Εσθητος στην Κωνσταντινούπολη, ασπάστηκε με απερίγραπτη χαρά και ευλάβεια το ιερό αυτό ένδυμα.
Στο προάστιο των Βλαχερνών ο ευσεβής αυτοκράτορας οικοδόμησε Ναό, στον οποίο εναπόθεσε το κιβώτιο με το πολυτιμότατο περιεχόμενό του, την τιμία Εσθήτα της Θεοτόκου. Εκεί βρίσκεται και σήμερα το θείο αυτό κιβώτιο και αποτελεί μέχρι και σήμερα φυλακτήριο για την πόλη και αποτρόπαιο νόσων και εχθρών.
 Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Θεοτόκε ἀειπάρθενε, τῶν ἀνθρώπων ἡ σκέπη, Ἐσθῆτα καὶ Ζώνην τοῦ ἀχράντου σου σώματος, κραταιὰν τῇ πόλει σου περιβολὴν ἐδωρήσω, τῷ ἀσπόρῳ τόκῳ σου ἄφθαρτα διαμείναντα, ἐπὶ σοὶ γὰρ καὶ φύσις καινοτομεῖται καὶ χρόνος, διὸ δυσωποῦμέν σε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.